Γράφτηκε στις .

Ἀπὸ τὸ Ἁγιολόγιο τοῦ μηνός: Ὅσιος Γρηγόριος ὁ Σιναΐτης, 6 Απριλίου

Πρωτοπρεσβυτέρου π. Γεωργίου Παπαβαρνάβα

 Ὅσιος Γρηγόριος ὁ Σιναΐτης, 6 Απριλίου

Ὁ ὅσιος Γρηγόριος ὁ Σιναΐτης γεννήθηκε τό 1255 στίς Κλαζομενές, ἀρχαία πόλη τῆς Μικρᾶς Ἀσίας, σαράντα χιλιόμετρα Νοτιοδυτικά τῆς Σμύρνης. Οἱ γονεῖς του ἦσαν πλούσιοι, ἀλλά καί εὐσεβεῖς καί τόν ἀνέθρεψαν "ἐν παιδείᾳ καί νουθεσία Κυρίου". Δέν ἀγάπησε τόν ὑλικό πλοῦτο, τίς σωματικές ἀνέσεις καί τίς αἰσθησιακές ἀπολαύσεις, ἀλλά τήν ἡσυχαστική ζωή, πού βοηθᾶ τόν ἄνθρωπο νά βρῇ τόν ἑαυτό του καί νά πραγματώση τόν σκοπό τῆς ὑπάρξεώς του, πού εἶναι ἡ ἀγαπητική κοινωνία μέ τόν Θεό καί τούς ἀνθρώπους. Πῆγε κατ' ἀρχάς στήν Κύπρο, κατόπιν στήν Ἀλεξάνδρεια καί μετά ἀπό πολλές περιπέτειες ἔφθασε στό ὅρος Σινᾶ, ὅπου καί ἐκάρη μοναχός. Μέ τήν ἄσκηση καί τήν ὑπακοή ἀνέβηκε σέ ὑψηλά μέτρα πνευματικῆς ζωῆς καί αὐτό κίνησε τόν φθόνο ὁρισμένων μοναχῶν, μέ ἀποτέλεσμα νά ἀναχωρήση γιά τά Ἱεροσόλυμα καί ἀπό ἐκεῖ στήν Κρήτη. Στήν συνέχεια, πῆγε στό Ἅγιον Ὅρος, ὅπου συγκέντρωσε γύρω του ἀρκετούς μοναχούς. Οἱ ἐπιδρομές τῶν Ἀγαρηνῶν τόν ἀνάγκασαν νά μετακινηθῆ πρῶτα μέσα στό Ἅγιον Ὅρος καί στήν συνέχεια νά ταξιδεύση στίς πόλεις Θεσσαλονίκη, Χίο, Μυτιλήνη καί Κωνσταντινούπολη, γιά νά ἐπανέλθη καί πάλι μετά ἀπό μικρό χρονικό διάστημα στό Ἅγιον Ὅρος.

Τελικά, κατέληξε στήν Ἀδριανούπολη, στό Κατακεκρυωμένο ὅρος ὅπου ἔκτισε Μοναστῆρι καί ἐκεῖ ἐτελείωσε εἰρηνικά τήν περιπετειώδη ζωή του ἤ μᾶλλον "ἐτελειώθη ἐν εἰρήνῃ".

Ὁ βίος καί ἡ πολιτεία τοῦ ὁσίου Γρηγορίου μας δίνουν τήν ἀφορμή νά τονίσουμε τά ἑξῆς:

Πρῶτον. Ὁ ἅγιος Γρηγόριος, ὅπως εἴδαμε, ἀναγκαζόταν ἐκ τῶν πραγμάτων νά ἀλλάζη συχνά τόπο διαμονῆς, ἀλλά αὐτό δέν τόν ἐμπόδισε ἀπό τό νά ἀγωνίζεται νά ζῇ κατά Θεόν καί νά προοδεύση πνευματικά. Πραγματικά, ἐάν κάποιος ἐπιθυμῇ νά ζῇ σύμφωνα μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ δέν ὑπάρχει τίποτε πού νά μπορῇ νά τόν ἐμποδίση. Οἱ διάφορες δικαιολογίες γιά τήν πνευματική μας ἀδιαφορία καί ἀφροντισιά δέν εἶναι τίποτε ἄλλο ἀπό "προφάσεις ἐν ἁμαρτίαις". Ὅποιον τρόπο ζωῆς καί ἐάν ἔχη ἐπιλέξει κανείς ἔχει τήν δυνατότητα νά πραγματώση τόν σκοπό τῆς ζωῆς του, πού εἶναι ἡ κοινωνία μέ τόν Θεό, ἐάν βέβαια τό ἐπιθυμῇ πραγματικά. Τό Εὐαγγέλιο, ὅπως ἔχουμε τονίσει καί σέ προηγούμενο ἄρθρο, εἶναι ἕνα γιά ὅλους τούς ἀνθρώπους. Ἀπό ἁγιορείτη Γέροντα ἄκουσα ὅτι γνώρισε κάποιον ἔγγαμο καί μάλιστα πολύτεκνο, πού ζοῦσε στόν κόσμο καί ἦταν ἐπαγγελματίας ὁδηγός φορτηγοῦ αὐτοκινήτου, ὁ ὁποῖος εἶχε φθάσει σέ ὑψηλά μέτρα πνευματικῆς ζωῆς καί εἶχε ἀδιάλειπτη νοερά προσευχή.

Φυσικά, δέν εἶναι δυνατόν νά λείψουν ἀπό τήν ζωή οἱ δυσκολίες καί τά προβλήματα, ἀλλά καί αὐτά βοηθοῦν στήν πνευματική πρόοδο, ὅταν ἀντιμετωπίζονται μέ τόν σωστό τρόπο. Δηλαδή, μέ ὑπομονή καί μέ τήν ἀκράδαντη πεποίθηση ὅτι ὅλα τά ἐπιτρέπει ὁ Θεός γιά τόν καταρτισμό μας. Εἰδικά οἱ Ἅγιοι ἀντιμετωπίζουν στήν ζωή τούς πολλούς πειρασμούς καί θλίψεις, ἀλλά βιώνουν καί πνευματικές χαρές καί εὐλογίες. Συμπάσχουν μέ τούς ἀνθρώπους, προσεύχονται γιά ὅλον τόν κόσμο καί σηκώνουν τήν θλίψη καί τόν πόνο ὅλης τῆς οἰκουμένης, ὡστόσο ὅμως ἔχουν ἐσωτερική πληρότητα καί εἰρήνη καί γι' αὐτό κοντά τούς εἰρηνεύουν χιλιάδες ἄνθρωποι. Ἀλλά καί τά ἄλογα ζῶα, ἀκόμη καί αὐτά τά λεγόμενα ἄγρια, αἰσθάνονται τήν ἀγάπη τους καί ἡμερεύουν κοντά τους.

Δεύτερον. Οἱ Ἅγιοι ἀποτελοῦν τήν πνευματική καρδιά τῆς κοινωνίας. Γιατί, ὅπως ἡ σαρκική καρδιά διοχετεύει τό αἷμα σέ ὅλο τό σῶμα, ἐπειδή ἄν τό κρατήση γιά τόν ἑαυτό της θά διαρραγῇ καί θά ἐπέλθη ὁ θάνατος, κάτι ἀνάλογο κάνουν καί οἱ Ἅγιοι. Ἐπειδή ἔχουν ὑπερβεῖ τήν ἰδιοτέλεια καί τόν ἀτομισμό καί ἀπέκτησαν τήν τέλεια ἀγάπη, νοιάζονται γιά ὅλους τούς ἀνθρώπους καί δέν κρατοῦν τά ὑλικά καί τά πνευματικά ἀγαθά πού κατέχουν μόνον γιά τόν ἑαυτό τους, ἀλλά τά διοχετεύουν στό κοινωνικό σῶμα. Πάνω ἀπ' ὅλα θεραπεύουν πνευματικά τούς ἀνθρώπους, τούς παρηγοροῦν, τούς στηρίζουν καί τούς βοηθοῦν νά ἀποκτήσουν σωστό προσανατολισμό καί νόημα ζωῆς.

Ὅσο ὁ ἄνθρωπος παραμένει κλεισμένος στήν φιλαυτία, τόν ἀτομισμό καί τήν ἰδοτέλειά του καί δέν νοιάζεται γιά τούς ἄλλους, δημιουργεῖ σοβαρά προβλήματα στό κοινωνικό σῶμα, ἀλλά καί στόν ἑαυτό του. Ὅταν ὅμως ἀποφασίση νά σπάση τό κέλυφος τῆς φιλαυτίας του μέ τήν εἰλικρινῆ μετάνοια καί νά κινηθῇ ἀγαπητικά πρός τούς ἄλλλους, τότε γίνεται ἀληθινός ἄνθρωπος καί πραγματικός εὐεργέτης τῆς ἀνθρωπότητος. Ἀλλά αὐτό δέν γίνεται χωρίς την Χάρη τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία ὅμως δέν παραβιάζει τήν ἀνθρώπινη ἐλευθερία, ἀλλά ἐνεργεῖ μόνον ὅταν καί ὁ ἄνθρωπος συνεργῇ. Ὅσοι ἔχουν διώξει ἀπό τήν ζωή τους τόν Ἅγιο Τριαδικό Θεό καί τήν Ἐκκλησία Τοῦ καί παράλληλα ἀγωνίζονται νά μεταμορφώσουν τήν κοινωνία αὐτοί ματαιοπονοῦν, ἐπειδή τά πάθη εἶναι ἀδύνατο νά νικηθοῦν μόνον μέ τίς ἀνθρώπινες δυνάμεις. Ὅπου ὅμως ὑπάρχουν ἄνθρωποι πού ἀγωνίζονται νά μεταμορφώσουν τά πάθη τους μέ τήν Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἐκεῖ παρατηρεῖται πρόοδος, ἀφοῦ ἐπικρατεῖ ἐμπιστοσύνη καί εἰλικρίνεια στίς μεταξύ τους σχέσεις.

Ἐπίσης, πρέπει νά σημειωθῇ ὅτι ἐκεῖνοι πού σηκώνουν καθημερινά μέ ὑπομονή τόν σταυρό τους, μετέχοντας ἔτσι στά παθήματα τοῦ Χριστοῦ, καί ὑφίστανται ἀτιμώσεις, συκοφαντίες καί διάφορους ἄλλους πειρασμούς γιά τήν ἀγάπη Τοῦ, αὐτοί βιώνουν καί τήν δόξα τοῦ Χριστοῦ καί τήν χαρά τῆς Ἀναστάσεώς Τοῦ, ἀλλά καί τῆς προσωπικῆς τους ἀναστάσεως ἀπό τό μνῆμα τῶν παθῶν καί τῆς ἁμαρτίας.

Ἡ πρόοδος στήν πνευματική ζωή, ἀλλά καί γενικότερα στίς καθημερινές δραστηριότητες τοῦ κάθε ἀνθρώπου, ἐξαρτᾶται κυρίως ἀπό τήν θέληση καί τόν προσωπικό του ἀγῶνα, καθώς καί ἀπό τήν ὑπομονή καί τήν ἐμπιστοσύνη του στήν Ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καί ὄχι τόσο ἀπό τίς ἐξωτερικές συνθῆκες. Ἡ ἀποφυγή φθηνῶν δικαιολογιῶν καί ἡ ἀνάληψη τῶν προσωπικῶν εὐθυνῶν φανερώνει ὡριμότητα καί πνευματική ἀνδρεία.–

ΑΓΙΟΛΟΓΙΟ