Γράφτηκε στις .

Ἐπίκαιροι Σχολιασμοί: Ὁ ἔξυπνος δὲν εἶναι σὲ ὅλα εἰδήμων

Πρωτοπρεσβυτέρου Θωμᾶ Βαμβίνη

Ὁ ὑψηλὸς δείκτης νοημοσύνης δὲν συνδέεται ὑποχρεωτικὰ μὲ ὑψηλὸ δείκτη συναισθηματικῆς ὡριμότητας. Μὲ ἄλλα λόγια, ἕνας ποὺ ἔχει φυσικὴ ἐξυπνάδα, τὴν ὁποία καλλιεργεῖ μὲ ὑψηλοῦ ἐπιπέδου σπουδή, δὲν σημαίνει ὅτι μὲ τὴν πρόοδο στὴν σπουδὴ ὡριμάζει ψυχολογικὰ καὶ συναισθηματικὰ· δὲν σημαίνει ὅτι μπορεῖ νὰ διαχειριστὴ μὲ ἐπιτυχία τὶς ἐσωτερικές του κρίσεις· δὲν σημαίνει, γιὰ παράδειγμα, ὅτι εἶναι ἱκανὸς νὰ ἀποφύγη τὴν κατάθλιψη, ἐλευθερώνοντας τὸν νοῦ του ἀπὸ αὐτὸ ποὺ ὀνομάζει ὁ ὅσιος Κασσιανὸς ὁ Ρωμαῖος «πνεῦμα τῆς λύπης». Ἡ ὀξύτατη καὶ ἐφευρετικὴ διάνοια μπορεῖ νὰ ἀνήκη σὲ ἄνθρωπο μὲ πολλὲς ψυχολογικὲς ἀνισορροπίες καὶ ἐμμονές.

Ἄν, λοιπόν, ἡ ἐξυπνάδα δὲν συνδέεται πάντοτε μὲ τὴν συναισθηματικὴ καὶ ψυχολογικὴ ὡριμότητα, πολὺ περισσότερο, δὲν συνδέεται μαζί της ὑποχρεωτικὰ ἡ πνευματικὴ ὡριμότητα, ἀφοῦ ἀκόμη καὶ ἕνας διανοητικὰ καὶ ψυχολογικὰ ὥριμος μπορεῖ νὰ εἶναι πνευματικὰ τελείως ἀνώριμος. Ἐδῶ ἡ πνευματικὴ ὡριμότητα ἐννοεῖται μὲ τὸ περιεχόμενο ποὺ τῆς δίνει ἡ παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μας. Πνευματικὰ ὥριμος εἶναι αὐτὸς ποὺ ἔχει φθάσει στὴν ἀρετὴ τῆς διάκρισης τῶν πνευμάτων, ὁ ὁποῖος ἔχει ἐνεργοῦσα μέσα του την χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ μὲ τὸ φῶς της καὶ τὴν πείρα του γνωρίζει νὰ διακρίνη τὴν ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ ἀπὸ τὶς ἐνέργειες τῶν κτισμάτων.

Αὐτὰ τὰ εἰσαγωγικὰ καταγράφηκαν γιὰ νὰ ἐπισημανθῇ μέσῳ ἑνὸς ἱστορικοῦ παραδείγματος τὸ νοσηρὸ ὑπόβαθρο τῆς κριτικῆς πολλῶν «λογικῶν» ἀνθρώπων ἀπέναντι σὲ φαινόμενα ποὺ συνδέονται μὲ τὴν πίστη. Τελευταῖα πολλὰ ἀκούσθηκαν εἴτε μὲ ἀφορμὴ τὸ σκήνωμα τοῦ ἱερομονάχου Βησσαρίωνος, εἴτε μὲ πρόφαση τὸ ἀπόκρυφο εὐαγγέλιο τοῦ Ἰούδα. Τὰ περισσότερα ἀπὸ αὐτὰ δὲν ἀξίζουν σοβαρὴ κριτικὴ ἀντιμετώπιση. Γιὰ ποιμαντικοὺς λόγους μόνον, ὅμως, χρειάζεται νὰ γίνη μιὰ ὑπενθύμιση· ὅτι ὁ ἄνθρωπος μὲ τὸ δυνατὸ μυαλὸ δὲν εἶναι εἰδήμων γιὰ ὅλα τὰ θέματα. Εἰδικὰ ἡ ὁλοκληρωτικὴ ἀναφορὰ τοῦ ἀνθρώπου πρὸς τὸ θεϊκό του πρωτότυπο, ἡ ὁμοίωσή του μὲ τὸν Χριστό, ἀπαιτεῖ πολὺ περισσότερες δυνάμεις ἀπὸ τὴν δύναμη ἑνὸς δυνατοῦ μυαλοῦ. Ἀπαιτεῖ καλλιέργεια –κάθαρση καὶ φωτισμό– ὅλων τῶν δυνάμεων τῆς ψυχῆς τοῦ ἀνθρώπου καὶ ὄχι μόνο τῆς λογικῆς. Θέλει πρωτίστως ψυχολογικὴ καὶ πνευματικὴ ὡριμότητα.

Τὸ ἱστορικὸ παράδειγμα στὸ ὁποῖο θὰ ἀναφερθοῦμε εἶναι παρμένο ἀπὸ τὸ βιβλίο τοῦ Ἄγγλου μαθηματικοῦ Μάρκους Ντὶ Σατόϊ, μὲ τίτλο: «Ἡ μουσικὴ τῶν πρώτων ἀριθμῶν», τὸ ὁποῖο κυκλοφόρησε σχετικὰ πρόσφατα σὲ ἑλληνικὴ μετάφραση. Τὸ βιβλίο ἀσχολεῖται μὲ τὴν ἱστορία τῆς ἄλυτης πρὸς τὸ παρὸν μαθηματικῆς ὑπόθεσης τοῦ μεγάλου Γερμανοῦ μαθηματικοῦ Ρίμαν τὴν σχετικὴ μὲ τοὺς πρώτους ἀριθμούς. Δὲν θὰ ἀσχοληθοῦμε στὴν συνέχεια μὲ μαθηματικὲς ἔννοιες καὶ προβλήματα, ἀλλὰ μὲ κάποια «δεδομένα προσωπικοῦ χαρακτῆρα» ποὺ ἀφοροῦν τὶς «θρησκευτικὲς πεποιθήσεις» τοῦ Ἄγγλου μαθηματικοῦ Γκ. Χ. Χάρντι, ὁ ὁποῖος συνεισέφερε ἀρκετὰ στὴν ἀντιμετώπιση τῆς ὑπόθεσης Ρίμαν. Ἡ ἀναφορὰ τοῦ βιβλίου του Σατόϊ στὸν Χάρντι γίνεται στὶς σελίδες 188 ἕως 194.

Ὁ Χάρντι ἦταν ἕνας πανέξυπνος ἄνθρωπος. Σύμφωνα μὲ τὸν σύγχρονο θεμελιωτὴ τῆς εὐκλείδειας Γεωμετρίας Χίλπερτ, ὁ Χάρντι ἦταν ὁ καλύτερος μαθηματικὸς τῆς Ἀγγλίας στὶς ἀρχὲς τοῦ 20ου αἰῶνα. Ἂν τὸν προσεγγίση ὅμως κανεὶς μέσα ἀπὸ κάποιες σημαντικὲς λεπτομέρειες τῆς ζωῆς του, θὰ διαπιστώση ὅτι τὸ γρήγορο μυαλό του δὲν συνδεόταν μὲ ψυχολογικὴ καὶ πνευματικὴ ὡριμότητα. Τρία ἦταν τὰ βασικὰ θέματα ποὺ αἰχμαλώτιζαν τὸ μυαλό του: Ἡ ὑπόθεση Ρίμαν, τὸ παιχνίδι κρίκετ καὶ ἡ ἀνοιχτῇ διαμάχη του μὲ τὸν Θεό. Σὲ μιὰ πρωτοχρονιάτικη κάρτα του ἀπαριθμῶντας τὶς ἐπιθυμίες του γιὰ τὴν νέα χρονιά, πρώτη τοποθετοῦσε τὴν ἀπόδειξη τῆς ὑπόθεσης Ρίμαν, δεύτερη τὴν ἐπιτυχία ἑνὸς μεγάλου σκὸρ σ’ ἕνα διεθνὲς τουρνουὰ κρίκετ καὶ τρίτη τὴν εὕρεση ἑνὸς ἐπιχειρήματος γιὰ τὴν μὴ ὕπαρξη τοῦ Θεοῦ ποὺ νὰ μπορῇ νὰ πείση τὸ εὐρὺ κοινό. Ἔχει ἐνδιαφέρον νὰ δοῦμε στὴν συνέχεια κάποια γεγονότα ποὺ συνδέονται μὲ τὴν διαμάχη τοῦ Χάρντι μὲ τὸν Θεό.

Ἐνῷ ζητοῦσε ἀπόδειξη γιὰ τὴν μὴ ὕπαρξη τοῦ Θεοῦ, θεωροῦσε ὅτι ὁ Θεὸς ἦταν προσωπικός του ἐχθρός, ὅτι ὁ Θεὸς τὸν μισοῦσε. Πίστευε ὅτι ὑπάρχει ἕνας Θεὸς ὁ ὁποῖος μισεῖ ἐπιλεκτικὰ κάποιους ἀνθρώπους, μεταξὺ τῶν ὁποίων κατέτασσε καὶ τὸν ἑαυτό του. Δὲν ἦταν, δηλαδή, φιλοσοφικὰ ἄθεος. Ὡς μαθηματικὸς ἐθισμένος στὴν ἀποδεικτικὴ διαδικασία γνώριζε ὅτι τίποτε δὲν μπορεῖ νὰ ἀποδειχθῇ ἂν δὲν ξεκινήσουμε ἀπὸ ἀληθεῖς ἀναπόδεικτες προτάσεις, τὰ ἀξιώματα ἡ τὰ δόγματα. Δὲν εἶχε ὅμως ὀρθὴ ἀντίληψη περὶ τοῦ Θεοῦ. Δὲν εἶχε σχέση μὲ τὸν ζωντανὸ Θεό. Ἦταν προφανῶς γαλουχημένος, ὡς Ἄγγλος, μὲ τὴν θεολογία τοῦ Ἀνσέλμου Καντερβουρίας, ποὺ μιλᾶ γιὰ Θεὸ ποὺ προσβάλλεται καὶ θέλει ἱκανοποίηση γιὰ τὴν διασάλευση τῆς δικαιϊκῆς τάξης του. Δὲν εἶχε σχέση μὲ τὸν Χριστιανικὸ Θεό, τὸν μόνο Θεό, ποὺ εἶναι ἡ ἀλήθεια, ἡ ζωὴ καὶ ἡ ἀγάπη. Θεωροῦσε, λοιπόν, τὸν Θεὸ προσωπικό του ἀντίπαλο, τὸν ὁποῖο προσπαθοῦσε μὲ τὸ ἔξυπνο μυαλό του νὰ Τὸν «ξεγελάση», ὥστε νὰ γίνεται αὐτὸ ποὺ θέλει ὁ Χάρντι καὶ ὄχι ὁ Θεός. Προφανῶς δὲν μποροῦσε νὰ διανοηθῇ τὴν ἐλευθερία ὡς ὑπακοὴ στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, τοῦ δημιουργοῦ καὶ κυβερνήτη τοῦ σύμπαντος κόσμου.

Πίστευε ὅτι ὁ Θεὸς δὲν ἤθελε τὴν χαρά του. Καὶ ἐπειδὴ ὁ Θεὸς γνώριζε ὅτι πρώτη χαρὰ τοῦ Χάρντι ἦταν ἡ μελέτη τῆς ὑπόθεσης Ρίμαν καὶ δεύτερη τὸ κρίκετ, ὅταν τύχαινε νὰ πάη ὁ Χάρντι στὸ γήπεδο γιὰ νὰ παρακολουθήση κάποιον ἀγῶνα κρίκετ, προκειμένου νὰ κάνη καλὸ καιρό, κουβαλοῦσε μαζί του ἐπιδεικτικὰ πολλὰ χαρτιὰ μὲ τὶς σημειώσεις του, ὀμπρέλα καὶ τέσσερα πουλόβερ. Μὲ αὐτὸ ἤθελε νὰ δείξη στὸν Θεὸ ὅτι ἐπιθυμοῦσε ἐνδόμυχα νὰ βρέξη, πρᾶγμα ποὺ θὰ τὸν βοηθοῦσε νὰ ἀπαλλαγῆ ἀπὸ τὸ ἀγαπητό του κρίκετ, ἀφοῦ θὰ διακοπτόταν ὁ ἀγῶνας, ὥστε νὰ ἀφιερωθῇ περισσότερο χρόνο στὶς μελέτες του. Ὁ Χάρντι, λοιπόν, πίστευε ὅτι ὁ Θεὸς γιὰ νὰ μὴν τοῦ ἰκανοποιήση τὴν ἐνδόμυχη ἐπιθυμία θὰ ἐξασφάλιζε λιακάδα!

Τὴν ἴδια θεολογικὴ ὑποδομὴ ἀποκαλύπτει καὶ τὸ ἑπόμενο περιστατικό. Κάποτε θὰ διέσχιζε τὴν Βόρεια Θάλασσα μὲ μικρὸ σχετικὰ καράβι, ἐνῷ ὁ καιρὸς ἦταν πολὺ ἄσχημος. Τότε φοβήθηκε γιὰ τὴν ζωή του. Γιὰ νὰ ἐξασφαλίση τὸ αἴσιο πέρας τοῦ ταξιδιοῦ του θέλησε πάλι νὰ «ξεγελάση» τὸν Θεό. Στέλνει, λοιπόν, μιὰ κάρτα σὲ φίλο του μὲ τὸ ἑξῆς περιεχόμενο: «Ἀπέδειξα Ὑπόθεση Ρίμαν. Κάρτα πολὺ μικρὴ γιὰ νὰ χωρέση ἀπόδειξη». Ὁ Χάρντι πίστευε ὅτι σὲ καμμιὰ περίπτωση ὁ Θεός, ὡς ἀντίπαλός του, δὲν θὰ ἐπέτρεπε νὰ βουλιάξη τὸ καράβι, ὥστε νὰ μείνη ὁ κόσμος μὲ τὴν ἐντύπωση ὅτι μαζὶ μὲ τὸν Χάρντι χάθηκε καὶ ἡ ἀπόδειξή του. Δὲν θὰ ἐπέτρεπε, δηλαδή, νὰ συνοδεύη τὴν μνήμη τοῦ Χάρντι ἡ δόξα ὅτι ἀπέδειξε τὴν Ὑπόθεση Ρίμαν.

Αὐτὲς οἱ ἀφελεῖς καὶ ὑβριστικὲς θεολογικὲς ἀπόψεις τοῦ Χάρντι, ὅτι ὁ Θεὸς μισεῖ, ὅτι δὲν ἐλέγχει τὰ ἄδηλα καὶ τὰ κρύφια τῆς ἀνθρώπινης συνείδησης καὶ ὅτι μπορεῖ νὰ «ξεγελασθῇ» ἀπὸ τὸν ἔξυπνο ἄνθρωπο, εἶναι ἕνα τυπικὸ παράδειγμα τοῦ θεωρητικοῦ καὶ ψυχολογικοῦ ὑπόβαθρου στὸ ὁποῖο ἑδράζεται τὶς πιὸ πολλὲς φορὲς ἡ ἀρνητικὴ κριτικὴ θεμάτων τῆς πίστεως. Ἡ ἐπιθετικὴ καὶ ἄδικη κριτικὴ τῆς ζωντανῆς πίστης ἀπὸ ὁρισμένους ἔξυπνους ἀνθρώπους, εἶναι ἡ φυσική τους ἀντίδραση σὲ μιὰ λανθασμένη θεολογία, σὲ μιὰ μαγική, εἰδωλολατρικὴ θρησκευτικότητα, τὴν ὁποία κουβαλοῦν μέσα στὴν ψυχή τους. Πολεμοῦν, δηλαδή, αὐτὸ ποὺ μπῆκε μέσα στὴν ψυχή τους εἴτε ἀπὸ τὸ νοσηρὸ θρησκευτικὰ περιβάλλον τους, εἴτε ἀπὸ τὴν δική τους ψυχολογικὴ ἰδιορρυθμία καὶ ὄχι τὴν ζωντανὴ πίστη. Ἡ ἐξυπνάδα τους δὲν εἶναι ἱκανὴ νὰ ἐντοπίση καὶ νὰ ἐξυγιάνη τὰ κίνητρα τῆς πολεμικῆς τους.

Γι’ αὐτὸ ἡ ὀρθὴ πίστη, ποὺ παραλαμβάνεται ἀπὸ τοὺς κεκοιμημένους καὶ τοὺς ζῶντες πνευματικοὺς πατέρες –τοὺς «εἰδήμονες» τῆς Ἐκκλησίας– εἶναι τὸ μεγαλύτερο δῶρο. Αὐτὴ εἰρηνεύει τὸν ἄνθρωπο, τὸν ἀπαλλάσσει ἀπὸ τοὺς μυστικοὺς ταραχοποιοὺς φόβους καὶ ἀπὸ τοὺς μικροὺς πεπερασμένους στόχους ζωῆς, ὅπως εἶναι ἡ λύση ἑνὸς μαθηματικοῦ προβλήματος ἡ ἡ νίκη σὲ ἕναν ἀγῶνα κρίκετ. Αὐτὴ ὁλοκληρώνει καὶ ἑνοποιεῖ τὸν ἄνθρωπο καὶ τοῦ δίνει τὴν δυνατότητα νὰ γνωρίση, ὅτι ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ δημιούργησε καὶ κυβερνᾶ τὸν κόσμο.–

ΕΠΙΚΑΙΡΟΙ ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΙ