Skip to main content

Γερασίμου Κουταβᾶ: «Ἀγάπα τον»

Ἡ μνήμη τῶν μαρτύρων Σοφίας καὶ τῶν θυγατέρων της, Πίστεως, Ἐλπίδος καὶ Ἀγάπης καὶ ἰδιαιτέρως τὸ ὄνομα τῆς τελευταίας ἀπὸ αὐτὲς μὲ ὠθεῖ νὰ ἐξιστορήσω συνοπτικὰ ἕνα θέμα ποὺ μὲ ἀπασχόλησε προσωπικὰ καὶ ποὺ ἔχει τὶς ἐπισημάνσεις του.

Τὸ ἔτος 1976 ἤμουν ὑπηρεσιακὸ στέλεχος σὲ Νομαρχία τῆς χώρας, ὅπου σὲ περίοδο μικρῆς ἀπουσίας μου ἀπὸ τὴν Ὑπηρεσία, λόγῳ προσωρινῆς ἀπόσπασής μου στὴν Ἀθήνα, ἕνας συνάδελφός μου ἰδιοποιήθηκε μιὰ μισοτελειωμένη κοινωνικοοικονομικὴ μελέτη μου, ποὺ ἀφοροῦσε σοβαρὸ γενικότερο πρόβλημα τῆς Δημόσιας Διοίκησης. Τὴν μελέτη αὐτὴ τὴν εἶχα σχεδὸν περατώσει μετὰ ἀπὸ ἐννεάμηνη ἐπισταμένη ἔρευνα, συλλογὴ στοιχείων, ἀξιολόγηση κλπ, μὲ ἀρκετὸ μόχθο. Ἀπόμενε μόνον ὁ ἐπίλογός της, ποὺ ποτὲ δὲν μπόρεσα νὰ προσθέσω λόγῳ τῆς παραπάνω ἰδιοποίησής της, γεγονὸς ποὺ μὲ θορύβησε καὶ μὲ ἀναστάτωσε δικαιολογημένα, ὅπως ἦταν φυσικό. Θυμωμένος σφόδρα ἄρχισα νὰ ἀναλογίζομαι πὼς θὰ ἀντιδροῦσα σὲ αὐτὴν τὴν ἀθέμιτη ἐνέργεια τοῦ συναδέλφου μου, δοθέντος ὅτι αὐτὸς ἀπουσίαζε σὲ διακοπές, ὅταν ἐγὼ ἐπέστρεψα στὴν Ὑπηρεσία μου καὶ ἀνακάλυψα τὸ γεγονός. Ὅταν τοῦ ζήτησα τηλεφωνικὰ ἐξηγήσεις γιὰ τὸ ἀτόπημά του εἰς βάρος μου, ἡ ἀπάντησή του ἦταν παιδαριώδης. Στὸ νοῦ μου πλέον περιστρέφονταν διάφοροι τρόποι ἀντίδρασης, ποὺ ἄρχιζαν ἀπὸ τὴν ἔγερση δικαστικῆς ἀγωγῆς γιὰ κλοπὴ πνευματικῆς ἰδιοκτησίας, ἡ τὴν κατάθεση μήνυσης γιὰ ὑπεξαίρεση, ἡ πλαστογραφία, ἡ παράβαση καθήκοντος ἡ ἀκόμη τὴν ὑπηρεσιακὴ καταγγελία γιὰ νὰ κριθῆ ἔνοχος ἀπὸ πειθαρχικὸ συμβούλιο, καὶ ἔφθαναν μέχρι τὴ προσβολὴ τοῦ ὑπαίτιου μὲ χειροδικία.

Αὐτὴ ἡ ψυχολογική μου κατάσταση, ἐν ὄψει τῆς ἐπιλογῆς τοῦ τρόπου ἀπάντησής μου γιὰ τὴν ἄδικη καὶ ἀνήθικη ἐνέργεια ποὺ ἔγινε εἰς βάρος μου, μὲ διακατεῖχε τέσσερις ἡμέρες, ἐνῷ τὶς ἀντίστοιχες νύχτες ἀγωνιοῦσα καὶ ἵδρωνα γιὰ τὸ τί θὰ ἔπρεπε νὰ ἀποφασίσω, ὁπότε τὸ βράδυ τῆς τέταρτης ἡμέρας ὀνειρεύτηκα στὸν ὕπνο μου τὴν μακαρίτισσα τὴ μητέρα μου, τῆς ὁποίας σεβόμουνα στὴ ζωὴ πάντα τὴ σοφή της γνώμη καὶ τὴν ὑπεραγαποῦσα, ὅπως ἀμοιβαία καὶ ἐκείνη στὸν ἴδιο βαθμό. Ἀμέσως στὸ ὄνειρο τὴν παρακάλεσα νὰ μὲ συμβουλέψη ποιόν ἀπὸ τοὺς παραπάνω τρόπους ἀντίδρασης θὰ ἔπρεπε, κατὰ τὴν ἄποψή της, νὰ ἀκολουθήσω κατὰ τοῦ ἐνόχου. Καὶ τὴ στιγμὴ αὐτὴ συμβαίνει-πάντα στὸ ὄνειρό μου- τὸ συγκλονιστικότερο: ἐκείνη κοιτάζοντάς με κατάματα καὶ μὲ ἕνα ἀδιόρατο χαμόγελο, ποὺ ἔκανε τὸ πρόσωπό της νὰ λάμπη, μοῦ ἀπάντησε μὲ τὰ ἑξῆς λόγια, ποὺ θὰ τὰ θυμοῦμαι πάντα: «Παιδί μου, δὲν περίμενα ποτὲ νὰ μοῦ κάνης τέτοια ἐρώτηση. Γιατί ἐδῶ ποὺ ζοῦμε βασιλεύει μιὰ ἀπέραντη ἀγάπη. Γιαυτὸ ἡ συμβουλή μου εἶναι μία: Ἀγάπα τον». Μὲ τὰ τελευταῖα αὐτὰ λόγια της ξύπνησα ἐκστασιασμένος καὶ διαλογιζόμενος, ὅτι ἐνῷ εἶχα κατὰ νοῦ ὅλων τῶν δυνατῶν εἰδῶν τὶς τιμωρίες γιὰ τὸν δράστη συνάδελφό μου, δὲν εἶχα σκεφθῇ μέσα στὴν ἀγανάκτηση καὶ τὴν ταραχή μου τὸ βασικότερο ἀψευδὲς γνώρισμα τῶν ἀληθινῶν χριστιανῶν, τὴν ἀγάπη, μὲ τὴν ὁποία ὁ Κύριος καὶ Σωτῆρας μας περιέβαλε πάντα ὅλη τὴν ἀνθρωπότητα, ἀκόμη καὶ πάνω στὸ Σταυρὸ τοῦ μαρτυρίου Του, ὅταν πρόφερε «Πάτερ, ἄφες αὐτοῖς...». Ἀπὸ ἐκείνη τὴ στιγμὴ ἀπέβαλα αὐτόματα ἀπὸ τὸ μυαλό μου ἐντελῶς ὁποιαδήποτε ἄλλη λύση στὸ γνωστὸ πρόβλημα καὶ γλύκανα τὴν καρδιά μου μὲ τὸ συναίσθημα τῆς ἀγάπης, ποὺ ἀντικατέστησε μέσα μου ὅλους τοὺς ἄλλους τρόπους ἀντίδρασης, ποὺ μνημόνευσα παραπάνω, καὶ ποὺ συνειδητοποιῶντας τὴ σημασία τοῦ ὀνείρου μου κατέληξε μετὰ τὴν ψυχικὴ καταιγίδα νὰ μὲ πλημμυρίση εὐχάριστα μὲ ἀποφόρτιση καὶ γαλήνη. Ἔτσι ἡ μεταξὺ θύτη καὶ θύματος σχέση μας ἄρχισε νὰ ἀποκαθίσταται καὶ συνεχίζεται μέχρι τώρα ἐπὶ τριάντα χρόνια. Μάλιστα μοῦ ἔχει ζητήσει πλειστάκις συγνώμη.

Γενικά, δὲν ἐπηρεάζομαι στὴ ζωή μου ἀπὸ ὄνειρα. Τὸ συγκεκριμένο ὅμως μοῦ σημάδεψε τὴ σκέψη καὶ τὴν συμπεριφορά μου. Ἔφερα στὸ νοῦ μου ἀπὸ τὴν παράδοση τοῦ κατὰ Ματθαῖον Εὐαγγελίου καὶ τὴ σημασία τοῦ ὀνείρου τοῦ Ἰωσήφ, ποὺ γιὰ νὰ διασωθῇ ἡ ἐπίγεια ζωὴ τοῦ μικροῦ τότε Ἰησοῦ ἀπὸ τὴ σφαγὴ τῶν νηπίων, ποὺ εἶχε διατάξει ὁ βασιλιᾶς τῆς Ἰουδαίας Ἡρώδης, ἔπρεπε σύμφωνα μὲ ὅσα ἄκουσε σὲ ὄνειρο ἀπὸ Ἄγγελο Κυρίου, νὰ ἀπομακρύνη τὸν Ἰησοῦ ἀπὸ τὴν Βηθλεὲμ καὶ νὰ τὸν μεταφέρη μαζὶ μὲ τὴν Παναγία στὴν Αἴγυπτο, ὅπως καὶ ἔγινε. Ὑπάρχουν φυσικὰ καὶ ἄλλα ὄνειρα στὴ ζωὴ τῶν Ἁγίων, Μαρτύρων, Ὁσίων, Ἀσκητῶν, Μοναχῶν καὶ εὐλαβῶν χριστιανῶν, ποὺ ἐπαληθεύθηκαν ἡ ποὺ ὁδήγησαν σὲ ἰδανικὲς λύσεις. Ἡ ἐξήγηση ποὺ μπορῶ νὰ δώσω στὸ δικό μου ὄνειρο ἦταν εἴτε ὅτι τοῦτο ἦταν ἀποτέλεσμα τῆς οἰκογενειακῆς ἀγωγῆς ποὺ εἶχα τύχει, εἴτε μου στάλθηκε ἕνα χριστιανικὸ μήνυμα, ἀφοῦ ἡ ἀγάπη εἶναι ἰσχυρότατο συναίσθημα, δοσμένο ἀπὸ τὸν Δημιουργό μας.

Ὁ ἄνθρωπος ἔμφυτα φέρει τὴν ἱκανότητα σύλληψης ἠθικῶν ἰδεῶν καὶ ἐννοιῶν. Ὁποιαδήποτε ἠθικὴ ἔννοια καὶ ἰδέα προέρχεται ἀπὸ τὸ συναίσθημα τῆς ἀγάπης. Ὁ ἀλάνθαστος ἐσωτερικὸς κριτὴς τῶν πράξεών μας, ἡ συνείδησή μας, εἶναι ἡ φωνὴ τοῦ Θεοῦ ποὺ ὑπάρχει μέσα μας, εἶναι ὁ ἔμφυτος ἠθικὸς νόμος ποὺ μᾶς τέθηκε ἀπὸ τὸν Δημιουργό. «Ὑπεράνω ἡμῶν ὁ ἀστερόεις οὐρανός, ἐντὸς δὲ ἡμῶν ὁ ἠθικὸς νόμος» δίδασκε ὁ φιλόσοφος Κάντ. Ἀφοῦ δὲ ἡ συνείδηση ταυτίζεται μὲ τὴ φωνὴ τοῦ Θεοῦ καὶ ἀφοῦ ὁ Θεὸς εἶναι ἀγάπη, ἄρα καὶ ἡ συνείδηση πηγάζει ἀπὸ τὸ συναίσθημα τῆς ἀγάπης. Ἀλλὰ καὶ ἡ ἔννοια τῆς δικαιοσύνης, ποὺ ἀφορᾶ καὶ αὐτὴ στὸ πρόβλημα ποὺ μοῦ συνέβη, ἀποτελεῖ ἐκδήλωση τοῦ συναισθήματος τῆς ἀγάπης καὶ ἐκπηγάζει καὶ αὐτὴ ἀπὸ τὴν ἀγάπη. Πιστεύω δὲ ὅτι, ὅποιος ἔχει καλλιεργημένο τὸ συναίσθημα τῆς ἀγάπης, δὲν διστάζει μπροστὰ σὲ κανένα ἐμπόδιο, γιατί μέσα στὴν ψυχή του φέρει τὸ μέγα αὐτὸ χάρισμα τοῦ Θεοῦ, τὴν ἀγάπη, ἡ ὁποία δὲν φθονεῖ, οὔτε ζηλεύει, δὲν ζητάει ἀνταπόδοση καὶ δὲν ἐξοργίζεται. Ἀνέχεται, πιστεύει, ἐλπίζει καὶ ὑπομένει. Κατὰ τὴν διδασκαλία τοῦ Κυρίου «ἀγαπᾶτε ἀλλήλους», ἡ ἀγάπη δὲν ἔχει ὅρια, φθάνει μέχρι τὴν αὐτοθυσία καὶ δὲν κάμπτεται. Καταληκτικὰ πιστεύω ἀκόμη ὅτι τὸ συναίσθημα τῆς ἀγάπης, γιὰ νὰ φθάση στὴν τελειότητα, ἀπαιτεῖ νὰ ὑπάρχη συνεχὴς προσπάθεια καὶ συνεχὴς ἀγῶνας, ποὺ θὰ πρέπη νὰ ἐπιδιώκει ὁ καθένας.–

  • Προβολές: 2453