Skip to main content

Ἀφιέρωμα στην εκλογή νέου Αρχιεπισκόπου - Συνεντεύξεις στήν «Ναυπακτία» καὶ στὸ «Ἐμπρός» Ναυπάκτου

Εν όψει εκλογής, συνέντευξη στην Εφημερίδα «Ναυπακτία» (25-1-2008)

του Σεβ. Μητροπολίτου Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου κ. Ιεροθέου

Ερώτηση: Σεβασμιώτατε, ο Αρχιεπίσκοπος έλεγε ότι θέλει να κάνη την Εκκλησία "μόδα". Εσείς τι πιστεύετε ότι πρέπει να συμβολίζη η Εκκλησία σήμερα;

Απάντηση: Δεν έχω ακούσει αυτήν την φράση, αλλά ότι κυρίως ο Αρχιεπίσκοπος προσκαλούσε τους νέους να έλθουν στην Εκκλησία «όπως είναι», γιατί ο Θεός τους αγαπά. Κυρίως ομιλούσε για τον εκσυγχρονισμό της Εκκλησίας στον τρόπο λειτουργία της. Θεωρώ ότι σε όλους τους θεσμούς και στην Εκκλησία υπάρχει διάκριση μεταξύ παραδόσεως και συντηρήσεως, όπως έλεγε ο αείμνηστος Νίκος Σβορώνος. Η παράδοση μεταφέρει την ζωή του παρελθόντος στα σύγχρονα δεδομένα, ενώ η συντήρηση διατηρεί το παλαιό και είναι αναχρονιστική. Προσωπικά θεωρώ ότι η Εκκλησία είναι και πρέπει να είναι μια μεγάλη μητρική αγκαλιά, μια οικογένεια, ένα θεραπευτήριο. Με συγκινεί ο στίχος του τραγουδιού που αναφέρεται στο Άγιον Όρος και το προσαρμόζω στην Εκκλησία: «στ' αμπάρια κουβαλάει νάμα, μέλι, κερί και λιβάνι, για τους πεινασμένους του νάρθηκα, για τους λαβωμένους των στασιδιών».

 

Ερώτηση: Θα βοηθούσε προς αυτή την κατεύθυνση ένας χωρισμός Εκκλησίας-Κράτους και αν ναι, υπό ποιές προϋποθέσεις;

Απάντηση: Έχω επανειλημμένως τονίσει στο παρελθόν ότι ο όρος «χωρισμός Εκκλησίας και Πολιτείας» δεν είναι ορθός. Ο πιο σωστός χαρακτηρισμός είναι «οριοθέτηση των σχέσεων εκκλησιαστικής και κρατικής διοίκησης». Πράγματι, χρειάζεται κάτι προς την κατεύθυνση αυτή και κυρίως, νομίζω, ότι χρειάζεται μια συζήτηση ώστε ο Καταστατικός Χάρτης της Εκκλησίας και η Εκκλησιαστική Δικαιοσύνη να μην είναι νόμοι του Κράτους και γενικά η Εκκλησία να διοικήται βάσει των ιερών Κανόνων. Τελικά, η Εκκλησία δεν πρέπει να χάση τον βαθύτερο σκοπό της που είναι να θεραπεύη τους ανθρώπους και να τους προσφέρη νόημα ζωής.

…………

 

Ερώτηση: Όσο κι αν προσπαθή η επίσημη Εκκλησία να το κρύψη, η κούρσα της διαδοχής για τον αρχιεπισκοπικό θρόνο έχει αρχίσει. Μάλιστα έχει ακουστεί και το όνομά σας μέσα στους υποψηφίους διαδόχους. Θα σας ενδιέφερε να υπηρετήσετε την Εκκλησία από μια τέτοια θέση;

Απάντηση: Οι εξελίξεις γύρω από το θέμα αυτό θα γίνουν στον κατάλληλο καιρό, όχι όσο ζη ο Αρχιεπίσκοπος. Η Ιεραρχία θα ψηφίση αυτόν που νομίζει ότι είναι κατάλληλος στην παρούσα φάση για να διευθύνη το πηδάλιο της Εκκλησίας. Το θεωρώ αστείο και γελοίο να λέγη κανείς ότι είναι υποψήφιος για Αρχιεπίσκοπος. Αυτό είναι έργο των Ιεραρχών που προτείνουν. Εμένα εκείνο που με ενδιαφέρει κυρίως είναι να έχω την συνείδησή μου ήσυχη ότι επιτελώ το θεολογικό και εκκλησιαστικό μου έργο κάτω από την σκέπη του Θεού και εφαρμόζω τους όρους και τους κανόνες των Συνόδων. Η Πρόνοια του Θεού κατευθύνει την ζωή μας. Και εμείς πρέπει να υποτασσόμαστε σε αυτήν. Δεν πρέπει να κάνουμε αυθαίρετα σχέδια και φιλόδοξους προγραμματισμούς. Όταν ο άνθρωπος γίνεται αιχμάλωτος μιας ιδέας, γίνεται τραγικός, γιατί αν η ίδια πραγματοποιηθή, θα αντιληφθή ότι δεν εξαρτάται από αυτό η ευτυχία και η σωτηρία του, αν δεν πραγματοποιηθή, θα είναι ανικανοποίητος. Με χαροποιεί ιδιαίτερα ότι ευλόγησε ο Θεός να εργάζομαι με χαρά στον χώρο της Μητροπόλεως που με έστειλε Εκείνος, δια της Εκκλησίας, και ότι μεταφράζονται τα βιβλία μου σε πολλές γλώσσες (δεκαεπτά μέχρι στιγμής) και διαβάζονται σε όλο τον κόσμο.

 

Ερώτηση: Είπατε σε πρόσφατο χαιρετισμό σας σε εκδήλωση συλλόγου της πόλης, ότι οι στόχοι είναι αυτοί που δίνουν στον άνθρωπο ζωντάνια. Τι στόχους θέτει ο Μητροπολίτης Ναυπάκτου για το μέλλον;

Απάντηση: Δεν κάνω λόγο για φιλόδοξους στόχους, αλλά για νοηματοδότηση του βίου, για πνευματική έμπνευση. Αν ο άνθρωπος δεν έχη νόημα στην ζωή του, τότε είναι δυστυχής. Διαρκής στόχος μου είναι να εκτελώ τα ποιμαντικά μου καθήκοντα όσο καλύτερα μπορώ, με ανιδιοτέλεια και ειλικρίνεια, και όταν «κλείσω τα μάτια μου» να με συνοδεύση το έλεος του Θεού και να δώσω καλήν απολογία στο φοβερό βήμα του Χριστού. Ο άνθρωπος δεν τελειώνει με τον θάνατο, αλλά τελειούται. Αλίμονο αν ως Κληρικοί δεν σκεπτόμαστε την λογοδοσία μας στον Αρχιποίμενα Χριστό.–

Συνέντευξη στην Εφημερίδα «Εμπρός» Ναυπάκτου (25-1-2008)

του Σεβ. Μητροπολίτου Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου κ. Ιεροθέου

Ερώτηση: Με την συνέντευξή σας στην "Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία", Σεβασμιώτατε, θέσατε σειρά ζητημάτων που θα μπορούσαν να ερμηνευθούν και ως καταδίκη των πρακτικών που υιοθετήθηκαν τα τελευταία χρόνια με Αρχιεπίσκοπο τον κ. Χριστόδουλο. Αναφέρομαι ιδιαίτερα στην θέση σας ότι "ο εκάστοτε Αρχιεπίσκοπος δεν πρέπει να εξασκή εθναρχικό λόγο", καθώς και στην άποψη πως "η Εκκλησία δεν μπορεί να λειτουργή σαν κόμμα της δεκαετίας του '70". Είναι έτσι;

Απάντηση: Κατ' αρχάς θα ήθελα να πω ότι εκ χαρακτήρος η θεολογίας δεν καταδικάζω η κρίνω πρόσωπα, πολύ δε περισσότερο όταν αυτά βρίσκωνται σε αδύναμη θέση. Κυρίως κρίνω θεολογικά και ποιμαντικά διάφορες πρακτικές και νοοτροπίες και μάλιστα κατά θετικό τρόπο. Αυτό φαίνεται και στην πρόσφατη συνέντευξη που δημοσιεύθηκε στην «Ελευθεροτυπία». Τα όσα είπα τα έχω αναπτύξει κατά καιρούς σε παρεμβάσεις μου στην Ιεραρχία και σε άρθρα που δημοσιεύθηκαν σε Εφημερίδες ευρείας κυκλοφορίας, όταν ο Αρχιεπίσκοπος είχε πλήρεις τις δυνάμεις του.

Στην συνέντευξη αυτή με πολλή συντομία περιέγραψα μια τάση που επικρατεί στην Εκκλησία και την Ιεραρχία που υποτιμούν το ποιμαντικό τους ρόλο και υπερτονίζουν τον πολιτικό, κοινωνικό, εθναρχικό και έτσι αναμειγνύονται σε αλλότρια ζητήματα, έξω από την αποστολή τους. Η ακόμη εγκαταλείπουν το ιεραρχικό και συνοδικό πολίτευμα που προβλέπουν οι ιεροί Κανόνες και διοργανώνουν την ζωή τους με βάση την εγκοσμιοκρατική και κομματική νοοτροπία. Η Εκκλησία δεν μπορεί να εκληφθή ως κόμμα, αλλά ως ένα μεγάλο άνοιγμα, μια μεγάλη οικογένεια, ένα μεγάλο θεραπευτήριο.

Έτσι, εν όψει Αρχιεπισκοπικών εκλογών, δεν θα ήθελα να επικρατήση η να συνεχισθή μια τέτοια τάση, που συνιστά την λεγομένη εκκοσμίκευση.

 

Ερώτηση: Επικαλούμενος τον Έριχ Φρομ υποστηρίζετε πως κατάλληλος για την θέση του Αρχιεπισκόπου είναι εκείνος που μπορεί να διακρίνη «μεταξύ του "έχειν" την εξουσία και του "είναι" ο ίδιος». Επειδή το ζήτημα είναι γενικότερο και αφορά όλους όσους επιδιώκουν θέσεις εξουσίας, μήπως η θέση σας παρά είναι ουτοπική; Έχετε γνωρίσει πολλούς ιεράρχες η πολιτικούς που μπορούν να διακρίνουν την διαφορά αυτή;

Απάντηση: Το ερώτημά σας θέτει δύο βασικά σημεία. Το ένα ότι μια τέτοια θέση είναι ουτοπική και το άλλο εάν υπάρχουν ιεράρχες η πολιτικοί που δεν γνωρίζουν την διαφορά μεταξύ «έχειν» και «είναι».

Ως προς το πρώτο πρέπει να πω ότι ο όρος ουτοπία (ου+τόπος) διατυπώθηκε από τον Μορ στο έργο του «Ουτοπία» που περιγράφει μια ιδεατή πόλη, την Ουτοπία, και εκφράζει μια ιδεώδη κατάσταση που συνήθως δεν υπάρχει, δηλώνει το επιθυμητό-ιδεατό που προσπαθεί να υπερβή το εφικτό, το «εδώ και τώρα».

Πολλές ουτοπίες εκφράσθηκαν στην αρχαιότητα, η περισσότερο γνωστή είναι η Πολιτεία του Πλάτωνα. Όμως ουτοπικές περιγραφές βρίσκουμε και στον Όμηρο, τον Ησίοδο, τον Πίνδαρο, τον Αριστοφάνη και άλλους. Και η σάτιρα είναι μια ουτοπία, που καυτηριάζει μια στάσιμη πραγματικότητα, για να την ωθήση στην υπέρβαση. Οι άνθρωποι πάντα θα οραματίζωνται έναν καλύτερο κόσμο και θα αγωνίζωνται εναντίον της αδικίας, της καταπίεσης και της ανελευθερίας. Κανένας δεν μπορεί να απαγορεύση στους ανθρώπους να σχεδιάζουν, να ονειρεύωνται, αφού η ανθρώπινη φύση επιδιώκει την υπέρβασή της, την θεραπεία των κοινωνικών αδικιών και τον υφιστάμενο εκμαυλισμό που γίνεται από τους εξουσιαστές. Πάντοτε οι ουτοπικές επιδιώξεις επηρεάζουν το κοινωνικό και οικουμενικό γίγνεσθαι, αφυπνίζουν τις συνειδήσεις και ανοίγουν νέες προοπτικές. Αλλιώς θα υπήρχε στασιμότητα και φθορά.

Ως προς το δεύτερο σημείο, πρέπει να παρατηρήσω ότι συνάντησα εκκλησιαστικούς και πολιτικούς ηγέτες, οι οποίοι και γνωρίζουν την διαφορά μεταξύ του «έχειν» και του «είναι», αλλά και είναι οι ίδιοι ώριμοι, δηλαδή βιώνουν το «είναι» της εξουσίας, αφού δεν χρειάζεται «να απειλήσουν, να δωροδοκήσουν». Αυτό δεν εμπνέεται πάντα από θρησκευτικές αξίες, αλλά και από ουμανιστικές-ανθρωπιστικές. Φυσικά, γνώρισα και άλλους –τους περισσότερους– που «έχουν» εξουσία, δηλαδή εκλαμβάνουν την εξουσία ως εκμεταλλεύσιμο υλικό και ως θέση επιβολής στην κοινωνία με οποιοδήποτε τρόπο. Η δημοκρατία αποτελματώνεται από τέτοιους τύπους ανθρώπων.

Προσωπικά θέλω να στοχεύω στις υψηλότερες νότες, να διακρίνομαι από έμπνευση. Τουλάχιστον θέλω να τα έχω καλά με τον εαυτό μου, να μη συμβιβάζομαι με τους συμβιβασμούς, να υπερβαίνω τον ατομισμό που είναι το σαράκι της συγχρόνου κοινωνίας.

 

Ερώτηση: Η διασύνδεση Εκκλησίας και Πολιτικής έχει παράδοση ετών στην χώρα μας. Είναι γνωστόν επίσης ότι στο –όχι και τόσο απώτερο– παρελθόν παραεκκλησιαστικές οργανώσεις και ακραία εθνικιστικές πολιτικές ομάδες λειτούργησαν ως συγκοινωνούντα δοχεία. Η κατάσταση αυτή με ποιό τρόπο μπορεί να αλλάξη; Ο διαχωρισμός Εκκλησίας-Κράτους θα ήταν νομίζετε μια καλή αρχή;

Απάντηση: Με λυπεί πολύ όταν οι πολιτικές-κομματικές τακτικές εισέρχωνται μέσα στην Εκκλησία και σε κρίσιμες ιστορικές στιγμές. Όταν υπάρχουν κληρικοί που αποβάλλουν το εκκλησιαστικό ήθος και προσλαμβάνουν κοσμικές νοοτροπίες στενοχωρούμαι βαθειά. Με την είσοδό μας στον ιερατικό βαθμό μόνοι μας αρνηθήκαμε μερικά δικαιώματα που είχαμε ως πολίτες. Ο λαός το λέγει καθαρά: «Η παπάς παπάς, η ζευγάς ζευγάς!».

Η οριοθέτηση των σχέσεων μεταξύ Εκκλησίας και Πολιτείας, είναι ένας τρόπος για να αποδεσμευθούμε από τέτοιες εκκοσμικεύσεις. Τελικά, δεν πρόκειται για εύρεση ενός τρόπου και ενός συστήματος, αλλά για βελτίωση του καθενός μας, του προσώπου. Απαιτείται από όλους όσοι ασκούμε κάποια εξουσία (γονείς-δάσκαλοι-δημοσιογράφοι-πολιτικοί-κληρικοί) να είμαστε και λίγο ουτοπιστές, να βλέπουμε μακριά από το εφικτό, να σεβόμαστε την θέση που έχουμε, να θυσιαζόμαστε σαν λαμπάδες που καίουν και φωτίζουν. Πρέπει ο καθένας μας να αποβάλη τον «ωχαδελφισμό», τον συμβιβασμό, την φιλαυτία και να βλέπη έξω από τον εαυτό του, να γίνεται πρόσωπο, με ελευθερία και αγάπη, οπότε θα επιδρά και στο περιβάλλον του. Η κοινωνική αποτελμάτωση θεραπεύεται με ουτοπικές κινήσεις, με «τρέλλες». Αναζητούνται ουτοπιστές για να βγούμε από την μιζέρια και την διαφθορά και να αναπνεύσουμε το οξυγόνο της ελευθερίας. Η απάντηση στο ερώτημα που έθεσε ο Ντοστογιέφσκι «ευτυχία η ελευθερία» ασφαλώς κλείνει προς το δεύτερο (ελευθερία), έστω και αν φαίνεται ουτοπικό.–

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ

  • Προβολές: 3279