Γράφτηκε στις .

Στὴν Βασιλεύουσα

Έχουμε καθήκον εμείς οι Ρωμηοί, στο φρόνημα και την ζωή, να επισκεπτόμαστε την Κωνσταντινούπολη και το Οικουμενικό Πατριαρχείο, όχι για άλλους λόγους, αλλά για να αποκτούμε συνείδηση της οικουμενικότητός μας και να ξεφεύγουμε από τα σκληρά και ασφυκτικά πλαίσια ενός περίεργου εθνικισμού. Γιατί, δεν μπορεί ποτέ η επαρχία να ανάγεται σε έθνος.

Εξεδήλωσα την επιθυμία μου, όταν μια άλλη φορά πάω στην Κωνσταντινούπολη και μάλιστα, όπως μου αρέσει να την λέγω Νέα Ρώμη και Βασιλεύουσα, να επισκεφθώ όχι τόσο την Αγία Σοφία, αλλά την ατμόσφαιρα που ενσαρκώνει η Αγία Σοφία, δηλαδή τα ερειπωμένα Μοναστήρια, μέσα στα οποία βιώθηκε μια ολόκληρη παράδοση, την Μονή του Στουδίου με την ορθόδοξη ζωή, την Μονή του Παντοκράτορος με το περίφημο Νοσοκομείο, που υμνήθηκε για πολλούς αιώνες, τα μικρά μέρη που έζησαν ασκητές κλπ., γιατί θέλω να ακούσω και να αισθανθώ τα βήματα των αγίων, το λιβάνι και το κερί, τον συνδυασμό των λαμπρών αυτοκρατορικών ενδυμάτων με το ταπεινό ράσο του μοναχού, του Πατριαρχικού θρόνου με το κελλί του μοναχού, της Αγίας Σοφίας με τα ησυχαστήρια, της πολιτικής με την θεία Λειτουργία και την αγρυπνία, της εξάσκησης του επαγγέλματος με τα δάκρυα της προσευχής, της αποτυχίας στην ζωή (αμαρτία) με την μετάνοια και την ταπείνωση, κλπ.

Γιατί, πράγματι, αυτό είναι η ένδοξη και πονεμένη Ρωμηοσύνη.

(Μητροπολίτου Ναυπάκτου Ιεροθέου, «Οικουμενικό Πατριαρχείο και Εκκλησία της Ελλάδος»)

ΧΩΡΙΟ