Γράφτηκε στις .

Λόγος κατά την θεία Λειτουργία της Παρασκευής της Διακαινησίμου, στον Ιερό Ναό Ζωοδόχου Πηγής, Μπαλουκλί

Στον Αναστάντα, στην Ζωοδόχο Πηγή και στην Νέα Σιών

Σεβ. Μητροπολίτου Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου Ιεροθέου

Είναι ιδιαίτερη ευλογία και τιμή να προσφέρη κανείς την αναίμακτη μυσταγωγία κατά την Παρασκευή της Διακαινησίμου σε αυτόν τον ευλογημένο, εν δόξη και ατιμία, Ιερό Ναό της Ζωοδόχου Πηγής Βαλουκλή, με την μεγαλωσύνη και αρχοντική αγάπη του Οικουμενικού Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου, του Φρυκτωρού του τόπου τούτου και της υπ' ουρανόν Ορθοδόξου Εκκλησίας. Διο και οι καρδιακές ευχαριστίες προς το Σεπτό Πρόσωπό του είναι πολλές.

Λόγος κατά την θεία Λειτουργία της Παρασκευής της Διακαινησίμου, στον Ιερό Ναό Ζωοδόχου Πηγής, Μπαλουκλί Παρασκευή της Διακαινησίμου σήμερα και εξακολουθούμε να ψάλλουμε μεγαλόπρεπα τον αναστάσιμο πανηγυρικό κανόνα του χαριτοβρύτου αγίου Ιωάννου του Δαμασκηνού. Πρόκειται για έναν ηδύμολπο, καλλιεπή και θεολογικότατο κανόνα, που τέρπει τις ακοές μας, αλλά κυρίως κινεί προς δοξολογία τις καρδιές μας.

Ο ειρμός της ενάτης ωδής που αναφέρεται στην Θεοτόκο, την Μητέρα του Φωτός, έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, αφού με αυτόν συμπλέκεται αρμονικότατα ο Αναστάς Χριστός, η Μητέρα Του και η Εκκλησία του Χριστού, οπότε μπορεί να είναι αντικείμενο του σημερινού ευχαριστιακού λόγου. Άλλωστε, η Εκκλησία είναι ο Νυμφίος Χριστός, η Μητέρα του Νυμφίου και οι φίλοι του Νυμφίου.

Ο ύμνος είναι γνωστός σε όλους μας: «Φωτίζου, φωτίζου η νέα Ιερουσαλήμ, η γαρ δόξα Κυρίου επί σε ανέτειλε, χόρευε νυν και αγάλλου Σιών, συ δε αγνή τέρπου, Θεοτόκε, εν τη εγέρσει του τόκου σου».

Η λαμπρά έγερση του Χριστού, δηλαδή η Ανάσταση του Σώματός Του, το οποίο δεν υπέστη διαφθορά κατά την Ταφή και την παραμονή Του στο μνημείο το καινό, διότι δεν χωρίσθηκε από την θεότητα του Χριστού, προξένησε ιδιαίτερη χαρά στην Θεοτόκο, η οποία προηγουμένως βίωσε το μαρτύριο του Σταυρού, κατά το οποίο η ρομφαία διήλθε την καρδία Της, κατά την προφητεία του Συμεών του Θεοδόχου. Η Θεοτόκος παρευρέθηκε στον Γολγοθά, αλλά και στον κήπο, όπου ήταν το μνημείο το καινό.

Αλλά η Ανάσταση του Χριστού εφώτισε και την Νέα Ιερουσαλήμ. Η δόξα του Κυρίου είναι το Φως της θεότητός Του, η οποία προχέεται από την τεθεωμένη Σάρκα Του, η οποία κατέστη πηγή της ακτίστου δόξης Του, δυνάμει της ενώσεως θείας και ανθρωπίνης φύσεως στην υπόσταση του Λόγου, «ασυγχύτως, ατρέπτως, αδιαιρέτως, αχωρίστως». Η Ορθόδοξη Εκκλησία δέχεται την δόξα του Κυρίου και είναι η Νέα Ιερουσαλήμ, η Νέα Σιών, γι' αυτό και προτρέπεται από τον υμνογράφο: «φωτίζου, φωτίζου» και «χόρευε και αγάλλου». Το άκτιστο Φως προκαλεί πνευματική αγαλλίαση και πνευματικό χορό.

Η ζωή μέσα στην Εκκλησία, η οποία είναι το Σώμα του Χριστού και η κοινωνία θεώσεως, το Σώμα που προσέλαβε από την Θεοτόκο και θεώθηκε «άμα τη προσλήψει» και από το οποίο με την Ανάσταση αποβλήθηκε η φθαρτότητα και η θνητότητα, που εκουσίως είχαν προσληφθή από τον Χριστό, είναι μια παραφορά αγάπης και πνευματικής χαράς. Είναι τόση η δόξα της Εκκλησίας, που μεθά νηφαλίως όσους μετέχουν αυτής «εν αισθήσει και πληροφορία», ώστε κάνει τον Απόστολο Παύλο να ευφραίνεται και να δοξάζη τον Θεό, αν και ευρίσκεται μέσα στην φυλακή, όπως παρατηρείται στις επιστολές της αιχμαλωσίας. Το διατυπώνει θαυμάσια ο Απόστολος στην προς Κολοσσαείς επιστολή του: «και αυτός εστιν η κεφαλή του σώματος, της εκκλησίας, ος εστιν αρχή, πρωτότοκος εκ των νεκρών, ίνα γένηται εν πάσιν αυτός πρωτεύων, ότι εν αυτώ ευδόκησε παν το πλήρωμα κατοικήσαι και δι αυτού αποκαταλλάξαι τα πάντα εις αυτόν, ειρηνοποιήσας δια του αίματος του σταυρού αυτού, δι αυτού είτε τα επί της γης είτε τα εν τοις ουρανοίς» (Κολ. α , 18-20).

Στην Εκκλησία ο Σταυρός είναι δόξα, τα Πάθη είναι κόσμος-στόλισμα, η Ανάσταση είναι Φως. Ο Χριστός κατά την εμφάνισή Του στους Μαθητές έδειξε «τας χείρας και την πλευράν αυτού», τα τραυματισμένα μέλη του Σώματός Του, και οι Μαθητές ανεγνώρισαν τον Χριστό, όχι από τα πλούτη, τα θαύματα και τον λόγο, αλλά από τις πληγές του Σταυρού. Ο δε Θωμάς, όταν του επέδειξε ο Χριστός τον τύπον των ήλων και την λογχευθείσα πλευρά Του, ανεφώνησε «ο Κύριός μου και ο Θεός μου», διότι μέσα από τις πληγές, που λειτουργούσαν ως παράθυρα στο Σώμα Του, είδε το Φως της θεότητος.

Αλλά παραμένοντας στην Παράδοση της Εκκλησίας, θα ήθελα να τονίσω ότι το Οικουμενικό Πατριαρχείο είναι η Νέα Ιερουσαλήμ, η Νέα Σιών, η Μητέρα των Εκκλησιών, ως πρωτόθρονη, μαρτυρική, δοξασμένη και κενουμένη Εκκλησία. Είναι μια Εκκλησία αιματοβαμμένη και πεφωτισμένη. Εδώ συγκλήθησαν όλες οι Οικουμενικές Σύνοδοι που δογμάτισαν ασφαλώς τα δόγματα περί του μυστηρίου του Τριαδικού Θεού, δηλαδή της θεολογίας, αλλά και της θείας Οικονομίας, δηλαδή της ενανθρωπήσεως του Υιού και Λόγου του Θεού. Εδώ εποίμαναν μεγάλοι Πατέρες, όπως ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος, ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, ο Μέγας Φώτιος, ο άγιος Φιλόθεος Κόκκινος, ο άγιος Γεννάδιος Σχολάριος και πολλοί άλλοι παλαιοί και νεώτεροι. Εδώ βιώνεται εξακολουθητικώς το μαρτύριο, αλλά και το μυστήριο του Σταυρού και της Αναστάσεως του Χριστού.

Εδώ προσαρμόζεται άριστα η εικόνα της Άκρας Ταπεινώσεως του Χριστού, που υπενθυμίζει και τον Νυμφίο Χριστό και τον Εσταυρωμένο Χριστό, αλλά και τον Αναστάντα εκ του Τάφου Χριστό. Και η μορφή Του εκφράζει την χαρμολύπη του Σταυροαναστασίμου Πάσχα.

Επομένως, ο Αναστάς Χριστός, η Θεοτόκος Μαρία και η Νέα Σιών συνδέονται αρμονικότατα στον πνευματικό αυτό χώρο, αυτήν την περίοδο της Διακαινησίμου Εβδομάδος και της ανοίξεως, εποχιακώς και πνευματικώς.

Στεκόμαστε με ευλάβεια, προσευχητική διάθεση και θαυμασμό μπροστά στους «τραυματίες του Νυμφίου» Χριστού, στους κατά την διάρκεια των αιώνων μαθητές του Χριστού που παραμένουν στο Υπερώον της Οικουμένης περιορισμένοι «δια τον φόβον των Ιουδαίων», οι οποίοι παρά ταύτα δέχονται αναστάσιμες εμφανίσεις. Τι κι αν οι έσωθεν εχθροί, που ανίστανται «εξ ημών αυτών» και είναι πιο επικίνδυνοι, τραυματίζουν ακόμη περισσότερο την Πρωτόθρονη Εκκλησία, αμφισβητούντες «κανονικά όρια α έθεντο οι πατέρες ημών»; Τι κι αν άλλοι δίνουν «όξος μετά χολής μεμιγμένον» στην Μητέρα Εκκλησία, διότι είναι ανίκανοι να πληροφορηθούν το μυστήριο του Σταυρού; Τι κι αν άλλοι προσπαθούν να διαμερίσουν τα ιμάτια αυτής «βάλοντες κλήρον»; Οι ενταύθα πάντες, με πρώτο τον Πρώτον, αναφωνούν μετά του Αποστόλου Παύλου:

«Νυν χαίρω εν τοις παθήμασί μου υπέρ υμών και ανταναπληρώ τα υστερήματα των θλίψεων του Χριστού εν τη σαρκί μου υπέρ του σώματος αυτού, ο εστιν η εκκλησία, ης εγενόμην εγώ διάκονος κατά την οικονομίαν του Θεού την δοθείσάν μοι εις υμάς, πληρώσαι τον λόγον του Θεού, το μυστήριον το αποκεκρυμμένον από των αιώνων και από των γενεών, νυνί δε εφανερώθη τοις αγίοις αυτού, οις ηθέλησεν ο Θεός γνωρίσαι τις ο πλούτος της δόξης του μυστηρίου τούτου εν τοις έθνεσιν, ος εστι Χριστός εν υμίν, η ελπίς της δόξης» (Κολ. α , 24-27).

Παναγιώτατε Πάτερ και Δέσποτα,

Δεν ήλθαμε στον χώρο αυτόν για να πλέξουμε ακάνθινον στέφανον, ούτε για να διαρρήξουμε τον άραφον του Χριστού και της Εκκλησίας χιτώνα, αλλά να υποβάλουμε σέβη και να απευθύνουμε προσευχές στον Θεό να Σας ενισχύη με την φωτεινή νεφέλη της δόξης Του και της Θεοτόκου, να σας δίνη υπομονή, να δεικνύετε στην Οικουμένη τις πληγές του Σταυρού που είναι η δόξα της Εκκλησίας και να αποτελήτε την έκφραση της Ζωοπαρόχου Πλευράς του Χριστού, αλλά και της Ζωοδόχου Πηγής, τόσον της Εκκλησίας όσον και της Θεοτόκου.

Είμαστε ταπεινοί προσκυνητές, θαυμαστές και συγκυρηναίοι και αναφωνούμε. «Χριστός ανέστη, και πεπτώκασι δαίμονες»!

* * *

Προσλαλιά στον Οικουμενικό Πατριάρχη

στον Ιερό Ναό Ζωοδόχου Πηγής, Μπαλουκλί

Παναγιώτατε Πάτερ και Δέσποτα,

Χριστός ανέστη!

Για πολλοστή φορά έρχομαι στην Βασιλεύουσα των πόλεων και την Πρωτόθρονη Εκκλησία, στο ένδοξο Οικουμενικό Πατριαρχείο, και επανειλημμένως γεύομαι την αρχοντική Σας αγάπη, που εκδηλώνεται ποικιλοτρόπως. Αυτό δηλώνει και το επώνυμό Σας, αλλά και οι κοσμοπολίτικοι τρόποι Σας, που καταξιώνονται πλήρως από την σημαντική θέση που κατέχετε στην Εκκλησία.

Επανειλημμένως συλλειτούργησα μαζί Σας στον ιερό αυτό χώρο, παρεκάθησα ως συνδαιτημόνας στην Πατριαρχική Τράπεζα, προσκλήθηκα να ομιλήσω στην Βιβλιοθήκη του Πατριαρχείου και γενικώς γεύθηκα την αγάπη και θαλπωρή της πατρικής Σας καρδίας.

Αυτήν την φορά έρχομαι στην Πόλη με την Μικτή Χορωδία Ναυπάκτου, μαζί με τον Νομάρχη Αιτωλοακαρνανίας κ. Ευθύμιο Σώκο και τον Δήμαρχο Ναυπάκτου κ. Αθανάσιο Παπαθανάση, αλλά και τον αγαπητό μου Ιεροκήρυκα της Ιεράς Μητροπόλεως και στενό συνεργάτη μου Αρχιμ. π. Καλλίνικο Γεωργάτο.

Ευχαριστώ θερμότατα για την πρόσκληση να έλθω στην Πόλη και να προστώ στην σημερινή θεία Λειτουργία στον Ιερό Ναό της Ζωοδόχου Πηγής Βαλουκλή, καθώς επίσης Σας ευχαριστώ για την τιμητική πρόσκληση να παρουσιάση ένα Πρόγραμμα η Μικτή Χορωδία Ναυπάκτου στους αδελφούς μας Ομογενείς.

Θα ήθελα να Σας αναφέρω, Παναγιώτατε, ότι η Μικτή Χορωδία Ναυπάκτου είναι το καμάρι της πόλεώς μας και τα μέλη της συγκαταλέγονται μεταξύ των καλυτέρων πολιτών της Ναυπάκτου. Είναι επάξιοι πρεσβευτές της πόλης μας και μεταδίδουν σε όλον τον κόσμο τον πολιτισμό της ιστορικής μας πόλεως, που χάνεται στο βάθος της υπερτρισχιλιετούς ιστορίας της. Όλα τα μέλη της είναι εκλεκτά μέλη της Ιεράς Μητροπόλεώς μας και αγαπούν το Οικουμενικό Πατριαρχείο και το Πρόσωπό Σας ιδιαιτέρως. Απόδειξη είναι ότι στην Τοπική Εφημερίδα της πόλεώς μας ο Πρόεδρος της Χορωδίας ανακοίνωσε το ταξίδι αυτό ως ιδιαίτερη τιμή γράφοντας: «Ήταν όνειρο ζωής, τόσο για μένα όσο και για τα υπόλοιπα μέλη του Δ.Σ. και της Χορωδίας μας, να επισκεφθούμε το Φανάρι και να τραγουδήσουμε στο λίκνο αυτό της Ορθοδοξίας δίνοντας τους ήχους της Ελληνικής Μουσικής και παίρνοντας κομμάτι απ' την πνευματικότητα της κεφαλής της Εκκλησίας».

Άλλωστε, το πέρασμά Σας από την Ναύπακτο τον Νοέμβριο του παρελθόντος έτους άφησε μια αγαθή και γλυκειά μνήμη σε όλους μας, όταν αξιωθήκαμε να υποδεχθούμε στην πόλη μας την χαρισματική προσωπικότητά Σας ως Οικουμενικού Πατριάρχου.

Η έλευσή μας στην Βασιλεύουσα των Πόλεων κατά την Διακαινήσιμο Εβδομάδα και μάλιστα την Παρασκευή της Ζωοδόχου Πηγής μας φανερώνει περισσότερο ότι η Εκκλησία είναι το Σώμα του Αναστάντος Χριστού και η ζωοδόχος πηγή της ζωής μας. Ειδικότερα δε δηλώνει ότι το Πρωτόθρονο Οικουμενικό Πατριαρχείο μεταδίδει στα πέρατα της Οικουμένης το σταυροαναστάσιμο μήνυμα της Εκκλησίας και είναι η ζωοδόχος πηγή του σύμπαντος κόσμου.

Στεκόμαστε δίπλα Σας ως συγκυρηναίοι, παραμένουμε στον Γολγοθά Σας, ατενίζοντες την δόξα Σας, θερμαινόμαστε από την θέρμη Σας όχι μακράν «εστώτες και θερμαινόμενοι», αλλά πλησίον Σας και δροσιζόμενοι, και ήλθαμε για να σας τραγουδήσουμε, όπως κάποτε-κάποτε τραγουδούν τα παιδιά στην μητέρα τους για να εκδηλώσουν την αγάπη τους και την χαρά τους.

Στο βιβλίο «Διάλογοι» του Πάπα Ρώμης αγίου Γρηγορίου Διαλόγου περιγράφεται η συνάντηση ενός Πρεσβυτέρου με τον άγιο Βενέδικτο, που εκείνον τον καιρό ησκείτο σε έναν ερημικό τόπο, μέσα σε σπηλιά. Την ημέρα του Πάσχα ο Θεός εμφανίσθηκε στον Πρεσβύτερο, που είχε ετοιμάσει πολλά φαγητά, και του είπε: «Εσύ για τον εαυτό σου λιχουδιές ετοιμάζεις, και ο δούλος μου στον τάδε τόπο πεθαίνει της πείνας». Ο Πρεσβύτερος αμέσως, ανήμερα του Πάσχα, «μέσα από βουνά και γκρεμούς, κοιλάδες και φαράγγια και λάκους τον αναζήτησε, και τον βρήκε κρυμμένο στο σπήλαιό του». Μόλις συναντήθηκαν «έκαναν ευχή, ευλόγησαν τον Παντοδύναμο Θεό, κάθησαν μαζί και, αφού αντάλλαξαν λόγους ζωογονίας γεμάτους γλυκύτητα, ο Πρεσβύτερος που είχε έλθει είπε: "Σήκω, ας μεταλάβουμε τροφής, γιατί σήμερα Πάσχα είναι"». Καί τότε ο άγιος Βενέδικτος του απάντησε: «Βέβαια, Πάσχα είναι, το ξέρω, αφού αξιώθηκα να δω εσένα». Ο άγιος Βενέδικτος δεν γνώριζε ότι ήταν την ημέρα εκείνη εορτή του Πάσχα. Στην συνέχεια έφαγαν και «σαν ολοκλήρωσαν την ευωχία και την συζήτηση, ο Πρεσβύτερος αναχώρησε πίσω για την Εκκλησία του».

Έτσι και εμείς σήμερα κάνουμε Πάσχα στην Σταυροαναστάσιμη Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως και συναντήσαμε Εσάς, που είσθε ο ακοίμητος οφθαλμός της Οικουμένης.

Παρακαλούμε ευλαβώς, Παναγιώτατε, να μας ευλογήσετε, να μας χαρίσετε ένα μικρό μερίδιο δρόσου από την «δρόσον Αερμών την καταβαίνουσα επί τα όρη Σιών».

Χριστός ανέστη!