Γράφτηκε στις .

Ο μακαριστός Μητροπολίτης πρ. Πατρών Νικόδημος

Σεβ. Μητροπολίτου Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου Ιεροθέου

Δημοσιεύουμε τήν ομιλία τού Σεβασμιωτάτου κατά τό ετήσιον Μνημόσυνον τού μακαριστού Μητροπολίτου πρ. Πατρών κυρού Νικοδήμου στόν Ιερό Ναό Αγίου Ανδρέου Πατρών, τήν Κυριακή 22 Νοεμβρίου ε.έ. Στό Αρχιερατικό Συλλείτουργο καί τό Αρχιερατικό Μνημόσυνο προεξήρχε ο Σεβ. Μητροπολίτης Ηλείας καί Ωλένης κ. Γερμανός καί συμμετείχαν οι Σεβ. Μητροπολίτες Ναυπάκτου κ. Ιερόθεος, Βελεστίνου κ. Δαμασκηνός, Ζιχνών καί Νευροκοπίου κ. Ιερόθεος καί ο οικείος Μητροπολίτης κ. Χρυσόστομος.

*

Οι Επιστολές τού Αποστόλου Παύλου είναι εμπειρικές καί θεολογικές Επιστολές, γιατί ο Απόστολος ομιλούσε καί έγραφε όχι από μιά στοχαστική ενασχόληση γύρω από τόν Θεό καί τήν Εκκλησία, αλλά μέσα από τήν εμπειρία πού απέκτησε ύστερα από τήν αποκάλυψη τού ιδίου τού Θεού σέ αυτόν.

Ναυπάκτου κ. Ἱερόθεος με τον μακαριστό Μητροπολίτη πρ. Πατρών ΝικόδημοΩς Ιουδαίος μελετούσε τήν Παλαιά Διαθήκη κάτω από τήν καθοδήγηση τού Νομοδιδασκάλου Γαμαλιήλ, ήταν ζηλωτής τών πατρικών παραδόσεων, αλλά όλα απέκτησαν άλλη διάσταση όταν ο Χριστός απεκαλύφθη σέ αυτόν καί τού έδειξε ότι ο Άσαρκος Λόγος στήν Παλαιά Διαθήκη, ο Μεγάλης βουλής Άγγελος, σαρκώθηκε καί Αυτός είναι ο Χριστός καί ότι η Εκκλησία είναι τό Σώμα Του. Καί αυτήν τήν αλήθεια διαλαλούσε συνεχώς στά προφορικά κηρύγματά του καί τίς επιστολές του.

Αυτό φαίνεται καί στό σημερινό αποστολικό ανάγνωσμα πού αναφέρεται στήν Εκκλησία. Μεταξύ τών άλλων γράφει: «άρα ούν ουκέτι εστέ ξένοι καί πάροικοι, αλλά συμπολίται τών αγίων καί οικείοι τού Θεού, εποικοδομηθέντες επί τώ θεμελίω τών αποστόλων καί προφητών, όντος ακρογωνιαίου αυτού Ιησού Χριστού, εν ώ πάσα οικοδομή συναρμολογουμένη αύξει εις ναόν άγιον εν Κυρίω εν ώ καί υμείς συνοικοδομείσθε εις κατοικητήριον τού Θεού εν Πνεύματι» (Εφ. β', 19-22).

Τό χωρίο αυτό είναι γεμάτο από θεολογικά καί εκκλησιολογικά μηνύματα, αλλά θά περιορίσω τόν λόγο σέ μερικά από αυτά πού τά θεωρώ πολύ σημαντικά.

1. Τό εκκλησιαστικό καί λειτουργικό ήθος

Η Εκκλησία είναι Ναός άγιος εν Κυρίω, καί ακρογωνιαίος λίθος τής Εκκλησίας, είναι Αυτός ο Ίδιος ο Χριστός. Οι Προφήτες τής Παλαιάς Διαθήκης καί οι Απόστολοι τής Καινής Διαθήκης, όπως καί οι Πατέρες διά μέσου τών αιώνων, αποτελούν τά θεμέλια τής Εκκλησίας πού τίθενται πάνω στόν ακρογωνιαίο λίθο. Οι Χριστιανοί πού ζούν πραγματικά στήν Εκκλησία συναρμολογούνται επάνω σέ αυτά τά θεμέλια καί ενώνονται μέ αυτά, έχουν κοινωνία μαζί τους καί έτσι αποτελείται ο άγιος Ναός εν Κυρίω. Έτσι, τά μέλη τής Εκκλησίας δέν αισθάνονται ξένοι καί πάροικοι, αλλά συμπολίτες τών αγίων καί οικείοι τού Θεού.

Ετήσιον Μνημόσυνον τού μακαριστού Μητροπολίτου πρ. Πατρών κυρού Νικοδήμου στόν Ιερό Ναό Αγίου Ανδρέου Πατρών, τήν Κυριακή 22 Νοεμβρίου 2009Η Εκκλησία αποτελεί μιά ενότητα ουρανίων καί επιγείων, κεκοιμημένων καί ζώντων. Είναι ο Ναός ο ευλογημένος τού Θεού. Αυτό τό είδε εν Αγίω Πνεύματι ο Ευαγγελιστής Ιωάννης καί τό περιέγραψε στό βιβλίο τής Αποκαλύψεως. Η ζωή τής Εκκλησίας είναι ευχαριστιακή, τό ήθος λειτουργικό, η συμπεριφορά προσευχητική, η πορεία κοινή από τήν μένουσα πόλη στήν μέλλουσα πόλη.

Είναι σημαντικό ότι ο τρόπος τελέσεως τής θείας Λειτουργίας είναι έκφραση τής ουράνιας Λειτουργίας, όπως τήν ζούν οι άγιοι καί όπως τήν περιέγραψε ο Ευαγγελιστής Ιωάννης. Μέσα στήν θεία Λειτουργία ζούμε μέ ησυχία καί προσευχή, μέ σιγή καί φρόνημα προσευχητικό, μέ ειρήνη στήν καρδιά καί κίνηση πρός τά ουράνια, μέ πραγματική νηφάλια μέθη. Δέν στεκόμαστε απλώς μηχανικά καί τυπικά, αλλά μέ έναν ακόρεστο χορτασμό, μέ διαρκή αεικίνητη στάση καί μέ στάσιμη κίνηση. Αυτό τό εκφράζει ο ύμνος τού Μ. Σαββάτου: «Σιγησάτω πάσα σάρξ βροτεία καί στήτω μετά φόβου καί τρόμου καί μηδέν γήϊνον εν εαυτή λογιζέτω».

Στεκόμαστε μέ σιγή σώματος καί στόματος, αλλά μέ μιά κίνηση καρδιακή πρός τά ουράνια, τήν πραγματική μας πατρίδα, καί αναμένουμε από εκεί τόν ερχόμενο Κύριο. Μάλιστα στήν θεία Λειτουργία κατά τόν τρισάγιο ύμνο στρεφόμαστε στό Σύνθρονο καί αναφωνούμε: «ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου». Πώς μπορεί κανείς νά ομιλήση όταν αναμένη τόν δοξασμένο Χριστό; Πώς μπορεί νά ασχοληθή μέ τά γήϊνα όταν γίνονται ουράνια μυστήρια; Γι’ αυτό στήν θεία Λειτουργία ακούγονται οι προσταγές: «πάσαν τήν βιωτικήν αποθώμεθα μέριμναν» καί «άνω σχώμεν τάς καρδίας». Αυτό γίνεται γιατί «τό πολίτευμα ημών εν ουρανοίς υπάρχει» (Φιλιπ. γ', 20). Ζούμε σέ κοινωνίες καί πατρίδες, ανήκουμε σέ ένα επίγειο πολίτευμα, όμως τό πολίτευμά μας δέν καθορίζεται από τό Σύνταγμα καί τούς νόμους μιάς χώρας, πού είναι οπωσδήποτε σεβαστά, αλλά εμπνέεται από τήν ζωή τού Αναστάντος Χριστού, ο Οποίος κάθεται εν δεξιά τού Πατρός. Η επιστολή πρός Διόγνητον σαφώς λέγει ότι οι Χριστιανοί «επί γής διατρίβουσιν, αλλ’ εν ουρανώ πολιτεύονται».

Έτσι, αυτό τό ευχαριστιακό ήθος καί η ατμόσφαιρα τής θείας Λειτουργίας μάς συνοδεύει καί μετά τήν έξοδό μας από τόν Ναό. Όποιος μπαίνει σέ ένα αρωματοπωλείο μεταφέρει όλη τήν ημέρα τό άρωμα από τό οποίον ποτίσθηκαν τά ρούχα του. Καί όποιος λειτουργείται καί δέχεται τό ευώδες θυμίαμα, ευωδιάζει όλη τήν ημέρα, μοσχοβολά από τήν ευωδιαστική ατμόσφαιρα τού Ιερού Ναού. Τό ίδιο γίνεται μέ τήν θεία Λειτουργία. Όποιος εισέρχεται μέσα στό «πνεύμα» τής θείας Λειτουργίας, ζή τόν αεί ερχόμενον Χριστό, μεταφέρει όλη αυτήν τήν ατμόσφαιρα καί μετά τήν θεία Λειτουργία στό σπίτι του, τήν εργασία του, τούς συνανθρώπους του. Είναι λειτουργημένος, λιβανισμένος καί μοσχοβολημένος άνθρωπος, έχουν ευωδιασθή όλες οι δυνάμεις τής ψυχής του, καί έτσι λειτουργεί σωστά μέσα στήν κοινωνία, οπότε λιβανίζει καί αυτός τούς πάντες.

Ο κόσμος σήμερα χρειάζεται τέτοιους ευλογημένους ανθρώπους πού θά μοσχοβολούνται από τό λειτουργικό αγιοκέρι καί τό ευωδιαστό μοσχοθυμίαμα.

2. Τό λειτουργικό ήθος τού Κληρικού

Αυτό τό ευχαριστιακό ήθος πρέπει νά εμπνέη τούς Κληρικούς πού αξιώνονται νά εισέρχονται μέσα στό Ιερό Βήμα καί νά τελούν τήν αναίμακτη μυσταγωγία. Στήν πραγματικότητα ακινητοποιούνται κατά κόσμον γιά νά αισθανθούν τήν κίνηση τού ουρανίου κόσμου, σιωπούν καί σιγούν κατά σάρκα γιά νά αισθανθούν τήν άλαλη καί σιγώσα κίνηση τής ουράνιας θείας Λειτουργίας, αγωνίζονται νά ζήσουν τήν εύλαλη σιωπή.

Ο αββάς Ισαάκ ο Σύρος έχει γράψει μιά ευχή πού είναι πολύ σημαντική, γιατί δείχνει τόν τρόπο μέ τόν οποίον εισδύει κανείς στήν θεία Λειτουργία καί ζή τήν γλυκύτητά της: «Σύ ούν αγαθέ, ο επιστάμενος τήν ασθένειαν ημών καί βαστάζων τήν δυσκολίαν τής αδυναμίας ημών, φύλαξόν με εκ τής ταραχής τών λογισμών καί τού κατακλυσμού τών παθών καί άξιον ποίησόν με ταύτης τής λειτουργίας τής αγίας, μήπως εν τοίς πάθεσί μου φθείρω τήν γλυκύτητα αυτής καί ευρεθώ ενώπιόν Σου αναιδής καί τολμηρός».

Ένας Κληρικός πού ζή αυτό τό ευχαριστιακό ήθος καί τήν λατρευτική ατμόσφαιρα τής θείας Λειτουργίας εξακολουθεί νά λειτουργή σέ όλη τήν ζωή του. Μεταφέρει τήν ατμόσφαιρα τής θείας Λειτουργίας σέ όλες τίς φάσεις καί πτυχές τού βίου του. Η ζωή του είναι διάφανη. Δέν ασχολείται μέ τό παρασκήνιο καί τούς ποικίλους μηχανισμούς εξουσίας. Αφού στήν θεία Λειτουργία άκουσε τόν Χριστό νά λέγη «ο θάνατός μου ζωή σου», θέλει καί αυτός νά πεθάνη γιά τόν άλλο καί δέν μπορεί νά αισθανθή τόν θάνατο τού άλλου ως δική του ζωή. Βλέπει στήν θεία Λειτουργία τόν Αναστάντα Χριστό καί διαλαλεί σέ όλους τούς ανθρώπους, «Χριστός ανέστη, χαρά μου». Αισθάνεται τόν άλλο ως χαρά του καί όχι ως κόλασή του.

Αυτό πρέπει νά τό ζή καί ο Επίσκοπος σέ μεγαλύτερο βαθμό. Δέν ξεχωρίζει τούς ανθρώπους τού ποιμνίου του σέ ημετέρους καί φίλους, εκτός κι άν κάποιος μέ τόν τρόπο τής ζωής του επιλέγη νά είναι αλειτούργητος καί ακοινώνητος, οπότε μόνος του διαφοροποιείται. Ο ποιητής έγραψε γιά τό Άγιον Όρος, αλλά αυτό εκφράζει καί όλο τό ευχαριστιακό καί εκκλησιαστικό ήθος: «καράβι πού ταξιδεύει, τό Άγιον Όρος, (καί η Εκκλησία), στ’ αμπάρια κουβαλάει μέλι, κερί καί λιβάνι γιά τούς πεινασμένους τού νάρθηκα γιά τούς λαβωμένους τών στασιδιών».

Αυτό τό εκκλησιαστικό ήθος μεταφέρει παντού καί στίς Συνόδους τής Ιεραρχίας όπου συζητούνται διάφορα θέματα, αλλά καί σέ όλη τήν εκκλησιατική ζωή, στήν διοίκηση καί τήν ποιμαντική της διακονία.

3. Τό λειτουργικό ήθος τού μακαριστού Μητροπολίτου Πατρών Νικοδήμου

Τά προηγούμενα είναι επίκαιρα γιατί σήμερα τελούμε τό ιερό μνημόσυνο τού μακαριστού Μητροπολίτου Πατρών κυρού Νικοδήμου, γνωστού σέ όλους μας, καί σέ μένα ιδιαιτέρως, εκ κοιλίας μητρός μου, αφού τότε πού ήταν ιεροκήρυξ τής Ιεράς Μητροπόλεως Ιωαννίνων ήταν Πνευματικός Πατέρας τών γονέων μου καί πολλών άλλων συγγενών μου, οι οποίοι τόν αγαπούσαν πολύ. Επανειλημμένως μού έλεγαν, όπως καί εγώ τό διαπίστωσα αργότερα, ότι εισερχόταν μέσα στόν λειμώνα τής Αγίας Γραφής καί πάντοτε διήνθιζε τόν λόγο του μέ τά μυροβόλα άνθη της, αλλά καί ήταν ιεροπρεπής κατά τήν τέλεση τής θείας Λειτουργίας μέ τό παράστημά του, τήν καταπληκτική φωνή του, τήν ευχέρεια τού λόγου του καί τήν ευλάβειά του. Ζούσε τό μυστήριο τής κενώσεως τού Υιού καί Λόγου τού Θεού.

Σέ όλη του τήν ζωή διαποτιζόταν από αυτό τό ευχαριστιακό ήθος, δηλαδή συνέχιζε νά λειτουργή καί μετά τήν θεία Λειτουργία. Καί αυτό τό έκανε μέ τήν σιωπή στίς κατηγορίες, τήν νηφαλιότητα στίς δύσκολες καταστάσεις, τήν ψαλμωδία στήν ησυχία τού δωματίου καί γραφείου του, αλλά καί στίς τρικυμίες του βίου, τόν σοβαρό καί ευπρεπή λόγο σέ καταστάσεις αλάλων λόγων.

Έτσι τόν έζησε τό ποίμνιό του στήν ευλογημένη αυτήν Μητρόπολη, καί έτσι τόν απολαμβάναμε όλοι εμείς στίς κατ’ ιδίαν συναντήσεις. Όταν ήταν παρών ο μακαριστός Μητροπολίτης Πατρών κυρός Νικόδημος, δέν μπορούσε κανείς νά αστειευθή καί νά ομιλήση απρεπώς, δέν μπορούσε νά εκτραπή στόν λόγο, αντίθετα μάλιστα έπρεπε νά είναι προσεκτικός στόν λόγο καί τίς κινήσεις του, γιατί εκείνος ήταν νηφάλιος καί σοβαρός. Κάποιος συνήθιζε νά αστειεύεται καί νά διανθίζη τόν λόγο του, ακόμη καί μπροστά σέ Κληρικούς, μέ ευτράπελα περιστατικά, αλλά αυτό δέν τό έπραττε καί δέν μπορούσε νά τό πράξη, όταν ήταν παρών ο μακαριστός Μητροπολίτης Νικόδημος, γιατί αισθανόταν τήν λειτουργική ατμόσφαιρα πού έβγαινε από τήν ύπαρξή του. Ο ίδιος είχε δικούς του ρυθμούς, πού καθορίζονταν, εν πολλοίς από τήν ψαλμωδία πού τόσο αγαπούσε. Ήταν αργός καί παραδοσιακός στούς ρυθμούς του, σάν τά παπαδικά μέλη, καί πολλές φορές βρισκόταν σέ άλλο κόσμο, σάν τά γλυκόφθεγγα τεριρρέμ.

Αυτό τό λειτουργικό ήθος συνέχιζε νά τόν ακολουθή καί στίς Συνεδριάσεις τής Ιεραρχίας καί στήν όλη επικοινωνία του μέ τούς αδελφούς του Ιεράρχες. Δέν συμμετείχε στό λεγόμενο παρασκήνιο καί σέ διαφόρους μηχανισμούς, δέν ανήκε σέ ομάδες διεκδικήσεως διαφόρων απαιτήσεων. Παρέμεινε έξω από όλα αυτά πού δέν συνιστούν εκκλησιαστικό καί ευχαριστιακό ήθος. Η Εκκλησία δέν έχει καί δέν πρέπει νά έχη παρασκήνιο κοσμικών νοοτροπιών.

Ήταν ένας Ιεράρχης παραδοσιακός, ιεροπρεπής, «παλαιάς κοπής», σάν τό παλαιό καλό κρασί, πού ευφραίνει τήν καρδιά τού ανθρώπου. Καί ομολογώ ότι λιγοστεύουν τέτοιοι Ιεράρχες πού ξέρουν νά σέβονται τούς παλαιοτέρους καί νά αγαπούν τούς νεωτέρους, νά τιμούν τό συνοδικό πολίτευμα τής Εκκλησίας καί νά μή επιδίδονται σέ κοσμικές μεθόδους.

Έτσι, ο μακαριστός Μητροπολίτης Πατρών Νικόδημος ζούσε λειτουργικά στήν θεία Λειτουργία, συνέχιζε νά λειτουργή κατά τήν ποιμαντική του διακονία, καί ιερουργούσε κατά τίς Συνεδριάσεις τής Ιεράς Συνόδου. Κάθε άνθρωπος καί κάθε Επίσκοπος έχει τά ιδιαίτερα χαρίσματά του. Εκείνος δέν συνήθιζε νά ενεργή επικοινωνιακά καί κοσμικά, αλλά είχε ένα λειτουργικό καί ευχαριστιακό ήθος, τόσο στήν Μητρόπολή του, όσο καί στήν Ιεραρχία, καθώς επίσης άφηνε χώρο ελεύθερο καί σέ άλλους νά εργάζονται.

Λάθη έκανε καί εκείνος, όπως όλοι μας, αλλά αυτό τό ευχαριστιακό ήθος του δέν εξατμίζεται από τόν χρόνο, ενώ τά άλλα χάνονται. Τά λάθη καί οι αδυναμίες ξεχνιούνται εύκολα, όμως τό ευχαριστιακό ήθος τής σιωπής, τού ευαγγελικού λόγου καί τής λειτουργικής συμπεριφοράς παραμένει πάντοτε στήν μνήμη τού Θεού καί τού λαού.

Καί αυτό τό λειτουργικό ήθος, πού είναι έκφραση τής εσχατολογικής ζωής, αλλά καί προσδοκία τής ουράνιας πολιτείας, τόν συνόδευσε καί τότε πού οικειοθελώς σταμάτησε νά ποιμαίνη αυτόν τόν λαό. Καί μάλιστα ευρισκόμενος στό κρεββάτι τού πόνου τών τελευταίων του στιγμών, τότε πού τόν εγκατέλειψαν οι δυνάμεις του, δέν έπαυσε νά ζή αυτό τό ευχαριστιακό, εσχατολογικό τρόπο ζωής, γι’ αυτό πρός τό τέλος του έψαλλε τό «εν ταίς λαμπρότησι τών αγίων σου πώς εισελεύσομαι ο ανάξιος».

Σεβασμιώτατε άγιε Πατρών καί αγαπητέ αδελφέ κ. Χρυσόστομε,

Θά ήθελα νά σάς ευχαριστήσω γιά τήν πρόσκλησή σας νά συμμετάσχω σέ αυτό τό αρχιερατικό μνημόσυνο καί νά σάς συγχαρώ πού διοργανώσατε αυτήν τήν εκδήλωση γιά νά τιμήσετε τόν προκάτοχό σας Ιεράρχη, τόν ιεροπρεπή λειτουργό, τόν λαμπρό ποιμένα τής Εκκλησίας, τό καλλικέλαϊδο αηδόνι τού άμβωνος καί τού ψαλτηρίου, τό τετιμημένο μέλος τής Ιεραρχίας, μέ τό ευχαριστιακό ήθος, καί τόν παραδοσιακό τρόπο ζωής έναν ποιμενάρχη καί ιεράρχη πού μάς υποδεικνύει ότι η Εκκλησία είναι Ναός εν Κυρίω άγιος, μέσα στόν οποίο δέν χωρούν φαιδρότητες, αστειότητες, κοσμικές νοοτροπίες καί συμπεριφορές, καί συγχρόνως είναι ένας Ναός πού στηρίζεται στόν ακρογωνιαίο λίθο, τόν Θεάνθρωπο Χριστό καί τούς θεμελίους λίθους πού είναι οι Προφήτες, οι Απόστολοι καί οι Πατέρες. Γι’ αυτό καί όλοι εμείς, πού συναρμολογούμαστε σέ αυτόν τόν Ναό, δέν είμαστε ξένοι καί πάροικοι, αλλά συμπολίτες τών αγίων καί οικείοι τού Θεού.

Ο μακαριστός Μητροπολίτης Πατρών κυρός Νικόδημος μάς υποδεικνύει ότι όλοι μας πρέπει νά γίνουμε λειτουργημένες υπάρξεις, λιβανισμένοι από τήν ατμόσφαιρα τής θείας Λειτουργίας νά ευωδιάζουμε από τήν ευωδία τού Χριστού.

Αιωνία σου η μνήμη αξιομακάριστε καί αείμνηστε πάτερ καί αδελφέ ημών Νικόδημε.–