Skip to main content

Εκδήλωση γιά τό φιλανθρωπικό-κοινωνικό έργο: Η Εκκλησία καί τό έργο της

Σεβ. Μητροπολίτου Ναυπάκτου καί Αγίου Βλασίου Ιεροθέου

Ο πολύς κόσμος έχει μιά ασαφή εικόνα περί τής Εκκλησίας καί προσδίδει σέ αυτήν ονόματα καί χαρακτηρισμούς σύμφωνα μέ τίς εμπειρίες τίς οποίες έχει, αρνητικές ή θετικές. Συνήθως τήν συνδέει μέ μιά θρησκευτική οργάνωση, τήν θεωρεί ως θρησκεία πού ικανοποιεί τίς θρησκευτικές ανάγκες τού ανθρώπου καί τά θρησκευτικά του συναισθήματα.

Όμως, η Εκκλησία δέν είναι ούτε θρησκεία, όπως είναι οι άλλες θρησκείες, ούτε μιά θρησκευτική οργάνωση, πού αποτελείται από μερικά μέλη καί αποκλείονται μερικά άλλα. Η Εκκλησία είναι κάτι πέρα απ' όλα αυτά, είναι ο κόσμος τού κόσμου, δηλαδή τό στολίδι τού κόσμου.

Τό θέμα είναι αρκετά μεγάλο καί θά ήταν δυνατόν νά παρουσιασθούν πολλά κείμενα Πατέρων πού ομιλούν γιά τήν Εκκλησία, ιδίως η «Μυσταγωγία» τού αγίου Μαξίμου τού Ομολογητού, ο οποίος ομιλεί θεολογικότατα γιά τήν Εκκλησία καί τό έργο της, αλλά προκρίνω στήν παρούσα περίπτωση νά παρουσιασθούν μερικές πλευρές τής διδασκαλίας τού αγίου Ιωάννου τού Χρυσοστόμου περί τής Εκκλησίας.

1. Η Εκκλησία κατά τόν άγιο Ιωάννη τόν Χρυσόστομο

Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος θεωρείται ως ο μεγαλύτερος ρήτορας διά μέσου τών αιώνων καί οι ομιλίες του είναι εντρύφημα Κληρικών καί λαϊκών. Σέ αυτές μεταξύ άλλων ο ιερός Χρυσόστομος αναφέρεται αφ' ενός μέν στόν ορισμό τής Εκκλησίας, αφ' ετέρου δέ στό έργο πού επιτελεί.

Κατ' αρχάς θά δούμε μερικούς εύστοχους ορισμούς γιά τήν Εκκλησία.

Σέ μιά ομιλία του γράφει: «Εκκλησία συστήματος καί συνόδου εστίν όνομα». Δηλαδή, τό όνομα Εκκλησία σημαίνει σύστημα καί σύνοδο, πού δηλώνει ότι η Εκκλησία είναι κοινωνία ανθρώπων καί αγγέλων, κεκοιμημένων καί ζώντων, ανδρών καί γυναικών καί γενικά όλων τών ανθρώπων πού έχουν βαπτισθή καί ζούν σύμφωνα μέ τίς εντολές τού Χριστού.

Σέ άλλη ομιλία του δίδει τόν ακόλουθο ορισμό γιά τήν Εκκλησία: «Εκκλησία διά τούτο λέγεται, ότι κοινή πάντας υποδέχεται». Ο ορισμός αυτός δείχνει ότι η Εκκλησία δέν ανήκει σέ μιά ομάδα ανθρώπων, αλλά είναι ανοικτή σέ όλους τούς ανθρώπους, ανεξαρτήτου χρώματος, φυλής, φρονημάτων, φύλου, ηλικίας κλπ., υποδέχεται τούς πάντας. Η διηρημένη κοινωνία μέσα στήν Εκκλησία συναντά τήν ενότητά της.

Έπειτα, πρέπει νά δούμε πώς ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος ομιλεί γιά τό έργο πού επιτελεί. Στίς ομιλίες του χρησιμοποεί πολλούς χαρακτηρισμούς γιά νά παρουσιάση τό πολυποίκιλο έργο τής Εκκλησίας.

Ένας χαρακτηρισμός είναι ο οίκος, δηλαδή η Εκκλησία είναι ένα σπίτι, μέσα στό οποίο κατοικεί η οικογένεια.

Σέ μιά ομιλία του γράφει: «Οικία κοινή πάντων εστίν η Εκκλησία. Καί κυριωτέρα αύτη η οικία». Σέ άλλη ομιλία χρησιμοποιεί πάλι τόν ίδιο χαρακτηρισμό: «Οίκος εστίν η εκκλησία πατρικός. Έν σώμα καί έν πνεύμα». Εδώ ονομάζεται πατρικός οίκος καί αναφέρεται στόν Θεό ως πατέρα καί βεβαίως προσδιορίζεται ότι όλοι μας είμαστε αδέλφια μεταξύ μας, δηλαδή είναι η πατρική μας οικία. Σέ άλλη ομιλία του γράφει: «Οίκος εστί δεσποτικός η εκκλησία, σκεύη τίμια εισίν οι πιστοί». Τά πολύτιμα στολίδια στό αρχοντικό πού λέγεται Εκκλησία είναι οι Χριστιανοί. Ό,τι πολυτιμότερο υπάρχει στήν Εκκλησία δέν είναι τά ιερά σκεύη, αλλά οι Χριστιανοί, γιατί γι' αυτούς υπάρχει η Εκκλησία.

Ένας άλλος χαρακτηρισμός πού χρησιμοποιείται από τόν άγιο Ιωάννη τόν Χρυσόστομο είναι ότι η Εκκλησία είναι η πνευματική μητέρα όλων τών ανθρώπων. Προηγουμένως είδαμε ότι χαρακτηρίζεται ως «οίκος πατρικός», εδώ ονομάζεται «μήτηρ πνευματική». «Η εκκλησία μήτηρ εστί τών οικείων τέκνων». Όλα τά τέκνα της τήν αισθάνονται ως μητέρα καί όπως είναι γνωστόν η μητέρα δέν διαχωρίζει τά παιδιά της, αλλά τά αγαπά όλα εξ ίσου, μερικές δέ φορές αγαπά περισσότερο τά πιό ατίθασα παιδιά της. Τό ίδιο συμβαίνει καί μέ τήν Εκκλησία μας, πού εκφράζεται μέ τήν μητρική της ιδιότητα.

Ένας άλλος χαρακτηρισμός πού αποδίδει τό έργο τής Εκκλησίας καί χρησιμοποιείται από τόν άγιο Ιωάννη τόν Χρυσόστομο σχετίζεται μέ τό ιατρείο. Δηλαδή η Εκκλησία θεωρείται ως πνευματικό ιατρείο πού θεραπεύει τά ψυχικά τραύματα τών ανθρώπων.

Σέ μιά ομιλία του λέγει: «Ιατρείον εστίν πνευματικόν η εκκλησία, καί δεί τούς ενταύθα παραγενομένους, κατάλληλα τά φάρμακα λαμβάνοντας καί τοίς οικείοις τραύμασιν επιτιθέντας, ούτως επανιέναι». Μέ άλλα λόγια η Εκκλησία είναι ένα πνευματικό νοσοκομείο καί θεραπεύει όσους τραυματισμένους προσέρχονται σέ αυτήν τοποθετώντας στίς πληγές τους τά κατάλληλα φάρμακα. Τό ίδιο εκφράζει σέ άλλη ομιλία του, όταν λέγη ότι η Εκκλησία δέν είναι δικαστήριο πού δικάζει τούς ανθρώπους, αλλά ιατρείο πού θεραπεύει τίς πληγές τους. «Ιατρείον εστίν ενταύθα, ου δικαστήριον, ουκ ευθύνας αμαρτημάτων απαιτούν, αλλά συγχώρησιν αμαρτημάτων παρέχον». Όσοι αισθάνονται τήν Εκκλησία ως δικαστήριο, σφάλλουν καί διαστρεβλώνουν τό έργο της καί τήν αποστολή της. Αυτό τό βλέπουμε καί σέ άλλη ομιλία του όταν γράφη: «Ιατρείον θαυμαστόν τής Εκκλησίας τό διδασκαλείον εστίν. Ιατρείον ψυχών καί αμαρτήματα διανοίας διορθούται». Αυτό σημαίνει ότι καί όταν οι Ιερείς διδάσκουν τούς ανθρώπους, τούς θεραπεύουν μέ τόν λόγο, απαλύνουν τίς πληγές καί δέν τίς οξύνουν μέ επιθετικότητες καί άστοχες ενέργειες.

Είναι σημαντικός καί ένας άλλος χαρακτηρισμός πού δίνεται από τόν άγιο Ιωάννη τόν Χρυσόστομο στήν Εκκλησία καί συνδέεται μέ τά προηγούμενα, ότι δηλαδή η Εκκλησία είναι ένα «βαλανείον», ήτοι λουτρό πνευματικό πού καθαρίζει τήν ψυχή από τίς ακαθαρσίες καί τίς πληγές. Σέ μιά ομιλία του γράφει: «Βαλανείον εστίν η Εκκλησία πνευματικόν, ου ρύπον σώματος, αλλά ψυχής αποσμίχον κηλίδα τοίς πολλοίς τοίς μετανοίας τρόποις». Τό ίδιο συναντούμε καί σέ άλλη ομιλία του, όταν υπογραμμίζη ότι αυτό τό πνευματικό λουτρό είναι στήν πραγματικότητα η θέρμη καί η δύναμη τού Αγίου Πεύματος, πού καθαρίζει τίς πληγές καί τά ρυπαρά χρώματα πού λερώνουν τήν λευκότητα τής ψυχής. Λέγει: «Βαλανείόν εστι καί ενταύθα πνευματικόν τή θέρμη τού Πνεύματος πάντα αποσμίχον ρύπον αλλά καί βαφήν».

Επί πλέον δέ ο χαρακτηρισμός τής Εκκλησίας ως λιμένος δείχνει ότι η Εκκλησία αναπαύει τόν άνθρωπο καί κυρίως εκείνον πού περνά τρικυμίες στόν βίο του. Λέγει σέ μιά ομιλία του: «Λιμήν εστί πνευματικός». Είναι ένα παραδείσιο λιμάνι πού δέχεται τήν κιβωτό, η οποία μεταμορφώνει τούς ανθρώπους. «Λιμήν καί παράδεισος. Μείζων τής κιβωτού η εκκλησία. Η γάρ κιβωτός παρελάμβανε ζώα καί εφύλαττε ζώα, η δέ εκκλησία παραλαμβάνει τά ζώα καί μεταβάλλει». Εδώ, όπως γίνεται αντιληπτό, αναφέρεται στήν Κιβωτό τού Νώε, η οποία δέχθηκε πρίν τόν κατακλυσμό διάφορα ζώα, αλλά όταν τελείωσε ο κατακλυσμός τά απελευθέρωσε πάλι ως ζώα. Η Εκκλησία όμως μεταμορφώνει τόν άνθρωπο, τού αποβάλλει όλες τίς τυχόν θηριώδεις διαθέσεις καί τόν εξευγενίζει.

Τέλος δέ η Εκκλησία κατά τόν άγιο Ιωάννη τόν Χρυσόστομο είναι πανήγυρη αγγέλων καί όχι χρυσοχοείο καί αργυροκοπείο: «Ου γάρ χρυσοχοείον, ουδέ αργυροκοπείον εστίν η Εκκλησία, αλλά πανήγυρις αγγέλων». Δέν είναι δυνατόν η Εκκλησία νά μεταβάλλεται σέ χώρο χρημάτων καί κτημάτων, αφού είναι χώρος ουρανίου πανηγύρεως. Μέλη τής Εκκλησίας είναι οι Προφήτες καί οι Απόστολοι καί οι Άγιοι, στό μέσον είναι Αυτός ο Ίδιος ο Χριστός, όπως λέγει ο ιερός Χρυσόστομος: «Τού συλλόγου τούτου ουχ ημείς μόνον, αλλά καί προφήται καί απόστολοι κοινωνούσι καί τό δή μείζον πάντων, αυτός ο τών όλων απάντων δεσπότης μέσος ημών έστηκεν Ιησούς».

Επομένως, η Εκκλησία κατά τόν άγιο Ιωάννη τόν Χρυσόστομο χαρακτηρίζεται οίκος πατρικός, μητέρα πνευματική, ιατρείον πνευματικόν, λουτρόν πνευματικόν, λιμήν πνευματικός, πανήγυρις αγγέλων. Σέ όλα αυτά τά χρυσοστομικά χωρία φαίνεται τό μεγαλείο καί η δόξα τής Εκκλησίας πού κινείται πάνω από σκοπιμότητες, πάθη καί ανθρώπινες διαιρέσεις.

2. Η λειτουργία τής σύγχρονης Εκκλησίας

Όλα τά ανωτέρω είναι γνωστά σέ όσους ασχολούνται μέ τήν πατερική θεολογία, αλλά τό θέμα είναι πώς η θεωρία αυτή περί τής Εκκλησίας θά βιωθή στήν πράξη. Είναι πράγματι πολύ σημαντικό η Εκκλησία σήμερα νά παρουσιασθή ως πνευματική οικογένεια, ως πνευματικό ιατρείο, ως πνευματικό λιμάνι πού θά αναπαύη τόν άνθρωπο.

Κάθε τοπική Εκκλησία, δηλαδή κάθε Ιερά Μητρόπολη είναι εν σμικρογραφία ολόκληρη η Εκκλησία. Συμβαίνει δηλαδή ό,τι καί στήν θεία Κοινωνία. Καθένας πού κοινωνάει τό Σώμα καί τό Αίμα τού Χριστού δέν λαμβάνει ένα μέρος τού Σώματος τού Χριστού, αλλά ολόκληρο τόν Χριστό. Έτσι καί κάθε Ιερά Μητρόπολη δέν είναι ένα μέρος τής όλης Εκκλησίας, αλλά εν σμικρογραφία ολόκληρη η Εκκλησία, αρκεί νά διατηρή τό δόγμα καί τήν ενότητά της μέ τήν καθόλου Εκκλησία.

Κάθε Ιερά Μητρόπολη διαιρείται σέ επί μέρους εκκλησιαστικές Κοινότητες, ήτοι τίς Ενορίες καί τίς Ιερές Μονές. Η διαίρεση αυτή δέν διασπά τήν ενότητα τής Εκκλησίας, τήν οποία συγκροτεί ο Επίσκοπος εις τύπον καί τόπον τού Χριστού. Γι' αυτό σέ κάθε Ιερά Μητρόπολη υπάρχει μόνον ένας Επίσκοπος, γιατί έτσι διασώζεται η ενότητα τής Εκκλησίας. Ο Επίσκοπος έχει αναφορά στήν Σύνοδο τών Επισκόπων καί οι Ιερείς κάθε Μητροπόλεως έχουν αναφορά στόν Μητροπολίτη τους. Σέ διαφορετική περίπτωση διασπάται η ενότητα τής Εκκλησίας.

Έτσι, κάθε Ενορία είναι ένα μικρό κύτταρο τής εκκλησιαστικής ζωής καί έχει όλα τά χαρακτηριστικά γνωρίσματα τής Εκκλησίας, δηλαδή είναι πνευματική οικογένεια, πνευματικό ιατρείο, πνευματικό λιμάνι. Αυτό εκδηλώνεται μέ πολλούς τρόπους, ήτοι μέ τήν θεία Λειτουργία, τίς ιερές Ακολουθίες, τά ιερά Μυστήρια, τό κήρυγμα καί τήν κατήχηση, τήν φιλανθρωπία καί τίς κοινωνικές δραστηριότητες. Πρόκειται γιά μιά πνευματική θεραπευτική κοινότητα, πού αναπαύει τίς υπαρξιακές αναζητήσεις τού ανθρώπου, τήν πνευματική του δίψα, αλλά καί τίς σωματικές καί υλικές ανάγκες του.

Ο Χριστιανός μέ τό Μυστήριο τής θείας Ευχαριστίας μετέχει στόν Μυστικό Δείπνο. Μέ τό Μυστήριο τής ιεράς Εξομολογήσεως λύει τίς εσωτερικές του ενοχικές καταστάσεις, τόν ψυχικό πόνο καί τήν βαρειά συνείδηση. Μέ τήν φιλανθρωπική δράση προσπαθεί νά απαλύνη καί τόν σωματικό πόνο, τήν μοναξιά, τήν οικονομική δυσχέρεια τών αδελφών. Μέ τήν κατήχηση αποκτά νόημα ζωής. Μέ τίς ψυχαγωγικές δραστηριότητες καί τίς εκδρομές ξεκουράζεται από τίς δύσκολες καταστάσεις τής ζωής. Μέ τίς προσκυνηματικές περιηγήσεις έρχεται σέ επικοινωνία μέ ιερά προσκυνήματα καί μέ χώρους στούς οποίους ασκούνται μέλη τής Εκκλησίας καί γίνονται άγιοι.

Επίσης, στίς Ενορίες, γίνεται ένα θαυμαστό έργο ως πρός τόν πολιτισμό, διότι συντηρούνται οι Ιεροί Ναοί, πού είναι πολύτιμα μνημεία τού παρελθόντος, καλλιεργούνται οι εκκλησιαστικές τέχνες, όπως η ιερά υμνογραφία, η βυζαντινή μουσική, οι βυζαντινές αγιογραφίες κλπ. Σέ κάθε ιερά Ακολουθία πού γίνεται μέ ευπρέπεια καί τάξη επαναλαμβάνεται όλη η ζωή τού παρελθόντος καί ψάλλονται τροπάρια μεγάλων υμνογράφων ανά τούς αιώνας, τό δέ τυπικό τών ιερών Ακολουθιών έρχεται από τά βάθη τών αιώνων καί τά σκηνοθετεί η ένδοξη παράδοσή μας. Κάθε Ναός είναι ένας ζωντανός πολιτιστικός χώρος.

Μέσα στά πλαίσια αυτά βλέπω τήν Ενορία. Όχι μόνον ως ένα Ναό, στόν οποίο συγκεντρώνονται οι πιστοί τίς Κυριακές καί τίς μεγάλες Εορτές γιά νά προσευχηθούν, αλλά ως ένα χώρο ζωής πού αποκτά κανείς τήν αίσθηση τής οικογενειακής θαλπωρής καί τής περιθάλψεως. Καί αυτό επεδίωξα νά πραγματοποιηθή στίς τρείς Ενορίες τής πόλης τής Ναυπάκτου ήτοι τού Αγ. Δημητρίου, τής Αγ. Παρασκευής καί τού Αγ. Γεωργίου.

Δοξάζω τόν Θεό διότι βρήκα ανταπόκριση από τούς Ιερείς, αλλά καί από τούς Εκκλησιαστικούς Επιτρόπους. Επίσης, από τόν πρώτο χρόνο τής ελεύσεώς μου στήν Ναύπακτο άρχισαν νά λειτουργούν οι «Σύνδεσμοι Αγάπης» καί δημιουργήθηκαν οι απαραίτητοι χώροι στούς τρείς Ιερούς Ναούς, τά πνευματικά κέντρα, ώστε όλοι νά καταλάβουν ότι συνεχίζεται η εκκλησιαστική ζωή καί μετά τήν θεία Λειτουργία. Γιά τόν τρόπο πού εργάζονται οι Σύνδεσμοι Αγάπης θά γίνη αναφορά στήν συνέχεια από άλλους ομιλητές.

Στό σημείο αυτό απλώς θέλω νά υπογραμμίσω ότι κάθε Ναός τής πόλεως Ναυπάκτου είναι ένας χώρος γύρω από τόν οποίο εργάζονται εθελοντικά περίπου τριάντα άνθρωποι γιά νά προσφέρουν βοήθεια στά μέλη τής Εκκλησίας. Σέ αυτούς συγκαταλέγονται οι Ιερείς-Εφημέριοι, οι Ιεροκήρυκες, τά μέλη τών Εκκλησιαστικών Συμβουλίων, οι Ιεροψάλτες, οι Νεωκόροι, τά παιδιά πού υπηρετούν στό ιερό Βήμα, τά μέλη τού Συνδέσμου Αγάπης, οι Κατηχητές καί οι Κατηχήτριες, οι υπεύθυνοι τών Αγιογραφικών Συνάξεων. Πρόκειται γιά ζωντανές, ανοικτές, πνευματικές θεραπευτικές Κοινότητες.

Σέ όλα αυτά πρέπει νά προστεθούν καί οι ογδόντα σχεδόν Ιερείς τής Ιεράς Μητροπόλεώς μας, οι οποίοι μέ τίς δύσκολες συνθήκες λειτουργούν κάθε Κυριακή στίς Ενορίες τών ορεινών χωριών καί κρατούν ανοικτές τίς Εκκλησίες, συντηρούν τά σημαντικά αυτά μνημεία, κτυπούν τίς καμπάνες καί είναι η παρηγοριά τών μεμονωμένων ανθρώπων τής περιοχής, πού εξακολουθούν νά παραμένουν εκεί.

Θέλω νά συγχαρώ όλους αυτούς, Κληρικούς καί λαϊκούς, πού εργάζονται εθελοντικά μέσα στήν Εκκλησία καί διαφυλάσσουν όλη αυτήν τήν θαυμάσια ρωμαίϊκη κληρονομιά μας καί δοξάζω τόν Θεό πού συνεργάζομαι μέ τόσο αξιόλογα πρόσωπα.

Ειδικότερα πρέπει νά υπογραμμισθή ότι οι Κυρίες που αποτελούν τούς «Συνδέσμους Αγάπης» επιτελούν ένα αξιόλογο φιλανθρωπικό έργο, πού νομίζω, όπως θά ακούσετε καί θά δήτε στήν συνέχεια, αποτελούν τόν μεγαλύτερο φιλανθρωπικό φορέα τής περιοχής μας.

Αυτά θά ήθελα νά πώ εισαγωγικά στά όσα θά ακολουθήσουν καί στά οποία θά φανή ποιά είναι η προσφορά τής Ορθόδοξης Εκκλησίας στόν τόπο μας. Εκφράζω σέ όλους αυτούς τήν ευγνωμοσύνη μου.–

  • Προβολές: 3119