Skip to main content

Γεγονότα καὶ Σχόλια: Ἀπὸ τὴν ἀρειανικὴ κακοδοξία - Ἡ νεοελληνικὴ κακοδαιμονία

 Ἀπὸ τὴν ἀρειανικὴ κακοδοξία

Κατὰ τὴν ἀνάγνωση διαφόρων κειμένων στὸν νοῦ τοῦ ἀναγνώστη σχηματοποιοῦνται, πολλὲς φορές, νοήματα παράλληλα πρὸς αὐτὰ ποὺ τοῦ προσφέρει ὁ συγγραφέας. Αὐτὸ εἶναι ἕνας πειρασμὸς ἰδιαίτερα κατὰ τὴν ἀνάγνωση ἱερῶν κειμένων. Σύμφωνα μὲ τὸν ἅγιο Ἰωάννη τῆς Κλίμακος, αὐτὸς ὁ πειρασμὸς προσβάλλει τοὺς ὑπερήφανους, στοὺς ὁποίους ὑφηγεῖται ἑρμηνεῖες τῶν ἱερῶν κειμένων περισσότερες ἢ καὶ διεισδυτικότερες ἀπὸ αὐτὲς ποῦ προσφέρουν οἱ ἅγιοι Πατέρες.

Θὰ ἀναφερθῇ στὴν συνέχεια ἕνα τέτοιο παράλληλο νόημα ποῦ σχηματοποιήθηκε κατὰ τὴν ἀνάγνωση ἑνὸς κειμένου τοῦ Μ. Ἀθανασίου. Δὲν εἶναι κάποια δῆθεν διεισδυτικότερη ἢ ἀντίθετη ἑρμηνεία ἀπὸ αὐτὲς ποῦ ἐκθέτει στὸ κείμενό του ὁ Μέγας Ἀθανάσιος, ἀλλὰ εἶναι μιὰ ἐκτροπὴ τοῦ λογισμοῦ ἀπὸ τὴν θεολογικὴ ἀτμόσφαιρα στὴν κοινωνιολογική, ἀπὸ τὴν κριτικὴ τῶν ἀρειανικῶν κακοδοξιῶν στὴν αὐτοκριτικὴ τῆς νεοελληνικῆς κακοδαιμονίας, τῆς βασικῆς αἰτίας τῆς σύγχρονης κρίσης.

Τὰ χωρία ποῦ προκάλεσαν αὐτὴν τὴν ἐκτροπὴ ἦταν δύο παραθέματα ἀπὸ τὴν Παλαιὰ Διαθήκη, τὰ ὁποία ἀπευθύνει ὁ Μέγας Ἀθανάσιος στοὺς Ἀρειανούς. Τὸ πρῶτο εἶναι ἀπὸ τὸν προφήτη Ἰεζεκιήλ: «σὺ δὲ εἴ ἄνθρωπος καὶ οὐ Θεὸς» (28,2) καὶ τὸ ἄλλο ἀπὸ τὶς Παροιμίες: «μὴ παρεκτείνου πένης ὧν πλουσίῳ»(23,4).

Ὁ Μ. Ἀθανάσιος τὰ εἶπε αὐτὰ στοὺς Ἀρειανούς, γιατί ἔδιναν δική τους σοφιστικὴ ἑρμηνεία στὰ χωρία «Ἐγὼ καὶ ὁ Πατὴρ ἕν ἐσμὲν» καὶ «ἐγὼ ἐν τὼ Πατρί, καὶ ὁ Πατὴρ ἐν ἐμοί», ἡ ὁποία ὁδηγοῦσε, ἄθελά τους, στὸ νὰ θεωροῦνται οἱ ἄνθρωποι, οὔτε λίγο οὔτε πολύ, ὁμοούσιοι μὲ τὸν Θεό, δηλαδὴ κατ’ οὐσίαν Θεοί. Ἔλεγαν ὅτι ὁ Υἱὸς εἶναι ἕνα μὲ τὸν Πατέρα, ὅπως εἴμαστε ἐμεῖς ἕνα «ἐν τὼ Υἱῷ», σύμφωνα μὲ τὸ χωρίο «ἵνα πάντες ἕν ὧσι, καθὼς σύ, Πάτερ, ἐν ἐμοὶ καγὼ ἐν σοί, ἵνα καὶ αὐτοὶ ἐν ἡμῖν ἕν ὦσιν» (Ἰωάνν. 17, 20-21). Ὁ Μ. Ἀθανάσιος ἀφοῦ ἐξήγησε ὅτι ἐμεῖς εἴμαστε ἕνα «ἐν τὼ Υἱῷ», ὄχι λόγῳ ὁμοουσιότητας, ἀλλὰ γιὰ «τὰ ρήματα» καὶ γιὰ «τὴν δόξαν» Τοῦ ποῦ μᾶς ἔδωσε, («τὰ ρήματα ...» καὶ «τὴν δόξαν ἥν δέδωκάς μοὶ δέδωκα αὐτοῖς, ἵνα ὦσιν ἕν καθὼς ἡμεῖς»), στὸ τέλος δείχνοντας τὴν κακοτοπιὰ στὴν ὁποία ἔριχνε τοὺς Ἀρειανοὺς ἡ ἑρμηνεία τους, ἀλλὰ πιὸ πολὺ ἡ ἀλαζονεία τους, τοὺς θύμισε τὸν λόγο τοῦ Προφήτη: «σὺ δὲ εἴ ἄνθρωπος καὶ οὐ Θεὸς» καὶ «μὴ παρεκτείνου πένης ὧν πλουσίῳ».

Ἡ νεοελληνικὴ κακοδαιμονία

Εἶναι πολὺ σημαντικὸ νὰ γνωρίζουμε τὰ μέτρα μας. Δὲν εἴμαστε θεοὶ γιὰ νὰ μετατρέπουμε τὸ χῶμα σὲ χρυσάφι ἢ ἀπὸ τὴν πέτρα νὰ βγάζουμε νερὸ ἢ ἀπὸ τὴν ἄγονη γῆ νὰ συλλέγουμε πλούσια σοδειά. Καὶ τὸ πιὸ σημαντικὸ καὶ ταιριαστὸ μὲ τὸν νεοελληνικὸ νεοπλουτισμὸ καὶ τὴν στρεβλὴ ἀνάπτυξη τῆς οἰκονομίας μας, δὲν μποροῦμε νὰ ξοδεύουμε περισσότερα ἀπὸ ὅσα παράγουμε. Δὲν μποροῦμε νὰ ζοῦμε σὰν πλούσιοι, χωρὶς νὰ παράγουμε ἐγχώριο πλοῦτο.

Μᾶλλον μᾶς ταιριάζει ὁλόκληρος ὁ στίχος (23,4) ἀπὸ τὶς Παροιμίες: «Μὴ ἁπλώνεσαι καὶ μὴ ἁμιλλᾶσαι νὰ φθάσης τὸν πλούσιο ἐνῷ εἶσαι φτωχός. Ἀπομάκρυνε τὸν νοῦ σου ἀπὸ αὐτά». Ἅς ἐλπίσουμε ὅτι τώρα τὸν ἀπομακρύναμε.

π. Θ. Α. Β

ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΚΑΙ ΣΧΟΛΙΑ

  • Προβολές: 2850