Γράφτηκε στις .

Ἀπὸ τὸ Ἁγιολόγιο τοῦ μηνός: Ἁγία Κερκύρα 29 Ἀπριλίου

Πρωτοπρεσβυτέρου π. Γεωργίου Παπαβαρνάβα

Αγία Κερκύρα

Ἡ ἁγία Κερκύρα ἦταν θυγατέρα τοῦ εἰδωλολάτρη βασιλέα τῆς Κέρκυρας Κερκυλλίνου. Ἦταν καλοπροαίρετη καὶ γι’ αὐτὸ εὐδόκησε ὁ Θεὸς νὰ γνωρίση τὴν ἀληθινὴ πίστη, καὶ διὰ τοῦ ἁγίου Βαπτίσματος νὰ γίνη μέλος τῆς Ἐκκλησίας. Σταθμὸ στὴν ζωή της ἀποτέλεσε ἡ γνωριμία της μὲ τοὺς Ἀποστόλους Ἰάσονα καὶ Σωσίπατρο. Οἱ δύο αὐτοὶ Ἀπόστολοι ἦσαν στὴν Κέρκυρα καὶ κήρυτταν τὸ Εὐαγγέλιο. Συνελήφθησαν ἀπὸ τὸν εἰδωλολάτρη βασιλέα Κερκυλλίνο, ὁ ὁποῖος τοὺς ἀνέκρινε, τοὺς βασάνισε σκληρὰ καὶ στὴν συνέχεια τοὺς ἔστειλε στὴν φυλακή. Ἡ ἁγία Κερκύρα δοκίμασε θαυμασμὸ καὶ κυριολεκτικὰ συγκλονίστηκε ἀπὸ τὴν ἀνδρεῖα, τὸ θάρρος καὶ τὴν παρρησία τῶν ἁγίων, ἀπὸ τὴν καρτερία καὶ τὴν ὑπομονὴ ποῦ ἔδειξαν στὰ μαρτύρια καὶ κυρίως ἀπὸ τὰ φωτεινὰ πρόσωπά τους, τὰ ὁποία τὴν στιγμὴ τῆς ἀπολογίας τους ἔλαμπαν «ὡς πρόσωπον ἀγγέλου».

Οἱ Ἀπόστολοι Ἰάσων καὶ Σωσίπατρος δὲν σταμάτησαν νὰ κηρύττουν τὸ Εὐαγγέλιο καὶ μέσα στὴν φυλακὴ καὶ ἔτσι κατάφεραν νὰ ἑλκύσουν στὴν πίστη ἑπτὰ φημισμένους λήσταρχους τοῦ Νησιοῦ, τὸν δεσμοφύλακα Ἀντώνιο, ἀλλὰ καὶ τὴν θυγατέρα τοῦ Κερκυλλίνου Κερκύρα. Τὸ γεγονὸς ὅτι ἡ Κερκύρα ἔγινε Χριστιανὴ προξένησε μεγάλη ἐντύπωση στὸν λαό, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ αὐξηθῇ σημαντικὰ ὁ ἀριθμὸς τῶν πιστῶν στὸ νησί. Ὁ Κερκυλλίνος, μόλις πληροφορήθηκε τὸ γεγονός, κάλεσε τὴν κόρη του καὶ προσπάθησε νὰ τὴν μεταπείση. Αὐτὸ ὅμως στάθηκε ἀδύνατο, καὶ τότε σὲ ἔξαλλη κατάσταση διέταξε νὰ τὴν φυλακίσουν, καὶ μάλιστα ἔφθασε στὸ σημεῖο νὰ στείλη στὴν φυλακὴ ἕναν Αἰθίοπα γιὰ νὰ τὴν διαφθείρη. Ἀλλὰ μόλις ὁ Αἰθίοπας πλησίασε τὴν θύρα τῆς φυλακῆς δέχθηκε ἐπίθεση ἀπὸ ἕνα θηρίο καὶ τραυματίσθηκε σοβαρά. Ἡ ἁγία μὲ τὴν προσευχή της τὸν θεράπευσε καὶ στὴν συνέχεια τὸν κατήχησε. Τὸ ἀποτέλεσμα ἦταν νὰ γίνη καὶ αὐτὸς ὁμολογητὴς τῆς ἀληθινῆς πίστεως καὶ μάρτυρας τοῦ Χριστοῦ.

Ἡ ἁγία Κερκύρα βασανίσθηκε σκληρὰ ἀπὸ τὸν εἰδωλολάτρη πατέρα της, καὶ ἔτσι ἐπαληθεύθηκε γιὰ μιὰ ἀκόμη φορὰ ὁ λόγος τοῦ Χριστοῦ «καὶ ἐχθροὶ τοῦ ἀνθρώπου οἱ οἰκιακοὶ αὐτοῦ». Παρέμεινε «πιστὴ ἄχρι θανάτου». Tὴν θανάτωσαν μὲ βέλη καὶ ἔτσι παρέδωσε τὴν ἁγία ψυχὴ τῆς «εἰς χεῖρας Θεοῦ ζῶντος».

Ὁ βίος καὶ ἡ πολιτεία τῆς μᾶς δίνουν τὴν ἀφορμὴ νὰ τονίσουμε τὰ ἀκόλουθα:

Πρῶτον. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἀπομακρύνεται ἀπὸ τὸν Θεό, τότε ἡ καρδιά του σκληραίνεται ἀπὸ τὰ πάθη καὶ τὴν διαβολικὴ ἐνέργεια, καὶ γι’ αὐτὸ γίνεται σὰν τὰ ἄγρια θηρία ἢ μᾶλλον χειρότερος ἀπὸ αὐτά, ἐπειδὴ ὑπάρχουν ἄγρια θηρία ποῦ δὲν κακοποιοῦν καὶ δὲν σκοτώνουν τὰ παιδιά τους. Βέβαια, ὁ Κερκυλλίνος γεννήθηκε καὶ μεγάλωσε σὲ εἰδωλολατρικὸ περιβάλλον, δὲν γνώρισε τὸν ἀληθινὸ Θεὸ καὶ γι’ αὐτὸ θὰ μποροῦσε νὰ πὴ κανεὶς ὅτι, ἂν εἶχε γεννηθῇ σὲ χριστιανικὸ περιβάλλον, ἴσως νὰ μὴ γινόταν χειρότερος ἀπὸ τὰ ἄγρια θηρία, οὕτως ὥστε νὰ φθάση στὸ σημεῖο νὰ θέλη νὰ ἀτιμασθῇ καὶ στὴν συνέχεια νὰ βασανισθῇ καὶ νὰ θανατωθῇ ἡ κόρη του. Αὐτό, ὅμως, δὲν εἶναι ἀπόλυτο, ἐπειδὴ ὑπάρχουν ἄνθρωποι ποῦ γεννήθηκαν καὶ ἀνατράφηκαν σὲ χριστιανικὸ περιβάλλον καὶ ὅμως ὑπερέβησαν τοὺς εἰδωλολάτρες σὲ σκληρότητα καὶ κακία, ἐπειδὴ ἀπομακρύνθηκαν ἀπὸ τὴν ὁδὸ τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ, ἀπώλεσαν τὴν θεία Χάρη καὶ σκληρύνθηκε ἡ καρδιά τους. Ὅπως, ἐπίσης, ὑπάρχουν καὶ ἄλλοι ποῦ γεννήθηκαν καὶ ἀνατράφηκαν σὲ ἄθεο ἢ εἰδωλολατρικὸ περιβάλλον, ἀλλὰ ἐπειδὴ ἦσαν καλοπροαίρετοι τοὺς ἐπεσκίασε ἡ Χάρη τοῦ Θεοῦ, δέχθηκαν τὴν ἀληθινὴ πίστη καὶ ἔγιναν ζωντανὰ μέλη τῆς Ἐκκλησίας καὶ ἐκλεκτὰ δοχεῖα τῶν χαρισμάτων τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἀπέκτησαν τὴν τέλεια ἀγάπη, καὶ πολλοὶ ἀπὸ αὐτοὺς ἀξιώθηκαν νὰ γίνουν ὁμολογητὲς καὶ μάρτυρες τῆς ἀμωμήτου πίστεως.

Ἀλλὰ καὶ ἡ ἐξουσία πολλὲς φορὲς σκληραίνει τὸν ἄνθρωπο, ἀφοῦ ὅσοι ἔχουν κάποια ἐξουσία -κυρίως δὲ ἐκεῖνοι ποῦ κατεξουσιάζουν τὰ ἔθνη καὶ τοὺς λαούς- ὅταν δὲν ἔχουν φόβο Θεοῦ, κυριεύονται ἀπὸ ἀλαζονεία καὶ συμπεριφέρονται μὲ τρόπο σκληρὸ καὶ ἀπάνθρωπο, πολλὲς φορὲς καὶ σὲ αὐτοὺς ἀκόμα τοὺς οἰκείους τους. Ἀλλὰ ὁ Θεός, διὰ στόματος τοῦ Προφήτη Ἠσαΐα, προειδοποιεῖ τοὺς ἄρχοντες ἐκείνους οἱ ὁποῖοι δὲν σέβονται τὸν νόμο Τοῦ καὶ γι’ αὐτὸ κάνουν κατάχρηση τῆς ἐξουσίας τους, ὅτι θὰ τοὺς ταπεινώση, ἐπειδὴ δὲν ἀγαποῦν τὸν λαὸ καὶ δὲν ἐνδιαφέρονται γιὰ τὴν πρόοδο καὶ τὴν εὐημερία του, ὅπως ὄφειλαν νὰ κάνουν. Tοὺ συμπεριφέρονται σκληρὰ καὶ ἀπάνθρωπα, ψεύδονται καὶ παρανομοῦν, ἀφοῦ γίνονται «κοινωνοὶ κλεπτῶν ἀγαπῶντες δῶρα, διώκοντες ἀνταπόδομα, ὀρφανοῖς οὐ κρίνοντες καὶ κρίσιν χηρῶν οὐ προσέχοντες». Καὶ μάλιστα χρησιμοποιοῦν διάφορες προφάσεις γιὰ νὰ φορτώνουν τὸν λαὸ μὲ «φορτία βαρέα καὶ δυσβάστακτα», ἐνῷ αὐτοὶ ὄχι μόνον δὲν συμμετέχουν καθόλου στὸ σήκωμα αὐτῶν τῶν φορτίων, ἀλλὰ ἀντίθετα ζοὺν μὲ ἄνεση καὶ χλιδή, προκαλῶντας ἔτσι τὸν Θεὸ καὶ τὸν λαό.

Δεύτερον. Ἡ ὀρθόδοξη πίστη, ποῦ εἶναι ὁ τρόπος ζωῆς τῶν μελῶν τῆς Ἐκκλησίας, μαλακώνει καὶ ἡμερεύει τὸν ἄνθρωπο, ἀφοῦ τὸν θεραπεύει ἀπὸ τὰ πάθη καὶ τὸν ἐπαναφέρει στὸ κατὰ φύση, ἀλλὰ καὶ τὸν βοηθᾶ νὰ φθάση στὸ ὑπὲρ φύση καὶ νὰ γίνη ἐπίγειος ἄγγελος καὶ οὐράνιος ἄνθρωπος. Ὅταν οἱ Χριστιανοὶ γονεῖς εἶναι συνειδητὰ μέλη τῆς Ἐκκλησίας, μετέχουν στὴν λατρεία της καὶ κοινωνοῦν τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων μαζὶ μὲ τὰ παιδιά τους, τὰ ὁποία μαθαίνουν νὰ ἐκκλησιάζονται καὶ νὰ μεταλαμβάνουν ἀπὸ τὴν νηπιακή τους ἡλικία, τότε γονεῖς καὶ παιδιὰ ἡμερεύουν, γαληνεύουν, μαλακώνει ἡ καρδιά τους, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ ἐπικρατὴ μέσα στὴν οἰκογένεια εὔκρατο πνευματικὸ κλίμα, ἤτοι γαλήνη, εἰρήνη καὶ ἀγάπη. Στὴν περίπτωση αὐτὴ ὑπάρχει συνεννόηση καὶ ἐπικοινωνία μεταξὺ τῶν μελῶν τῆς οἰκογένειας, ἀλλὰ καὶ ὅταν συμβῇ κάποια παρεξήγηση, ὑπάρχουν οἱ προϋποθέσεις νὰ λυθῇ γρήγορα καὶ μὲ τὸν σωστὸ τρόπο, δηλαδή, χωρὶς νὰ παραμένη μέσα στὴν καρδιὰ πίκρα, ἡ ὁποία ὠθεῖ συνήθως στὴν ἐκδίκηση. Καὶ αὐτὸ εἶναι πολὺ σημαντικό, ἐπειδὴ ὑπάρχουν, δυστυχῶς, περιπτώσεις κατὰ τὶς ὁποῖες ἀνδρόγυνα ἢ ἀδέλφια ἢ γονεῖς μὲ τὰ παιδιά τους ἔχουν κακία καὶ μῖσος, δὲν συγχωροῦν εὔκολα καὶ δὲν ἐπικοινωνοῦν μεταξύ τους γιὰ μεγάλο χρονικὸ διάστημα. Καὶ αὐτὸ γίνεται, τὶς περισσότερες φορές, γιὰ ἀσήμαντη αἰτία.

Μέσα στὴν Ἐκκλησία ὁ ἄνθρωπος ἔχει τὴν δυνατότητα νὰ ἀναγεννηθῇ πνευματικά, νὰ ἀποβάλη τὴν ἀγριότητα τῶν παθῶν, νὰ γαληνεύση καὶ νὰ εἰρηνεύση μὲ τὸν ἑαυτό του καὶ μὲ τοὺς συνανθρώπους του.–

ΑΓΙΟΛΟΓΙΟ