Skip to main content

Ιερομόναχος Εὐθύμιος Καρακώστας Ἡγούμενος Ι. Μ. Προδρόμου Βομβοκοῦς

τοῦ Χαράλαμπου Χαραλαμπόπουλου

Στό ἀρχεῖο τοῦ μακαριστοῦ καθηγητή Παναγιώτη Χριστόπουλου, πού εἶχε τήν εὐγενῆ καλοσύνη νά ἐκχωρήση στήν Ε.Ν.Α.Μ. ἕνα μέρος του ἡ θυγατέρα του Β. Χριστοπούλου, καθηγήτρια Πανεπιστημίου στό Παρίσι, βρήκαμε τό ἄρθρο «Ο ΠΑΠΑ-ΘΥΜΙΟΣ», τό ὁποῖο ὑπογράφεται ἀπό τήν Τούλα Β. Καρκαντζοῦ. Πότε γράφηκε τό ἄρθρο δέν ἀναφέρεται. Μᾶλλον ἡ συντάκτρια τό ἔδωσε γιά δημοσίευση, δεδομένου ὅτι ὁ Χριστόπουλος εἶναι γνωστό ὅτι ἑτοίμαζε μελέτη γιά τό μοναστήρι. Μάλιστα μέ παρεκάλεσε τό 1983, πού εἴχαμε ἀρχίσει νά ἐνδιαφερόμαστε ὡς Ε.ΝΑ.Μ. γιά τά μοναστήρια τῆς Ναυπακτίας, νά μήν ἀσχοληθοῦμε μέ τό μοναστήρι τῆς Βομβοκοῦς, γιατί ἑτοίμαζε μέ ἕναν ἱστορικό τέχνης εἰδική μελέτη γιά αὐτό. Πράγματι, σεβαστήκαμε τήν παράκληση καί γι’ αὐτό στά «Ναυπακτιακά» δέν περιέχεται μελέτη γιά τόν Τίμιο Πρόδρομο. Δέν γνωρίζω γιατί δέν εὐοδώθηκε ἡ πρόθεσή του γιά συγγραφή τῆς ἱστορίας τοῦ παλαίφατου μοναστηριοῦ, οὔτε στά κατάλοιπά του βρέθηκε κάτι σχετικό.

Ἀπό τήν φετινή πανήγυρη τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Βομβοκοῦς.Ὁ παπα-Θύμιος εἶναι ὁ ἱερομόναχος Εὐθύμιος Καρακώστας, μοναχός τῆς Ἀμπελακιώτισσας, ὁ ὁποῖος τό 1939 τοποθετήθηκε στό μοναστήρι τοῦ Τιμίου Προδρόμου μέ τόν σκοποό νά τό ἀναδιοργανώση καί νά τό ἐπαναλειτουργήση. Πράγματι, ὁ παπα-Θύμιος παρέμεινε στό μοναστήρι μέχρις ὅτου τοῦτο μετατράπηκε σέ γυναικεῖο καί τό ἀνέλαβε ἡ Μαρία-Μαριάνθη Γκολιά. Ὁ παπα-Θύμιος ἐπέστρεψε στήν Ἀμπελακιώτισσα στίς 23-5-1943 καί στίς 30-10-1944 ἀπεβίωσε, ὅπως ἀναφέρεται στό παλιό Μοναχολόγιο τῆς Ἀμπελακιώτισσας.
Τό ἄρθρο τῆς Καρκαντζοῦ εἶναι βιωματικό, ἀφοῦ τόν γνώριζε ἀπό τίς ἐπισκέψεις της στό μοναστήρι καί παρουσιάζει ἀρκετές πτυχές τῆς ζωῆς του. Ἡ ἐπί 22 χρόνια παραμονή του στήν φυλακή ἀπό δικαστική πλάνη τόν ἔκανε νά ἀγαπήση περισσότερο τόν συνάνθρωπο καί ἀφιερώθηκε στόν Θεό, ὅπου βρῆκε τήν γαλήνη. Τήν γαλήνη αὐτή, παρότι αὐτοδίδακτος καί ὀλιγογράμματος, κατόρθωνε νά τήν μεταδίδη στούς πολυπληθεῖς προσκυνητές τοῦ μοναστηριοῦ.

Τό ἄρθρο δημοσιεύεται ὁλόκληρο χωρίς διορθώσεις καί περικοπές.


Ο ΠΑΠΑ-ΘΥΜΙΟΣ
(Σάν μνημόσυνο)

Ἡ ἱστορία του μοιάζει μέ θρῦλλο.
Παληκάρι 20 χρόνων ἦταν ὅταν τόν συνέλαβαν στό χωριό του, σ’ ἕνα φτωχό χωριό τῆς Ἀμφιλοχίας, γιά ἕνα φονικό πού ἔγινε ἐκεῖ καί πού ὁ πραγματικός δράστης τοῦ ἐγκλήματος κατώρθωσε νά μήν ἀποκαλυφθῆ. Δέν ὑπῆρχαν αὐτόπται μάρτυρες τοῦ ἐγκλήματος. Τά πράγματα ἐνοχοποίησαν τό νεαρό τσοπανόπουλο. Ἡ δικαιοσύνη πού δέν γνωρίζει τίς καρδιές τῶν ἀνθρώπων, ἀλλά στηρίζεται στίς καταθέσεις τῶν «μαρτύρων» τόν καταδίκασε σέ ἰσόβια δεσμά. Τό ἄδικο τόν ἔπνιγε. Μά, μή μπορώντας τίποτα ἄλλο νά κάμῃ γιά νά ἀποδειχθῇ ἡ ἀθωότητά του καί μή βρίσκοντας ἄλλη διέξοδο κατέφυγε στή θεία Δικαιοσύνη. «Θεέ μου» ἦταν ἡ καθημερινή προσευχή του, «φανέρωσε τήν ἀλήθεια, νά βγῶ στό φῶς καί στήν λευτεριά κι’ ὅρκο σοῦ δίνω νά γίνω καλόγερος, νά σ’ ὑπηρετήσω σ’ ὅλη μου τήν ζωή». Ὁ νεαρός μας δέν ἔπαυε νά πιστεύῃ στήν θεία ἐπέμβαση. Καί περιμένοντας καί ὑπομονεύοντας στήν φυλακή του, ἔμαθε λίγα γράμματα. Μποροῦσε νά διαβάζῃ βίους Ἁγίων ἀπό τούς ὁποίους εἶχε ἐμπνεύσεις πίστεως καί ἐγκαρτερήσεως.

Πέρασαν 22 χρόνια, ὁπότε ἕνα πρωϊνό τοῦ ἀνήγγειλαν ὅτι ἦταν ἐλεύθερος καί ἀθῶος. Τί εἶχε συμβῆ; Ὁ πραγματικός φονιᾶς, πού δέν εἶχε ποτέ καθησυχάσει τήν συνείδησί του, βρέθηκε στό χεῖλος τοῦ τάφου. Τό τέλος ἦταν πολύ σιμά του. Μά, ἡ ψυχή του βάραινε τόσο, πού δέν μποροῦσε νά ἀποχωρήσῃ ἀπό τό ἁμαρτωλό κορμί του. Ταλαιπωρία! Τότε κάλεσε τόν πνευματικό καί τοῦ λέγει: «Δέν θά ξεψυχήσω, Παπά μου, ἀφοῦ μέ βαραίνει ἕνα ἔγκλημα καί ἡ καταδίκη ἑνός ἀθώου». Ἐξωμολογήθηκε τήν ἀλήθεια. Ἔτσι, μετά ἀπό 22ετῆ κάθειρξιν ὁ νέος-γέρος πιά ἀπό τά βάσανα- ἦταν ἐλεύθερος.  Δέν ξέχασε τήν ὑπόσχεσί του στόν Θεό. Ἔγινε καλόγερος. Πέρασαν χρόνια ὅταν ἦρθε στήν Ναύπακτο. Ἐκεῖ τόν γνωρίσαμε. Παρ’ὅλο πού ἦταν ἀγράμματος εἶχε μιά καταπληκτική πειστικότητα. Ἀρκεῖ ν’ ἀναφερθῇ ὅτι Ἐπιστήμονας τῆς Ναυπάκτου κατώρθωνε νά τούς πείθῃ καί νά τούς ἐξομολογῇ.

 

Κάθε βράδυ στόν Νάρθηκα τῆς παλαιᾶς Βυζαντινῆς Ἐκκλησίας μέ τίς καπνισμένες τοιχογραφίες διάβαζε τό ἀπόδειπνο καί ἔψελνε πολλά τροπάρια ὅλων τῶν γιορτῶν τοῦ χρόνου καί μέ φωνή πού συντάραζε τήν ρεματιά.

 

Ἐκεῖνοι σέ πολλές περιπτώσεις ἐξεδήλωναν τόν σεβασμό τους καί τήν ἐκτίμησί τους στόν Σεβάσμιο γέροντα. Μιλοῦσε ἁπλᾶ, ἀλλά μέ καταπλήσσουσαν πειθώ. Πίστευε πολύ στόν Θεό καί τήν πίστη του τήν μετέδιδε κατ’ εὐθεῖαν στήν ψυχή τῶν ἄλλων μέ τά ἀπέριττα λόγια του. Συνήθιζε νά λέῃ συχνά: «Δέν χρειάζονται πολλά λόγια: Ἀγαπήσης Κύριον τόν Θεό σου ἐξ ὅλης τῆς ψυχῆς σου καί ἐξ ὅλης τῆς διανοίας σου καί τόν πλησίον σου ὡς ἑαυτόν». Βαθύς ἀνατόμος τῆς ἀνθρώπινης ψυχῆς πίστευε στήν ἐξομολόγησι σέ θαυματουργικό φάρμακο γιά τίς ἀρρώστειες τῆς ψυχῆς καί τῆς συνειδήσεως τίς τύψεις. Γι’ αὐτό ὅλη του τήν ζωή τήν κατηνάλωσε γιά τόν ἱερό αὐτό σκοπό. Ἔτρεχε στά χωριά γιά νά «ξομολοήσῃ» τόν κόσμο. «Γέροντα» λέει μιά μέρα σι’ἕνα 80ντάρη χωρικό πού πόστιαζε τά χερόβολα τοῦ σταριοῦ στό χωράφι, «Γέροντα», πόσα χρόνια ἔχεις νά ξομολοηθῆς;» Ὁ χωρικός, παληός ζωοκλέφτης, εἶχε πάρει διαζύγιο μέ τήν Ἐκκλησία καί νόμιζε πῶς οἱ δυό τους δέν εἶναι νά γίνουν ποτέ φίλοι. Σέ λίγο πίσω ἀπό τήν θημωνιά ὁ παπα-Θύμιος ἔβγαζε τό πετραχήλι καί ὁ χωρικός μας ἀλάφρωνε τήν ψυχή του μέ τήν ἐξομολόγηση. Πόσα τέτοια μποροῦμε νά θυμηθοῦμε γιά τόν Παπα-Θύμιο! Στό Μοναστῆρι τ’ Ἅϊ Γιαννιοῦ, 2 ½ ὧρες πιό πάνω ἀπό τήν Ναύπακτο γνωρίσαμε καλά τόν ἀξιοσέβαστο γέροντα σέ ἡλικία 80 χρόνων περίπου, λίγο πρό τοῦ θανάτου του. Εἶχε καταφύγει ἐκεῖ «γιά νά σώσῃ τήν ψυχή του».

Κάθε βράδυ στόν Νάρθηκα τῆς παλαιᾶς Βυζαντινῆς Ἐκκλησίας μέ τίς καπνισμένες τοιχογραφίες διάβαζε τό ἀπόδειπνο καί ἔψελνε πολλά τροπάρια ὅλων τῶν γιορτῶν τοῦ χρόνου καί μέ φωνή πού συντάραζε τήν ρεματιά. «Γιατί ψέλνεις τόσο δυνατά παπούλη;» τόν ρώτησε μιά μικρή. «Νά, γιά νά φτάσῃ ἡ φωνή μου στό Θεό, παιδί μου» ἀπάντησε. Ἁπλοϊκή πίστη πού γεμίζει μέ δέος τήν ψυχή καί τοῦ πιό σοφοῦ. Ἦταν ἀπό τούς λίγους παπάδες πού ἀφησαν ἴχνη καλῆς ἐπιδράσεως μέ τό διάβα τους. Μακάρι ἡ ψυχή του νά εἶναι κάπου χαρούμενη καί μακάρι νά εἴχαμε πολλούς σάν κι’ αὐτόν παπάδες. Ἔζησε ἁγνός καί τίμιος ὑπηρέτης τοῦ Θεοῦ καί σάν ἅγιος πέθανε τό 1944 στό Μεσολόγγι καί τάφηκε στό Νεκροταφεῖο τοῦ Ἁγίου Λαζάρου τῆς ἰδίας πόλεως.

ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ
Ὁ Εὐθύμιος Καρακώστας γεννήθηκε εἰς Στάνου Ἀμφιλοχίας τῆς Ἐπαρχίας Βάλτου τοῦ Νομοῦ Αἰτωλ/νίας τό 1866.
Στίς 23-9-1909 ἐκάρη μοναχός.
Στίς 6-8-1924 χειροτονήθηκε διάκονος ὑπό τοῦ Μητροπολίτου Αἰτωλ/νίας Κωνσταντίνου.
Στίς 7-8-1924 χειροτονήθηκε πρεσβύτερος.
Τό ἔτος 1936 ἦλθε στό Μοναστῆρι Ἀμπελακιώτισσα Ναυπακτίας καί ἀποχώρησεν στίς 25-5-1940.
Ἀπεβίωσε στίς 30-10-1944 εἰς Μεσολόγγιον φιλοξενούμενος εἰς φιλικήν οἰκίαν.
(Τά ἀνωτέρω στοιχεῖα ἔλαβον ἀπό τό «Κληρικολόγιον» τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Ναυπακτίας καί Εὐρυτανίας).
Τούλα Β. Καρκαντζοῦ».

  • Προβολές: 3278