Skip to main content

Ἐπίκαιροι Σχολιασμοί: Ἀνταγωνισμός ἤ ἑνότητα

Τοῦ Πρωτ. Θωμᾶ Βαμβίνη

«Ὁ κόσμος ὅλος ἐν τῷ πονηρῷ κεῖται». Ὑπάρχουν ὅμως καί αὐτοί πού σέ ὅλες τίς ἐποχές δέν συμβιβάζονται μέ τόν πονηρό καί τήν πονηρία καί νικοῦν τόν κόσμο. Εἶναι, κατά τόν ἅγιο Ἰωάννη τόν Θεολόγο, οἱ γεννηθέντες «ἐκ τοῦ Θεοῦ», οἱ ὁποῖοι προφυλάσσουν τόν ἑαυτό τους, «καὶ ὁ πονηρὸς οὐχ ἅπτεται αὐτ[ῶν]»(Α΄ Ἰωάν. 5,18).

Πάντως, εἶναι ἁπτή πραγματικότητα ὅτι ἡ ζωή τοῦ κόσμου ἔχει διαβρωθῆ, καί διαβρώνεται συνεχῶς, ἀπό τήν ἀνομία καί τήν ἀδικία. Ἡ ἁμαρτία ἔχει γίνει καθεστώς μέ νομική κάλυψη καί διεθνεῖς συμβάσεις. Εἶναι, ἐπίσης, ἀδιάψευστη καί διαχρονική ἀλήθεια, διατυπωμένη ἀπό τόν Χριστό καί τούς Ἀποστόλους Του, ὅτι ἡ νοοτροπία τοῦ κόσμου εἶναι στόν ἀντίποδα τοῦ πνεύματος τοῦ Χριστοῦ, τοῦ Πνεύματος πού ἀποτελεῖ τήν ζωή τῶν μελῶν τῆς Ἐκκλησίας. Γι’ αὐτό ἀνάμεσα στόν κόσμο καί τήν Ἐκκλησία ὑπάρχει πλήρης ἀσυμφωνία ἀκόμη καί στά αὐτονόητα γιά τήν κοινωνία τῶν ἀνθρώπων, πού δέν ἔχουν ὑποστῇ τήν καλή ἀλλοίωση ἀπό τήν ἀνακαινιστική καί ἑνοποιητική δράση τοῦ μυστηρίου τῆς Ἐκκλησίας. Κατά τό ἀπόστολο Παῦλο, ἄλλωστε, ποιά «κοινωνία» μπορεῖ νά ὑπάρχη ἀνάμεσα στό φῶς καί τό σκοτάδι; «Τίς δὲ συμφώνησις Χριστῷ πρὸς Βελίαλ;».

Ἕνα «αὐτονόητο» στό ὁποῖο φαίνεται ἡ πλήρης ἀσυμφωνία κόσμου καί Ἐκκλησίας εἶναι τό ἰδεολόγημα τοῦ ἀνταγωνισμοῦ, τό ὁποῖο δέν συνδέεται μόνο μέ τήν οἰκονομία τῆς ἐλεύθερης ἀγορᾶς, τόν «ἀνταγωνιστικό καπιταλισμό», ἀλλά γενικά μέ τήν ζωή καί τήν δράση τῶν ἀνθρώπων τῶν ὁποίων οἱ πράξεις καθοδηγοῦνται ἀπό τήν πλεονεξία καί τόν φθόνο. Αὐτό σημαίνει ὅτι μποροῦμε νά τό συναντήσουμε παντοῦ, σέ ὅλες τίς πτυχές τῆς ἀνθρώπινης ζωῆς, ἀπό τήν πολιτική, τήν οἰκογενειακή ἕως καί τήν ἐκκλησιαστική πτυχή της. Ἀλλοῦ ὁ ἀνταγωνισμός εἶναι ἀπροκάλυπτος, ἀλλοῦ κεκαλυμμένος.

Αἰτία γιά τήν ἀναφορά μας στόν ἀνταγωνισμό ἀποτέλεσε ἀφ’ ἑνός μέν ὁ μονομανής ὑπερτονισμός τῶν «εὐεργετικῶν» ἀποτελεσμάτων τοῦ ἀνταγωνισμοῦ στήν ἐλεύθερη οἰκονομία, ἀφ’ ἑτέρου δέ ἡ ἀνάγνωση μιᾶς ὁμιλίας τοῦ μακαριστοῦ Γέροντος Σωφρονίου Σαχάρωφ, στήν ὁποία περιγράφεται τό πῶς «ἐξαφανίζεται κάθε “ἀνταγωνισμός”», ὁ ὁποῖος ἀπό τήν φύση του ἔχει ἐνέργεια διαιρετική τῆς κοινωνίας τῶν ἀνθρώπων καί πῶς ἀντίστροφα μπορεῖ νά ἐπιτευχθῆ ἡ ἑνότητα τῶν ἀνθρώπων, τῆς συνοδείας τῶν μοναχῶν στούς ὁποίους ἀπευθύνεται, ἀλλά καί γενικότερα ἡ ἑνότητα τῶν μελῶν τῆς Ἐκκλησίας, μέ τό νά ἀσκεῖται ὁ καθένας νά περιλάβη στήν ζωή του τόν «Ἀδάμ παγγενῆ», ὁμοιούμενος διαρκῶς πρός τόν Χριστό. Στήν διαδικασία αὐτῆς τῆς ἐν Χριστῷ ἑνοποίησης κάθε ἀνταγωνισμός ἐξαφανίζεται.

Στήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ εἰσέρχονται αὐτοί πού βρῆκαν τήν στενή καί τεθλιμμένη ὁδό τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ, μέ τίς ὁποῖες μεταμορφώνονται ὅλα τά πάθη καί γίνονται ἀπό διαβλητά ἀδιάβλητα. Ὅμως ὁ κόσμος πού βρίσκεται ἔξω ἀπό αὐτήν τήν ὁδό σέ ὅλες τίς δραστηριότητές του κινεῖται ἀπό τά ἀμεταμόρφωτα πάθη. Ἡ οἰκονομία του, γιά παράδειγμα, κινεῖται ἀπό τήν πλεονεξία. Κι’ αὐτό διότι ἡ πείρα τοῦ κόσμου τούτου ἔχει δείξει ὅτι ἄν δέν ὑπάρχει ἡ ἐλπίδα τοῦ κέρδους δέν μπορεῖ νά ὑπάρξη ἀνάπτυξη τῆς ἐπιχειρηματικότητας. Αὐτή ἡ ἐλπίδα, ἡ σύμφυτη μέ τήν πλεονεξία, ἐμπνέει ἐπιχειρηματικά προγράμματα, μεθόδους, καί μεθοδεύσεις, καί ἀποτελεῖ τήν κινητήρια δύναμη τοῦ ἀνταγωνισμοῦ. Ἡ πολιτική ζωή, ἐπίσης, ἐνεργοποιεῖται ἐν πολλοῖς ἀπό τό πάθος τῆς ἐξουσίας. Ἄν δέν ὑπῆρχε ἡ ἐπιθυμία τῆς ἐξουσίας, μέσα στό πλαίσιο τοῦ δημοκρατικοῦ πολιτεύματος, δέν θά ὑπῆρχε ὁ ἀνταγωνισμός τῶν κομμάτων καί ὡς ἐκ τούτου δέν θά ἦταν μᾶλλον δυνατόν, χωρίς κομματικό ἀνταγωνισμό, νά ἀναπτυχθοῦν «φιλολαϊκές» πολιτικές, ἱκανές νά δελεάσουν τό ἐκλογικό σῶμα.

Πρέπει νά διευκρινίσουμε βέβαια ὅτι ὁ ἀνταγωνισμός ἔχει μέσα του τό στοιχεῖο τῆς ἀντιπαλότητας, τῆς μάχης. Εἶναι ἀγώνας ἐναντίον κάποιου. Δέν εἶναι συναγωνισμός, δηλαδή ἀγώνας μαζί μέ ἄλλους γιά τήν ἐπίτευξη ἑνός κοινοῦ στόχου. Οὔτε ἀκόμη εἶναι ὑγιής ἅμιλλα, συναγωνισμός μέ εὐγενεῖς ὑψηλούς στόχους. Ἄν καί δέν εἶναι λίγες οἱ φορές πού ὁ συναγωνισμός καί ἡ ἅμιλλα λειτουργοῦν ὡς τά ἀγαθά προσωπεῖα τοῦ ἀνταγωνισμοῦ.
Τό πόσο ἔχει ἑδραιωθῆ μέσα στίς ἀντιλήψεις τῶν ἀνθρώπων τό ἰδεολόγημα τοῦ ἀνταγωνισμοῦ, δηλαδή τῆς ἀντιπαλότητας μέσα στήν κοινωνική καί οἰκονομική ζωή, φαίνεται μέ χαρακτηριστικό τρόπο σέ ἄρθρο τοῦ Ν. Κωνστατάρα (Καθημερινή 21.09.2014), στό ὁποῖο περιγράφεται τό πῶς «ἡ ἀδικία μένει ἀλώβητη στήν κρίση», τό πῶς δέν διορθώθηκαν στρεβλώσεις πού ὑπῆρχαν πρίν ἀπό τόν τελευταῖο οἰκονομικό πειρασμό τῆς χώρας μας, στό ὁποῖο μεταξύ ἄλλων σημειώνεται: «Ὅσο πιό ἀνταγωνιστική καί ἄν γίνει ἡ οἰκονομία, […] ὅταν κυριαρχεῖ ἡ αἴσθηση τῆς ἀδικίας, τῆς ἀσυδοσίας καί τῆς διαφθορᾶς, ἡ κρίση δέν θά φέρει κανένα θετικό ἀποτέλεσμα».

Τό σημεῖο πού μᾶς ἐνδιαφέρει, ἀπό τό παραπάνω παράθεμα, εἶναι τό ἀκόλουθο: Ἀκόμη καί μέσα στήν ἀπογοητευτική ἀτμόσφαιρα πού δημιουργεῖ ἡ αἴσθηση τῆς ἀδικίας, ἡ ὁποία μένει ἀλώβητη ἀπό τήν κρίση, ὑπάρχει πάντα μιά θετική ἄποψη γιά τόν ἀνταγωνισμό, σάν νά εἶναι ὁ ἀνταγωνισμός κάτι ἀπό τήν φύση του ἀγαθό. Τό: «Ὅσο πιό ἀνταγωνιστική καί ἄν γίνει ἡ οἰκονομία», αὐτό δείχνει. Γιά τούς θιασῶτες μάλιστα τῆς ἐλεύθερης οἰκονομίας εἶναι ἕνα ἰδανικό, ἀφοῦ μέσα στό πλαίσιο τῶν κανόνων της (ἄν ὑπάρχουν κανόνες στήν δίψα τοῦ κέρδους, στήν ἀσυδοσία τῆς πλεονεξίας) ἀποτελεῖ θεμελιῶδες στοιχεῖο τοῦ «πνεύματος» τῆς παγκοσμιοποίησης. Ὁ ἀνταγωνισμός θεωρεῖται ἡ προωθητική μηχανή τῆς οἰκονομίας καί ταυτόχρονα ὡς μιά δύναμη αὐτορρύθμισης τῶν ἀγορῶν. Κατά τόν νομπελίστα οἰκονομολόγο μάλιστα Μ. Φρίντμαν, ἀπό τίς βασικές λειτουργίες τοῦ Κράτους πρέπει νά εἶναι ἡ ἐπιβολή τῆς ἰσχύος τῶν ἰδιωτικῶν συμφωνιῶν καί ἡ ἐνθάρυνση τῶν ἀνταγωνιστικῶν ἀγορῶν.

Σ’ αὐτόν τόν κόσμο ζοῦμε. Ἔτσι κινεῖται ὁ κόσμος τῆς φθορᾶς. Αὐτά θεωρεῖ καλά καί ὠφέλιμα. Ἄς δοῦμε ὅμως πῶς πολιτεύεται ὁ ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος ἐπιθυμεῖ τήν ἑνότητα τοῦ ἀνθρωπίνου γένους, ἡ ὁποία δέν μπορεῖ νά βιωθῆ ἔξω ἀπό τό σῶμα τῆς Ἐκκλησίας. Τό θαυμαστό εἶναι ὅτι ὁ καθένας πού ἐνεργοποιεῖται στήν ὑπακοή τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ, ὡς μέλος τῆς Μίας, Ἁγίας, Ἀποστολικῆς καί Καθολικῆς Ἐκκλησίας, συμπεριλαμβάνει στήν ζωή του, ἀρχίζοντας ἀπό τούς πιό κοντινούς του ἀνθρώπους, ὅλη τήν ἀνθρωπότητα. Παραθέτουμε τόν σχετικό λόγο τοῦ Γέροντος Σωφρονίου, ὁ ὁποῖος διακρίνεται γιά ἀσκητικό ρεαλισμό.

Κατ’ ἀρχήν, μιλώντας σέ μοναχούς, ἐπισημαίνει: «Αὐτοί πού ἔρχονται ἀπό ἔξω δέν μποροῦν νά δοῦν τήν πραγματική πορεία τῆς Μονῆς μας». Ἡ ἐσωτερική ζωή, ἡ ζωή τοῦ Πνεύματος τοῦ Θεοῦ μέσα στούς ἀνθρώπους εἶναι ἀθέατη ἀπό τούς ἐξωτερικούς παρατηρητές. Καί συμπληρώνει: «Ἀκόμη καί ὅταν συγκεντρωνόμαστε μόνοι, πάλι δέν κατορθώνουμε τήν ἑνότητα τοῦ πνεύματος· ὄχι γιατί δέν ἔχουμε τήν ἐπιθυμία, ἀλλά γιατί ἔχουμε διαφορετική ἐμπειρία, καί ὁ καθένας κατανοεῖ τά πράγματα στά μέτρα τῆς ἐμπειρίας του». Ἡ ἐπίγνωση αὐτῆς τῆς πραγματικότητος, τῶν διαφορετικῶν μέτρων τῆς πνευματικῆς ἐμπειρίας, εἶναι ἡ ἀφετηρία τοῦ ἀσκητικοῦ ἀγώνα τῆς συμπερίληψης τῶν ἄλλων στήν ζωή τοῦ καθενός. Γιά ὅσους ἦρθαν πρόσφατα στήν ἀδελφότητα λέει: «ἀναγνωρίζουμε στά πρόσωπά τους οἰκείους κατά τό πνεῦμα ἀνθρώπους. Βεβαιότατα, σκοπός μας εἶναι νά τούς συμπεριλάβουμε στή ζωή μας, ὥστε ἡ ἀδελφότητά μας νά γίνει κατά κάποιον τρόπο ὡς ἕνας ἄνθρωπος». Καί συμπληρώνει: «Ὅταν ἀφομοιώνουμε τή σκέψη αὐτή, τότε σχεδόν ἐξαλείφονται πολλές καί διάφορες παραξηγήσεις. Τότε ἐξαφανίζεται κάθε “ἀνταγωνισμός”. Καί κάθε καλό ἔργο, κάθε καλός λόγος, οἰκοδομεῖ τή Μονή μας καί τήν στερεώνει. Ἀντίθετα ὅμως, κάθε λόγος πού ἀποτελεῖ ἐκδήλωση ἀδυναμίας μας, τῶν παθῶν μας, καί ὄχι τοῦ θείου θελήματος καταστρέφει τήν Μονή».
Ὁ ἀνταγωνισμός πού κινεῖται ἀπό τήν πλεονεξία δέν μπορεῖ νά οἰκοδομήση τήν ἑνότητα τῆς κοινωνίας, ἀντίθετα τήν καταστρέφει.

Πῶς ὅμως ὑπερβαίνεται ὁ ἀνταγωνισμός καί ἐπιτυγχάνεται ἡ ἑνότητα εἴτε στό μοναστήρι εἴτε στόν κόσμο; Πρῶτον, ὅταν καταλάβουμε, σύμφωνα μέ σχετική διδασκαλία τοῦ ὁσίου Σιλουανοῦ, στήν ὁποία ἀναφέρεται ὁ Γέροντας Σωφρόνιος, ὅτι τά διάφορα διακονήματα πού ἀνατίθενται, τόσο στό κόσμο ὅσο καί στό μοναστήρι, ἀπό τά πλέον ὑπεύθυνα μέχρι τά πιό ἁπλά, δέν ἔχουν καμμιά σημασία γιά τήν ψυχή. Τίποτε, δηλαδή, ἀπό αὐτά πού ἀποτελοῦν τό ὑλικό τοῦ ἀνταγωνισμοῦ δέν ἔχει σημασία γιά τήν πραγματική ζωή τοῦ ἀνθρώπου. Καί δεύτερον, ὅταν ὁ καθένας ἐκπληρώνη τήν ἐργασία του σύμφωνα μέ τά χαρίσματά του καί τήν ἀντοχή του. Ὅταν δηλαδή οὔτε ἀδρανεῖ, ἀλλά οὔτε δίνεται σέ πάνω ἀπό τήν ἀντοχή του ἔργα, ὑπερεκτιμώντας τίς δυνατότητές του. «Τότε», λέει ὁ Γέροντας Σωφρόνιος, «ἐξαφανίζεται ἡ αἰτία γιά ὁποιοδήποτε εἶδος ἀνταγωνισμοῦ ἤ ζήλιας ἤ κάτι παρόμοιο».

Αὐτά μᾶς διδάσκει ἡ σύνεση τῶν μετόχων τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ.

ΕΠΙΚΑΙΡΟΙ ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΙ

  • Προβολές: 3672