Γράφτηκε στις .

Κύριο ἄρθρο: Ἡ μυστική φωνή τοῦ Ἁγίου Ὄρους

Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου Ἱεροθέου

Ἡ πρόσφατη ἐπίσκεψή μου στό Ἅγιον Ὄρος ἔφερε στήν μνήμη μου ἔντονες ἀναμνήσεις ἀπό τήν πολυχρόνια σχέση μου μέ τούς μοναχούς πού ἀθλοῦνται πνευματικά σέ αὐτό. Κάθε ἐπίσκεψη στό Ἅγιον Ὄρος ἦταν καί εἶναι μιά μύηση στήν μυστική ζωή του πού κινεῖται πέρα ἀπό τήν ἐπιφάνεια καί τόν κόσμο τῶν αἰσθήσεων καί τῆς λογικῆς.

Ἡ πρώτη μου ἐπίσκεψη στό Ἅγιον Ὄρος ἦταν τό ἔτος 1966, ὅταν μέ ὁμάδα συμφοιτητῶν μου ὑπό τήν καθοδήγηση τοῦ καθηγητοῦ Παναγιώτου Χρήστου καταγράφαμε τά χειρόγραφα στίς βιβλιοθῆκες τῶν Ἱερῶν Μονῶν. Ἡ ἐργασία ἦταν ἐπίπονη, γιατί ἐν πολλοῖς βιβλιοθῆκες δέν ὑπῆρχαν, οἱ περισσότεροι χειρόγραφοι κώδικες ἦταν σέ κιβώτια καί ἔπρεπε σέ λίγες ὧρες, στό ἐνδιάμεσο μεταξύ τῶν ἱερῶν ἀκολουθιῶν στό καθολικό, νά τά ἀνοίγουμε, νά τά ἀξιολογοῦμε, νά τά χαρακτηρίζουμε καί στήν συνέχεια νά τά καταγράφουμε σέ εἰδικούς καταλόγους. Παραμείναμε περίπου ἐνάμιση μήνα σέ διάφορα Μοναστήρια, συμμετέχοντας στίς ἱερές ἀκολουθίες καί ἐργαζόμενοι στίς βιβλιοθῆκες.

Τότε ὅλα μοῦ προκαλοῦσαν ἔκπληξη, κυρίως ἡ ὅλη διοργάνωση τῶν Μοναστηριῶν καί ἡ πρώτη ἐπικοινωνία μέ κοινοβιάτες καί ἰδιορρυθμίτες μοναχούς. Αἰσθανόμουν ὅτι βρισκόμουν αἰῶνες πρίν στήν Ρωμαϊκή Αὐτοκρατορία (Βυζάντιο) μέ τόν ἰδιαίτερο τρόπο ζωῆς, τό παλαιό ἡμερολόγιο, τήν παλαιά μέτρηση τῆς ὥρας καί τόν τρόπο σκέψεως τῶν ἀρχαίων μοναχῶν.

Ἡ πρώτη αὐτή ἐπικοινωνία μέ τό ἄγνωστο μυστήριο τοῦ Ἁγίου Ὄρους ἦταν ἀναγνωριστική, ἐξωτερική, ἐπιφανειακή, ὅταν βλέπω αὐτήν τήν σχέση ὕστερα ἀπό πολλά χρόνια. Ὡστόσο ἦταν ἡ ἀρχή συχνότερης ἐπικοινωνίας, ἡ ὁποία μέ τήν πάροδο τοῦ χρόνου γινόταν καί πιό ἐσωτερική. Ἔκτοτε, πολλαπλασιάσθηκαν οἱ προσκυνηματικές ἐπισκέψεις στά Μοναστήρια, τίς Σκῆτες, τίς Καλύβες, τά Καθίσματα, τά Κελλιά, τήν ἔρημο τοῦ Ἁγίου Ὄρους. Βάδισα ἐπί ὧρες πολλές στά εὐλογημένα μονοπάτια τοῦ Ἁγίου Ὄρους, πλησιάζοντας τά παραθαλάσσια Μοναστήρια μέ ἥσυχη καί ταραχώδη θάλασσα, ἀνέβηκα σέ βράχους καί σπήλαια, ἀγρύπνησα σέ Μοναστήρια, Σκῆτες καί Κελλιά καί ἀπήλαυσα τό ἴδιο τυπικό μέ τίς ἰδιομορφίες κάθε περιοχῆς.

Ἀπό τά Μοναστήρια πῆγα στίς Σκῆτες, κυρίως στήν Ἱερά Νέα Σκήτη, ὅπου ἐμόναζε μεταξύ ἄλλων Πατέρων καί ὁ γνωστός μου ἀπό τό Ἀγρίνιο Ἀρχιμ. Σπυρίδων Ξένος, τόν ὁποῖο εἶχα Διευθυντή στό οἰκοτροφεῖο στό Ἀγρίνιο, ὅταν ἤμουν μαθητής. Ἐκεῖ εὕρισκα ἀρχοντική φιλοξενία, ὡς φοιτητής καί ἐκεῖ τό 1971 πέρασα τήν σύντομη μοναχική δοκιμασία μου. Μοῦ ἄρεσε ἰδιαίτερα ἡ σκητιώτικη ζωή, μέ τήν ἀγάπη καί τήν ἐλευθερία, μέ τήν ἡσυχαστική καί κοινοτική ζωή. Στήν Νέα Σκήτη τότε ἦταν ἡ Συνοδεία τοῦ Ἱερομονάχου Ἐφραίμ, ἀργότερα Ἡγουμένου τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Φιλοθέου, καί ἐκεῖ ἀθλοῦνταν πνευματικά ὁ μοναχός Ἰωσήφ, ἀργότερα Βατοπαιδινός, καί ὁ μοναχός Θεοφύλακτος, πνευματικά παιδιά τοῦ Γέροντος Ἰωσήφ τοῦ Σπηλαιώτου. Ἕνα κομμάτι τῆς ζωῆς μου συνδέεται μέ τήν Νέα Σκήτη καί τήν ἀγάπη τῶν Πατέρων πού ἀκόμη ζοῦν ἐκεῖ, ὅπως τοῦ π. Ἀνδρέα τῶν Ἀβραμαίων, τοῦ π. Τρύφωνος, τοῦ π. Ἰγνατίου κ.ἄ.

Ἀπό τήν Νέα Σκήτη ἀνοιγόμουν πολλές φορές πρός τήν Ἁγία Ἄννα, τήν Μικρά Ἁγία Ἄννα, τά Κατουνάκια καί τά Καρούλια. Ἰδιαιτέρως στήν ἔρημο τοῦ Ἁγίου Ὄρους συνάντησα ἐρημίτες μοναχούς μέ νοερά προσευχή, θεωρία Θεοῦ, ἀγάπη στόν Θεό καί στούς ἀνθρώπους, μιά γνήσια ἀσκητική ζωή. Ὁ π. Γεράσιμος Μικραγιαννανίτης καί ἡ συνοδεία του, ὁ Γέρων Θωμᾶς καί ἡ συνοδεία του, ὁ Γέρων Γερόντιος τῶν Δανιηλαίων καί ἡ συνοδεία του, ὁ Ἱερομόναχος Ἐφραίμ ὁ Κατουνακιώτης κ.ἄ. κάθε φορά μέ ἔτρεφαν πνευματικά μέ τήν ἀγάπη τους καί ὁ καθένας μέ τόν ἰδιαίτερο τρόπο του καί τόν χαρακτήρα του μοῦ ἀπεκάλυπταν τήν μυστική ὀμορφιά τοῦ Ἁγίου Ὄρους.

Σχεδόν πενήντα χρόνια περιτριγύριζα τό Ἅγιον Ὄρος, πολλές φορές τόν χρόνο, ἀνακαλύπτοντας σέ κάθε προσκύνημα κάτι καινούριο, πού ἦταν τό παλιό καί εὐλογημένο κρασί τοῦ Ἁγίου Ὄρους. Ἀπό αὐτό τό κρασί ἔπινα καί μεθοῦσα πνευματικά, ἀπό τό εὐλογημένο ψωμί τρεφόμουν στόν καθημερινό ἀγώνα μου, λάμβανα πνευματική τροφή, ὑπερνικοῦσα ὅλες τίς δυσκολίες.

Σχεδόν ἀπό τήν ἀρχή τῆς ἱερατικῆς μου διακονίας γνώρισα καί συνδέθηκα πνευματικά μέ τόν ἅγιο Παΐσιο τόν Ἁγιορείτη, μιά ἐκλεκτή ἁγιορετική μορφή, ὁ ὁποῖος γνώριζε μέ ἐπάρκεια τήν ἐπιστήμη τῶν λογισμῶν καί ὡς πνευματικός ἰατρός θεράπευε ὅλες τίς πληγές τῶν ἀνθρώπων πού τόν πλησίαζαν γιά νά μάθουν τά μυστικά τῆς πνευματικῆς ζωῆς. Κάθε συνάντηση μαζί του ἦταν ἕνα μάθημα ὀρθόδοξης θεολογίας. Πόσες ὧρες δέν ἀφιέρωσε αὐτός ὁ εὐλογημένος ἀσκητής, ὁ ἅγιος Παΐσιος, συζητώντας μαζί μου γιά νά μέ βοηθήση στόν ἀγώνα μου ὡς Κληρικοῦ, τόσο γιά τόν ἑαυτό μου, ὅσο καί γιά τήν ποιμαντική μου διακονία!

Ἔτσι, ἀπό τά χειρόγραφα τῶν Μοναστηριῶν πέρασα στίς Σκῆτες, ἀπό ἐκεῖ στήν ἔρημο∙ ἀπό τούς κοινοβιάτες ἔφθασα στούς ἐρημίτες∙ ἀπό τίς ἀγρυπνίες πέρασα στήν ἡσυχία τῆς ἐρήμου, στόν ἅγιο Παΐσιο καί τόν παπα-Ἐφραίμ τόν Κατουνακιώτη. Μεγάλη δωρεά τοῦ Θεοῦ.

Δέν εἶναι εὔκολο νά πλησιάση κανείς τό Ἅγιον Ὄρος καί τούς μοναχούς του. Πρέπει πρῶτα νά ἀποβάλη τούς δερμάτινους χιτῶνες τῆς λογικῆς καί τῆς κοσμικῆς νοοτροπίας. Ὑπῆρχαν περίοδοι πού δέν μέ ἐνδιέφεραν καθόλου τά κειμήλια καί τά χειρόγραφα τῶν Μονῶν, παρά μόνον οἱ καρδιές τῶν μοναχῶν. Τίς πλησίαζα μέ σεβασμό καί φόβο, γιά νά μάθω τά μυστικά τους. Ρωτοῦσα ὅποιον μοναχό συναντοῦσα νά μοῦ πῆ τίς ἐμπειρίες του γιά τήν προσευχή καί κυρίως τήν νοερά καρδιακή προσευχή. Πάντοτε ἄκουγα, σχεδόν ποτέ δέν ὁμιλοῦσα. Μπαίνοντας στό Ἅγιον Ὄρος ἄφηνα ἔξω τά βιβλία, τά κηρύγματα, τήν ἀνθρώπινη σοφία καί προσπαθοῦσα νά μυηθῶ στήν παράξενη γιά τά ἀνθρώπινα δεδομένα μυστική ζωή του. Τό Ἅγιον Ὄρος δέν εἶναι αὐτό πού φαίνεται ἐξωτερικά, ἀλλά αὐτό πού ἀκούγεται μυστικά. Ὑπῆρχαν περιπτώσεις πού ἄκουσα τήν μυστική κραυγή του, τήν ὁποία, κατά παράδοξο τρόπο, γιά νά τήν ἀκούσω, ἔπρεπε νά σιωπήσω. Στήν περίπτωση αὐτή λειτουργοῦν ἄλλες αἰσθήσεις.

Αὐτή ἡ ἁγιορειτική ζωή συγκεντρωνόταν στήν καρδιά μου καί ἦταν πρακτική ἐξάσκηση τῶν ὅσων διάβαζα στά πατερικά βιβλία, ἦταν κατά κάποιον τρόπο ἡ ζωντανή ὑπομνημάτιση τῶν πατερικῶν λόγων. Καί αὐτή ἡ ζωή ἔβγαινε κάθε φορά πού ὁμιλοῦσα, πού συμβούλευα, πού καθοδηγοῦσα, πού ἔγραφα διάφορα κείμενα. Παρατηρῶ τήν ὅλη συγγραφική μου παραγωγή καί μπορῶ νά θυμηθῶ τίς φράσεις «κλειδιά» πού πῆρα ἀπό ἁγιορεῖτες Πατέρες, νά σημειώσω τήν ἀτμόσφαιρα τῆς πνευματικῆς ζωῆς πού μέ καθόριζε καί μέ καθορίζει. Εἶμαι ἕνας μαθητής τῶν ἁγιορειτῶν Πατέρων καί ἕνας διαγγελεύς αὐτῶν τῶν κεκρυμμένων μυστηρίων, ὅσο μπόρεσα νά ἀντιληφθῶ. Ἔτσι θεωρῶ τό Ἅγιον Ὄρος ὡς μιά πνευματική μου πατρίδα, ὡς μιά πνευματική γενέτειρα πόλη μου, καί τούς παλαιούς ἁγιορεῖτες Πατέρες ὡς δικούς μου διδασκάλους, πατέρες καί μυσταγωγούς. Εἶμαι ἕνας κατά πνεῦμα ἁγιορείτης.

Ὅλα αὐτά σκεφτόμουν, ὅταν ταξίδευα πρόσφατα πρός τό Ἅγιον Ὄρος καί μάλιστα στήν Ἱερά Μονή Βατοπαιδίου. Σκεφτόμουν τά φοιτητικά καί τά μετέπειτα χρόνια, ὅπου ὡς νεαρός φοιτητής καί νέος Κληρικός γεμάτος ἀναζητήσεις καί ἐρωτήματα περπατοῦσα στά μονοπάτια τοῦ Ἁγίου Ὄρους, ἀναρριχόμουν στά βράχια καί ἀγρυπνοῦσα στά Μοναστήρια καί τά κελλιά γιά νά μάθω τά μυστικά τῆς θεολογικῆς ζωῆς. Καί τώρα πήγαινα γιά νά συναντήσω, ὡς Ἐπίσκοπος, νέους μοναχούς μέ τόν ζῆλο καί τόν πόθο τῶν παλαιῶν, οἱ ὁποῖοι ποθοῦν νά ἀκούσουν τήν μυστική ζωή τῆς παράδοσης. Καί χρειάσθηκε αὐτήν τήν φορά νά μεταγγίσω σέ νέους μοναχούς τήν πνευματική τροφή πού ἔλαβα πρίν μισό αἰώνα ἀπό τό ἴδιο τό Ἅγιον Ὄρος. Στήν πραγματικότητα ἤθελα νά μαθητεύσω στόν ζῆλο τῶν νέων μοναχῶν. Καί ὅταν ὁμιλοῦσα μετέφερα τά παλαιά ἁγιορείτικα λόγια καί ἐξακολουθοῦσα νά ἀκούω τήν μυστική κραυγή τοῦ Ἁγίου Ὄρους. Ἄκουγα ὅμως καί τούς νέους μοναχούς νά μοῦ ὁμιλοῦν γιά τούς Γέροντές τους, πού εἶχα καί ἐγώ γνωρίσει καί γινόταν μιά θαυμαστή ἐπικοινωνία πέρα ἀπό τόν χρόνο καί μέσα στόν χρόνο. Γινόταν μιά συνάντηση διαφόρων γενεῶν καί ἡλικιῶν.

Μυστήριο εἶναι τό Ἅγιον Ὄρος καί ὅποιος τό πλησιάζει μέ προσευχή εἰσδύει στό βάθος τῆς παραδόσεώς μας.

Εἶμαι εὐγνώμων στούς Ἁγιορεῖτες Πατέρες, τούς παλαιούς καί τούς νέους, αὐτούς πού κοιμήθηκαν καί αὐτούς πού ζοῦν γιά νά διατηρήσουν τίς ἁγιορείτικες μνῆμες τους καί περιμένουν ἐμᾶς νά πᾶμε ὡς μαθητές καί διδάσκαλοι, πάντως ὡς ἁγιορεῖτες στόν πόθο καί τήν καρδιά.

Αἰώνια ζωή συμπεπιεσμένη στόν χρόνο, καί ζωή στόν χρόνο πού ἀγγίζει τό αἰώνιο.–

ΚΥΡΙΟ ΑΡΘΡΟ