Skip to main content

Μητροπολίτης Πειραιῶς κ. Σεραφείμ: Ναύπακτος, ἕνας παγκόσμιος ἄμβωνας

Κήρυγμα (ἀπομαγνητοφωνημένο) κατά τό ἱερό Συλλείτουργο τῆς ἑορτῆς τοῦ ἁγίου Ἱεροθέου. Ἱερός Ναός Ἁγίου Δημητρίου Ναυπάκτου (4-10-2015).

Σεβασμιώτατε και πολυτίμητε Μητροπολῖτα Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου κ.κ. Ἱερόθεε, σεπτέ Ποιμενάρχα τῆς ἁγιωτάτης, ἱστορικῆς καί μεγαλωνύμου ταύτης Μητροπόλεως,

Μητροπολίτης Πειραιῶς κ. Σεραφείμ: Ναύπακτος, ἕνας παγκόσμιος ἄμβωναςὈφείλω εὐγνώμονας εὐχαριστίας εἰς τήν πληθωρικήν σας ἀδελφικήν ἀγάπην, διά τήν ὑψίστην τιμήν πού μοῦ ἐπιδαψιλεύσατε σήμερον, νά ἀπευθύνω λόγους παρακλήσεως καί οἰκοδομῆς εἰς τόν φιλόθεον λαόν καί τόν εὐαγῆ Κλῆρον τῆς ἱστορικῆς καί ἱερᾶς ταύτης Μητροπόλεώς σας, εἰς αὐτήν τήν περίπυστον ὑμετέραν καθέδραν.

Πανευφρόσυνος εἶναι ἡ σημερινή ἡμέρα, διότι κατ’ αὐτήν ἡ ἁγιωτάτη ἡμῶν Ἐκκλησία τιμᾶ καί γεραίρει τήν ἑόρτιον μνήμην τοῦ μαθητοῦ τοῦ Ἀποστόλου τῶν Ἐθνῶν, θείου Παύλου, πρώτου Ἐπισκόπου τῶν Ἀθηνῶν ἁγίου Ἱεροθέου, τοῦ φιλοσόφου καί ὑποφήτου τῆς ἀληθοῦς θεολογίας.
Καί ἐν ταὐτῷ ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία τιμᾶ τά ὀνομαστήρια τῆς ὑμετέρας πολυσημάντου καί πολυτιμήτου Σεβασμιότητος καί τήν, χάριτι Θεοῦ, ὁλοκλήρωσιν μίας λαμπρᾶς, δυναμικῆς, φιλανθρώπου καί ἀγαπητικῆς καί θυσιαστικῆς καί ἀγλαοκάρπου εἰκοσατετοῦς ποιμαντορίας ἐν αὐτῇ.

Περίλαμπρος ὅμως εἶναι ἡ σημερινή ἡμέρα, διότι ἡ κορυφή τῆς ἁγιωτάτης ἡμῶν Ἐκκλησίας, ὁ μακαριώτατος Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν καί Πάσης Ἑλλάδος, κ.κ. Ἱερώνυμος ὁ Β΄, ὁ βαθυνούστατος, νουνεχής, σοφός οἰακοστρόφος καί προκαθήμενος τῆς κατ’ Ἑλλάδα ἁγιωτάτης ἀποστολικῆς Ὀρθοδόξου καθολικῆς Ἐκκλησίας καί πλειάς ἁγίων Ἱεραρχῶν πού κοσμοῦν τό σῶμα τῆς σεπτῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος συνεύχονται μεθ’ ὑμῶν, ὑπέρ τῆς τοῦ κόσμου ζωῆς καί σωτηρίας, ὑπέρ προόδου καί εὐσταθίας τοῦ εὐαγοῦς Κλήρου καί τοῦ φιλοχρήστου λαοῦ τῆς ἁγιωτάτης Μητροπόλεως ὑμῶν.

Ἀλλά περίλαμπρος εἶναι ἡ σημερινή ἡμέρα καί δι’ ἕναν ἕτερον λόγον, πού συνάπτεται ἀρρήκτως καί μέ τήν ἑόρτιον μνήμην τοῦ ἐφεστίου ἁγίου σας καί μέ τήν ἰδικήν σας πολυτίμητον καί θεοφρούρητον πορείαν στόν χῶρο καί τόν χρόνο. Καί αὐτό δέν εἶναι ἄλλο ἀπό τήν ἀποκάλυψη τῆς ἀληθείας τοῦ ζῶντος Θεοῦ καί τοῦ θείου σχεδιασμοῦ Του διά τόν ἄνθρωπον καί τό πολυτίμητον πρόσωπόν του.

Ὑπάρχουν τρεῖς προσεγγίσεις στό λεγόμενο ὀντολογικό καί ὑπαρξιακό δίλημμα. Ἡ πρώτη εἶναι ἡ ἐνδοκοσμική προσέγγισις. Καί ὅταν ὁμιλοῦμε γιά τόν κόσμο, βέβαια, αὐτόν τόν συγκεκριμένο, δέν ἀναφερόμεθα στήν καλήν λίαν δημιουργία τοῦ Παναγίου Θεοῦ, ἀλλά στήν αὐτονομημένη καί πραγματικά ἀποτυχημένη ἱστορικά ἐγκόσμια πραγματικότητα, πού παρεδόθη στήν φθορά καί τόν θάνατο, ἀπό τήν αὐτονόμηση καί τήν σχάση τοῦ ἀνθρωπίνου γένους ἀπό τόν Δημιουργόν του. Κόσμος, λοιπόν, εἶναι αὐτή ἡ ἀσταθής ἀπόπειρα κατανοήσεως τοῦ κόσμου, τοῦ ἀληθοῦς κόσμου, τῆς ζωῆς, τοῦ μυστηρίου τῆς ἐλευθερίας καί τῆς προσκτήσεως τῆς ἀληθείας, ὅταν τόσο ἐπιδερμικά προσπαθεῖ νά ἀνέβη τήν ἀρχή τοῦ κόσμου σέ κάποιο ἄλογο καί ἀσυνείδητο κβαντικό πεδίο ἤ σέ κάποιον κατασκευασμένο ἐπιταχυντή ἀδρονίων.

Ἡ δεύτερη προσπάθεια προσεγγίσεως τῆς ἀληθείας τῆς ζωῆς εἶναι οἱ ἀνθρωποπαθεῖς καί ἀνθρωποκατασκευασμένες θρησκεῖες, πού δέν εἶναι τίποτε ἄλλο παρά προβολές τοῦ ψυχολογικοῦ προβλήματος τῶν λαῶν πού τίς ἐπιλέγουν. Οἱ θρησκεῖες τοῦ κόσμου εἶναι ἡ προσπάθεια ἡ ἄπελπις τοῦ μακράν τοῦ Θεοῦ ἀνθρώπου νά ἀνεύρη τήν ἀρχήν του καί νά πήξη τόν ἑαυτόν του ἐπάνω σέ ἕνα ὀντολογικό θεμέλιο, πού μπορεῖ, βέβαια, ἄλλοτε νά εἶναι ἀπρόσωπο καί ἄλλοτε προσωπικό. Οἱ θρησκεῖες τοῦ κόσμου πού προβάλλουν τό ἐγώ καί τά πάθη τῶν δημιουργῶν τους.

Καί ἡ τρίτη προσέγγισις εἶναι αὐτήν τήν ὁποίαν σήμερον ἀπολαμβάνομεν ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ τοῦ ζῶντος Θεοῦ. Μέσα στό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ μέ κεφαλή Ἐκεῖνον εἶναι ἡ τιμιωτάτη προσέγγισις τῆς ὁποίας ἀκούσαμε τό μήνυμα κατά τήν ἀνάγνωση τοῦ ἱεροῦ Εὐαγγελίου τῆς ὡραιοτάτης καί ὑπεροχικῆς ἐκλογῆς ἀπό τήν Ἐπί τοῦ Ὄρους Ὁμιλία, τήν ὁποίαν μᾶς εἰσφέρει ὁ τιμιώτατος Εὐαγγελιστής Λουκᾶς. Τί λέει αὐτή ἡ προσέγγισις ἤ μᾶλλον αὐτή ἡ ἀποκάλυψις τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ στήν ἀνθρώπινη οἰκογένεια; Εἶναι καταπληκτικές οἱ φράσεις καί τό περιεχόμενο, ἡ ἔννοια καί ἡ οὐσία:
«Εἰ ἀγαπᾶτε τοὺς ἀγαπῶντας ὑμᾶς, ποία ὑμῖν χάρις ἐστί; καὶ γὰρ οἱ ἁμαρτωλοὶ τοὺς ἀγαπῶντας αὐτοὺς ἀγαπῶσι. καὶ ἐὰν ἀγαθοποιῆτε τοὺς ἀγαθοποιοῦντας ὑμᾶς, ποία ὑμῖν χάρις ἐστί; καὶ γὰρ οἱ ἁμαρτωλοὶ τό αὐτό ποιοῦσι. καὶ ἐὰν δανείζητε παρ᾿ ὧν ἐλπίζετε ἀπολαβεῖν, ποία ὑμῖν χάρις ἐστί; καὶ γὰρ ἁμαρτωλοὶ ἁμαρτωλοῖς δανείζουσιν ἵνα ἀπολάβωσι τὰ ἴσα. πλὴν ἀγαπᾶτε τοὺς ἐχθροὺς ὑμῶν καὶ ἀγαθοποιεῖτε καὶ δανείζετε μηδὲν ἀπελπίζοντες, καὶ ἔσται ὁ μισθός ὑμῶν πολύς, καὶ ἔσεσθε υἱοὶ ὑψίστου, ὅτι αὐτός χρηστός ἐστιν ἐπὶ τοὺς ἀχαρίστους καὶ πονηρούς. Γίνεσθε οὖν οἰκτίρμονες, καθὼς καὶ ὁ πατὴρ ὑμῶν οἰκτίρμων ἐστί» (Ματθ. στ΄, 32-36).

Σέ αὐτή, λοιπόν, τήν ὑπέροχη περικοπή, σέ αὐτή τήν ἐκλογή ἀπό τήν «Ἐπί τοῦ Ὄρους» ὁμιλία συμπυκνώνεται ὅλο τό μήνυμα καί ὅλη ἡ προοπτική τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου, πού εἶναι ἡ ἐπίτευξις τῆς πρός τόν Θεόν ὁμοηθείας. Καλεῖται ὁ ἄνθρωπος κάνοντας ἀγαθήν χρῆσιν τῶν δωρεῶν τοῦ «κατ’ εἰκόνα» νά φθάση ἑκούσια καί ἐνεργητικά στό «καθ’ ὁμοίωσιν». Γιατί πρέπει νά ἀγαπᾶ κανείς τούς ἐχθρούς του; Γιατί πρέπει νά ἀγαθοποιῆ ἐκείνους οἱ ὁποῖοι τόν μισοῦν καί τόν ὑποβλέπουν; Γιατί πρέπει νά ἀνάγεται σέ μιά τόσον ὑψηλή ἠθική διάσταση; Γιατί ἔτσι καί μόνον ἔτσι ὁμοιάζει πρός τόν δημιουργόν του. Ἐκεῖνος εἶναι χρηστός καί ἐπιεικής ἐπί τούς ἀχαρίστους καί πονηρούς, Ἐκεῖνος βρέχει ἐπί δικαίους καί ἀδίκους, Ἐκεῖνος ἀνατέλλει τόν ἥλιον στόν κόσμον τῆς φθορᾶς, Ἐκεῖνος εἶναι οἰκτίρμων. Καί καλεῖται ὅποιος θέλει καί ἄν θέλη, πού θέλει πράγματι νά βιώση τήν ὀντολογική ἀναγωγή τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου, νά γίνη ὁμοηθής πρός τόν Θεόν, ὅπως τό λέγει ὁ Ἀπόστολος Πέτρος «θείας φύσεως κοινωνός» μέτοχος τῶν ἀκτίστων θείων ἐνεργειῶν.

Αὐτή ἡ ἀλήθεια, λοιπόν, πού τήν ἐκφράζει διαχρονικά τό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία, μέ ἐκεῖνο τό τρίπτυχον, τόν βηματισμόν: κάθαρσις, ἔλλαμψις, θέωσις. Δέν εἶναι μία θρησκευτική παραδοχή πού μᾶς προσφέρεται γιά νά ἱκανοποιήση καί νά θεραπεύση τό θρησκευτικό μας συναίσθημα, ἀλλά εἶναι μία ὀντολογική μεταβολή ἡ ὁποία πραγματικά μεταστοιχειώνει, μεταβάλλει τό ἀνθρώπινο πρόσωπο σέ θεοειδές καί θεοΰφαντο. Ἀποδεικνύει τήν ἔνθεη καταγωγή τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου διαχρονικά και διϊστορικά, γιατί ὁ ἄνθρωπος δέν εἶναι, ὅπως λένε οἱ ἀσταθεῖς καί ἀφελεῖς, ἕνας κρίκος καί κάποια ἀσυνείδητη ἁλυσίδα ἐξελίξεως, πού ξεκίνησε ἀπό πρωτόζωο, ἔγινε ἑρπετό, ἀνθρωποειδές καί κατέληξε ἄνθρωπος. Ἀλλά εἶναι μία ἔνθεος δημιουργία, εἶναι μία κατ’ εἰκόνα Θεοῦ πλασθεῖσα ὡραιότης, πού καλεῖται, ἄν τό θέλη βέβαια, γιατί ὁ Θεός σέβεται εἰς ὁλόκληρον τήν ἐλευθερίαν τῶν κτισμάτων, νά ἀποβῆ θεοειδής καί θεόμορφος, ἔνθεος, κατά χάριν θεός.

Αὐτό εἶναι τό μήνυμα, λοιπόν, τό ὁποῖον μᾶς προσφέρει ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ καί αὐτό τό μήνυμα τῆς ὁμοηθείας πρός τόν Θεόν προσέλαβε καί ἐν χώρῳ καί χρόνῳ πραγμάτωσε ὁ ἅγιος Ἱερόθεος, προκατηχηθείς ὑπό τοῦ Ἀποστόλου τῶν ἐθνῶν, θείου Παύλου. Ἦταν ὁ ἕνας ἐκ τῶν ἐννέα Ἀρεοπαγιτῶν τῆς Ἀθήνας, ὁ ὁποῖος ἔγινε ὁ πρῶτος Ἐπίσκοπός τους, ὁ φιλόσοφος καί θεηγόρος, ὅπως πιστά καί ἀληθινά γράφει στό ὑπέροχο ἐκεῖνο σύγγραμμα «περί θείων ὀνομάτων» ὁ μαθητής του, ἅγιος Διονύσιος Ἀρεοπαγίτης. Καί ηὐξήθη τόσον πολύ κατά Θεόν αὐτός ὁ δόκιμος τῆς δικαιοσύνης ἐργάτης, ὥστε κατά τήν ἱεράν παράδοσιν ἠξιώθη νά παραστῆ μετά τῶν ἁγίων Ἀποστόλων στήν ἔξοδον τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου ἀπό τῆς γῆς εἰς τά ἄνω, κηδεύσας καί αὐτός τό θεοδόχον καί πανακήρατον καί πανάχραντον καί τιμιώτατον Αὐτῆς σῶμα στήν Γεθσημανῆ καί ἀνυμνολογῶν καί ἁγιάζων τόν κόσμον καί τήν οἰκουμένην.

Αὐτό ὅμως τό γεγονός, τό ὀντολογικό, τῆς μεταστοιχειώσεώς του τό χαρίζει ἐπί μακράν σειράν ἐτῶν καί στόν προστατευόμενόν του, τόν ἡρωϊκόν καί πνευματέμφορον Ἐπίσκοπον Ναυπάκτου κ. Ἱερόθεον. Γιατί καί αὐτός πραγματώνει ἐν χώρῳ καί χρόνῳ τήν ὀντολογική μεταστοιχείωση τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου μετέχων τῶν ἀκτίστων θείων ἐνεργειῶν. Διακόσια ἑβδομήκοντα τέσσαρα (274) συγγράμματα θεολογίας καί κοινωνικῆς ἐργασίας ἔχει προσφέρει ὁ ὀξύγραφος κάλαμός του στήν παγκόσμια Ὀρθόδοξη καθολική Ἐκκλησία. Καί ἔχει ἀναδείξει ἐπί εἴκοσι τώρα χρόνια τήν ἱστορική αὐτή πόλη τῆς Ναυπάκτου, τήν μεγαλώνυμον, ἡ ὁποία κοσμεῖ τήν ἔνθεον ἱστορίαν τῆς ἁγιωτάτης ἡμῶν Ἐκκλησίας ἀπό τήν πολιά ἀρχαιότητα σέ ἕναν παγκόσμιον ἄμβωνα Ὀρθοδοξίας καί ἐνθέου ἀληθείας. Ὀγδοήκοντα δύο (82) τίτλοι θεολογικῶν βιβλίων ἔχουν προσφερθῆ στήν καθολική Ἐκκλησία μέ μία βαθυτάτη οὐσία καί ἀλήθεια καί ἐξ’ αὐτῶν ἑξήκοντα τέσσερα (64) ἔχουν μεταφρασθῆ σέ εἴκοσι μία (21) γλῶσσες τοῦ κόσμου τούτου. Νά, γιατί ἡ Ναύπακτος εἶναι πλέον ἕνας παγκόσμιος ἄμβωνας πού μεταφέρει τό μήνυμα τοῦ ζῶντος Θεοῦ, ὄχι γιά μιά ἁπλῆ θρησκευτική ἀναγωγή, ἀλλά γιά μία μεταβολή ὀντολογική, πού μεταβάλλει τό ἀνθρώπινο πρόσωπο σέ μύστη καί ὑποφήτη τῆς θείας χάριτος καί τῆς θείας ζωῆς.

Σήμερα πού ἀρκετοί συνάνθρωποί μας ἀρνοῦνται ὡς ὀντολογικό θεμέλιο τῆς ὑπάρξεως τόν δημιουργό τους καί ἀποδίδουν τήν κτίση στήν τυχαιότητα, στήν ἄλογη καί ἀσυνείδητη ὕλη, πού δέν ἔχει τό συνειδέναι καί τήν γνώση τοῦ ἑαυτοῦ της, σήμερα πού ἀναλαμβάνοντας τούς οἴακας διαφόρων λειτουργημάτων τῆς πατρίδος, τοῦ γένους, τῆς κοινωνίας τολμοῦν νά ὁρκίζονται στόν ἑαυτό τους, στό ἐγώ τους καί ὑψώνουν σάν ἰδεολόγημα τόν πεισιθάνατο κόσμο καί ἐν ταὐτῷ προβαίνουν σέ μία ἐξόχως ἀντιφατική ἐνέργεια: νά δηλώνουν πιστοί στήν τιμή καί συνείδησή τους καί τήν ἰδία στιγμή νά λένε ὅτι εἶναι ἁπλῶς μιά συνάρμοσις ὑλικῶν κυττάρων ἀσυνείδητη καί ἄλογη, πού δέν ἔχει καμία τελολογία καί καμία σκοπιμότητα καί πού πρόκειται σύντομα νά καταλυθῆ καί νά ἐκμηδενισθῆ μέσα στόν θάνατο καί τόν τάφο.

Μέσα, λοιπόν, σ’ αὐτήν τήν δεινή πραγματικότητα ὁ Ναυπάκτου Ἱερόθεος ὑψώνει τό τιμιώτατο ἀνθρώπινο πρόσωπο μέ ἐκεῖνο τό ἔξοχο σύγγραμμά του «Τό πρόσωπο στήν ὀρθόδοξη παράδοση» καί καταλύει τά φενάκη καί τά φληναφήματα ὅλης αὐτῆς τῆς τραγικῆς ἐκπτώσεως καί ἀναδεικνύει τό ἀνθρώπινο πρόσωπο, ὅπως πράγματι εἶναι, θεοειδές καί θεοΰφαντο.

Σήμερα πού ἐπιχειρεῖται νά προβληθῆ μιά κίβδηλη ἀνθρωπολογία ἀνατρέποντας τήν ἀνθρώπινη ὀντολογία καί φυσιολογία θεσμοθετώντας τήν ἐποχή τῶν Σοδόμων καί τῶν Γομόρων ὡς δῆθεν ἀνθρώπινο δικαίωμα, ὅταν ὅλη αὐτή ἡ τραγική ψυχοπαθολογική ἐκτροπή καμμία σχέση δέν ἔχει μέ τήν ἀνθρώπινη φύση καί ἑπομένως δέν μπορεῖ νά εἶναι ἀνθρώπινο δικαίωμα.

Ὁ Ναυπάκτου Ἱερόθεος ὑψώνει τόν ἔνθεον βίον του, τόν ἀδαμάντινον χαρακτήρα του, τήν πράξη τῆς ζωῆς του τήν ἀδιάπτωτη, πού ἀποβαίνει τῆς θεωρίας ἐπίβαση, γιατί δέν λέγει μόνον, ἀλλά καί πράττει καί βιώνει καί γι’ αὐτόν ἀκριβῶς τόν λόγον ὁ λόγος του δέν εἶναι κενός, ἀκαδημαϊκός λόγος χωρίς οὐσία καί βάθος, ἀλλά εἶναι ἐμπράγματος ἀλήθεια. Κανόνα πίστεως καί εἰκόνα πραότητος καί διδάσκαλον τῆς ἀληθείας τόν ἀναδεικνύει καθημερινά ἡ τῶν πραγμάτων ἀλήθεια.

Σήμερα πού πολλοί, δυστυχῶς, καί ἐξ ἡμῶν τῶν ἐκκλησιαστικῶν προσώπων ἀποδέχονται τό δολερό καί ἀπαράδεκτο μήνυμα τοῦ πυθείου δράκοντος, τοῦ ἀρχαίου πτερνιστοῦ, γιά νά ἀναμειχθῆ ἡ ἀλήθεια καί τό ψεῦδος, τό ἱερό καί τό ἀνίερο, τό ὅσιο καί τό ἀνόσιο καί νά παρουσιασθῆ ἕνας κίβδηλος Χριστιανισμός, πού δέν ἔχει καμμία σχέση μέ τήν θεοφόρο ζωή τῶν θεοφόρων Πατέρων, μέ τήν ἀποκεκαλυμμένην καί ἅπαξ παραδοθεῖσαν τοῖς ἁγίοις πίστιν, τήν ἀποστολικοπαράδοτον, ὁ Ναυπάκτου Ἱερόθεος ὑψώνει μίαν ἱεράν ἀντίστασιν μέ τήν δυναμικήν τοῦ λόγου του, ἀλλά καί μέ τήν πραγματικότητα τῆς ζωῆς του. Καί μόλις ἐχθές διοργάνωσε ἕνα ὑπέροχο συνέδριο ἑπόμενος τῶν ἁγίων Πατέρων. Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, πού ὑπῆρξε ὁ μεγάλος ἐμπνευστής, ὁ μέντορας καί ὁ ποδηγέτης τοῦ βίου του τόν ὁδηγεῖ ἀκριβῶς σέ αὐτήν τήν βαθυτάτη ἐπίγνωση.

Μακαριώτατε καί σεπτέ καί οἰακοστρόφε Πρωθιεράρχα τῆς ἁγιωτάτης ἡμῶν Ἐκκλησίας, Σεβασμιώτατοι ἅγιοι ἀδελφοί, ἄς εὐχαριστήσουμε τόν Κύριο γιατί ἐπί εἴκοσι ὁλόκληρα ἔτη μᾶς χάρισε στήν Ἐκκλησία Του ἕναν πολύεδρο ἀδάμαντα πίστεως καί ζωῆς, τόν Μητροπολίτη Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου κ. Ἱερόθεον. Ταπεινά δέ ὅλοι ἐμεῖς, κλῆρος καί λαός, ἄς ἱκετεύσομεν τόν δομήτορα τῆς Ἐκκλησίας, τόν Σωτήρα καί Λυτρωτή μας, νά ἐπιδαψιλεύη ἐπ’ αὐτῷ εὐδαίμονα ἔτη πλήρη χαρίτων καί εὐλογιῶν ἐπ’ ἀγαθῷ, προόδῳ καί εὐσταθείᾳ τῆς ἁγίας μας Ὀρθοδόξου καθολικῆς Ἐκκλησίας, τοῦ γένους μας καί τῆς ἡρωϊκῆς μας καί μαρτυρικῆς πατρίδος.

Ἀμήν! Γένοιτο!

  • Προβολές: 3592