Skip to main content

Ἀπὸ τὸ Ἁγιολόγιο τοῦ μηνὸς: Ὁσιομάρτυς Ἀνυσία, 30 Δεκεμβρίου

Ἡ ἁγία Ἀνυσία γεννήθηκε στήν Θεσσαλονίκη τό 3ο αἰώνα μ.Χ., καί συγκεκριμένα στά χρόνια τῆς βασιλείας τοῦ διώκτου τῶν Χριστιανῶν Μαξιμιανοῦ. Οἱ γονεῖς της ἦσαν εὐσεβεῖς καί ἐνάρετοι καί μαζί μέ τόν ὑλικό πλοῦτο τῆς κληρονόμησαν καί τόν πνευματικό πλοῦτο, πού εἶναι ἡ πίστη, ἡ εὐσέβεια, ἡ ἀγάπη. Ὅταν «κοιμήθηκαν» οἱ γονεῖς της, ἡ ἁγία ἐπλήθυνε τόν πνευματικό της πλοῦτο μέ τήν ἐλεημοσύνη, δηλαδή μέ τό νά διανείμη τόν ὑλικό της πλοῦτο στούς πτωχούς ἀνθρώπους, τούς ἐλαχίστους ἀδελφούς τοῦ Χριστοῦ.

Ἀπὸ τὸ Ἁγιολόγιο τοῦ μηνὸς: Ὁσιομάρτυς Ἀνυσία, 30 ΔεκεμβρίουΤήν ἐποχή ἐκείνη ὁ Μαξιμιανός διέταξε τούς εἰδωλολάτρες νά θανατώνουν ὅποιον Χριστιανό ήθελαν χωρίς νά δίνουν λόγο σέ κανέναν. Κάποια ἡμέρα ἡ ἁγία Ἀνυσία πήγαινε στόν Ἱερό Ναό, κατά τήν προσφιλῆ συνήθειά της, ὅταν κάποιος εἰδωλολάτρης στρατιώτης κυριεύθηκε ἀπό τό πάθος τῆς φιληδονίας, μέ τήν συνέργεια τοῦ πονηροῦ δαίμονος, ἄρχισε νά τήν παρενοχλῆ, καί ἐπειδή ἐκείνη δέν ἐνέδωσε στίς ἀσελγεῖς ἐπιθυμίες του τήν διέταξε νά θυσιάση στά εἴδωλα. Ὅταν ἐκείνη ἀρνήθηκε νά τό κάνη καί ὁμολόγησε ὅτι πιστεύει στόν ἀληθινό Θεό, ἄρχισε νά βρίζη καί νά βλασφημῆ τόν Θεό τῶν Χριστιανῶν. Τότε ἡ ἁγία γεμάτη θάρρος καί πνευματική ἀνδρεία τόν ἔφτυσε κατάμουτρα. Ἐκεῖνος θύμωσε καί τήν ἐλόγχισε στήν πλευρά καί ἔτσι παρέδωσε τήν ἁγία ψυχή της στόν Χριστό, τόν Ὁποῖο ἀγάπησε στήν ζωή της περισσότερο ἀπό ὅλους καί ἀπό ὅλα. Οἱ πιστοί πῆραν τό τίμιο λείψανό της καί τό ἐνταφίασαν. Ὅταν ἀργότερα ἔπαυσε ὁ διωγμός κτίσθηκε στό σημεῖο ἐκεῖνο Ἱερός Ναός πρός τιμήν της.

Ὁ βίος καί ἡ πολιτεία της μᾶς δίνουν τήν ἀφορμή νά τονίσουμε τά ἀκόλουθα:
Πρῶτον. Πρίν ἀπό τά Μυστήρια τοῦ Βαπτίσματος καί τοῦ Χρίσματος ἀναγινώσκεται στόν μέλλοντα νά βαπτισθῆ καί νά χρισθῆ ἡ Ἀκολουθία πού ἐπιγράφεται: «Εὐχή εἰς τό ποιῆσαι κατηχούμενον». Στήν Ἀκολουθία αὐτήν ἀναγινώσκονται ἀπό τόν Ἱερέα καί τρεῖς ἀφορκισμοί ἤ ἐξορκισμοί, προκειμένου ὁ διάβολος νά ἀναχωρήση ἀπό τόν μέλλοντα νά βαπτισθῆ καί νά χρισθῆ, καί νά μή ξαναμπῆ σέ αὐτόν. «Ἔξελθε ἀπό τοῦ ἀνθρώπου καί μηκέτι εἰσέλθῃς εἰς αὐτόν». Καί αὐτό γίνεται ἐπειδή πρίν ἀπό τό Βάπτισμα καί τό Χρίσμα ὁ διάβολος εὑρίσκεται μέσα στήν καρδιά τοῦ ἀνθρώπου, ἐνῶ τό Ἅγιον Πνεῦμα ἐνεργεῖ ἐξωτερικά. Ἀντίθετα, μετά τό Βάπτισμα καί τό Χρίσμα τό Ἅγιον Πνεῦμα εἰσέρχεται μέσα στήν καρδιά, ἐνῶ ὁ διάβολος ἐξέρχεται καί ἐνεργεῖ ἐξωτερικά.

Μετά τήν ἀνάγνωση τῶν τριῶν ἀφορκισμῶν ὁ Ἱερεύς ἐμφυσᾶ τρεῖς φορές στόν μέλλοντα νά βαπτισθῆ καί κατόπιν σφραγίζει τρεῖς φορές μέ τό σημεῖο τοῦ σταυροῦ τό μέτωπο, τό στόμα καί τό στῆθος του, καί ἀπευθυνόμενος στόν Θεό, λέγει: «Ἐξέλασον ἀπ’ αὐτοῦ (αὐτῆς) πᾶν πονηρόν καί ἀκάθαρτον πνεῦμα, κεκρυμένον καί ἐμφωλεῦον αὐτοῦ (αὐτῆς) τῇ καρδίᾳ. Πνεῦμα πλάνης, πνεῦμα πονηρίας, πνεῦμα εἰδωλολατρείας καί πάσης πλεονεξίας∙ πνεῦμα ψεύδους καί πάσης ἀκαθαρσίας, τῆς ἐνεργουμένης κατά τήν διδασκαλία τοῦ διαβόλου. Καί ποίησον αὐτόν (αὐτήν) πρόβατον λογικόν τῆς ἁγίας ποίμνης τοῦ Χριστοῦ σου, μέλος τίμιον τῆς Ἐκκλησίας σου, σκεῦος ἡγιασμένον, υἱόν (θυγατέρα) φωτός καί κληρονόμον τῆς Βασιλείας σου...».

 

 

Γιά τήν ἀντίσταση ἐναντίον τοῦ διαβόλου, τοῦ ἐχθροῦ τῆς ἀνθρωπίνης σωτηρίας, καί τήν ἀποτίναξη τοῦ ζυγοῦ τόν ὁποῖον ἐκεῖνος ἐπιβάλλει στόν ἄνθρωπο μέ τά πάθη, ἀπαιτεῖται συνεχής πνευματικός ἀγώνας.

 

 

Στήν συνέχεια, ὁ Ἱερεύς καί ὁ μέλλων νά βαπτισθῆ -ἤ ὁ Ἀνάδοχος κρατώντας τό βρέφος πού πρόκεται νά βαπτισθῆ- στρέφονται πρός τήν δύση, ἐνῶ μέχρι ἐκείνη τήν στιγμή ἦσαν στραμμένοι πρός τήν ἀνατολή, καί ὁ Ἱερεύς ἐρωτᾶ τρεῖς φορές, τόν μέλλοντα νά βαπτισθῆ ἤ τόν Ἀνάδοχον: «Ἀποτάσσῃ τῷ Σατανᾷ; Καί πᾶσι τοῖς ἔργοις αὐτοῦ; Καί πάσῃ τῇ λατρείᾳ αὐτοῦ; Καί πᾶσι τοῖς ἀγγέλοις αὐτοῦ; Καί πάσῃ τῇ πομπῇ αὐτοῦ;». Στό σημεῖο αὐτό νομίζω ὅτι ἀξίζει νά τονισθῆ παρενθετικά ὅτι ἡ πομπή τοῦ διαβόλου εἶναι τά καρναβάλια. Μετά τήν τριττή ἀπάντησή του: «Ἀποτάσσομαι», τοῦ λέγει: «Καί ἐμφύσησον καί ἔμπτυσον αὐτόν. Δηλαδή, φύσηξε στόν διάβολο καί φτύσε τον. Καί τότε ὁ κατηχούμενος ἤ ὁ ἀνάδοχος ἐμφυσᾶ καί φτύνει τρεῖς φορές τόν διάβολο. Κατόπιν στρέφονται καί πάλι πρός τήν ἀνατολή καί συνεχίζουν τήν ἀκολουθία τῆς κατηχήσεως.

Τό φτύσιμο τῆς ἁγίας Ἀνυσίας πρός τόν στρατιώτη, ὁ ὁποῖος ἐβλασφήμησε τόν Χριστό καί τήν προέτρεψε νά λατρέψη τά εἴδωλα, δηλαδή τά δαιμόνια, ἦταν στήν πραγματικότητα ἐναντίον τοῦ διαβόλου. Δηλαδή, ἡ ἁγία, στό πρόσωπο τοῦ στρατιώτη, ἔφτυσε τόν διάβολο, ὁ ὁποῖος ἐνεργοῦσε ἐκείνη τήν στιγμή διά τοῦ στρατιώτου. Μέ ἄλλα λόγια ἡ ἁγία ἀντιστάθηκε στόν διάβολο καί στήν προτροπή του νά τοῦ ἀποδώση λατρεία τοῦ εἶπε: «Ὕπαγε ὀπίσω μου σατανᾶ». Καί ἐφάρμοσε τόν λόγο τοῦ Ἀποστόλου Ἰακώβου τοῦ Ἀδελφοθέου, πού ἀπευθύνεται στούς πιστούς ὡς προτροπή: «Ὑποτάγητε οὖν τῷ Θεῷ. ἀντίστητε τῷ διαβόλῳ, καί φεύξεται ἀφ’ ὑμῶν˙ ἐγγίσατε τῷ Θεῷ καί ἐγγιεῖ ὑμῖν» (Ἰακ. δ΄, 7-8). Καί, βέβαια, ἐξαργύρωσε τό θάρρος, τήν λεβεντιά καί τήν ἀνδρεία της μέ τό πολύτιμο καί ἁγιασμένο αἷμα τοῦ μαρτυρίου της, ἀλλά αὐτό εἶναι ἡ δόξα της.

Δεύτερον. Ἡ ἀπόδοση λατρείας στόν διάβολο δέν γίνεται μόνο μέ τό νά βλασφημῆ κανείς τά θεῖα ἤ μέ τό νά εἶναι μέλος τῆς ἑταιρείας τῶν σατανιστῶν καί νά προσφέρη θυσίες στόν διάβολο, ἀκόμη καί ἀνθρωποθυσίες. Ἀσφαλῶς εἶναι καί αὐτά. Ἀλλά γίνεται καί μέ πολλούς ἄλλους τρόπους. Π.χ. λατρεύει κανείς τόν διάβολο, ὅταν δέν σέβεται τόν Θεό καί τήν Ἐκκλησία, ἡ ὁποία εἶναι τό Θεανθρώπινο σῶμα τοῦ Χριστοῦ. Ὅταν δέν σέβεται τό ἱεραρχικό πολίτευμα τῆς Ἐκκλησίας καί δέν ὑπακούη στίς ἀποφάσεις τῶν διοικητικῶν ὀργάνων της. Ὅταν δέν κάνη ὑπακοή στόν Ἐπίσκοπο, ὁ ὁποῖος εἶναι τό μυστήριο τῆς αἰσθητῆς παρουσίας τοῦ Χριστοῦ ἐπί τῆς γῆς, καί πράττει ὁτιδήποτε χωρίς τήν εὐλογία του. Ἐπειδή, ὅπως τονίζει κατηγορηματικά ὁ ἅγιος Ἰγνάτιος ὁ Θεοφόρος, ἐκεῖνος ὁ ὁποῖος πράττει ὁτιδήποτε κρυφά ἀπό τόν Ἐπίσκοπο, αὐτός λατρεύει τόν διάβολο. Ἐπίσης, ὅταν εἶναι πλεονέκτης καί προσκολλημένος στήν ὕλη, ἀφοῦ ἡ πλεονεξία, ὅπως τονίζει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, εἶναι εἰδωλολατρεία, καί ἡ εἰδωλολατρεία εἶναι στήν πραγματικότητα δαιμονολατρεία, κλπ. Ἄλλωστε, δύο κατηγορίες ἀνθρώπων ὑπάρχουν στήν κοινωνία. Αὐτοί πού λατρεύουν τόν ἀληθινό Θεό καί αὐτοί πού λατρεύουν τόν διάβολο. Οἱ πρῶτοι ἔχουν μέσα στήν καρδιά τους τήν Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἐνῶ οἱ δεύτεροι ἐξουσιάζονται ἀπό τό πονηρό πνεῦμα.

Γιά τήν ἀντίσταση ἐναντίον τοῦ διαβόλου, τοῦ ἐχθροῦ τῆς ἀνθρωπίνης σωτηρίας, καί τήν ἀποτίναξη τοῦ ζυγοῦ τόν ὁποῖον ἐκεῖνος ἐπιβάλλει στόν ἄνθρωπο μέ τά πάθη, ἀπαιτεῖται συνεχής πνευματικός ἀγώνας, ἀλλά καί θάρρος, ἀνδρεία καί λεβεντιά.

ΑΓΙΟΛΟΓΙΟ

  • Προβολές: 3413