Skip to main content

Γεγονότα καὶ Σχόλια: Ἡ τέχνη στήν Ἐκκλησία - Σεβασμός ἕως κεραίας καί ὑπογεγραμμένης

Ἡ τέχνη στήν Ἐκκλησία

Ἡ τέχνη, μέ ὁποιαδήποτε μορφή της, ἀφ’ ἑνός μέν ἐκφράζει τό πολιτιστικό καί πνευματικό ἐπίπεδο τοῦ λαοῦ, ἀφ’ ἑτέρου δέ ἐπιδρᾶ στόν λαό διαμορφώνοντας ἀπόψεις, ἦθος, καλλιεργώντας, ἐκλεπτύνοντας ἤ ἐκβαρβαρίζοντας τά αἰσθητήρια τῆς ψυχῆς.

Οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας νωρίς προσέλαβαν τήν ποίηση, τήν μουσική, ἀλλά καί τήν ζωγραφική, προκειμένου νά ρυθμίσουν τήν λογική λατρεία τῆς Ἐκκλησίας, ὥστε ὁ λαός της μέσω αὐτῆς νά προσλαμβάνη, μαζί μέ τήν τέρψη ἀπό τίς κατανυκτικές ἐκφράσεις τῶν λειτουργικῶν τεχνῶν, τά δόγματα τῆς πίστεως, τό ἦθος τῆς εὐαγγελικῆς διδασκαλίας καί ἔμπνευση γιά ἐσωτερική προσευχή.

Εἶναι γνωστό, βέβαια, ὅτι ἡ ποίηση καί τό τραγούδι χρησιμοποιήθηκαν καί ἀπό τούς αἱρετικούς, ἴσως πρῶτα ἀπό αὐτούς. Γνωρίζουμε, γιά παράδειγμα, ὅτι ὁ Ἄρειος, προσπάθησε νά ἐπιδράση στόν λαό καί νά μεταδώση τίς αἱρετικές ἀπόψεις του γράφοντας τραγούδια γιά κάθε περίσταση τοῦ βίου. Ἐκτός ἀπό τά καθαρά θεολογικά τραγούδια ἔγραψε ναυτικά, ἐπιμύλια (γιά τούς μύλους), ὁδοιπορικά, ἐπιθαλάμια κ.ἄ. Ὁ καθηγητής Π. Χρήστου σημειώνει: «Συμφώνως πρός τόν ἰσχυρισμόν τοῦ [Μεγάλου] Ἀθανασίου [τά ποιήματα τοῦ Ἀρείου] ἦσαν ὅλα συντεθειμένα κατά τό ἔκλυτον ὕφος καί μέλος τοῦ εἰς τήν αὐλήν τῶν Πτολεμαίων ζήσαντος κρητός ποιητοῦ Σωτάδου, ἤδοντο δέ εἰς συμπόσια μέ θόρυβον καί παίγνια».

Αὐτή ἡ παρατήρηση τοῦ Μ. Ἀθανασίου δείχνει τό ὕφος, ἀλλά καί τό ἦθος πού πρέπει νά χαρακτηρίζη τήν τέχνη πού χρησιμοποιεῖ ἡ Ἐκκλησία. Δέν μπορεῖ νά ἔχη τό ἔκλυτο ὕφος καί μέλος τοῦ Σωτάδη, οὔτε ταιριάζει σέ συμπόσια μέ θόρυβο καί παιχνίδια. Θέλει ἡσυχία, Ἱερό Ναό ἤ χῶρο σάν Ναό καί εὐχαριστιακή σοβαρότητα, δηλαδή χαρά πού πηγάζει ἀπό τόν Σταυρό τοῦ Χριστοῦ.

Τό ἐνδιαφέρον στοιχεῖο εἶναι ὅτι ἡ τέχνη ἐπιδρᾶ στόν λαό, ἀλλά ἐκφράζει καί τήν ποιότητα τοῦ πολιτισμοῦ του.

Σεβασμός ἕως κεραίας καί ὑπογεγραμμένης

Ἡ τέχνη ὡς κριτήριο πολιτιστικῆς ποιότητας δημιουργεῖ στίς μέρες μας ἀνησυχία. Ὁ Τ. Θεοδωρόπουλος σέ ἄρθρο του, μέ ἀφορμή τό φεστιβάλ τῆς Ἐπιδαύρου, μιλᾶ γιά τό «πρόβλημα πού ταλαιπωρεῖ τό σύγχρονο θέατρο», πού γι’ αὐτόν εἶναι «ἡ ἀλαζονεία τοῦ σκηνοθέτη ὁ ὁποῖος συμπεριφέρεται στά κείμενα σάν νά εἶναι ἰδιοκτησία του καί μπορεῖ νά τά κάνει ὅ,τι θέλει». Καί διερωτᾶται: «Ὡς ποιό σημεῖο τό τελικό ἀποτέλεσμα δικαιοῦται νά φέρει τήν ὑπογραφή τοῦ Ἀριστοφάνη ἤ τοῦ Εὐριπίδη χωρίς νά τήν καπηλεύεται;».

Ἡ καλλιτεχνική διευθύντρια τοῦ φεστιβάλ, ἀπαντώντας στήν παραπάνω κριτική, γράφει: «Εἶναι πεποίθησή μας ὅτι οἱ σκηνοθέτες ὀφείλουν νά προσφέρουν τή δική τους ἑρμηνεία πάνω στά ἔργα. [...]Τό κείμενο... ἀναγεννᾶται μέσα ἀπό τή μετάφραση, τήν πιθανή διασκευή καί φυσικά τή θεατρική πράξη. [...] Ὁ σκηνοθέτης ὀφείλει νά ἐργάζεται ἀπελευθερωμένος, προτείνοντας τή δική του ἐκδοχή σέ ἕνα πανάρχαιο ἔργο».

Δέν μπαίνουμε στήν κριτική τῶν νέων τάσεων τῆς σκηνοθετικῆς τέχνης. Στεκόμαστε στόν τρόπο μελέτης τῶν κειμένων εἴτε ἀρχαίων εἴτε νεώτερων. Θεωροῦμε ὅτι ὁ σκηνοθέτης, ἀλλά καί ὁ θεατής πρέπει πρωτίστως νά εἶναι καλός ἀναγνώστης. Πρέπει νά διαβάζη ἤ νά ἀκούη τά κείμενα μέ ἐνσυναίσθηση. Νά μπαίνη στό νοῦ τοῦ συγγραφέα καί νά προσπαθῆ μέ ἀγάπη νά κατανοῆ τίς προθέσεις του.

Αὐτό στά ἱερά κείμενα τῆς Ἐκκλησίας εἶναι μιά ἱερουργία, μύηση στό ζωοποιό Πνεῦμα τους. Γι’ αὐτό ὁ ἱερός λαός τῆς Ἐκκλησίας τά σέβεται ἕως κεραίας καί ὑπογεγραμμένης.

π.Θ.Α.Β.

ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΚΑΙ ΣΧΟΛΙΑ

  • Προβολές: 732