Skip to main content

«Σέ, Θεοτόκε, ὀρθοδόξως μεγαλύνομεν»

Μητροπολίτου Ναυπάκτου & Ἁγίου Βλασίου Ἱεροθέου

Ἀπομαγνητοφωνημένο κήρυγμα στόν Ἑσπερινό τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, στήν Πάτρα τήν 24 Μαρτίου 2024

Σεβασμιώτατε Μητροπολῖτα καί ἀγαπητέ ἐν Χριστῷ ἀδελφέ, ἅγιε Πατρῶν, κ. Χρυσόστομε,

Δέν ἔχω λόγια νά σᾶς εὐχαριστήσω θερμά, ὄχι μόνο γιά τήν πρόσκληση πού μοῦ κάνατε, ὅπως κάθε χρόνο, νά παρίσταμαι στόν Ἑσπερινό τοῦ Ἱεροῦ αὐτοῦ Μητροπολιτικοῦ Ναοῦ πού ἑορτάζει, ἐπειδή ἔχει τό ὄνομα τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, ἀλλά καί γιά τά λόγια τά ὁποῖα εἴπατε γιά μένα καί μέ φέρατε σέ πάρα πολύ δύσκολη θέση. Τήν ὥρα πού μιλούσατε καί λέγατε ὅσα ὑπαγόρευε ἡ ἀγάπη σας, ἔλεγα μέσα μου: «Καί τώρα πῶς θά ὁμιλήσω καί τί θά πῶ στό ἀκροατήριο» ὕστερα ἀπό τόν ὑπερβολικό λόγο τόν ὁποῖο εἴπατε γιά μένα μέσα ἀπό τήν πλεονάζουσα καρδία σας;

Βέβαια, ξέρω πολύ καλά ἀπό τήν ὀρθόδοξη θεολογία ὅτι ὁ κάθε ἄνθρωπος εἶναι δῶρο τοῦ Θεοῦ στόν κόσμο καί στήν Ἐκκλησία. Ἐσεῖς θεωρεῖτε δῶρο τοῦ Θεοῦ ἐμένα πρός τήν Ἐκκλησία, ἀλλά καί ἐγώ θεωρῶ ἐσᾶς ὡς δῶρο τοῦ Θεοῦ στήν Ἐκκλησία καί ἑπομένως ἡ ἐπικοινωνία καί ἡ σχέση μας εἶναι ἀνταλλαγή δώρων.

Σᾶς εὐχαριστῶ, λοιπόν, γιά τήν ἀγάπη σας καί, ἀγαπητοί ἀδελφοί, δέν ξέρω κατά πόσον ἐκεῖνα τά ὁποῖα θά πῶ θά ἀνταποκριθοῦν στά λόγια πού εἶπε ὁ Σεβασμιώτατος Ποιμενάρχης σας. Ὡστόσο θά προσπαθήσω νά ἀρθρώσω ἕναν λόγο γιά τήν σημερινή μεγάλη ἑορτή.

Ἀγαπητοί ἀδελφοί, ὅπως εἶπε ὁ Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Πατρῶν, σήμερα εἶναι ἡ Κυριακή τῆς Ὀρθοδοξίας. Τό πρωί τήν πανηγυρίσαμε σέ ὅλους τούς Ἱερούς Ναούς. Ὅταν λέμε Ὀρθοδοξία, ἐννοοῦμε τήν ὀρθή δόξα. Ἡ δόξα ἔχει δύο σημασίες, πρῶτον εἶναι ἡ πίστη, ἡ ἀποκαλυφθεῖσα πίστη ἀπό τόν Θεό στούς ἁγίους καί δεύτερον εἶναι ἡ δοξολογία, δηλαδή ἡ λατρεία. Ἔτσι, ἡ λέξη Ὀρθοδοξία σημαίνει ὀρθή πίστη καί ὀρθή λατρεία, ἄρα καί ὀρθό βίο.

Σέ ὅλα τά θέματα πρέπει νά βλέπουμε ποῦ εἶναι τό ὀρθόδοξο, διότι τά πάντα μπορεῖ νά τά ἀντιμετωπίζη κανείς καί ὀρθοδόξως, ἀλλά καί κακοδόξως, ἀπό τά μικρότερα μέχρι τά μεγαλύτερα γεγονότα. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ἔγραψε: «Εἴτε οὖν ἐσθίετε εἴτε πίνετε εἴτε τι ποιεῖτε, πάντα εἰς δόξαν Θεοῦ ποιεῖτε» (Α΄ Κορ. ι΄, 31). Ὅλα πρέπει νά τά κάνουμε πρός δόξαν Θεοῦ. Ἄρα, ὅλα τά θέματα, καί τόν κόσμο καί τήν ὕλη, θά τά δοῦμε ἤ ἀπό τήν ὀρθόδοξη πλευρά ἤ ἀπό τήν κακόδοξη πλευρά. Τό ἴδιο γίνεται γιά τήν Ὑπεραγία Θεοτόκο, τῆς ὁποίας τόν Εὐαγγελισμό ἑορτάζουμε σήμερα.

1. Ἡ ὑπερτίμηση καί ἡ ὑποτίμηση τῆς Παναγίας

Ἕνα τροπάριο τῆς Ἐκκλησίας μας λέει: «Σέ, Θεοτόκε, ὀρθοδόξως μεγαλύνομεν», δηλαδή ἐσένα, Θεοτόκε, σέ μεγαλύνομε ὀρθοδόξως. Ἐρωτᾶται: Γιατί βάζει αὐτό τό «ὀρθοδόξως» ὁ ἱερός ὑμνογράφος; Διότι μπορεῖ κανείς νά τιμᾶ τήν Παναγία οὐχί ὀρθοδόξως, ἀλλά κακοδόξως. Τί σημαίνει αὐτό;

Ὅταν ἐξετάσουμε τήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία καί τήν ὀρθόδοξη παράδοση, ἀλλά καί ἄλλες παραδόσεις δυτικῆς προελεύσεως, πού εἶναι στήν πραγματικότητα αἱρέσεις, θά δοῦμε ποιά στάση λαμβάνουν ὅλοι αὐτοί ἀπέναντι στήν Παναγία. Γιά παράδειγμα, ἔχουμε τούς Ρωμαιοκαθολικούς, οἱ ὁποῖοι ὑπερτιμοῦν τήν Ὑπεραγία Θεοτόκο, πράγμα τό ὁποῖο δέν ἀρέσει στήν Παναγία μας, καί ὑπάρχουν οἱ Προτεστάντες, οἱ ὁποῖοι ὑποτιμοῦν τό πρόσωπο καί τό ἔργο τῆς Παναγίας μας, καί αὐτό δέν τῆς ἀρέσει. Τί σημαίνει αὐτό;

Ὅταν διαβάση κανείς τήν σχετική βιβλιογραφία καί τά ὁμολογιακά κείμενα τῶν Ρωμαιοκαθολικῶν, τότε θά δαπιστώση ὅτι οἱ Ρωμαιοκαθολικοί εἰσήγαγαν νέα δόγματα ὡς πρός τήν Παναγία, πέρα ἀπό τά ἄλλα δόγματα τά ὁποῖα εἰσήγαγαν στό παρελθόν γιά ἄλλα δογματικά θέματα.

Γιά παράδειγμα, στά μέσα τοῦ 19ου αἰῶνος, τό 1854, οἱ Ρωμαιοκαθολικοί εἰσήγαγαν τό δόγμα τῆς «ἀσπίλου συλλήψεως» τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου. Σύμφωνα μέ τό δόγμα αὐτό ἡ Παναγία συνελήφθη χωρίς τό προπατορικό ἁμάρτημα καί κατά κάποιον τρόπο ἐξομοιώνεται ἡ Παναγία μέ τόν Χριστό, διότι ὁ Χριστός συνελήφθη ἐκ Πνεύματος Ἁγίου. Καί ἑορτάζουν καί πανηγυρίζουν τήν «ἄσπιλη σύλληψη» τῆς Παναγίας, ὅτι δῆθεν συνελήφθη χωρίς τό προπατορικό ἁμάρτημα, ἄρα τήν ξεχωρίζουν ἀπό ὅλο τό ἀνθρώπινο γένος, σάν νά μήν ἦταν ἄνθρωπος, ὅπως οἱ ἄλλοι.

Ἔπειτα, ἀπόρροια ὅλης τῆς σχολαστικῆς θεολογίας, ἡ ὁποία ἀναπτύχθηκε ἀπό τόν 11ο αἰώνα καί κορυφώθηκε τόν 13ο αἰώνα, εἶναι ὅτι γίνεται λόγος γιά τήν Παναγία ὡς «συλλυτρώτριας». Γνωρίζουμε ὅτι Λυτρωτής τοῦ ἀνθρωπίνου γένους εἶναι ὁ Χριστός, διότι Αὐτός σταυρώθηκε καί ἀναστήθηκε, ἀλλά σύμφωνα μέ τήν ἄποψη τῶν Ρωμαιοκαθολικῶν καί ἡ Παναγία, ἐπειδή συμμετεῖχε στόν Σταυρό καί στήν ἀγωνία τοῦ Χριστοῦ στόν Γολγοθά, συμμετέχει στήν λύτρωση τοῦ ἀνθρωπίνου γένους, καί ἔτσι τήν θέτουν, θά μπορούσαμε νά ποῦμε, στόν ἴδιο βαθμό μέ τόν Χριστό. Αὐτό εἶναι ὑπερβολικό.

Ἐπίσης, οἱ Ρωμαιοκαθολικοί ἔχουν καί ἄλλες δοξασίες γιά τό θέμα αὐτό, ὅπως ὅτι ἡ Παναγία εἶναι «ἡ Μήτηρ τῆς Ἐκκλησίας». Ἐμεῖς λέμε ὅτι εἶναι ἡ Μητέρα τοῦ Χριστοῦ, ἐνῶ αὐτοί λένε ὅτι εἶναι «ἡ Μήτηρ τῆς Ἐκκλησίας». Μέ ποιά ἔννοια, ὅμως, ὀνομάζουν τήν Παναγία ὡς «Μητέρα τῆς Ἐκκλησίας»; Μέ τήν ἔννοια ὅτι εἶναι ὁ πρό τῆς πτώσεως τοῦ Ἀδάμ ἄνθρωπος. Ξέρουμε ὅτι ὁ Ἀδάμ καί ἡ Εὔα ἁμάρτησαν καί ἀπό κεῖ προῆλθε τό ἀνθρώπινο γένος καί εἰσῆλθε ἡ φθαρτότητα καί ἡ παθητότητα στόν ἄνθρωπο• εἶναι αὐτό τό λεγόμενο προπατορικό ἁμάρτημα. Ἐκεῖνοι, ὅμως, πιστεύουν ὅτι ἡ Παναγία ἦταν ὁ πρό τοῦ Ἀδάμ ἄνθρωπος. Καί ὄχι μόνο αὐτό, ἀλλά προχωροῦν γιά νά ποῦν ὅτι ἡ Παναγία εἶναι καί ὁ τέλει τῆς παραδεισιακῆς ζωῆς θεωθείς ἄνθρωπος, ὅτι δηλαδή ἔφθασε ἐκεῖ πού δέν μπόρεσε νά φθάση ὁ Ἀδάμ. Εἶναι σίγουρα ὑπερβολικές αὐτές οἱ ἀπόψεις καί οἱ θεωρίες τῶν Ρωμαιοκαθολικῶν.

Ἀπό τήν ἄλλη μεριά ἔχουμε τούς Προτεστάντες, οἱ ὁποῖοι ὄχι μόνον ἀπέρριψαν αὐτήν τήν «Μαριολογία» τῶν Ρωμαιοκαθολικῶν, ἀλλά προχώρησαν καί πιό πέρα καί ὑποτιμοῦν τήν Παναγία. Δηλαδή, τό μεγάλο λάθος τό ὁποῖο ἔκαναν, ἀκριβῶς ἐπειδή εἶδαν αὐτά τά σφάλματα τῶν Ρωμαιοκαθολικῶν, εἶναι ὅτι ἀπέρριψαν ὅλες τίς διδασκαλίες περί τῆς Παναγίας τίς ὁποῖες διέσωσε ἡ παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μας, καί παρέμειναν μόνο στά ὅσα γράφει ἡ Καινή Διαθήκη, ὅπως ἀκριβῶς κάνουν καί στά ἄλλα θέματα τῆς πίστεως.

Ἔτσι, λοιπόν, οἱ Προτεστάντες ἀπέρριψαν τίς ἀποφάσεις τῆς Γ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου καί ὅλες τίς πατερικές διδασκαλίες γιά τήν Παναγία, μέ ἀποτέλεσμα νά ἀπορρίψουν τήν «Μαριολατρεία», ἀλλά καί νά ὑποτιμήσουν τό πρόσωπο καί τό ἔργο τῆς Παναγίας. Ἔτσι, διδάσκουν ὅτι ἡ Μητέρα τοῦ Χριστοῦ δέν ἔχει τό ἀειπάρθενο, ἐνῶ ἐμεῖς πιστεύουμε ὅτι εἶναι ἀειπάρθενος πρό τοῦ τόκου, κατά τόν τόκο καί μετά τόν τόκον. Ἀκόμη λένε ὅτι ἡ Παναγία δέν μεσιτεύει πρός τόν Θεόν, δῆθεν γιά νά μή μειώσουν τό ἔργο τοῦ Χριστοῦ. Ἰσχυρίζονται ὅτι, ὅπως τά σύννεφα καλύπτουν τόν ἥλιο καί δέν μποροῦμε νά τόν δοῦμε, ἔτσι ἡ Παναγία καί οἱ ἅγιοι εἶναι τά σύννεφα πού καλύπτουν τόν Χριστό καί ἄρα πρέπει νά φύγουν γιά νά δοῦμε τόν ἴδιο τόν Χριστό. Ἐπίσης, διδάσκουν ὅτι δέν ὑπάρχει κανένας μεσίτης μεταξύ Θεοῦ καί ἀνθρώπων, παρά μόνον ὁ Χριστός. Σίγουρα αὐτό εἶναι ὑποτίμηση τοῦ προσώπου καί τοῦ ἔργου τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου.

2. Ἡ ὀρθόδοξη διδασκαλία γιά τήν Ὑπεραγία Θεοτόκο

Ἐμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι παραμένουμε στίς ἀποφάσεις τῶν Πατέρων μας, καί κυρίως τῶν Πατέρων τῆς Γ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, πού συνεκλήθη στήν Ἔφεσο τό 431 μ. Χ., ὅταν παρουσιάστηκε στήν Ἐκκλησία ἡ χριστολογική αἵρεση τοῦ Νεστορίου. Ὁ Νεστόριος δέν μποροῦσε νά καταλάβη ἀπό φιλοσοφικῆς πλευρᾶς τό πῶς ἦταν ἑνωμένες οἱ δύο φύσεις στόν Χριστό, ἡ θεία καί ἡ ἀνθρώπινη, καί ὡς ἀπόρροια αὐτοῦ τοῦ θέματος ὀνόμαζε τήν Παναγία Χριστοτόκο καί ὄχι Θεοτόκο. Ἔλεγε ὅτι δῆθεν ἡ Παναγία γέννησε τόν ἄνθρωπο Χριστό, ὁ ὁποῖος ἀργότερα ἔλαβε τό Ἅγιο Πνεῦμα κατά τήν αὔξηση τῆς σωματικῆς του ἡλικίας. Ὁ Νεστόριος ἔβλεπε τόν Χριστό ὡς ἄνθρωπο καί ὄχι ὡς ἀληθινό Θεό καί αὐτό εἶχε συνέπεια καί στήν Παναγία.

Τότε συνῆλθαν οἱ Πατέρες στήν Γ΄ Οἰκουμενική Σύνοδο καί ἀπεφάνθησαν ὅτι δέν εἶναι Χριστοτόκος ἡ Παναγία μας, ἀλλά εἶναι Θεοτόκος καί τό ὄνομα «Θεοτόκος ἅπαν τό μυστήριον τῆς θείας οἰκονομίας συνίστησι», ὅπως γράφει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός. Δηλαδή, ὁ ὅρος Θεοτόκος σημαίνει ὅτι ἡ Παναγία ἔδωσε σῶμα στόν Υἱό καί Λόγο τοῦ Θεοῦ, ὁ ἄσαρκος Λόγος σαρκώθηκε ἀπό τήν Ὑπεραγία Θεοτόκο καί παρέμεινε μέσα στήν κοιλία τῆς Παναγίας γιά ἐννέα μῆνες καί γεννήθηκε ἀπό αὐτήν. Ἄρα, ἡ Παναγία δέν γέννησε ἕναν «ψιλόν ἄνθρωπον Χριστόν» μέ τόν ὁποῖον ἦλθε σέ συνάφεια ἡ θεία φύση, ἀλλά ἔδωσε τήν σάρκα της στόν Υἱόν καί Λόγον τοῦ Θεοῦ καί γι' αὐτό ὁ Χριστός εἶναι τέλειος Θεός καί τέλειος ἄνθρωπος, ἔχει θεία καί ἀνθρώπινη φύση καί αὐτές εἶναι ἑνωμένες στήν ὑπόσταση τοῦ Λόγου.

Ἔτσι, ἐμεῖς οἱ Ὀρθόδοξοι παραμένουμε πιστοί στήν διδασκαλία τῆς Γ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, τήν ὁποία ἀποδέχθηκαν οἱ μετέπειτα Οἰκουμενικές Σύνοδοι καί ὅλη αὐτή τήν διδασκαλία μέχρι τόν 8ο αἰώνα τήν ἔχει περιλάβει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός στήν διδασκαλία του.

Ἔτσι, ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός διδάσκει ὅτι ἡ Παναγία γεννήθηκε μέ τό προπατορικό ἁμάρτημα, ἄρα δέν ἰσχύει ἡ «ἄσπιλη σύλληψη» στήν Παναγία, ἀλλά καθαρίστηκε τήν ἡμέρα τοῦ Εὐαγγελισμοῦ. Γράφει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός, ὁ κορυφαῖος αὐτός θεολόγος τοῦ 8ου αἰῶνος, ὅτι τό Πνεῦμα τό Ἅγιον κατῆλθε τήν ἡμέρα τοῦ Εὐαγγελισμοῦ «καθαῖρον αὐτήν» καί τῆς ἔδωσε δύναμη «δεκτική» τῆς θεότητος τοῦ Λόγου «καί γεννητική». Εἶναι ὑπέροχη αὐτή ἡ διδασκαλία τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Δαμασκηνοῦ.

Βεβαίως, ἡ Παναγία καί πρίν τόν Εὐαγγελισμό, στά Ἅγια τῶν Ἁγίων, εἶχε φθάσει στήν μακαρία κατάσταση τῆς θεώσεως, στήν θεοπτία, ὅπως τό περιγράφει μέ καταπληκτικό τρόπο καί τό ἀναλύει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, Ἀρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης. Τότε ἔφθασε στήν θεοπτία, στήν θέωση, γι’ αὐτό καί ὁ Ἄγγελος, ὅταν τήν ἐπισκέφθηκε τήν ἡμέρα τοῦ Εὐαγγελισμοῦ, πού ἑορτάζουμε σήμερα, τῆς εἶπε «Χαῖρε Κεχαριτωμένη».

Ἔτσι, ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος ἦταν ἄνθρωπος, εἶχε τήν ἀνθρώπινη φύση, ἀλλά ἔλαβε ἀπό τό Ἅγιον Πνεῦμα δύναμη δεκτική τῆς θεότητος, γιά νά δεχθῆ τήν θεότητα, καί γεννητική, γιά νά γεννήση τόν Υἱό καί Λόγο τοῦ Θεοῦ.

Οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας προχωροῦν περισσότερο γιά νά παρουσιάσουν ὅλο τό ἔργο τῆς Παναγίας μας, ὅτι δηλαδή ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος πρεσβεύει στόν Υἱό της καί Θεό. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος γράφει στήν πρός Τιμόθεον Ἐπιστολή: «Εἷς μεσίτης Θεοῦ καί ἀνθρώπων, ἄνθρωπος Χριστός Ἰησοῦς» (Α΄ Τιμ. β΄, 5). Αὐτός εἶναι ὁ μεσίτης μεταξύ τοῦ ἀνθρώπου καί τοῦ Θεοῦ, ἀλλά ἡ Παναγία εἶναι μεσίτρια μεταξύ ἡμῶν καί τοῦ Χριστοῦ.

Ὅταν διαβάση κανείς τίς ὁμιλίες τῶν ἁγίων Πατέρων καί στήν ἑορτή τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, ἀλλά καί στήν ἑορτή τῆς Γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ ὡς ἀνθρώπου, θά δῆ τό μεγαλεῖο πού ἔχει ἡ Παναγίας μας καί στούς οὐρανούς. Ἡ Παναγία δέν βρίσκεται μεταξύ τῆς Ἁγίας Τριάδος, διότι οἱ Ρωμαιοκαθολικοί ἀνύψωσαν τόσο πολύ τήν Παναγία, ὥστε τήν ἔβαλαν στήν Ἁγία Τριάδα, ὡσάν ἡ Θεότητα νά εἶναι τετράς. Ἐμεῖς δέν τό πιστεύουμε αὐτό, ἀλλά πιστεύουμε ὅτι ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος ἔχει δόξα μεγάλη, συμμετέχει στήν δόξα τοῦ Υἱοῦ της καί πρεσβεύει γιά ὅλους ἐμᾶς. Καί εἶναι ἀειπάρθενος, ὅπως εἶπα προηγουμένως, εἶναι παρθένος πρό τοῦ τόκου, κατά τόν τόκο καί μετά τόν τόκο, αὐτό τό μέγα μυστήριο τό ὁποῖο δέν μπορεῖ νά κατανοήση λογικά ὁ ἄνθρωπος.

Ὅλα ὅσα συνέβησαν στήν Ὑπεραγία Θεοτόκο εἶναι μυστήρια. Γι’ αὐτό ἔλεγε ὁ ἅγιος Ἰουστῖνος ὁ Πόποβιτς ὅτι, ὅταν ἤθελε νά μιλήση γιά τόν Χριστό, ἔπρεπε νά κάνη τόν σταυρό του, διότι ὁ Χριστός εἶναι τό μέγα μυστήριο πού ἑνώνει τήν θεία μέ τήν ἀνθρώπινη φύση. Ἀλλά τό ἴδιο καί, ὅταν ἤθελε νά μιλήση γιά τήν Ὑπεραγία Θεοτόκο, πάλι ἔπρεπε νά κάνη τόν σταυρό του, γιατί ἡ Παναγία μας δέν εἶναι μιά ἁπλή γυναίκα οὔτε θεά πού συμμετέχει στήν Ἁγία Τριάδα, ἀλλά εἶναι ἕνα μεγάλο μυστήριο μέσα στήν Ἐκκλησία.

Γι’ αὐτό εἶπα στήν ἀρχή ὅτι ὅλα τά θέματα πρέπει νά τά ἀντιμετωπίζουμε ὀρθοδόξως, ὅπως γράφει ὁ ἱερός ὑμνογράφος: «Σέ, Θεοτόκε, ὀρθοδόξως μεγαλύνομεν». Ἡ Παναγία μας δέν θέλει οὔτε νά ὑπερτιμᾶται, ὅπως κάνουν οἱ Ρωμαιοκαθολικοί, οὔτε νά ὑποτιμᾶται, ὅπως τό κάνουν οἱ Προτεστάντες, ἀλλά νά τιμᾶται ὀρθοδόξως.

3. Ὁρθοδοξία καί συγκρητισμός

Εἶναι πάρα πολύ σημαντικά ὅσα εἶπα προηγουμένως, διότι στήν ἐποχή μας στήν ὁποία γίνεται διάχυση τῆς πληροφορίας, ἔρχονται πολλά ρεύματα καί σέ μᾶς ἀπό Ἀνατολή καί Δύση. Ἔτσι, βλέπουμε καί σήμερα ὀρθοδόξους θεολόγους καί Κληρικούς νά μήν ὁμιλοῦν ὀρθοδόξως. Ὑπάρχει ἕνας σχετικισμός, ἕνας συγκρητισμός. Ἔρχονται διάφορα ρεύματα, γιά παράδειγμα, ἀπό τόν δυτικό χῶρο, ἀπό διάφορους ἀνθρώπους, καί θά ἔλεγα Χριστιανούς, οἱ ὁποῖοι προσέλαβαν τήν φιλοσοφία, τήν ψυχολογία, τήν κοινωνιολογία, τόν ὑπαρξισμό καί προσπαθοῦν νά ἑρμηνεύσουν τόν Χριστιανισμό μέσα ἀπό αὐτήν τήν προοπτική καί κάνουν μεγάλα λάθη.

Ἔλεγα σήμερα τό πρωί στόν Ἱερό Ναό τοῦ Ἁγίου Δημητρίου τῆς Ναυπάκτου, ὅπου λειτούργησα, ὅτι εἶναι πάρα πολύ σημαντική ἡ ὀρθόδοξη ἀνθρωπολογία, ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶναι δημιουργημένος κατ’ εἰκόνα καί καθ’ ὁμοίωσιν Θεοῦ. Ὅμως, πολλοί αὐτό τό ἀλλάζουν σήμερα καί παραθεωροῦν αὐτό τό μεγάλο γεγονός πού τό ἀναλύουν οἱ Πατέρες, δηλαδή τό κατ’ εἰκόνα καί καθ’ ὁμοίωσιν τοῦ ἀνθρώπου, καί μιλᾶνε γιά τό «ἀνθρώπινο πρόσωπο», γιά τήν ἀξία καί «τήν ἱερότητα τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου», πού ἔχει ἐλευθερία, αὐτονομία, δικαιώματα. Μέ αὐτήν τήν θεωρία δικαιολογοῦνται ὅλα τά πάθη, ἀκόμη καί τά παρά φύσιν, διότι λένε, «αὐ¬¬τός εἶναι πρόσωπο καί ἔχει τήν ἐλευθερία τῆς ἐπιλογῆς».

Ὅμως, ἐμεῖς στήν Ἐκκλησία ἔχουμε ὀρθόδοξη διδασκαλία, γι’ αὐτό γιά ὅλα τά θέματα πρέπει νά ἔχουμε σαφῆ ὀρθόδοξη ἄποψη. Παρακολουθῶ τόν Σεβασμιώτατο Ποιμενάρχη σας, τόν άγαπητό Μητροπολίτη Πατρῶν κ. Χρυσόστομο, ἐπειδή εἴμαστε κοντά, ἀλλά καί λόγῳ τοῦ Τηλεοπτικοῦ Σταθμοῦ «Λύχνος» καί βλέπω πόσο ὀρθόδοξα ὁμιλεῖ σέ κάθε ἑορτή, ἐπειδή στηρίζεται πάνω στήν πατερική παράδοση καί ἔχει ὀρθόδοξη διδασκαλία. Ὅπως, ἐπίσης, παρακολουθῶ καί τόν Θεοφιλέστατο Κερνίτσης κ. Χρύσανθο. Δέν εἶναι εὔκολο πράγμα νά τό συναντήση αὐτό κανείς σέ ὁμιλητές. Δέν εἶναι εὔκολο κανείς νά ἔχη ξεκαθαρίσει τίς ὑπερβολές καί νά παραμένη στήν μεσότητα, μεταξύ τῆς ἐλλείψεως καί τῆς ὑπερβολῆς.

Ὁπότε, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, λαμβάνοντας ἀφορμή ἀπό αὐτό τό χωρίο, «Σέ, Θεοτόκε, ὀρθοδόξως μεγαλύνομεν», θέλω νά καταλήξω στό νά μελετᾶμε κυρίως τούς ἁγίους Πατέρες, τό consensus patrum, πού εἶναι ἡ κοινή διδασκαλία τῶν Πατέρων τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων. Καί, βεβαίως, πρέπει νά παραμένουμε σέ αὐτήν τήν πίστη, τήν πίστη τῶν Προφητῶν, τῶν Ἀποστόλων καί τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας.

Ἔτσι θά εἴμαστε Ὀρθόδοξοι στήν θεωρία καί στήν πράξη, Ὀρθόδοξοι στήν διδασκαλία, στήν πίστη καί στήν ζωή. Ἔτσι μᾶς θέλει ἡ Παναγία μας, καί τότε Αὐτή θά πρεσβεύη γιά μᾶς, ὅταν θά μᾶς βλέπη νά συμπεριφερόμαστε ὀρθοδόξως καί νά τήν μεγαλύνομεν ὀρθοδόξως. Ἀμήν.

Δεῖτε τὴν ὁμιλία

  • Προβολές: 68