Skip to main content

Ἀπὸ τὸ Ἁγιολόγιο τοῦ μηνός: Ὁ Εὐαγγελιστὴς τῆς Ἀγάπης - Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Θεολόγος, 8 Μαΐου και 26 Σεπτεμβρίου

Πρωτοπρεσβύτερου Π. Γεώργιου Παπαβαρνάβα

Ὁ Εὐαγγελιστὴς τῆς Ἀγάπης - Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Θεολόγος, 8 Μαΐου και 26 Σεπτεμβρίου

Ὁ Ἀπόστολος καί Εὐαγγελιστής Ἰωάννης εἶναι ὁ ὑψιπέτης ἀετός τῆς Θεολογίας. Ἔγραψε τό θεολογικότερο τῶν Εὐαγγελίων. Ἡ Ἐκκλησία τοῦ ἀπένειμε τήν προσωνυμία τοῦ Θεολόγου καί στήν ἁγιογραφία εἰκονίζεται μέ ἕναν ἀετό κοντά στό κεφάλι του. Εἶναι ὅμως καί ὁ Εὐαγγελιστής τῆς ἀγάπης. Ὄχι μόνο γιατί ἀναφέρεται συνεχῶς στήν ἀγάπη, ἀλλά κυρίως γιατί τήν βίωνε καί τήν ἐξέφραζε. Ἦταν ὁ “μαθητής “ὅν ἠγάπα ὁ Ἰησούς”, ἀλλά καί αὐτός ἀγαποῦσε πολύ τόν Διδάσκαλό του. Τόν ἀκολούθησε καί στίς πιό δύσκολες ὧρες τῆς ἐπίγειας ζωῆς Του. Ὅταν οἱ ἄλλοι μαθητές ἤσαν κρυμμένοι “διά τόν φόβον τῶν Ἰουδαίων”, αὐτός ἦταν παρών στήν σύλληψή Του, στήν “δίκη” καί στόν Γολγοθά, ὅπου κάτω ἀπό τόν Σταυρό τοῦ ἐμπιστεύθηκε ὁ Χριστός τήν μητέρα Του. Μαζί μέ τόν ἀδελφό του Ἰάκωβο καί τόν Πέτρο ἀποτελοῦσαν τήν τριάδα τόν μαθητῶν πού ἔλαβε μαζί του ὁ Χριστός στήν ἀνάσταση τῆς κόρης τοῦ Ἰαείρου, στό ὅρος Θαβώρ, ὅπου “μετεμορφώθη ἔμπροσθεν αὐτών”, καθώς καί στήν Γεθσημανή, ὅπου προσευχήθηκε πρίν ἀπό τό πάθος Του.

Ἀγαποῦσε καί ὅλο τόν κόσμο, γιατί ὅποιος ἀγαπᾶ τόν Θεό ἀγαπᾶ καί ὅ,τι Αὐτός δημιούργησε καί κυρίως τούς συνανθρώπους του. Ὅλους ἀνεξαιρέτως, ἐχθρούς καί φίλους χωρίς διακρίσεις. Μέ μιά ἀγάπη ἀληθινή ἀπαλλαγμένη ἀπό ἰδιοτέλειες, συμφέροντα καί ρατσισμό, πού εἶναι γνωρίσματα ἀκαθάρτων καί ἐμπαθῶν ἀνθρώπων. Οἱ ἅγιοι ὡς ἀπαθεῖς καί κεκαθαρμένοι, βιώνουν τήν αὐθεντική ἀγάπη πού ἀγκαλιάζει καί τούς ἐχθρούς. Στήν νῆσο Πάτμο ὅπου βρισκόταν ἐξόριστος, ἐξ αἰτίας αὐτῆς τοῦ τῆς ἀγάπης, ἀξιώθηκε νά δή καί νά καταγράψη τήν Ἀποκάλυψη. Συνέγραψε, ἐπίσης, καί τρεῖς θαυμάσιες ἐπιστολές.

Χαρακτηριστικός εἶναι ὁ τρόπος μέ τόν ὁποῖο ἀρχίζει νά ἀφηγεῖται τά τῆς ζωῆς τοῦ Χριστοῦ, στό Εὐαγγέλιο πού συνέγραψε. “Εν ἀρχή ἥν ὁ Λόγος καί ὁ Λόγος ἥν πρός τόν Θεόν καί Θεός ἥν ὁ Λόγος• πάντα δί’ αὐτοῦ ἐγένετο καί χωρίς αὐτοῦ ἐγένετο οὐδέ ἕν ὅ γέγονεν• ἐν αὐτῶ ζωή ἥν, καί ἡ ζωή ἥν τό φῶς τῶν ἀνθρώπων. Καί τό φῶς ἐν τῇ σκοτία φαίνει καί ἡ σκοτία αὐτό οὐ κατέλαβεν”. Δηλαδή, κατά τήν ἀρχήν (τῆς δημιουργίας) ὑπῆρχεν ὁ Λόγος καί ὁ Λόγος ἦταν πρός τόν Θεόν καί Θεός ἦταν ὁ Λόγος. Αὐτός ὑπῆρχε ἐν ἀρχή πρός τόν Θεόν. Ὅλα ἔγιναν δί’ αὐτοῦ καί χωρίς αὐτόν τίποτε δέν ἔγινε ἀπό ὅσα ἔχουν γίνει. Μέσα σέ Αὐτόν ὑπῆρχε ζωή καί ἡ ζωή ἦταν τό φῶς τῶν ἀνθρώπων. Καί τό φῶς φωτίζει στό σκοτάδι καί τό σκοτάδι δέν τό κατενίκησε.

Ἀρχίζει μέ τήν θεμελειώδη ἀλήθεια ὅτι ὁ Λόγος, τό δεύτερο πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος, εἶναι τέλειος Θεός καί ὑπῆρχε πάντοτε ἑνωμένος μέ τόν Πατέρα. Δέν ὑπῆρξε περίοδος πού δέν ὑπῆρχε. Γεννᾶται ἀϊδίως ἀπό τό Πατέρα καί εἶναι ἄναρχος καί ἀτελεύτητος. Ὑπῆρχε πρό τῆς δημιουργίας, ἀφοῦ αὐτός εἶναι ὁ δημιουργός του κόσμου, μέ τήν ἔννοιαν ὅτι ὅλα τα δημιουργήματα, ὁρατά καί ἀόρατα, ἔγιναν δί’ αὐτοῦ. Δηλαδή τά πάντα δημιούργησε ὁ Τριαδικός Θεός “ὁ Πατήρ δί’ Υἱοῦ ἐν Πνεύματι Ἁγίω”. Ὁ Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ ζωή καί τό φῶς, πού φωτίζει τούς ἀνθρώπους, ἐννοεῖται τούς δεκτικούς φωτισμοῦ. Αὐτούς πού ἔχουν τίς προϋποθέσεις νά δοῦν αὐτό τό φῶς, πού δέν εἶναι κτιστό καί αἰσθητό, ἀλλά ἄκτιστο. Ὁ Θεός εἶναι ἄκτιστος καί ἑπομένως καί οἱ ἐνέργειές Του εἶναι ἄκτιστες. Καί ὑπάρχει χαώδης διαφορά μεταξύ κτιστοῦ καί ἀκτίστου. Τό κτιστό εἶναι πεπερασμένο, ὑπόκειται στήν φθορά καί στόν θάνατο, δέν δύναται νά ἀναγεννήση καί νά σώση, ἐνῶ τό ἄκτιστο, ὁ ἅγιος Τριαδικός Θεός, εἶναι ἄναρχος καί ἀτελεύτητος, εἶναι τό φῶς καί ἡ ζωή τῶν ἀνθρώπων. Ὅσοι ζοῦν στό σκότος τῶν παθῶν δέν μποροῦν οὔτε νά ἀντιληφθοῦν τήν ὕπαρξη αὐτοῦ του φωτός, πού δέν μπορεῖ νά τό κατανικήση κανένα σκοτάδι ἁμαρτίας ἤ πλάνης ἤ αἵρεσης. Αὐτό τό φῶς, πού εἶναι ἡ δόξα τοῦ Χριστοῦ, τό εἶδε ὁ Ἰωάννης στό ὅρος Θαβώρ, μαζί μέ τόν Πέτρο καί τόν Ἰάκωβο, “καθώς ἠδύνατο”. Μαρτυρεῖ καί ὁμολογεῖ γιά αὐτά πού εἶδε, ἄκουσε, αἰσθάνθηκε, ὀσφράνθηκε καί βίωσε σέ ὅλη του τήν ὕπαρξη, ἡ ὁποία μεταμορφώθηκε. Γιατί στό Θαβώρ ἔχουμε μεταμόρφωση τοῦ Χριστοῦ ἀλλά καί μεταμόρφωση τῶν μαθητῶν. Μεταμορφώθηκαν τά αἰσθητά τούς μάτια, γιά νά μπορέσουν νά δοῦν ἐκεῖνο τό φῶς. “Το φῶς ἐκεῖνο δέν ἦταν αἰσθητό, οὔτε οἱ ὀρῶντες ἔβλεπαν μέ ἁπλούς αἰσθητούς ὀφθαλμούς. Οἱ ὀφθαλμοί τῶν μαθητῶν μετασκευάσθηκαν μέ τήν δύναμη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Γιά τήν θέα τοῦ Φωτός ἐκείνου “τυφλοί εἰσιν οἱ κατά φύσιν ὀρῶντες ὀφθαλμοί”. Γι’ αὐτό καί οἱ Μαθηταί “ἐνηλλάγησαν καί οὕτω τήν ἐναλλαγήν εἴδον”. Ἔχουμε λοιπόν μεταμόρφωση καί τῶν Μαθητῶν γιά νά ἀξιωθοῦν νά δοῦν τήν δόξα τοῦ Θεοῦ στήν ἀνθρώπινη φύση τοῦ Λόγου” (Μητροπολίτου Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου Ἱεροθέου, Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς ὡς ἁγιορείτης, β’ ἔκδ., σέλ.345-346).

Ὑπάρχουν καί σήμερα ἅγιοι πού ἔχουν ἐμπειρίες ἀνάλογες μέ ἐκεῖνες τῶν ἁγίων Ἀποστόλων. Βιώνουν, δηλαδή, τά τρία στάδια τῆς πνευματικῆς ζωῆς, ἤτοι τήν κάθαρση τῆς καρδιᾶς, τόν φωτισμό τοῦ νοῦ καί τήν θεωρία τοῦ ἀκτίστου φωτός. Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία διασώζει ἀνόθευτη τήν πίστη, ὅπως τήν παρέδωσαν ὁ Χριστός καί οἱ Ἀπόστολοι, καθώς καί τόν τρόπο θεραπείας τῆς ψυχῆς ἀπό τά πάθη. Οἱ ἐμπαθεῖς δέν μποροῦν νά ἀγαποῦν ἀληθινά, γιατί ἀνακατεύουν τήν ἀγάπη μέ τήν ἰδιοτέλεια καί τό συμφέρον. Καί εἶναι γνωστό ἀπό τήν Ἱστορία, ἀλλά καί ἀπό τά πρόσφατα γεγονότα, ὅτι τά μεγαλύτερα ἐγκλήματα στήν ἀνθρωπότητα ἔχουν διαπραχθεῖ στό ὄνομα τῆς ἀγάπης καί τοῦ δικαίου. Ἡ αὐθεντική ἀγάπη ἔχει σχέση μέ τήν ὀρθή πίστη καί τήν ἐσωτερική καθαρότητα καί δέν ἐκφράζεται “λόγω μηδέ τή γλώσση, ἀλλ’ ἐν ἔργω καί ἀληθεία” (Ἅ’ Ἰωάν. γ,18).

ΑΓΙΟΛΟΓΙΟ

  • Προβολές: 3259