Γράφτηκε στις .

Ἐπίκαιροι Σχολιασμοί: Πότε ἀρχίζει ὁ 21ος αἰώνας καὶ ἡ 3η χιλιετία;

Πρωτοπρεσβύτερου Θωμᾶ Βαμβίνη

Τί τό διαφορετικό θά ἔχη ἡ χρονική στιγμή κατά τήν ὁποία θά ἀλλάζη ἡ χιλιετία; Γιατί τόσος θόρυβος γι’ αὐτήν; Ποιός μᾶς δίδαξε ἐμᾶς τούς Ὀρθοδόξους νά δίνουμε τόσο μεγάλη σημασία στήν ἀρίθμηση τοῦ χρόνου; Λέω “στήν ἀρίθμηση”, γιατί ὁ θόρυβος πού γίνεται τελευταία, δέν ἀφορᾶ σέ αὐτόν καθ’ ἐαυτόν τόν χρόνο, ἀλλά στήν ἀρίθμησή του• στό κατά πόσο, δηλαδή, τό ἔτος 2000 εἶναι τό πρῶτο της νέας χιλιετίας ἤ τό τελευταῖο της ἀπερχόμενης. Δέν μᾶς ἐνδιαφέρει, δηλαδή, “τό συμπαρεκτεινόμενον τή συστάσει τοῦ κόσμου διαστημα”, τό ὁποῖο τέμνεται ἀπό τό αἰώνιο, οὔτε τό πῶς γίνεται αὐτή ἡ “τομή”. Ὁ χρόνος μᾶς ἐνδιαφέρει ὡς ἐναλλαγή ἀριθμῶν. Δέν κινεῖ τό ἐρευνητικό μας ἐνδιαφέρον ὁ τρόπος τῆς μεταμόρφωσής του• τό πῶς “ἐν χρόνω” βιώνεται τό αἰώνιο, τό πῶς μέ τήν ἀποκάλυψη τοῦ Θεοῦ στούς καθαρούς τή καρδία καί τήν εἴσοδο στόν “συμπεπυκνωμένο χρόνο” τῆς θείας Λειτουργίας, ἡ χρονική ὕπαρξη μπαίνει σέ ἄλλες διαστάσεις.Μᾶς “τρομάζουν” τά ψηφία τοῦ ἀριθμοῦ 2000, τά ὁποῖα φοβόμαστε ὅτι μπορεῖ νά “τρελάνουν” κάποιους ὑπολογιστές σέ βάσεις ἐκτοξεύσεως πυραύλων, οἱ ὁποῖοι στήν “τρέλα” τούς εἶναι ἐνδεχόμενο νά στείλουν τίς “ἔξυπνες” βόμβες τους, χωρίς τή γνώμη τῶν ἰθυνόντων, σέ ἄγνωστους στόχους.

Στό σημείωμα αὐτό, ὅμως, ἀφήνοντας τήν ἐκκλησιαστική προσέγγιση τοῦ χρόνου, θά ἐπιχειρήσω μιά ἀριθμητική μελέτη του. Νομίζω ὅτι κάτι τέτοιο εἶναι ἀναγκαῖο, γιατί πολλοί, καί ἀπό τό χῶρο τῆς Ἐκκλησίας, μιλοῦν γιά τή νέα χιλιετία, τοποθετώντας τήν ἀφετηρία της στήν Πρωτοχρονιά τοῦ 2000 μ.Χ.. Τό θέμα δέν εἶναι δογματικό, οὔτε ἀκόμη ποιμαντικό• ἔχει νά κάνη, ὅμως, μέ τήν σοβαρότητα τῶν ἐνεργειῶν μας καί ἀκόμη μέ τήν ἀνεξαρτησία τῶν κινήσεών μας ἀπό διάφορα, ξένα πρός ἐμᾶς, συμφέροντα, ἀλλά καί ἀπό τόν Πάπα. Ἄν ὁ Πάπας, γιά δικούς του λόγους, βιάζεται νά ἀλλάξη χιλιετία, ἐμεῖς δέν βιαζόμαστε νά τό κάνουμε “βιάζοντας” τήν ἀριθμητική. Ἄλλωστε, δέν μᾶς ἐνδιαφέρουν οἱ χιλιετίες, ἀλλά ἡ ἐμπειρία τοῦ αἰώνιου, τό ὁποῖο πέρασε μέσα στήν ἱστορία μέ τή σάρκωση τοῦ Χριστοῦ.

Ἅς δοῦμε, ὅμως, τήν ἀριθμητική πλευρά τοῦ θέματος. Οἱ συζητήσεις καί οἱ ἀντιθέσεις, λοιπόν, ἐκδηλώνονται στό χαρακτηρισμό τοῦ ἔτους 2000, τό ὁποῖο ὁρισμένοι τό θεωροῦν τελευταῖο της δεύτερης χιλιετίας, ἐνῶ ἄλλοι πρῶτο της τρίτης. Θά προσπαθήσω στή συνέχεια νά δείξω ὅτι δίκαιο ἔχουν οἱ πρῶτοι, ἐνῶ οἱ δεύτεροι πέφτουν σέ κάποιες ἀριθμητικές καί ἱστορικές παρανοήσεις.

Τό λάθος στόν χαρακτηρισμό τοῦ 2000 γίνεται, κατά τή γνώμη μου, γιά δύο κυρίως λόγους. Ὁ ἕνας εἶναι ψυχολογικός, καί παρατηρεῖται σέ ἀνθρώπους πού δέν πολυεξετάζουν τά πράγματα. Στόν ἀριθμό πού ἐκφράζει τή χρονολογία βλέπουν ὅτι ἀλλάζει τό ψηφίο τῆς χιλιάδας• ἀπό 1 γίνεται 2. Αὐτή ἡ ἀλλαγή στή μορφή τοῦ ἀριθμοῦ, πού γίνεται ὁλοκληρωτική μέ τόν μηδενισμό ὅλων των ἄλλων ψηφίων, δημιουργεῖ τήν αἴσθηση μιᾶς σημαντικῆς ἀλλαγῆς στή χρονολογία. Ἔτσι ἡ ἀλλαγή στό ψηφίο τῆς χιλιάδας ὑποβάλλει τήν ψευδαίσθηση ὅτι ἀλλάζει ἡ χιλιετία. Εἶναι προφανές, βέβαια, ὅτι ἄν δέν ὁλοκληρωθῆ τό ἔτος 2000, δέν ἔχουμε 2000 ὁλόκληρα ἔτη ἀπό τή Γέννηση τοῦ Χριστοῦ, ὁπότε, δέν μποροῦμε νά περάσουμε τό κατώφλι τῆς τρίτης χιλιετίας.

Ὁ δεύτερος - καί σημαντικότερος - λόγος εἶναι ἡ λανθασμένη ἀφετηρία στήν ἀπαρίθμηση τῶν ἐτῶν ἀπό τή Γέννηση τοῦ Χριστοῦ. Γιά τό θέμα αὐτό γίνονται πολλές συζητήσεις, στίς ὁποῖες χρησιμοποιοῦνται ἄλλοτε ἀληθινά καί ἄλλοτε ἀληθοφανῆ ἐπιχειρήματα. Ὑποστηρίζεται, λοιπόν, ἀπό πολλούς, ὅτι πρέπει νά δεχθοῦμε τήν ὕπαρξη ἔτους μηδέν (0), ἀπό τό ὁποῖο ὀφείλουμε νά ἀρχίζουμε τήν ἀπαρίθμηση. Τό ἰσχυρίζονται αὐτό κάνοντας τόν ἑξῆς συλλογισμό: Ἄν δέν ὑπάρχει ἔτος μηδέν (0), τότε στήν ἀπαρίθμησή μας θά κάνουμε ἅλμα δύο ἐτῶν, πηγαίνοντας κατευθείαν ἀπό τό 1π.Χ στό 1μ.Χ.. Ἔχουν στό νοῦ τούς τά ἔτη σάν σημεῖα μιᾶς βαθμολογημένης εὐθείας γραμμῆς (ὅπως εἶναι ἡ κλίμακα ἑνός θερμομέτρου), στήν ὁποία ἔχουν τοποθετηθεῖ ὅλοι οἱ ἀκέραιοι ἀριθμοί, θετικοί καί ἀρνητικοί (οἱ θετικοί ἐκφράζουν τά μετά Χριστόν ἔτη καί οἱ ἀρνητικοί τα πρό Χριστοῦ). Ὅπως, λοιπόν, πάνω στήν κλίμακα ἑνός θερμομέτρου, ἡ ἀπόσταση τοῦ -1 ἀπό τό +1 εἶναι 2 βαθμοί Κελσίου, ἔτσι καί ἡ χρονική ἀπόσταση τοῦ 1π.Χ. (ποῦ ἀντιστοιχεῖ στό -1) ἀπό τό 1μ.Χ. (ποῦ ἀντιστοιχεῖ στό +1) εἶναι δύο ἔτη. Γι’ αὐτό, λοιπόν, ἰσχυρίζονται, προκειμένου νά μή κάνουμε αὐτό τό λάθος, πρέπει νά δεχθοῦμε τήν ὕπαρξη ἔτους μηδέν (0), ἀνάμεσα στό 1π.Χ. καί στό 1μ.Χ., τό ὁποῖο ἀπαριθμοῦμε πρῶτο. Ξεκινώντας, ὅμως, ἀπό τό μηδέν (0), ἡ δεύτερη χιλιετία ὁλοκληρώνεται μέ τό ἔτος 1999, ὁπότε μέ τήν Πρωτοχρονιά τοῦ 2000 μπαίνουμε στήν τρίτη χιλιετία.

Ὁ συλλογισμός πού ἀναφέρθηκε πιό πάνω εἶναι ἀληθοφανής καί ὄχι ἀληθινός. Ἡ διατύπωσή του γεννᾶ αὐτόματα διάφορα ἐρωτήματα, σάν τά ἀκόλουθα: Μπορεῖ νά ὑπάρξη ἔτος μηδέν μέ 365 μέρες; Μποροῦμε, δηλαδή, νά δώσουμε ὑπόσταση στό μηδέν, στήν προκειμένη περίπτωση, νά τοῦ δώσουμε χρονική διάρκεια; Καί ἄν δεχθοῦμε ὅτι ὑπάρχει τέτοιο ἔτος, γιατί νά τό ἀπαριθμοῦμε στά μετά Χριστόν ἔτη καί ὄχι στά πρό Χριστοῦ; Ὁ ἀριθμός μηδέν οὔτε θετικός εἶναι οὔτε ἀρνητικός. Τό ἔτος μηδέν μέ πιά λογική πρέπει νά τό συναριθμοῦμε στά μετά Χριστόν ἔτη;

Γιά νά φανῆ καθαρότερα τό λάθος τοῦ συλλογισμοῦ αὐτοῦ, εἶναι χρήσιμο νά φέρουμε στό νοῦ μᾶς τά ἑξῆς ἁπλά πράγματα. Ἡ ἀρίθμηση τῶν ἐτῶν ἔχει ἀφετηρία τήν Γέννηση τοῦ Χριστοῦ, ἐνῶ ὁ χρόνος κινεῖται εὐθύγραμμα πρός τό μέλλον μέ ἀφετηρία τήν ἀρχή τῆς δημιουργίας. Ὁπότε, ὅταν ἀριθμοῦμε τά πρό Χριστοῦ ἔτη, κινούμαστε ἀντίθετα πρός τήν κίνηση τοῦ χρόνου, πᾶμε ἀπό τή Γέννηση τοῦ Χριστοῦ πρός τό παρελθόν, δηλαδή λέμε 1π.Χ., 2π.Χ. κ.τ.λ., ἐνῶ ὅταν ἀριθμοῦμε τά μετά Χριστόν ἔτη, κινούμαστε μαζί μέ τό χρόνο πρός τό μέλλον, δηλαδή λέμε 1μ.Χ., 2μ.Χ. κ.τ.λ. Αὐτό ἔχει τήν ἑξῆς συνέπεια: Ἕνα γεγονός πού συνέβη ἀκριβῶς στό 1π.Χ., εἶναι ἀρχαιότερο ἀπό τή Γέννηση τοῦ Χριστοῦ κατά 365 μέρες. Ἔχει συμβῆ, δηλαδή, τή στιγμή πού ἄρχιζε τό τελευταῖο ἔτος πρίν ἀπό τήν Γέννηση τοῦ Χριστοῦ, αὐτό πού ὀνομάζουμε ἔτος 1π.Χ.. Ὁμοίως, ἕνα γεγονός πού συνέβη ἀκριβῶς στό 1μ.Χ., εἶναι μεταγενέστερο ἀπό τή Γέννηση τοῦ Χριστοῦ κατά 365 μέρες. Ἔχει συμβῆ, δηλαδή, τή στιγμή πού τελείωνε τό πρῶτο ἔτος μετά ἀπό τήν Γέννηση τοῦ Χριστοῦ, αὐτό πού ὀνομάζουμε ἔτος 1μ.Χ.. Στίς 730 μέρες πού μεσολαβοῦν ἀπό τήν ἀρχή τοῦ 1π.Χ μέχρι τή λήξη τοῦ 1μ.Χ., πῶς μποροῦν νά χωρέσουν τρία ἔτη, τῶν 365 ἡμερῶν τό καθένα, δηλαδή, τό 1π.Χ., τό μηδέν (Ο) καί τό 1μ.Χ.; Εἶναι φανερό, λοιπόν, ὅτι ἀνάμεσα στό 1π.Χ. καί τό 1μ.Χ. δέν χωρᾶ ἔτος μηδέν (0), ἄρα τέτοιο ἔτος δέν ὑπάρχει. Ὡς μηδέν τοῦ χρόνου θεωρεῖται ἡ στιγμή τῆς Γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ, ἡ ὁποία εἶναι στιγμή καί ὄχι ἔτος. Εἶναι τό πέρας τοῦ ἔτους 1π.Χ., ποῦ συμπίπτει μέ τήν ἔναρξη τοῦ ἔτους 1μ.Χ.. Ὁ Χριστός, δηλαδή, γεννήθηκε στό σύνορό του 1π.Χ. καί τοῦ 1μ.Χ., ἄν, βέβαια, δεχθοῦμε ὅτι εἶναι σωστός ὁ ὑπολογισμός τῆς χρονολογίας Γέννησής Του. Ὁπότε, στήν ἀπαρίθμηση τῶν μετά Χριστόν ἐτῶν δέν ξεκινοῦμε ἀπό τό μηδέν ἀλλά ἀπό τό ἕνα, πράγμα πού σημαίνει, ὅτι τά 2000 χρόνια ἀπό τή Γέννηση τοῦ Χριστοῦ συμπληρώνονται στή λήξη τοῦ ἔτους 2000 καί ἡ τρίτη χιλιετία ἀρχίζει τήν 1η Ἰανουαρίου τοῦ 2001.

Βέβαια, τό βαθύτερο πρόβλημά μας δέν εἶναι αὐτό. Τίς χρονολογίες μπορεῖ νά τίς θεωροῦμε συμβολικές καί συμβατικές καί μέ τούς ἀριθμούς πού τίς ἐκφράζουν μποροῦμε, ἄν θέλουμε, νά παίζουμε. Ὑπάρχουν, ὅμως, πράγματα πού δέν εἶναι συμβολικά καί συμβατικά, μέ τά ὁποῖα δέν μποροῦμε νά παίζουμε. Κι’ αὐτά εἶναι ὁ Θεός καί ἡ ζωή μας, ἡ ὁποία ζωή ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ πρέπει νά ὑπερβῆ τήν εὐθύγραμμη κίνηση τοῦ χρόνου καί νά ζήση ἀπό τόν παρόντα βίο τό αἰώνιο. Τό καίριο ἐρώτημα, ὅμως, εἶναι: γιατί δίνουμε τόσο μεγάλη σημασία στό χρόνο καί ἀγνοοῦμε τό αἰώνιο, τό ὁποῖο μπορεῖ νά μᾶς συναντήση σέ ὁποιαδήποτε στιγμή τῆς ζωῆς μας; Αὐτό τό ἐρώτημα ἐπιδέχεται μόνο προσωπικές ἀπαντήσεις, οἱ ὁποῖες ἀποκρυσταλλώνονται μέσα στό πνεῦμα τῆς μετάνοιας.

ΕΠΙΚΑΙΡΟΙ ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΙ