Γράφτηκε στις .

Ἐπίκαιροι Σχολιασμοί: Βιολογικό καί πνευματικό DNA

Πρωτοπρεσβύτερου Θωμᾶ Βαμβίνη

Μέσα στίς ἐπιθυμίες πολλῶν ἀνθρώπων ζῆ ἡ ἐλπίδα γιά μιά ἐπίγεια αἰωνιότητα, χωρίς ἀσθένειες καί πόνους, μέ τή δυνατότητα ἀπολαύσεως ὅλων των ἐπιγείων ἀγαθῶν. Ἡ ἐλπίδα αὐτή δέν ἀπουσιάζει καί ἀπό Ὀρθοδόξους Χριστιανούς, γιατί ἡ ὕπαρξή της δέν συνδέεται μέ τό θρήσκευμα πού δηλώνει κανείς, ἀλλά μέ τό ἄν γεύθηκε, ἔστω καί λίγο, τή ζωή τοῦ μέλλοντος αἰῶνος ἤ εἶναι παντελῶς ἄγευστος αὐτῆς τῆς δωρεᾶς. Ὅλοι οἱ κάτοικοι τῆς Γῆς βρισκόμαστε κάτω ἀπό τίς ἀπειλές τῶν ἀσθενειῶν καί τό φάσμα τοῦ θανάτου, γι’ αὐτό, σέ ὅσους ἐξαντλοῦν τίς προοπτικές τῆς ζωῆς τους μέσα στά ὅρια τοῦ “βιολογικοῦ” ὁρίζοντα, ἡ “ἀνάγνωση” τοῦ “βιβλίου τῆς ζωῆς” ἀπό τούς ἐπιστήμονες, τοῦ ἀνθρώπινου, δηλαδή, γονιδιώματος, ἀναζωπύρωσε τήν ἐλπίδα τῆς ἐπίγειας αἰωνιότητας. Ὁρισμένοι, μάλιστα, αἰσθάνθηκαν ὅτι τώρα ἄρχισαν νά γνωρίζουν τόν ἑαυτό τους, ταυτίζοντας τόν ἑαυτό τους μέ τά γονίδιά τους. Εἶναι χαρακτηριστικό αὐτό πού γράφηκε σέ ἄρθρο τῆς Καθημερινῆς γιά τήν ἀνακοίνωση τοῦ μεγάλου ἐπιτεύγματος: “ἀνακοινώθηκε στόν πλανήτη Γῆ ὅτι “ἐπιτεύχθηκε” τό “γνῶθι σ’ αὐτόν””, ταυτίζοντας τήν αὐτογνωσία μέ τή γνώση τοῦ γονιδιώματος.

Δέν θά ἀναφερθῶ διεξοδικά στήν ὑπερβολική αἰσιοδοξία πού δημιουργήθηκε, γιατί κάτι τέτοιο ἀπαιτεῖ ἐξειδικευμένες γνώσεις. Δημοσιεύθηκαν, ἄλλωστε, πολλά ἄρθρα στόν ἡμερήσιο τύπο, πού ὁριοθέτησαν τό μέγεθος τοῦ ἐπιτεύγματος. Μόνο θά σημειώσω κάτι πού γράφηκε σέ σχετικό ἄρθρο, τό ὁποῖο μετριάζει κάπως τόν ὑπερβολικό ἐνθουσιασμό. Γράφηκε, λοιπόν, ὅτι οἱ ἐπιστήμονες “συλλάβισαν” τό μεγαλύτερο μέρος τοῦ “συγγράμματος” πού περιέχει τούς κώδικες μέ τίς ὁδηγίες γιά τήν παραγωγή ἀπό τόν ὀργανισμό μας τῶν πρωτεϊνῶν, οἱ ὁποῖες μᾶς κρατοῦν στή ζωή. Τό “συλλάβισμα”, ὅμως, τοῦ “συγγράμματος” δέν τελείωσε καί τό σημαντικότερο εἶναι ὅτι ἡ “γλώσσα” στήν ὁποία εἶναι γραμμένο, εἶναι μιά ἄγνωστη γλώσσα. Μάθαμε, δηλαδή, νά συλλαβίζουμε κάποιες λέξεις, χωρίς ἀκόμη νά γνωρίζουμε καλά τὸ νόημά τους. Πάντως, ὅταν μάθουμε τό νόημα αὐτῶν τῶν “ξενων” λέξεων, θά μᾶς ἀποκαλυφθοῦν πολλά ἀπό τά μυστήρια τῆς ζωῆς.

Πολλοί μιλοῦν γιά τά ἠθικά καί κοινωνικά διλήμματα πού ἀνακύπτουν ἐξ αἰτίας τῆς μεγάλης ἀνακάλυψης, περιγράφουν τούς φόβους πού δημιουργεῖ. Δέν θά ἀναφερθῶ σ’ αὐτούς. Θά σταθῶ μόνο σέ θετικές συνέπειες τοῦ ἐπιτεύγματος, οἱ ὁποῖες μπορεῖ νά χρησιμοποιηθοῦν ὡς ἀφορμή γιά νά μιλήσουμε γιά τόν ἄνθρωπο πιό ὁλοκληρωμένα, καί ὄχι μόνο βιολογικά.

Ἡ ὁλοκληρωμένη γνώση τοῦ γονιδιώματος θά βοηθήση τούς ἐπιστήμονες νά βροῦν τά πραγματικά αἴτια ἑκατοντάδων ἀσθενειῶν, νά ἐπινοήσουν ἐξαιρετικά εὐαίσθητες καί εἰδικές διαγνωστικές μεθόδους καί νά παρασκευάσουν φάρμακα “προσωπικά” γιά κάθε ἀσθενῆ, ἐξειδικευμένα στή γενετική του ἰδιοσυγκρασία, τά ὁποῖα θά εἶναι πιό ἀποτελεσματικά καί μέ πολύ περιορισμένες παρενέργειες. Ὅλα αὐτά συνιστοῦν μιά μηχανιστική θεραπευτική ἐπέμβαση στό σῶμα τοῦ ἀνθρώπου πού πάσχει. Σέ καμμιά περίπτωση, ὅμως, μέ αὐτές ἤ παρόμοιες βιολογικές μεθόδους, δέν θά φθάσουμε στή γνώση τοῦ ἐαυτοῦ μας. Κι’ αὐτό γιατί, Πρῶτον, ἐμεῖς δέν εἴμαστε τά γονίδιά μας, ὅπως εἶπε παλιότερα ὁ Umberto Eco• δέν εἴμαστε ἁπλά καί μόνο βιολογικές μονάδες• ἔχουμε ψυχή νοερή καί λογική, ἔχουμε ἐλευθερία, παιδεία καί πολιτισμό, πού καθορίζουν σέ μεγάλο βαθμό τούς προσανατολισμούς τῆς ὑπάρξεώς μας. Καί δεύτερον, γιατί τήν ἀκριβῆ γνώση τοῦ γονιδιώματός μας θά τήν ἔχουν μόνο οἱ εἰδικοί ἐπιστήμονες καί ὄχι ὅλοι ἐμεῖς οἱ ὑπόλοιποι, πού εἴμαστε ἄσχετοι μέ τίς ἔρευνες καί τήν ὁρολογία τῆς μοριακῆς Βιολογίας. Ἄν ἡ γνώση τοῦ ἐαυτοῦ μᾶς ταυτιζόταν μέ τή γνώση τοῦ γονιδιώματός μας, τότε ἡ αὐτογνωσία δέν θά ἦταν δυνατή γιά τό μέγα πλῆθος τῶν ἀσχέτων μέ τήν ἐπιστήμη τῆς Βιολογίας.

Ὁ ἄνθρωπος, σύμφωνα μέ τή διδασκαλία τῆς Ἁγίας Γραφῆς καί τῶν Πατέρων, εἶναι πλασμένος, ὡς ψυχοσωματική συγκρότηση, “κατ’ εἰκόνα Θεοῦ”. Ἔτσι, ἡ γνώση τοῦ ἀνθρώπου δέν σχετίζεται ἄμεσα καί μονοδιάστατα μέ τή Βιολογία, ἀλλά κυρίως καί προπαντός μέ τή Θεολογία καί πιό εἰδικά μέ τή Χριστολογία. Ὁ Χριστός εἶναι τό ἀρχέτυπο γιά τήν “κατασκευή” τοῦ ἀνθρώπου. Στό Χριστό ἔχουμε θεοφάνεια καί ἀνθρωποφάνεια, ἀποκάλυψη, δηλαδή, τοῦ Θεοῦ, ἀλλά καί ἀποκάλυψη τοῦ αὐθεντικοῦ ἀνθρώπου. Οἱ Ἀπόστολοι τήν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς ἔφθασαν στήν πλήρη γνώση τοῦ ἀνθρώπου, ὡς πλασμένου “κατ’ εἰκόνα Θεοῦ”, ἀφοῦ κατά τήν ἡμέρα αὐτή τό Ἅγιο Πνεῦμα τούς ὁδήγησε “εἰς πάσαν τήν ἀλήθειαν”. Γι’ αὐτό μποροῦμε νά ἰσχυρισθοῦμε, ὅτι τό πνευματικό DNA τοῦ ἀνθρώπου, ἡ φύση καί λόγος τῆς ὑπάρξεώς του, ἔχει πλήρως ἀποκρυπτογραφηθῆ ἐδῶ καί δύο χιλιάδες χρόνια.

Ἐδῶ καί δύο χιλιάδες χρόνια γνωρίζουμε πλήρως τό “γονιδίωμα” τῆς ἀνθρώπινης ψυχῆς, τή φυσική “ἀλληλουχία” τῶν δυνάμεών της, τούς “διεγέρτες” τῶν ἀσθενειῶν της, τίς “μεταλλάξεις” τῶν φυσικῶν κινήσεών της σέ παραφύση, πού δημιουργοῦν χρόνιες ἀσθένειες, οἱ ὁποῖες δυσκολεύουν πολύ τή ζωή τῶν ἀπογόνων. Ἔχουμε, δηλαδή, βαθύτατη γνώση τῆς παθολογίας τῆς ἀνθρώπινης ψυχῆς, γεγονός πού δημιούργησε μιά μακρά καί πλούσια θεραπευτική παράδοση, μέ “φάρμακα” ἐξειδικευμένα στήν ἰδιοσυγκρασία τοῦ κάθε πνευματικά ἀσθενοῦς. Ἡ ἐξειδίκευση τῶν πνευματικῶν φαρμάκων στήν περίπτωση τοῦ κάθε ἀνθρώπου εἶναι μιά ἀπό τίς βασικές ἀρχές τῆς Πατερικῆς μας Παραδόσεως.

Ὅμως, παρά τήν πλήρη γνώση τῆς ψυχῆς τοῦ ἀνθρώπου, ὁ θάνατός της -ὁ χωρισμός της, δηλαδή, ἀπό τήν ἐνέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος- κυριαρχεῖ μέχρι σήμερα καί φαίνεται νά εἶναι ἰσχυρότερος ἀπό ὅλα τα μέσα πού τόν πολεμοῦν. Ἡ ἐπισήμανση τῶν αἰτίων αὐτῆς τῆς κυριαρχίας εἶναι ἕνα ἐπιτακτικό ποιμαντικό ἔργο. Μιά σύγκριση μέ τήν “γενετική” θεραπευτική, νομίζω ὅτι μπορεῖ νά δώση ἀφορμή γιά σημαντικές παρατηρήσεις.

Ὅταν φθάσουμε στή πλήρη γνώση τοῦ ἀνθρώπινου γονιδιώματος, καθώς καί τῶν γονιδιωμάτων ὅλων των παθογόνων μικροοργανισμῶν, καί παρασκευασθοῦν τά κατάλληλα φάρμακα, ἡ θεραπεία τοῦ ὁποιουδήποτε ἀσθενοῦς θά εἶναι μιά εὔκολη ὑπόθεση, ἡ ὁποία θά ἐξαρτᾶται ἐξ’ ὁλοκλήρου ἀπό τά μέσα καί τήν ἐμπειρία τοῦ γιατροῦ, ἐνῶ ὁ ἀσθενής μπορεῖ νά μή γνωρίζη τίποτε γιά τή μέθοδο θεραπείας του, τίποτε γιά τό γονιδίωμά του. Μπορεῖ ἀκόμη, ὅλη ἡ θεραπευτική ἀγωγή νά γίνη καί χωρίς τή θέλησή του, διότι δέν ἐξαρτᾶται οὔτε ἀπό τή γνώση, οὔτε ἀπό τή γνώμη του. Αὐτό, ὅμως, δέν συμβαίνει μέ τή θεραπεία τῶν πνευματικῶν ἀσθενειῶν. Σέ αὐτές χρειάζεται καί ἡ γνώση καί ἡ γνώμη τοῦ ἀσθενοῦς.

Στά συγγράματα τῶν Ἀποστόλων καί τῶν Πατέρων ἔχουν καταγραφεῖ ἡ φυσική ζωή τῆς ψυχῆς τοῦ ἀνθρώπου, οἱ ἀσθένειες τῶν παθῶν, οἱ αἰτίες καί ἡ ἐξέλιξή τους, ὅμως, αὐτό δέν ἐπαρκεῖ γιά τήν πνευματική θεραπεία τοῦ ἀνθρώπου. Χρειάζεται νά συμβάλλουν τρεῖς κυρίως παράγοντες. Πρῶτον, ἡ προαίρεση τοῦ ἀσθενοῦς, ἡ θερμή ἐπιθυμία τῆς θεραπείας του, πού ὑπερνικᾶ τή δύναμη τῆς πνευματικῆς ραθυμίας. Δεύτερον, ἡ ὕπαρξη ἔμπειρου πνευματικοῦ γιατροῦ, πού νά ἔχη τή διάκριση καί τή δύναμη νά ἀπελευθερώνη τόν ἀσθενῆ ἀπό τήν αἰχμαλωσία στούς λογισμούς του καί νά τόν ὁδηγῆ σταδιακά σέ βαθύτερη γνώση τοῦ ἐαυτοῦ του, ἀλλά καί τοῦ Θεοῦ. Καί τρίτον, ἡ καθαρτική, φωτιστική καί θεοποιός ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία ἀνακαινίζει τόν ἄνθρωπο. Ἡ θεραπεία τῆς ψυχῆς δέν εἶναι ἕνα ἀνθρώπινο ἔργο, οὔτε ἐπίσης ἕνα ἔργο ἀνεξάρτητο ἀπό τήν θέληση τοῦ ἀνθρώπου. Σέ αὐτό τό σημεῖο βρίσκεται ἡ μεγάλη δυσκολία του καί ἡ ἀναποτελεσματικότητά του σέ πολλούς. Στηρίζεται στή θετική κίνηση τῆς ἀνθρώπινης ἐλευθερίας. Ἀπαιτεῖ ἀπό τόν ἄνθρωπο νά ἀποτινάξη τή ραθυμία του, νά παραμερίση τήν ἔπαρσή του καί νά ἀνοιχθῆ στή χάρη τοῦ Θεοῦ.

Τό τέλος αὐτῆς τῆς θεραπευτικῆς πορείας τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ἡ γνώση τοῦ Θεοῦ καί τοῦ ἐαυτοῦ του, εἶναι ἡ ὑπερνίκηση τοῦ πνευματικοῦ θανάτου, ἡ ἀνάσταση τῆς ψυχῆς του, πρίν ἀπό τό βιολογικό θάνατο.

ΕΠΙΚΑΙΡΟΙ ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΙ