Skip to main content

Μαρίας Κουτούση - Σύψα: Ἀρχαία οἰκολογικὰ αἰσθήματα

Μαρίας Κουτούση - Σύψα, φιλολόγου

Τὸ μεγάλο πρόβλημα τοῦ βιασμοῦ τῆς φύσης ἀπὸ τὸν σύγχρονο ἄνθρωπο δείχνει τὴ βαθιὰ ἀλλοτρίωσή του, τὴν ἀποξένωσή του ἀπὸ τὸν κόσμο ποὺ τὸν περιβάλλει, τὴν ἀδυναμία του γιὰ μιὰ ὑγιῆ σχέση μαζί του. Ἡ ἀποξένωση αὐτὴ ἐκδηλώνεται εἴτε ὡς ἁπλὴ ἀδιαφορία εἴτε, στὴ χειρότερη περίπτωση, ὡς ἐνέργεια ποὺ διαταράσσει καὶ καταστρέφει τὴν ὑπάρχουσα ἰσορροπία. Σὲ κάθε περίπτωση λείπει ἡ ἀγάπη τοῦ ἀνθρώπου γιὰ τὸ θαῦμα τῆς δημιουργίας, ποὺ ἀποτελεῖ τὸ ξεχείλισμα τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ.

Τὸ πιὸ ἐντυπωσιακὸ σ’ αὐτὸ τὸ γεγονὸς εἶναι ὅτι ὁ δυτικὸς ἀνεπτυγμένος κόσμος, ποὺ θέλει νὰ λέγεται Χριστιανικός, τοῦ ὁποίου ἡ πίστη στὸ Χριστὸ “δὶ’ οὐ τὰ πάντα ἐγένετο” τὸν καλεῖ σὲ εὐχαριστιακὴ χρήση τοῦ κόσμου, πρωτοστατεῖ στὴ δημιουργία, ἀλλὰ καὶ στὴ βίωση τοῦ προβλήματος. Δὲν προσεγγίζουν οἱ ἄνθρωποι τὸν κόσμο, φυτικὸ καὶ ζωϊκό, μὲ εὐαισθησία, μὲ συγκίνηση• δὲν ἀποτελεῖ γιὰ τοὺς περισσότερους πηγὴ χαρᾶς, ἔκπληξης, γνώσης• δὲν εἶναι μιὰ εὐκαιρία εὐχαριστιακῆς ἀνάτασης καὶ προσευχῆς. Ἔτσι προσπερνῶνται ἐπιπόλαια καὶ ἀδιάφορά τα λόγια τοῦ Χριστοῦ “καταμάθατε τὰ κρίνα τοῦ ἀγροῦ...”, ἀντὶ αὐτὴ ἡ προτροπὴ νὰ ὁδηγήση σ’ ἐκείνη τὴ γνώση ποὺ κάνει τὸν ψαλμωδὸ νὰ ἀναφωνῆ “ὡς ἐμεγαλύνθη τὰ ἔργα σου Κύριε...”.

Γι’ αὐτὸ καί, ὅταν κάποιος ποὺ μελετάει τὴν ἀρχαία φιλοσοφικὴ σκέψη καὶ διανόηση, ἀνακαλύπτει μιὰ προσέγγιση τοῦ φυσικοῦ κόσμου, ποὺ ἐκφράζει ἄκρα εὐαισθησία καὶ σχέση σχεδὸν ἀγαπητική, πλημμύρα χαρᾶς ἀλλὰ καὶ ἀπόλυτο σεβασμό, ἐντυπωσιάζεται καί, παράλληλα, προβληματίζεται γιὰ τὴν πνευματικὴ φτώχεια τοῦ σύγχρονου ἀνθρώπου.

Ὁ Ἀριστοτέλης, αὐτὸς ὁ μεγάλος θετικὸς ἀλλὰ καὶ θεωρητικὸς νοῦς, μέσα στὰ πλαίσια τῆς φιλοσοφικῆς του πορείας καὶ σκέψης, ἀνακάλυψε τὸ γοητευτικὸ κόσμο τῶν φυτῶν καὶ τῶν ζώων καὶ ἡ ψυχὴ τοῦ πλημμύρισε ἀπὸ πραγματικὴ ἀγάπη καὶ θαυμασμὸ γι’ αὐτόν σε τέτοιο βαθμό, ὥστε νὰ τοῦ ἀφιερώση ἕνα πλῆθος ἀπὸ τὰ ἔργα του. Στὸ ἔργο τοῦ “Περὶ ζώων μορίων” σ’ ἕνα ἐκπληκτικὸ κείμενο, γεμάτο λυρισμό, ἐκφράζει τὸ βαθὺ ἐνδιαφέρον του καὶ γιὰ τὸν πιὸ ἀσήμαντο, κατὰ τὴ γνώμη τῶν ἀνθρώπων, ἐκπρόσωπο τοῦ ζωϊκοῦ κόσμου. Γράφει χαρακτηριστικά: “Γιατί, μολονότι ὑπάρχουν ζῶα ποὺ δὲν ἔχουν τίποτε τὸ ἑλκυστικὸ γιὰ τὰ μάτια μας, ἐν τούτοις ἡ φύση ποὺ τὰ δημιούργησε δίνει στὸν ἄνθρωπο ποὺ τὰ μελετᾶ, στὸν ἄνθρωπο ποὺ εἶναι ἀπὸ τὴ φύση τοῦ προικισμένος μὲ φιλοσοφικὴ διάθεση καὶ μπορεῖ νὰ διακρίνη τὶς αἰτίες τῶν πραγμάτων, χαρὰ ἀπερίγραπτη... Γι’ αὐτὸ δὲν πρέπει νὰ κουραζόμαστε σὰν τὰ παιδιὰ νὰ μελετᾶμε καὶ τὸ πιὸ ἀσήμαντο ζῶο. Γιατί σὲ κάθε δημιούργημα τῆς φύσης ὑπάρχει κάτι τὸ θαυμάσιο...”.

Στὸν μετὰ τὴν ἔλευση τοῦ Χριστοῦ κόσμο –καὶ ἐν μέρει καὶ πρὶν ἀπὸ αὐτήν– ὁ ἄνθρωπος γνωρίζει ἢ εἶναι δυνατὸν νὰ γνωρίζη ὅτι σὲ κάθε δημιούργημα τοῦ Θεοῦ ὑπάρχει ἡ ἄκτιστη δημιουργική Του ἐνέργεια. Αὐτὸ εἶναι ἕνα γεγονός, ποὺ θὰ ἔπρεπε νὰ ἐμπνέη, τὸ λιγότερο, τὸ σεβασμὸ γιὰ τὸν περιβάλλοντα τὸν ἄνθρωπο κόσμο καί, προχωρώντας πέρα ἀπὸ τὴ χαρὰ ποὺ νιώθει ὁ φιλόσοφος, θὰ ἔπρεπε νὰ καλλιεργῆ μιὰ στάση τῆς ψυχῆς εὐχαριστιακὴ – ἀγαπητικῆ, ποὺ εἶναι ὁ μοναδικὸς δρόμος – τρόπος ἀντιμετώπισης τοῦ προβλήματος τοῦ σχετικοῦ μὲ τὸ περιβάλλον.

  • Προβολές: 2433