Skip to main content

Ἐπίκαιροι Σχολιασμοί: Ἀνατολική καί ἑλληνική κατεύθυνση

Πρωτοπρεσβύτερου Θωμᾶ Βαμβίνη

Αὐτά πού θά σημειώσω στή συνέχεια προέρχονται ἀπό μιά σύντομη συζήτηση μέ ἕναν νέο ἄνθρωπο πού ἐργάζεται ὡς τεχνικός σέ μεγάλο τηλεοπτικό σταθμό. Βρίσκεται πίσω ἀπό τήν λάμψη τῆς ὀθόνης' δέν εἶναι ἀπό τούς ἀνθρώπους πού φαίνονται στό «γυαλί», γι’ αὐτό μπορεῖ καί βλέπει τά πράγματα χωρίς τά τρίκ τῶν σκηνοθετῶν. Ζῆ τήν ἔνταση τῶν ἀνθρώπων πού παράγουν τίς ἐκπομπές. Βλέπει τήν ὀξεία ἀντίθεση πού ὑπάρχει, κάποιες φορές, ἀνάμεσα στό εἶναι στό φαίνεσθαι. Ἕνα ὡραῖο θέαμα, πού «χαλαρώνει» τούς τηλεθεατές, κρύβει, πολλές φορές, πίσω του ὀργισμένα πρόσωπα, ἀγχωμένους συντελεστές. Ἕνα σημαντικό πλεονέκτημα πού ἔχει εἶναι ὅτι ἔρχεται σέ ἐπικοινωνία μέ ἕνα ἀντιπροσωπευτικό δεῖγμα τῶν νέων της σύγχρονης ἑλληνικῆς κοινωνίας, πού χαρακτηρίζεται ἀπό ἀνησυχίες καί ἀναζητήσεις. Γι’ αὐτό τόν λόγο μιά παρατήρησή του γιά τήν ποιότητα τῶν ἀναζητήσεων αὐτῶν τῶν ἀνθρώπων εἶναι πολύ «ἀνησυχητική». Ἀξίζει νά τήν ἀναφέρουμε καί νά τήν σχολιάσουμε.

Οἱ περισσότεροι ἀπό τούς νέους πού συναντᾶ στό χῶρο τῆς δουλειᾶς του δέν ἔχουν ἐμφανῆ σχέση μέ τήν Ἐκκλησία. Πολλοί ἀπό αὐτούς διακατέχονται ἀπό προκαταλήψεις ἀπέναντί της, οἱ ὁποῖες τούς ἀπωθοῦν ἀπό αὐτήν. Ἔχουν ὅμως ἀναζητήσεις. Ἐπιθυμοῦν τήν γνησιότητα τῆς ζωῆς καί τήν ὑπέρβαση τῶν καθημερινῶν ἀσφυκτικῶν προβλημάτων. Δέν ἱκανοποιοῦνται μέ ἐπιφανειακές ἀναλύσεις, μέ ἀβαθεῖς θεωρήσεις τοῦ νοήματος τῆς ζωῆς. Ταυτόχρονα, ὅμως, τούς ἀπωθεῖ τό κηρυγματικό καί διδακτικό ὕφος τῶν κληρικῶν. Τό αἰσθάνονται ὡς φραγμό πού ἐμποδίζει τήν εἴσοδό τους στά ἐνδότερά της ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς. Ἐπιθυμοῦν μιά ἄλλη προσέγγιση. Αἰσθάνονται ὅτι ὑπάρχει μιά αὐστηρότητα πού δέν μποροῦν νά τήν κατανοήσουν γι’ αὐτό καί δέν μποροῦν νά τήν ἀνεχθοῦν. Αὐτό τούς ὁδηγεῖ σέ ἄλλες κατευθύνσεις.

Γιά πολλούς ἀπό τούς νέους, πολλά ἀπό αὐτά πού εἰπώθηκαν, ἀποτελοῦν πρόχειρες προφάσεις τῆς πνευματικῆς ραθυμίας, γιά ἄλλους ὅμως εἶναι πραγματικές αἰτίες, πού δέν πρέπει νά παραθεωροῦνται. Στή συνέχεια, ὅμως, δέν θά ἀσχοληθῶ μέ τήν ποιμαντική παθολογία ὁρισμένων ποιμένων, ἀλλά μέ τίς κατευθύνσεις πού παίρνουν οἱ ἀναζητήσεις τῶν νέων.

Ἀπό τήν σύντομη συζήτηση πού εἶχα διαπίστωσα ὅτι οἱ κατευθύνσεις εἶναι κυρίως δύο. Θά μποροῦσαν νά χαρακτηρισθοῦν ἡ μία ὡς «ἀνατολική» καί ἡ ἄλλη ὡς «ἑλληνική». Αὐτοί πού ἀκολουθοῦν τήν πρώτη στρέφονται σέ ἀνατολικές θρησκευτικές καί ἀσκητικές παραδόσεις (γιόγκα καί διαλογισμό, εἴτε μέσα στό πλαίσιο τοῦ αὐθεντικοῦ εἴτε τοῦ δυτικοποιημένου Ἰνδουϊσμοῦ), ἐνῶ αὐτοί πού ἀκολουθοῦν τήν δεύτερη κατευθύνονται στή φιλοσοφία καί τήν θρησκεία τῶν ἀρχαίων προγόνων μας.

Οἱ ἀνατολικές παραδόσεις εἶναι ἕνας γνωστός μόνιμος πειρασμός πολλῶν νέων ἀνθρώπων. Ἐπιφανειακά ἀποσπασμένες ἀπό τό θρησκευτικό τους ὑπόβαθρο ἔχουν εἰσβάλλει γιά τά καλά στίς σύγχρονες δυτικές κοινωνίες μέ τήν μορφή διανοητικῶν ἤ σωματικῶν ἀσκήσεων, πού βοηθοῦν στήν χαλάρωση καί τήν ὑπέρβαση τῶν προβλημάτων πού δυναστεύουν τήν σκέψη. Εἶναι γνωστό ὅτι ἔχουν μερικές ἐξωτερικές ὁμοιότητες μέ στοιχεῖα τῆς δικῆς μας ἡσυχαστικῆς παραδόσεως, γεγονός πού δημιουργεῖ σέ ὁρισμένους τήν πεπλανημένη ἄποψη ὅτι ἡ ἡσυχαστική προσευχή εἶναι ἡ δική μας γιόγκα. Γιά τίς ριζικές διαφορές τῶν δύο μεθόδων –ἡσυχαστικῆς προσευχῆς καί γιόγκα– παραπέμπω στό βιβλίο τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου μᾶς κ. Ἱεροθέου «Μία βραδυᾶ στήν ἔρημό του Ἁγίου Ὅρους», σέλ. 43-47. Πάντως, ὁ φιλοκαλικός ἡσυχασμός εἶναι τό μόνο ἰσχυρό ἀντίδοτο στή νοοτροπία τῆς γιόγκα καί τοῦ διαλογισμοῦ, γεγονός πού σημαίνει ὅτι ἡ ἐξάπλωση τῶν «ἀνατολικῶν» ψυχοτεχνικῶν μεθόδων εἶναι ἔνδειξη ὅτι ἔχουμε ἐγκαταλείψει στήν ποιμαντική πράξη τήν ἡσυχαστική μας παράδοση. Βέβαια, τό περιεχόμενό του φιλοκαλικού ἡσυχασμοῦ δέν εἶναι ἀρνητικό, ἀντιρρητικό, ἀλλά θετικό' περιγράφει το πῶς «διά τῆς κατά τήν πράξιν καί θεωρίαν ἠθικῆς φιλοσοφίας ὁ νοῦς καθαίρεται, φωτίζεται καί τελειοῦται». Περιγράφει τόν τρόπο μέ τόν ὁποῖο ὁ νοῦς καί ὁλόκληρος ὁ ἄνθρωπος ἀνακαινίζεται. Αὐτός ὁ θετικός χαρακτήρας εἶναι τό μόνο ἀντίδοτο στήν ἐποχή μας, στήν ὁποία παρατηρεῖται ἀποστροφή, λόγω κόπωσης, τῶν ἀνθρώπων πρός τίς ἰδεολογικές ἀντιπαραθέσεις.

Ἡ δεύτερη κατεύθυνση –ἡ «ἑλληνική»– ἔχει μεγάλη ἄνθιση τά τελευταῖα χρόνια μέ ἐκδόσεις πολλῶν βιβλίων καί περιοδικῶν. Εἶναι, μάλιστα, πολύ πιθανό, ὅσο θά πλησιάζουμε στήν τέλεση τῶν Ὀλυμπιακῶν ἀγώνων τοῦ 2004, νά κάνη ἐντονότερη τήν παρουσία της. Δέν πιστεύω, ὅμως, ὅτι αὐτή ἡ «ἐθνική» κίνηση μπορεῖ νά ἔχη μέλλον. Κι αὐτό γιατί δέν φαίνεται νά ἔχη στέρεη φιλοσοφική βάση, κι οὔτε δείχνει ὅτι μπορεῖ νά ἀποκτήση μεγάλο λαϊκό ἔρεισμα. Εἶναι γιά λίγα ἰδιόρρυθμα «ἐκλεκτά πνεύματα» καί ὄχι γιά τόν «χαμερπῆ» ὄχλο, τόν «μή γινώσκοντα τούς ποιητᾶς καί τούς φιλοσόφους». Κινεῖται πολύ στήν φαντασία καί στό συναίσθημα. Μπορεῖ νά ἐπηρεάζη μονάχα κάποιους καλλιτέχνες, πού ἔχασαν τά ἰδεολογικά τους στηρίγματα. Ἐπίσης, ἀνασταλτικός παράγοντας γιά τήν ἐξέλιξή της εἶναι τά ἔντονα ρατσιστικά στοιχεῖα πού διαθέτει. Οἱ Ἕλληνες ἐμποτισμένοι ἀπό τήν Ὀρθόδοξη πίστη καί τό οἰκουμενικό ἑλληνικό πνεῦμα δέν μποροῦν νά κλειστοῦν σέ ρατσιστικές νοοτροπίες καί ἰδεολογίες. Εἶναι πατριῶτες, ἀλλά ὄχι ρατσιστές.

Ὑπάρχει, ὅμως, ἕνας κίνδυνος. Σύμφωνα μέ μελετητές τοῦ φαινομένου τῆς νεοειδωλολατρίας, οἱ ἑλληνολάτρες νεοπαγανιστές δέν ἀναβιώνουν τήν αὐθεντική πίστη τῶν ἀρχαίων Ἑλλήνων. Ἄλλωστε, κάτι τέτοιο δέν εἶναι δυνατό, λόγω τῆς πολυμορφίας πού εἶχε ἡ ἀρχαία θρησκεία. Φτιάχνουν, λοιπόν, μιά δική τους νέα εἰδωλολατρία, χρησιμοποιώντας ὡς βασικό ὑλικό στοιχεῖα τῆς ἀρχαίας πίστης, μέ προσαρμογές πού ἐπιδιώκουν νά ἱκανοποιήσουν τόν σύγχρονο ἄνθρωπο. Ὑπάρχει τό προηγούμενο τοῦ νεοπλατωνισμοῦ, πού χρησιμοποίησε στοιχεῖα τῆς θεολογίας τῶν ἐκκλησιαστικῶν συγγραφέων. Ἔτσι καί αὐτοί ἔχουν τήν δυνατότητα νά χρησιμοποιοῦν ὅποια στοιχεῖα θεωροῦν ἀναγκαία ἀπό ἄλλες θρησκευτικές καί φιλοσοφικές παραδόσεις προκειμένου νά προσελκύσουν προσηλύτους. Μέσα ἀπό εὐφάνταστες ἀναλύσεις, μέ πολύ μυστικισμό καί «ἑλληνοπρεπῆ» ἐγωισμό, κάνουν συνθέσεις οἱ ὁποῖες μποροῦν νά προσελκύσουν τήν προσοχή ὁρισμένων ἀνθρώπων πού ἀναζητοῦν κάτι πέρα ἀπό τά τετριμμένα. Ὁ κίνδυνος, λοιπόν, βρίσκεται στήν προσαρμογή τῆς ἀρχαίας πίστης στά σύγχρονα δεδομένα, πού θά στοχεύη σέ σημεῖα στά ὁποῖα ἡ σύγχρονη ποιμαντική της Ἐκκλησίας θά ἀφήνη ἀκάλυπτούς τους πιστούς. Αὐτό, ἄλλωστε, πού κάνουν ὅλες οἱ αἱρετικές ὁμάδες.

Κλείνοντας πρέπει ἐπιγραμματικά νά σημειώσω ὅτι χρειάζεται (ὅσοι ἔχουμε ἐνδυθεῖ τό σχῆμα τοῦ ποιμένα) νά τραφοῦμε ἀπό τήν πλούσια ἡσυχαστική μας παράδοση, ὥστε νά ἀποκτήσουμε τό ἱλαρό πρόσωπο –τό ἐπιεικές καί καθαρό– τῶν πατέρων πού κλαῖνε, σάν τόν ὅσιο Σιλουανό, γιά ὅλο τόν κόσμο' πρόσωπο πού δέν ἀπωθεῖ, ἀλλά πού ἀναπαύει καί κατανύσσει.

ΕΠΙΚΑΙΡΟΙ ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΙ

  • Προβολές: 2729