Γράφτηκε στις .

Γιάννη Βαρδακουλᾶ: Ἀπὸ τὸν παλαιότερο Ἔπαχτο (Η΄)

ΝΑΥΠΑΚΤΙΑΚΑ ΣΗΜΕΙΩΜΑΤΑ

Γιάννη Βαρδακουλᾶ

Ἐδῶ τελειώνει ἡ περιήγησή μας στόν “παλαιότερο Ἔπαχτο” μέ τόν κ. Γιάννη Βαρδακουλά, τόν ὁποῖο εὐχαριστοῦμε θερμῶς γιά τό τόσο ἐνδιαφέρον ταξείδι του στόν χρόνο τῆς νιότης του, στόν τόπο τοῦ Ἐπάχτου.

Γιάννη Βαρδακουλά: Ἀπὸ τὸν παλαιότερο Ἔπαχτο (Η΄)Θυμᾶμαι ἀκόμη τήν προεκλογική περίοδο, πού στήν πόλη ἄρχιζε μιά ἀσυνήθιστη κίνηση μέ τούς πολιτευόμενους καί τούς παρατρεχάμενους. Ἀπό ἀρκετές ἡμέρες πρίν ἄρχιζε ἡ τοιχοκόλληση τῶν φωτογραφιῶν τῶν ὑποψηφίων του Νομοῦ καί οἱ προεκλογικές συγκεντρώσεις μέ τούς καθιερωμένους λόγους. Τό κάθε κόμμα σχημάτιζε τή δική του “κολόνα”, πού περνοῦσε μέσα στήν πόλη γιά νά ἐντυπωσιάση τούς ψηφοφόρους μέ τήν πυκνότητα καί τό δυναμισμό της, ἐνῶ στά καφενεῖα καί στίς ταβέρνες ἔπαιρναν τά στοιχήματα ὑπέρ τῶν ὑποψηφίων.......Ἀνήμερα κατέφθαναν ἀπό τά γύρω χωριά οἱ ψηφοφόροι συνταγμένοι, μέ τή σημαία ἐπικεφαλῆς καί μετά τήν ψηφοφορία “κόνευαν” στά σπίτια τῶν ὑποψηφίων, ὅπου καί προσέφεραν τό σχετικό γεῦμα.....

Δέν ὑστεροῦσε ἀκόμη ἡ πόλη μας στίς γιορταστικές ἐκδηλώσεις τῶν Ἀπόκρεω καί τῆς Καθαρᾶς Δευτέρας, κατά τίς ὁποῖες χαιρόταν κανείς τήν ἀγάπη μεταξύ των συμπολιτῶν μέ τήν ἀπό κοινοῦ συνεστίαση τῆς γειτονιᾶς μέ τραγούδια καί χορούς, ἐνῶ τό ἐπαχτίτικο πνεῦμα ἔκανε τήν παρουσία του μέ τίς συντροφιές τῶν “μασκαράδων”, πού κάθε μιά συναγωνιζόταν τήν ἄλλη σέ πρωτοτυπία καί πνεῦμα. Ἔχει μείνει ἄσβεστη στή μνήμη τῶν παλαιότερων ἡ παρουσίαση τῆς συνεδρίασης τῆς “Κοινωνίας τῶν Ἐθνών” γιά τόν ἐμπαιγμό καί τήν ἐγκατάλειψη τῶν μικρῶν λαῶν πού κατά τούς “πολιτικούς” τῆς παρουσίασης, ὁδηγοῦνταν στή σφαγή τοῦ Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Ἔχουν ἐπιβιώσει στή μνήμη τῶν παλαιότερων Ἐπαχτιτῶν τά τραγούδια τῆς συντροφιᾶς τῆς “Κοινωνίας τῶν Ἐθνών”, πού συνεδρίαζε πάνω σ’ ἕνα κάρο μέ τήν ἐπωδό:

Ἡ Κοινωνία τῶν Ἐθνῶν συνεδριάζει ἐν κάρω
χρόνια πολλά σου Χαϊλέ καί μή φοβᾶσαι χάρο.
Ἐνόσω εἴμαστε ἐμεῖς πόλεμος δέ θά γίνη
καί μήν ἀκοῦτε τά σαχλά λόγια τοῦ Μουσολίνι.
Μά νά ! τοῦ Μουσολίνι μᾶς χτυπᾶνε τά κανόνια
ποῦ θέλουν τούς Ἀβησσυνούς νά φᾶν σά μακαρόνια.

Ἔτσι ἦταν δομημένη καί ἱεραρχημένη ἡ ζωή στήν πόλη μᾶς κατά τά χρόνια του Μεσοπολέμου, ἡ ἐσωτερική δηλαδή διάρθρωσή της, ἡ συγκρότησή της σέ κοινωνικές ὁμάδες, ἡ σχέση μεταξύ τους καί πρός τό σύνολο τῆς τοπικῆς κοινωνίας μας, ἡ ἐσωτερική σύνδεσή της καί ἡ ἄλλοτε λανθάνουσα καί ἡ ἄλλοτε φαινομενικά ἔκδηλη ἱεραρχία στό ἐσωτερικό της' ὅλη αὐτή ἡ σχηματισμένη διαπλοκή συνέθετε τήν κοινωνική διαβάθμιση μέ βάση παραμέτρους τήν οἰκονομική καί πνευματική κατάσταση, πού θά προσδιόριζε μιά καθορισμένη κοινωνική θέση. Ἡ ἱεράρχηση ἦταν καρπός θεληματικῆς ἀναγνώρισης, πού δέν ἐπιβαλλόταν ἐξουσιαστικά, ἀλλά ἦταν ἀπόρροια σεβασμοῦ.

Οἱ διανθρώπινες σχέσεις εἶχαν δημοκρατική θεμελίωση, καθώς πλούσιοι καί φτωχοί, κατέχοντες καί ἐργάτες συνδέονταν μέ φιλικό δεσμό, πού δέν ἀπέκλειε κανέναν στήν ἀναστροφή' αὐτή ἡ σχέση τῆς ἐξάρτησης ἦταν πολύ περιορισμένη, ὥστε νά ἀποκλείη τό σχῆμα τῆς κυριαρχίας καί τῆς ὑποταγῆς.

Τό κοινοτικό πνεῦμα διαπότιζε τίς διανθρώπινες σχέσεις, καθώς ὑπῆρχε κλίμα συνεργασίας καί ἀλληλεγγύης, πού ἡ ἀνάγκη τῆς προέκυπτε ἀπό τόν ὑψηλό βαθμό ἀλληλεξάρτησης τῶν ἀνθρώπων' καί ἦταν αὐτό στοιχεῖο ὑψηλοῦ πολιτιστικοῦ ἐπιπέδου, πού ἔπαιρνε σάρκα καί ὀστᾶ ἰδιαίτερα στήν ἀντιμετώπιση τοῦ κινδύνου, ὅπως καί στή χαρά καί στή λύπη. Ἡ πόλη μᾶς εἶχε ψυχή ἀνθρωπιᾶς καί ἀδελφοσύνης.

Ἐδῶ πρέπει νά σταματήσω, γιατί στό ποίημά του “Οἱ χωριανοί” ὁ Γ. Ἀθάνας, πού βίωσε σ’ αὐτό τό κλίμα, ἔχει δώσει μέ τήν ποιητική του γραφίδα ἀνεπανάληπτη τήν εἰκόνα τῆς ἐπαχτίτικης κοινοτικῆς συμβίωσης:

Ὅλοι μας γνωριζόμαστε ἀπό μικρά παιδιά,
μέ τό μικρό του τόνομα ἕνας τόν ἄλλον κράζει.
Στά μυστικά μας δέν μπορεῖ νά βάλουμε κλειδιά,
ξέρει καθένας στ’ ἀλλουνοῦ τά μάτια νά διαβάζει.
Σάν ὅπως τά τρεχούμενα μοιράζουμε νερά
καί τά σπαρτά ποτίζομε καθείς μέ τήν ἀράδα,
ἔτσι τίς μοιραζόμαστε καί θλίψη καί χαρά.
Γιά βρέχει σ’ ὅλο το χωριό γιά σ’ ὅλο εἶναι λιακάδα.
Χώρια ἀπ’ τίς ἔγνοιες τῆς ζωῆς, τούς χάρους τούς πικρούς,
μέσ’ τίς καρδιές μᾶς ἔχουμε παντοτεινόν Ἀπρίλη,
κι’ ὅσες τσουκνίδες βγαίνουνε μονάχες στούς ἀγρούς,
ἐκεῖ ξεμοναχιάζονται πνιχτές στό χαμομήλι.

Στό συμβολικό χαμομήλι τῆς ζεστῆς καρδιᾶς καί τῆς ἀλληλεγγύης, πού πνίγοντας τίς τσουκνίδες τῆς φιλαυτίας, φέρνει ὑπό τήν ἐπίδραση τοῦ ἄγραφου κώδικα ἠθικῆς συμπεριφορᾶς στήν κοινοτική συμβίωση, πιό κοντά τόν ἄνθρωπον στόν συνάνθρωπό του, παραστάτη καί σύντροφο, ὅπως εἶχα σημειώσει σέ εἰσήγησή μου μιλώντας γιά τούς Α/φούς Νόβα, στό Β` Συμπόσιο Ναυπακτιακής Λογοτεχνίας, πρίν μερικά χρόνια.

Καθώς σήμερα γυρίζω σ’ ἐκείνη τήν εὐλογημένη ἐποχή, ἀπό τήν πίεση τῆς καθημερινότητας, τοῦ ἀτομισμοῦ καί τῆς ἐμπορευματοποίησης ὅλων σ’ ἕνα ἀνάδελφο κλίμα, δέν εἶχα δίκιο, ὅταν πιό πάνω ἔγραψα καί τώρα ἐπαναλαμβάνω μέ πικρό στόμα: “ποῦ ἔχει πάει ἐκείνη ἡ ἀνθρωπιά”, στό κλίμα τῆς ὁποίας γεννηθήκαμε καί ἀνδρωθήκαμε ἐκεῖνα τά εὐλογημένα χρόνια;