Skip to main content

Ἀντί-μετώπιση

Τήν ἐνορία μας διέσχιζε ἕνας ξεροπόταμος. Ὅταν ἔβρεχε ὑπερβολικά, τά ὁρμητικά νερά τοῦ χώριζαν κυριολεκτικά το χωριό στά δύο. Ἐκείνη τή χρονιά, παραμονή τῆς γιορτῆς τῶν Εἰσοδίων τῆς Θεοτόκου, ἀπό τό πρωΐ ἔβρεχε ἀσταμάτητα. Ἄν καί πρός τό μεσημέρι μειώθηκε ἡ ἔνταση τῆς βροχῆς, ὁ ξεροπόταμος, χείμαρρος πραγματικός, “κατέβαζε” τά πάντα. Κυρίως ὅμως ἦταν ἀδύνατη ἡ διάβασή του καί γιά τούς περισσότερους ἐνορίτες καθίστατο δυσχερής ἡ μετάβαση στήν ἐκκλησία.

Γιά δύο ὧρες ἦταν ἀκινητοποιημένοι δίπλα στόν ξεροπόταμο, σέ ἕνα νεόκτιστο, ὁ πάπα-Δημήτρης μέ τόν ἐγγονό του καί εἴκοσι περίπου ἐνορίτες. Ἀνέμεναν, μᾶλλον μάταια, νά μειωθῆ ἡ ὁρμητικότητα τῶν βρόχινων νερῶν τοῦ ποταμοῦ, νά ξεπροβάλη ἡ πρόχειρη αὐτοσχέδια γεφυρίτσα καί νά περάσουν στήν ἀπέναντι πλευρά, πού ἦταν τά σπίτια τους καί ὁ Ἱερός Ναός τοῦ χωριοῦ. Ὁ πάπα-Δημήτρης ἤθελε νά κάνη τόν Ἑσπερινό της μεγάλης γιορτῆς καί νά φιλοξενηθῆ στό σπίτι κάποιου ἐνορίτη ἀπό τήν ἀντίπερα πλευρά τοῦ ξεροπόταμου, ὥστε ἀνεξάρτητα ἀπό τίς καιρικές συνθῆκες νά τελέση τήν Θεία Λειτουργία ἀνήμερά της γιορτῆς.

Οἱ ὧρες τῆς ἀναμονῆς αὐτῆς γιά ὅλους ἦταν ἀτελείωτες. Οἱ περισσότεροι ἀπό τούς ἐνορίτες ἀνυπόμονοι δυσανασχετοῦσαν γιά τήν βροχόπτωση. Ὁ πάπα- Δημήτρης καθότανε σέ ἕνα παλιό κάθισμα κάτω ἀπό μιά πρόχειρη καί ἑτοιμόρροπη κεραμοσκεπῆ. Ἀπολάμβανε ἀτάραχος τήν ὀμορφιά τῆς φύσης. Κάποια στιγμή τόν πλησίασε ὁ Ἀποστόλης, ἕνας νεαρός καί ἐργατικός ἐνορίτης, κρατώντας τά σκαπτικά ἐργαλεῖα τῆς δουλειᾶς του στόν ὦμο καί ἐκνευρισμένος ρωτᾶ: “Τί κάνουμε τόση ὥρα πάπα-Δημήτρη; Γιατί δέν σταματᾶ ὁ Θεός τή βροχή νά περάσουμε ἀπέναντι;”.

Κάλεσε ὁ πάπα-Δημήτρης τόν νεαρό νά καθίση κοντά του καί τοῦ εἶπε: “Πῶς ξέρεις, Ἀποστόλη, ἐάν τά σπαρτά ὅλου του κόσμου δέν θέλουν βροχή; Κᾶνε γιά λίγη ὥρα ὑπομονή. Νά ἔχης, παιδί μου, ἐμπιστοσύνη στήν Πρόνοια τοῦ Θεοῦ! Ἄλλωστε γί αὐτό στήν προσευχή μας ζητᾶμε ἀπό τόν Θεό “Γεννηθήτω τό θέλημα Σού”;. Ὁ νεαρός ἔνιωσε λίγο ἀμήχανα καί προχώρησε τόν διάλογο ρωτώντας μέ ὕφος ὑπεροπτικό: “Αὐτά τά ξέρω, παππούλη μου. Τώρα ὅμως, στήν πράξη, τί γίνεται μέ τήν βροχή;”. Ἐνῶ πλησίαζαν καί οἱ ἄλλοι ἀπό τούς ἀναμένοντες ἐκεῖ ἐνορίτες, ὁ πάπα- Δημήτρης ὑπενθύμιζε ὅτι εἶναι “μακάριοι οἱ ἀκούοντες τόν λόγον τοῦ Θεοῦ καί φυλάσσοντες αὐτόν” (Λουκ. Ἰα` 28). Πράγματι, καλή εἶναι καί ἡ ἀκρόαση καί ἡ γνώση τοῦ Λόγου τοῦ Θεοῦ. Δέν ἀρκοῦν ὅμως αὐτές μόνο. Ἀπαιτεῖται κυρίως νά ζοῦμε σύμφωνα μέ τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ καί νά κάνουμε βίωμά μας τό θέλημά Του.

Σέ σύντομο πλέον χρόνο περάσαμε ἀπέναντι καί τότε ὁ κύρ- Ἀλέξανδρος, ἀπό τούς πιό ἡλικιωμένους ἐνορίτες πού εἶχε ἀκούσει καί αὐτός τόν προηγούμενο διάλογο, μονολογοῦσε κι ἔλεγε: “Μᾶς καθάρισε ἡ βροχή...”. Ἤθελε νά ὑποδηλώση ἔτσι πόσο εἶχε ὠφεληθῆ πνευματικά ἀπό τόν διάλογο τοῦ πάπα-Δημήτρη μέ τόν Ἀποστόλη.

Μέ ὅσα γράφω γιά τόν πάπα-Δημήτρη, δέν θέλω προφανῶς νά παρουσιάσω αὐτόν ὡς ἕναν παντογνώστη Ἱερέα. Ὁ πάπα-Δημήτρης ἄλλωστε δέν εἶχε φοιτήσει στά σχολεῖα τῆς ἐποχῆς του. Ὅταν ἦρθε στήν Ἑλλάδα ἦταν ἤδη εἴκοσι ἕξι χρόνων. Ἀπό μικρός ὅμως μελετοῦσε πολύ, κυρίως τήν Ἁγία Γραφή καί τό Ψαλτήρι. Φρόντιζε γιά τήν πνευματική του καλλιέργεια, ὥστε νά μπορῆ νά ἐνισχύη καί νά στηρίζη τούς ἐνορίτες του σέ κάθε χρονική στιγμή. Γιά τόν λόγο αὐτό βρισκόταν σέ συνεχῆ ἐπικοινωνία μέ τόν Μητροπολίτη του. Πολύ τακτικά πήγαινε στήν Μητρόπολη, γιά νά πάρη τήν εὐχή τοῦ Μητροπολίτη του. Νά τόν συμβουλευτῆ γιά τόν τρόπο μέ τόν ὁποῖο θά ἀντιμετώπιζε προβλήματα τῶν ἐνοριτῶν του. Δέν αὐτοσχεδίαζε, οὔτε αὐθαιρετοῦσε σέ πνευματικά ζητήματα τῆς ἐνορίας του. Ἐνεργοῦσε πάντοτε σύμφωνα μέ τό πνεῦμα καί τίς ὑποδείξεις τοῦ Μητροπολίτη του, στόν ὁποῖο ἔκανε ὑπακοή. Ἔτσι πλούτιζε πνευματικά καί μποροῦσε νά ἐνισχύη τούς ἐνορίτες του.

Ι. Α. Τσ.

  • Προβολές: 2471