Γράφτηκε στις .

Ναυπάκτου κ. Ἱεροθέου: Βίος καὶ λόγοι τοῦ Γέροντος Πορφυρίου

Βίος και λόγοι του Γέροντος Πορφυρίου

Ἕνα πνευματικότατο καὶ θεολογικότατο βιβλίο διάβασα τελευταῖα. Πρόκειται γιὰ τὸ βιβλίο μὲ τίτλο "Βίος καὶ Λόγοι" τοῦ ἀειμνήστου μεγάλου Γέροντος Πορφυρίου τοῦ Καυσοκαλυβίτου. Καὶ μάλιστα τὸ διάβασα σὲ καιρὸ ποὺ ἀκούγονται καὶ γράφονται πολλά, ἀφοῦ μερικοὶ νέοι θεολόγοι προσπαθοῦν νὰ ἀνατρέψουν τὴν διδασκαλία τῶν φιλοκαλικῶν Πατέρων μὲ θεολογικοὺς στοχασμούς, ἑρμηνευτικὲς ἀκροβασίες, στὴν ἐπιδίωξή τους, ὅπως λέγεται νὰ "παραγάγουν μιὰ καινούργια θεολογία" μέσα στὴν Ἐκκλησία. Ἀγνοοῦν ὅμως ὅτι οἱ ἄνθρωποι δὲν παράγουν θεολογία, ὅπως μερικοὶ θεωρητικοὶ παράγουν πολιτική, ἀλλὰ ἡ Ἐκκλησία διὰ τῶν ἁγίων θεολογεῖ, ἑρμηνεύει τὴν ἀποκάλυψη. Ἔτσι κουρασμένος καὶ λυπημένος ἀπὸ τὴν ἀλαζονεία μερικῶν νέων θεολόγων, ποὺ θέλουν νὰ ἀνατρέψουν τὸ ὀρθόδοξο κλίμα ποὺ δημιουργήθηκε τελευταῖα, ὕστερα ἀπὸ τὴν ἀπελευθέρωση τῆς Ὀρθοδόξου θεολογίας ἀπὸ τὴν βαβυλώνεια αἰχμαλωσία της καὶ τὴν ἐπαναφορὰ τῆς διδασκαλίας τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλαμᾶ καὶ τῶν φιλοκαλικῶν - ἡσυχαστῶν Πατέρων, μὲ ἀνέπαυσε τὸ βιβλίο τοῦ Γέροντος Πορφυρίου.

Τὸ βιβλίο ποὺ ἐπιγράφεται "Βίος καὶ Λόγοι" φέρει ὡς συγγραφέα τὸν Γέροντα Πορφύριο τὸν Καυσοκαλυβίτη, ἀφοῦ εἶναι δικοί του λόγοι, τοὺς ὁποίους ἀπομαγνητοφώνησαν καὶ ἔγραψαν δύο πνευματικὰ τέκνα τοῦ ἀειμνήστου μεγάλου Γέροντος, ποὺ τώρα μονάζουν στὴν Ἱερὰ Μονὴ Ζωοδόχου Πηγῆς - Χρυσοπηγὴς Χανίων. Καί, φυσικά, ἡ ἔκδοση εἶναι τῆς ἰδίας Ἱερᾶς Μονῆς. Ἀκούγεται, λοιπόν, καθαρὴ ἡ φωνὴ τοῦ ἁγίου Γέροντος, ποὺ ἀνέπαυσε πολλοὺς ἀνθρώπους οἱ ὁποῖοι τὸν ἐπισκέπτονταν καθημερινὰ στὴν ἔρημο τῆς Ἀττικῆς.

Μετὰ τὸν πρόλογο καὶ τὴν εἰσαγωγὴ ποὺ ἔγραψαν ὁ Μητροπολίτης Κυδωνίας καὶ Ἀποκορώνου κ. Εἰρηναῖος καὶ ἡ Καθηγουμένη τῆς ἐκδότριας Ἱερᾶς Μονῆς, Θεοξένη, τὸ βιβλίο διαιρεῖται σὲ δύο μεγάλες ἑνότητες.

Στὴν πρώτη ἑνότητα ὁ ἀείμνηστος Γέροντας, μὲ τὸν καθαρὸ καὶ ἁπλό, ἀλλὰ γεμᾶτο ἀπὸ ἔμπνευση λόγο του, ὁμιλεῖ γιὰ τὸν βίο του, ἤτοι τὴν πορεία του πρὸς τὸ Ἅγιον Ὅρος, τὴν ἄσκησή του στὴν Σκήτη τῶν Καυσοκαλυβίων, τὴν ἄσκησή του στὴν Εὔβοια, τὴν διακονία του στὴν Πολυκλινικὴ Ἀθηνῶν, τὴν ποιμαντικὴ διακονία του στὸν Ἅγιο Νικόλαο Καλλισίων καὶ τὴν Ἱερὰ Μονὴ Μεταμορφώσεως Μήλεσι.

Στὴν "αὐτοβιογραφία" τοῦ αὐτὴ συναντᾶ κανεὶς καταπληκτικὲς φράσεις, ὅπως "εἶμαι ὄντως ἀλητόπαιδο, ἀλήτης τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ", "συνήθιζα νὰ μὴν ἀφήνω τὸ μυαλό μου ἐλεύθερο, γιὰ νὰ ἔχω καθαρότητα νοός", "ἤμουν ἕνα ἀγρίμι τοῦ δάσους", "ζοῦσα μὲς στ' ἄστρα, μὲς στὸ ἄπειρο, στὸν οὐρανό". Μερικὲς περιγραφὲς εἶναι κείμενα θεολογικότατα καὶ θὰ ἔλεγε καὶ λογοτεχνικότατα, ὅπως τὸ πῶς ἡ παρουσία του γερο-Δημὰ τοῦ μετέδωσε τὸ χάρισμα τῆς προσευχῆς καὶ τὸ διορατικὸ χάρισμα, ἡ ἐμπνευσμένη του προσευχητικὴ παρουσία στὴν ἔρημο, ἡ βίωση τῆς θεολογίας "τῶν λόγων τῶν ὄντων" μὲ τὴν παρουσία καὶ τὴν συνομιλία του μὲ τὸ ἀηδόνι.

Ἐπίσης, θαυμάσιες εἶναι οἱ περιγραφὲς ἀπὸ τὴν ποιμαντική του διακονία, τόσο στὴν Πολυκλινικὴ Ἀθηνῶν μὲ τοὺς πονεμένους ἀνθρώπους, ὅσο καὶ στὰ ἡσυχαστήριά του μὲ τοὺς ψυχικὰ πονεμένους ἀνθρώπους ποὺ τὸν πλησίαζαν γιὰ νὰ ἀναπαυθοῦν ἀπὸ τὸν θεολογικό του λόγο, ποὺ ἔρρεε ἀπὸ τὴν καρδιά του ποὺ ἦταν πλημμυρισμένη ἀπὸ τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ.

Στὴν δεύτερη ἑνότητα παρατίθενται οἱ λόγοι του ποὺ ἀναφέρονται σὲ διάφορα θέματα. Οἱ τίτλοι τῶν θεμάτων εἶναι οἱ ἑξῆς: –περὶ Ἐκκλησίας –περὶ θείου ἔρωτος, –περὶ προσευχῆς, –περὶ πνευματικοῦ ἀγῶνος, –περὶ τοῦ μοναχικοῦ πολιτεύματος, –περὶ τοῦ Μυστηρίου τῆς μετανοίας, –περὶ τῆς ἀγάπης εἰς τὸν πλησίον, –περὶ τῆς θείας Πρόνοιας, –περὶ τῆς ἀγωγῆς τῶν παιδιῶν, –περὶ λογισμῶν καρδίας, –περὶ τῆς κτίσεως, –περὶ ἀσθενείας, –περὶ τοῦ διορατικοῦ χαρίσματος.

Στοὺς ἁπλοὺς λόγους τοῦ Γέροντος Πορφυρίου κρύβεται μιὰ βαθύτατη θεολογία, ἀφοῦ εἶναι γνωστὸν ὅτι ἡ θεολογία δὲν εἶναι περιπεπλεγμένοι στοχαστικοὶ λόγοι, ἀλλὰ ἀποκαλυπτικοὶ λόγοι, εἶναι ξεχύλισμα τῆς Χάριτος ποὺ ἐνοικεῖ μέσα στὴν καρδιὰ τοῦ ἀναγεννημένου ἀνθρώπου. Ἐπίσης, ἐκεῖνο ποὺ εἶναι χαρακτηριστικὸ καὶ τὸ ὁποῖο παρατηρεῖ κανεὶς ὅταν διαβάζη τὸ βιβλίο αὐτό, εἶναι το ὅτι ὁ Γέροντας Πορφύριος εἶχε μιὰ μαλακή, εὐαίσθητη καὶ τρυφερὴ καρδιά. Ὁ λόγος του εἶναι ἁπλός, ἁπαλός, εὐγενικός, τρυφερός, προφητικός. Ἔχει μιὰ βαθύτατη εὐγένεια πνεύματος ποὺ ἀναπαύει, ἀλλὰ καὶ προκαλεῖ δημιουργικὰ τὸν ἀναγνώστη.

Οἱ λόγοι του εἶναι μιὰ ὁλόκληρη βιωματική, ἐμπειρικὴ δογματικὴ τῆς Ἐκκλησίας μας. Δὲν μπορεῖ κανεὶς νὰ ἀναλύση διεξοδικὰ καὶ μάλιστα σὲ ἕνα τόσο μικρὸ ἄρθρο τὰ θέματα ποὺ θίγονται στὸ βιβλίο αὐτό. Εἶναι, πράγματι, ἱεροσυλία νὰ ἀποσπάση κανεὶς μερικὲς φράσεις του καὶ νὰ τὶς ἀπομονώση ἀπὸ ὅλα ἐκεῖνα ποὺ λέγει. Ὡστόσο θὰ ριψοκινδυνεύσω νὰ ὑπογραμμίσω μερικὰ μόνον σημεῖα ἀπὸ τὴν διδασκαλία ποὺ ὑπάρχει πλούσια στὸ βιβλίο αὐτό.

Κάνει λόγο γιὰ τὴν ἄκτιστη Ἐκκλησία, ἀπὸ τὴν ἄποψη ὅτι μὲ τὴν ὅραση τοῦ Θεοῦ ὁ ἄνθρωπος ἀνέρχεται ἀπὸ τὸν κτιστὸ Ναὸ στὸν ἄκτιστο Ναό, ἐκεῖ συναντᾶ τὸν Χριστὸ καὶ τοὺς Ἁγίους ποὺ ἀποτελοῦν τὴν κατὰ Χάριν ἄκτιστη Ἐκκλησία, ζοῦν μέσα στὸ ἄκτιστο Φῶς. Αὐτὸ ἀποτελεῖ ἐμπειρία τοῦ ἀειμνήστου Γέροντος, ἀφοῦ εἶδε τοὺς ἁγίους μέσα στὸ Φῶς.

Ὁμιλεῖ γιὰ τὸν Χριστὸ ποὺ εἶναι "ἡ ἀγάπη μας, ὁ ἔρωτάς μας" καὶ βεβαίως "ἡ ἀγάπη στὸν Χριστὸ δὲν χορταίνεται". "Ὅταν ἀγαπήσουμε τὸν Χριστό, ὅλες οἱ ἄλλες ἀγάπες ὑποχωροῦν. Οἱ ἄλλες ἀγάπες ἔχουν κορεσμό. Ἡ ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ δὲν ἔχει κορεσμὸ" Λέγει ὁ ἀείμνηστος Γέροντας: "Ὅταν ἤμουν ἄρρωστος βαριὰ καὶ θὰ ἔφευγα γιὰ τοὺς οὐρανούς, δὲν ἤθελα νὰ σκέφτομαι τὶς ἁμαρτίες μου. Ἤθελα νὰ σκέφτομαι τὴν ἀγάπη τοῦ Κυρίου μου, τοῦ Χριστοῦ μου, καὶ τὴν αἰώνια ζωή". Καὶ ἂν ὁ Χριστὸς τὸν ἐλέγξη γιατί εἰσῆλθε χωρὶς νὰ ἔχη ἔνδυμα γάμου, λέγει ὁ Γέροντας: "θὰ σκύψω τὸ κεφάλι καὶ θὰ πῶ: "ὅ,τι θέλεις, Κύριέ, μου, ὅ,τι θέλει ἡ ἀγάπη σου. Τὸ ξέρω, δὲν εἶμαι ἄξιος. Στεῖλε μὲ ὅπου θέλει ἡ ἀγάπη Σοῦ. Τὸ ξέρω, δὲν εἶμαι ἄξιος. Στεῖλε μὲ ὅπου θέλει ἡ ἀγάπη Σοῦ. Γιὰ τὴν κόλαση εἶμαι ἄξιος. Καὶ στὴν Κόλαση νὰ μὲ βάλεις, ἀρκεῖ νὰ εἶμαι μαζὶ Σοῦ. Ἕνα θέλω, ἕνα ἐπιθυμῶ, ἕνα ζητῶ, νὰ εἶμαι μαζὶ Σοῦ, ὅπου καὶ ὅπως θέλεις Ἐσύ"".

Κάνει λόγο γιὰ τὴν προσευχὴ ἡ ὁποία πρέπει νὰ γίνεται ταπεινά, ἁπλὰ καὶ εὐγενικά. Εὐγενικὴ ψυχὴ καθὼς ἦταν ἔτσι ἤθελε νὰ γίνεται καὶ ἡ προσευχή. Λέγει: "ὅπως Ἐκεῖνος κρούει μὲ εὐγένεια τὴν πόρτα τῆς ψυχῆς μας, ἔτσι κι ἐμεῖς νὰ ζητοῦμε εὐγενικὰ αὐτὸ ποὺ ἐπιθυμοῦμε κι ἂν ὁ Κύριος δὲν ἀπαντάει, νὰ σταματᾶμε νὰ τὸ ζητοῦμε". Ἀλλοῦ λέγει: "Νὰ προσεύχεσθε στὸν Θεὸ μὲ λαχτάρα κι ἀγάπη, μέσα σὲ ἠρεμία, μὲ πραότητα, μαλακά, χωρὶς ἐκβιασμό".

Ὁ πνευματικὸς ἀγῶνας πρέπει νὰ γίνεται μὲ ἠρεμία, ἀγάπη πρὸς τὸν Χριστό. Κάπου λέγει: "Ἡ εὐαισθησία δὲν ἔχει διόρθωση. Μπορεῖ μόνο νὰ μετασχηματιστεῖ, νὰ μεταποιηθεῖ, νὰ μετατραπεῖ, νὰ μεταμορφωθεῖ, νὰ μεταστοιχειωθεῖ, νὰ γίνη ἀγάπη, χαρά, θεία λατρεία". Καὶ ἀλλοῦ λέγει: "Ἐγὼ ὅμως σᾶς λέω, ἀντὶ ν' ἀσχολεῖσθε μὲ τὸν διάβολο καὶ τὶς πονηρίες του, ἀντὶ ν' ἀσχολεῖσθε μὲ τὰ πάθη, νὰ στραφεῖτε στὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ".

Πολλὲς φορὲς κάνει λόγο γιὰ τὴν ἀξία τῆς ἐξομολογήσεως. Ἡ ἐμπειρία τοῦ ὡς πνευματικοῦ πατέρα εἶναι καταπληκτική. Λέγει: "Ὅλα αὐτὰ ποὺ μοῦ ἔλεγε (μιὰ ἐξομολογουμένη), τὰ παρακολουθοῦσα ὄχι ἁπλῶς μὲ προσοχή, ἀλλὰ "ἔβλεπα" μέσα στὸν ψυχικό της κόσμο τὴν ἐπίδραση τῆς προσευχῆς. Τὴν παρακολουθοῦσα μέσα στὴν ψυχή της κι "ἔβλεπα" ὅτι πήγαινε χάρις μέσα της, ὅπως τὴν κοίταζα ἐγώ. Διότι στὸν πνευματικὸ ὑπάρχει χάρις καὶ στὸν παπᾶ ὑπάρχει χάρις".

Φθάνει στὸ σημεῖο νὰ πῇ τὸν φοβερὸ λόγο: "εὐχαριστῶ τὸν Θεό, ποὺ μοῦ ἔδωσε πολλὲς ἀρρώστιες. Πολλὲς φορές του λέω: "Χριστέ μου, ἡ ἀγάπη Σοῦ δὲν ἔχει ὅρια" ..πονάω φοβερά. Προσεύχομαι, ὅμως, σηκώνοντας τὸν Σταυρὸ τοῦ Χριστοῦ μὲ ὑπομονή... Πονάω πολύ, ὑποφέρω, ἀλλὰ εἶναι πολὺ ὡραία ἡ ἀρρώστια μου, τὴν αἰσθάνομαι ὡς ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ... Δὲν μὲ ἀπασχολεῖ πόσο θὰ ζήσω κι ἂν θὰ ζήσω. Αὐτὸ τὸ ἔχω ἀφήσει στὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ".

Ὡς ἀληθινὸς μοναχὸς ποὺ ἦταν ὁ Γέροντας Πορφύριος μιλοῦσε καὶ γιὰ τὸν πραγματικὸ μοναχισμό, ἤτοι γιὰ τὴν ἀξία τοῦ μοναχισμοῦ, γιὰ τὴν σύνδεσή του μὲ τὴν Ἁγία Γραφή, γιὰ τὸ πῶς ἀναγνωρίζει κανεὶς τὴν κλήση του γιὰ τὴν μοναχικὴ ζωή, γιὰ τὴν ὑπακοὴ καὶ τὴν προσευχὴ καὶ μάλιστα τὴν νυκτερινὴ προσευχὴ κλπ. Σὲ ἕνα σημεῖο λέγει: "Γιὰ νὰ ζεῖ, ὅμως, σωστὰ ὁ μοναχὸς πρέπει νὰ ἔχει μοναχικὴ συνείδηση... Ζεῖ μὲ τὴ σιωπή, τὴν νοερὰ προσευχή, τὴν ἄσκηση, τὴν ὑπακοή. Πρέπει νὰ ἀποθάνει γιὰ ὅλα, γιὰ νὰ ζεῖ ἐν Χριστῷ. Ξυπνᾶ μὲ λαχτάρα, κάνει τὸν κανόνα του, τρέχει στὶς ἀκολουθίες, στὰ διακονήματα. Μιὰ εἶναι ἡ ἔγνοιά του, πῶς θ' ἀρέσει στὸν Θεό, πῶς θὰ ὑπηρετήσει τὸν Θεό, πῶς θὰ γίνει αἴτιος νὰ δοξάζεται τὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ". Ἀλλοῦ λέγει: "Γιὰ νὰ προκόψει κανεὶς στὸ μοναστήρι, πρέπει ν' ἀγωνίζεται, χωρὶς νὰ πιέζεται ἀπὸ κανέναν. Ὅλα μὲ χαρὰ καὶ προθυμία, χωρὶς νὰ πιέζεται ἀπὸ κανέναν". Ὅταν κανεὶς πιέζεται βλάπτεται πνευματικά. "Ὅ,τι κάνεις ἀγγάρια καὶ κλωτσάει ἡ ψυχή σου μέσα σου, βλάπτεται. Ἔχω δεῖ καὶ μοναχοὺς κι ἀνθρώπους κάθε ἡλικίας νὰ φεύγουν ἐντελῶς ἀπ' τὴν Ἐκκλησία κι ἀπ' τὸν Θεό, μὴν ἀντέχοντας τὴν ἐσωτερικὴ πίεση ἀλλὰ καὶ τὴν πίεση ἀπὸ ἄλλα πρόσωπα". Ἕνα Μοναστήρι πρέπει νὰ στηρίζεται στὴν μοναχικὴ ζωὴ καὶ ὄχι ἁπλῶς στὸ ἐξωτερικὸ τυπικό. Λέγει ὁ ἀείμνηστος Γέροντας: "Σ' ἕνα μοναστήρι μπορεῖ νὰ ὑπάρχει σειρά, ἀλλὰ ἡ μοναχικὴ ζωὴ νὰ εἶναι ἀνύπαρκτη".

Στὸ βιβλίο αὐτὸ θίγονται μεγάλα θέματα τῆς πνευματικῆς ζωῆς ἀπὸ τὴν ὑπακοὴ καὶ τὴν ταπείνωση, μέχρι τὴν θεοπτία καὶ τὶς ἀποκαλυπτικὲς ἐμπειρίες. Καὶ ὅλα αὐτὰ μὲ ἕναν ἁπλὸ καὶ ταπεινὸ τρόπο, ποὺ δείχνει ὅτι κινεῖται ὁ Γέροντας μέσα στὴν ἀλήθεια. Μοῦ ἄρεσε ἕνας λόγος τοῦ ἁγίου Γέροντος, ποὺ ἦταν καὶ "δόγμα" τῆς ζωῆς του: "Νὰ ἐργάζεσθε ὡς ἀθάνατοι καὶ νὰ ζῆτε ὡς μελλοθάνατοι".

Διαβάζοντας τὸ βιβλίο αὐτὸ παρατήρησα ὅτι εἶναι ἕνα βιβλίο πνευματικῆς ἐλευθερίας, κινεῖται σὲ ἕναν εὐρὺ χῶρο, οὐράνιο χῶρο, ὅπου δὲν ὑπάρχει στενότητα. Αὐθόρμητα ἐπανέλαβα πολλὲς φορὲς τὸν λόγο ἑνὸς Ἁγιορείτη, ὅταν διάβαζε κείμενα τοῦ ἁγίου Ἰσαὰκ τοῦ Σύρου: "Μὲ τρέλανες, παπούλη!". Αὐτὸ δείχνει τί ἀκριβῶς εἶναι ἡ πνευματικὴ ἐλευθερία τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ὅτι εἶναι ἐμπειρία τοῦ ἀκτίστου φωτός. Καὶ τὸ δείχνει αὐτό, γιατί ὁ ἴδιος ὁ Γέροντας Πορφύριος εἶχε ἀνεβῇ πολὺ ψηλά, εἶχε θεοπτικὴ ἐμπειρία καὶ ἀπὸ τὸ πνευματικὸ αὐτὸ ὕψος παρατηρεῖ καὶ ἑρμηνεύει ὅλα τὰ θέματα τῆς καθημερινῆς ζωῆς τῶν ἀνθρώπων.

Ὅπως λέγει ὁ ἀείμνηστος Γέροντας, ὅταν ὁ ἄνθρωπος βιώση τὴν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, τότε ἀφ ἑνὸς μὲν αἰσθάνεται ὅτι ἡ "θρησκεία μας εἶναι ἀγάπη, εἶναι ἔρωτας, εἶναι ἐνθουσιασμός, εἶναι τρέλα, εἶναι λαχτάρα τοῦ θείου", εἶναι ἕνας πνευματικὸς οἶνος καὶ αὐτὸς "ὁ πνευματικὸς οἶνος εἶναι ἄκρατος, ἀνόθευτος, πολὺ δυνατὸς κι ὅταν τὸν πίνεις, σὲ μεθάει", ἀφ' ἑτέρου δὲ μέσα ἀπὸ αὐτὴν τὴν προοπτικὴ ὑπερβαίνονται ὅλα τὰ προβλήματα τῆς καθημερινότητος. Λέγει ὁ Γέροντας: "Ὅταν βρεῖς τὸν Χριστό, σοῦ ἀρκεῖ, δὲν θέλεις τίποτε ἄλλο, ἡσυχάζεις. Γίνεσαι ἄλλος ἄνθρωπος. Ζεῖς παντοῦ, ὅπου ὑπάρχει ὁ Χριστός. Ζεῖς στὰ ἄστρα, στὸ ἄπειρο... Ὅπου ὑπάρχει ἡ ἀγάπη στὸν Χριστό, ἐξαφανίζεται ἡ μοναξιά. Εἶσαι εἰρηνικός, χαρούμενος, γεμᾶτος. Οὔτε μελαγχολία, οὔτε ἀρρώστια, οὔτε πίεση, οὔτε ἄγχος, οὔτε κατήφεια, οὔτε κόλαση". Καὶ ἀλλοῦ λέγει: "Ὁ θεῖος πόθος νικάει κάθε πόνο κι ἔτσι κάθε πόνος μεταποιεῖται καὶ γίνεται ἀγάπη Χριστοῦ. Ἀγαπῆστε τὸν Χριστὸ καὶ θὰ σᾶς ἀγαπήσει κι Ἐκεῖνος. Ὅλοι οἱ πόνοι θὰ περάσουν, θὰ νικηθοῦν, θὰ μεταποιηθοῦν. Τότε γίνονται ὅλα Χριστός, γίνονται Παράδεισος".

Ὁ ἴδιος εἶχε αὐτὴν τὴν πνευματικὴ ἐλευθερία, γιατί ζοῦσε στὸ Φῶς τοῦ Θεοῦ, ἀγαποῦσε τὸν Χριστό. Γι' αὐτὸ μποροῦσε νὰ πῇ: "Μὲς στὸ πλῆθος, στὸν κόσμο καὶ στὸν θόρυβο τῆς Ὁμόνοιας ἐγὼ ὕψωνα τὰ χέρια στὸν Θεὸ καὶ ζοῦσα μέσα μου ὅπως στὴν ἔρημο τοῦ Ἁγίου Ὅρους... Ὅλους τοὺς ἀγαποῦσα, γιὰ ὅλους πονοῦσα, ὅλα μὲ συγκινοῦσαν. Αὐτό μου τὸ εἶχε δώσει ἡ θεία χάρις. Ἔβλεπα τὶς νοσοκόμες μὲ τὶς λευκὲς στολές, σὰ λευκοφορεμένους ἀγγέλους νὰ κατεβαίνουν στὴν ἐκκλησία καὶ δάκρυζα ποὺ τὶς ἔβλεπα... Ὅταν πάλι ἔβλεπα μιὰ μάνα νὰ βυζαίνει τὸ μωρό της, συγκινιόμουν. Ὅταν ἔβλεπα μιὰ γυναῖκα ἔγκυο, δάκρυζα. Ἔβλεπα τὶς δασκάλες ποὺ πήγαιναν τὰ παιδιὰ στὴν ἐκκλησία καὶ δάκρυζα γιὰ τὸ ἔργο τῆς ἀγάπης".

Ὅπως ἔλεγα στὴν ἀρχὴ ζοῦμε σὲ μιὰ ἐποχὴ κατὰ τὴν ὁποία γίνονται πολλὲς θεολογικὲς ἀναλύσεις, οἱ ὁποῖες σκοτίζουν τὰ πράγματα καὶ συγχύζουν τοὺς ἀνθρώπους. Νέοι θεολόγοι διακατέχονται ἀπὸ μιὰ οἴηση καὶ ἀλαζονεία νὰ κρίνουν ὅλους τοὺς προγενεστέρους τοὺς θεολόγους καὶ νὰ τονίζουν τὰ θεολογικά τους σφάλματα, ὑπονοῶντας ὅτι αὐτοὶ ἀνακάλυψαν τὴν ἀλήθεια τῶν πραγμάτων. Ἀντὶ νὰ κάνουν ἕνα δημιουργικὸ θετικὸ ἔργο ἀσχολοῦνται μὲ κρίσεις καὶ ἀπορρίψεις ἄλλων προγενεστέρων τους καλῶν θεολόγων καὶ δημιουργοῦν μιὰ σύγχυση στὴν ζωὴ τῶν ἀνθρώπων. Αὐτὸ εἶναι δεῖγμα μικρῶν καὶ συγκεχυμένων ἀνθρώπων, ποὺ δὲν γνωρίζουν ἐμπειρικὰ τί εἶναι ὀρθόδοξη θεολογία, γιατί ἂν τὸ γνώριζαν δὲν θὰ ἔκαναν ἀνούσιες ἀναλύσεις. Εἶναι ἕτοιμοι μάλιστα νὰ κρίνουν ἀρνητικὰ καὶ κείμενα ἁγίων Πατέρων, δὲν τὸ κάνουν ὅμως ἀπὸ φόβο. Παρὰ ταῦτα κρίνουν καὶ καταδικάζουν ἐκείνους ποὺ στηρίζονται στοὺς Πατέρας. Πάσχουν ἀπὸ τὸ σύνδρομο τοῦ θεολογικοῦ ἐπιστημονισμοῦ καὶ τοῦ παραδοξολογισμοῦ. Αὐτό, ἄλλωστε, φαίνεται καὶ ἀπὸ τοὺς παράδοξους καὶ ἀντορθόδοξους τίτλους τῶν βιβλίων τους ποὺ αὐτοὶ ἐπιλέγουν.

Μέσα σὲ μιὰ τέτοια ἐποχὴ ὁ "Βίος καὶ οἱ Λόγοι" τοῦ Γέροντος Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου εἶναι μιὰ εἰρηνικὴ πυρηνικὴ βόμβα, ποὺ ἀποκαλύπτει τί εἶναι ἡ πνευματικὴ ζωή, τί εἶναι ἡ θεολογία καὶ κυρίως πῶς βιώνεται καὶ ἀποκτᾶται ἡ Ὀρθόδοξη Θεολογία, πέρα ἀπὸ σχολαστικισμοὺς καὶ βερμπαλισμούς. Ὁ Γέροντας Πορφύριος ἦταν ἕνας ἡσυχαστὴς Πατέρας μὲ τὴν τρυφερὴ ἀγάπη, τὴν ἀπέραντη πνευματικὴ ἐλευθερία καὶ τὸ προφητικὸ χάρισμα. Εἶναι ἕνας ἅγιος ποὺ ἀνέπαυσε πολλοὺς πονεμένους ἀνθρώπους. Ἑπομένως τὸ βιβλίο αὐτὸ ἀποτελεῖ κριτήριο ἐκκλησιαστικοῦ φρονήματος καὶ ζωῆς, πρότυπο ὀρθοδόξου θεολογικοῦ ἐκκλησιαστικοῦ λόγου.

Θὰ ἤθελα νὰ συγχαρῶ τὴν Ἱερὰ Μονὴ Ζωοδόχου Πηγῆς - Χρυσοπηγὴς Χανίων γιὰ τὴν μεγάλη αὐτὴ προσφορά, ποὺ εἶναι σημαντικὴ γιὰ τὴν Ἐκκλησία καὶ τοὺς ἀνθρώπους ποὺ ἀγωνίζονται τὸν καλὸ ἀγῶνα τῆς πίστεως καὶ νὰ παρακαλέσω τοὺς ἀναγνώστας νὰ διαβάσουν τὸ βιβλίο αὐτό, ποὺ εἶναι αὐθεντικὸ κριτήριο ὀρθοδόξου ζωῆς καὶ δημιουργεῖ μιὰ ἔμπνευση γιὰ τὴν ἀπαλλαγὴ ἀπὸ μικρότητες καὶ τὴν ἀπόκτηση τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ.