Γράφτηκε στις .

Ποιμαντορικὴ Ἐγκύκλιος Χριστουγέννων 2003

Ἀγαπητοί μου ἀδελφοί,

Καὶ πάλι μέσα στὴν χειμωνιάτικη ἀτμόσφαιρα τῶν ἡμερῶν αὐτῶν, πανηγυρίζουμε τὴν ἀγάπη καὶ τὴν εὐσπλαχνία τοῦ Θεοῦ ποὺ ἔγινε ἄνθρωπος, γιὰ νὰ γίνουμε ἐμεῖς υἱοὶ κατὰ Χάρη τοῦ Θεοῦ. Ὅλα τὰ τροπάρια τῆς Ἐκκλησίας, μὲ τὰ ὁποῖα πανηγυρίζεται ἡ ἑορτὴ τῆς Γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ καὶ τὰ ὁποῖα ἐγράφησαν ἀπὸ ἁγίους ἀνθρώπους, ποὺ ἔζησαν στὴν προσωπική τους ζωὴ τὴν ἐνανθρώπηση τοῦ Υἱοῦ καὶ Λόγου τοῦ Θεοῦ, ἀποπνέουν αὐτὸ τὸ ἄρωμα τῆς ἀγάπης, τῆς εὐσπλαχνίας καὶ τῆς φιλανθρωπίας τοῦ Θεοῦ.

Μέσα σὲ αὐτὸ τὸ κλίμα τῆς ἀγάπης καὶ τῆς εὐσπλαχνίας τοῦ Θεοῦ ἀκούγεται καὶ ὁ λόγος τοῦ Ἀποστόλου Παύλου: "καὶ ὁμολογουμένως μέγα ἐστὶ τὸ τῆς εὐσεβείας μυστήριον· Θεὸς ἐφανερώθη ἐν σαρκί, ἐδικαιώθη ἐν Πνεύματι, ὤφθη ἀγγέλοις, ἐκηρύχθη ἐν ἔθνεσιν, ἐπιστεύθη ἐν κόσμῳ, ἀνελήφθη ἐν δόξῃ» (Ἂ´ Τίμ. γ´, 16).

Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ἀναφέρει τὸν λόγο αὐτὸ μέσα σὲ μιὰ ἑνότητα γιὰ τὸ ποιά πρέπει νὰ εἶναι ἡ ζωὴ τοῦ Ἐπισκόπου καὶ γενικότερα τοῦ Κληρικοῦ, ποιό εἶναι τὸ ἔργο του, ποιό πρέπει νὰ εἶναι τὸ κήρυγμά του καὶ τί εἶναι ἡ Ἐκκλησία. Τελικά, τὸ ἔργο τοῦ Κληρικοῦ εἶναι νὰ κηρύττη συνεχῶς τὸ μέγα μυστήριο τῆς σωτηρίας, ποὺ εἶναι το ὅτι ὁ Θεὸς φανερώθηκε μὲ τὴν ἀνθρώπινη σάρκα, δικαιώθηκε μὲ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, ἐμφανίσθηκε στοὺς ἀγγέλους, κηρύχθηκε στὰ ἔθνη, ἔγινε πιστευτὸς στὸν κόσμο, ἀναλήφθηκε μὲ δόξα. Καὶ αὐτὸ τὸ κήρυγμα ἦταν ὁ κεντρικὸς πυρῆνας τῆς διδασκαλίας τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων καὶ γενικότερα τῆς Ἐκκλησίας.

Πράγματι, ὁ Θεὸς μὲ τὴν Γέννησή Τοῦ ἔδειξε ὅτι δὲν εἶναι μιὰ ἀφηρημένη ἰδέα, οὔτε ἕνας ἁπλὸς ἄνθρωπος. Στὸ πρόσωπο τοῦ Υἱοῦ καὶ Λόγου τοῦ Θεοῦ ἔγινε ἡ ἕνωση τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως μὲ τὴν θεία φύση, πρᾶγμα ποὺ συνετέλεσε στὴν σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ Υἱὸς καὶ Λόγος τοῦ Θεοῦ ἐνηνθρώπησε ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι καὶ ὡς Θεάνθρωπος φανερώθηκε στοὺς ἀγγέλους, οἱ ὁποῖοι προηγουμένως δὲν μποροῦσαν νὰ δοῦν τὸν Θεό, κηρύχθηκε στὰ Ἔθνη, πιστεύθηκε στὸν κόσμο καὶ ἀνελήφθηκε μὲ δόξα.

Ὁ σεσαρκωμένος Θεὸς εἶναι ἡ δόξα μας καὶ ἡ ζωή μας. Αὐτὸν μποροῦμε νὰ αἰσθανόμαστε ὡς Πατέρα, στὸ Σῶμα Τοῦ μποροῦμε νὰ ἀνήκουμε μὲ τὸ Βάπτισμα καὶ τὴν ὅλη ἐκκλησιαστικὴ ζωή, τὸ Σῶμα Τοῦ μποροῦμε νὰ τρῶμε καὶ τὸ ἁγιασμένο Τοῦ Αἷμα μποροῦμε νὰ πίνουμε, τὴν παρουσία Τοῦ μποροῦμε νὰ αἰσθανόμαστε κοντά μας, Αὐτὸν μποροῦμε νὰ ἐλπίζουμε νὰ δοῦμε ἐκτυπώτερα μετὰ τὴν κοίμησή μας, κυρίως μετὰ τὴν Δευτέρα Παρουσία Τοῦ, δι' Αὐτοῦ μποροῦμε νὰ αἰσθανθοῦμε τὴν ἀγάπη τοῦ Οὐρανίου Πατρὸς καὶ τὴν κοινωνία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Δὲν ἔχουμε κανένα ἄλλο κήρυγμα πιὸ πειστικὸ καὶ πιὸ ἀποτελεσματικὸ νὰ κάνουμε στοὺς ἀνθρώπους. Ὅλα τὰ ἄλλα εἶναι μικρά, ἀνθρώπινα, πτωχά, ἀνίκανα νὰ δώσουν νόημα καὶ ζωή.

Στὸ χωρίο ὅμως ποὺ ἀναφέραμε, ὁ Ἀπόστολος Παῦλος χρησιμοποιεῖ καὶ μιὰ φράση ποὺ εἶναι σημαντική: «Μέγα ἐστὶ τὸ τῆς εὐσεβείας μυστήριον».

Κατ' ἀρχάς, ἡ ἐνανθρώπηση τοῦ Χριστοῦ εἶναι πράγματι ἕνα μυστήριο. Κατὰ τὸν ἅγιο Μάξιμο τὸν Ὁμολογητὴ τὸ μέγα μυστήριο τῆς ἐνανθρωπήσεως «ἀεὶ μένει μυστήριον» γιὰ τὴν ἀνθρώπινη λογική, γιὰ τὸ πῶς, δηλαδή, ἔγινε ἡ ἕνωση θείας καὶ ἀνθρωπίνης φύσεως. Κατὰ τὸν ἅγιο Διονύσιο τὸν Ἀρεοπαγίτη, ἡ θεοπλασία τοῦ Χριστοῦ, ποὺ ἔγινε γιὰ μᾶς, δηλαδὴ ἡ Γέννησή Τοῦ κατὰ τὴν ἀνθρώπινη φύση «καὶ ἄρρητος ἐστι λόγῳ παντί, καὶ ἄγνωστος νὼ παντί», ἀκόμη καὶ στοὺς ἀγγέλους. Τὸ μυστήριο αὐτὸ δὲν κατανοεῖται μὲ τὴν ἀνθρώπινη λογική, ἀλλὰ βεβαιώνεται μὲ τὴν ἐμπειρία ποὺ ἀποκτοῦμε μέσα στὴν Ἐκκλησία. Δὲν εἶναι ὑπόθεση διανοίας, ἀλλὰ μιὰ βεβαιότητα καρδίας. Πράγματι, ὅποιος ζῇ μὲ μετάνοια καὶ τηρεῖ τὶς ἐντολὲς τοῦ Χριστοῦ αἰσθάνεται μέσα στὴν καρδιά του τὶς ἐνέργειες τοῦ Θεοῦ καὶ κατ' αὐτὸν τὸν τρόπο ὑπερβαίνει ὅλα τὰ δεινὰ τοῦ ἀνθρωπίνου βίου καὶ αὐτὸν ἀκόμη τὸν θάνατο.

Ἔπειτα, ὁ Ἀπόστολος Παῦλος κάνει λόγο γιὰ «μυστήριον τῆς εὐσεβείας». Ἡ Ὀρθόδοξη εὐσέβεια δὲν εἶναι μερικοὶ ἐξωτερικοὶ τύποι καὶ μιὰ συμμόρφωση σὲ μερικοὺς κανόνες καλῆς, ἔστω καὶ θρησκευτικῆς, συμπεριφορᾶς, ἀλλὰ εἶναι ἡ ἀλλοίωση τῆς ζωῆς μας ἀπὸ τὸ γεγονὸς τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ Χριστοῦ. Πρόκειται γιὰ μιὰ εὐσέβεια ποὺ στηρίζεται στὴν θεολογία τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ Χριστοῦ καὶ στὴν μεταμόρφωση τῆς ὑπάρξεώς μας ἀπὸ ὅλο τὸ μυστήριο τῆς θείας οἰκονομίας.

Αὐτὸ εἶναι τὸ κήρυγμα τῆς Ἐκκλησίας· αὐτὴ εἶναι ἡ πίστη καὶ τὸ ἔργο τῶν Κληρικῶν· αὐτὴ εἶναι ἡ οὐσία τῆς χριστιανικῆς - ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς· αὐτὴ εἶναι ἡ ἐλπίδα μας καὶ ἡ ἀπαντοχή μας· αὐτὸ εἶναι τὸ νόημα τῆς ζωῆς μας· αὐτὸ εἶναι «τὸ μέγα τῆς εὐσεβείας μυστήριον». Τὸ κήρυγμα τῆς Ἐκκλησίας δὲν εἶναι θρησκευτικὰ λόγια καὶ θρησκευτικὰ συναισθήματα, δὲν εἶναι ἀνθρώπινοι στοχασμοὶ καὶ καλὲς σκέψεις, δὲν εἶναι ποικιλόμορφες φαντασίες καὶ εὐγενικοὶ τρόποι συμπεριφορᾶς, δὲν εἶναι ἀναλύσεις κοσμικῶν καὶ ἱστορικῶν γεγονότων καὶ συμμετοχὴ σὲ κοινωνικὲς καὶ πολιτικὲς διαδικασίες, ἀλλὰ εἶναι ὁμολογία τῆς θεολογίας τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ Λόγου τοῦ Θεοῦ καὶ ποιμαντικὴ γιὰ τὴν ἀναγέννηση τοῦ ἀνθρώπου. Αὐτὸς εἶναι ὁ πυρῆνας τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς, τὸ κέντρο τῆς ποιμαντικῆς διακονίας κάθε Κληρικοῦ καὶ τὸ περιεχόμενο τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ κηρύγματος.

Ὅταν ἕνα τέτοιο μυστήριο ἐνεργεῖται καὶ κηρύσσεται στοὺς ἀνθρώπους, τότε ἡ Ἐκκλησία ἐπιτελεῖ τὸ ἔργο της, ποὺ εἶναι ἡ σωτηρία τῶν ἀνθρώπων καὶ ἡ ἀνακαίνιση ὁλοκλήρου τῆς κτίσεως.

Ἀδελφοί, αὐτὴν τὴν ἡμέρα τῶν Χριστουγέννων, ἡμέρα θεολογικῆς ἀγάπης καὶ ἐκκλησιαστικῆς στοργῆς, πρέπει νὰ ἀκουσθῇ ὁ λόγος τοῦ Ἀποστόλου Παύλου: «καὶ ὁμολογουμένως μέγα ἐστὶ τὸ τῆς εὐσεβείας μυστήριον· Θεὸς ἐφανερώθη ἐν σαρκί, ἐδικαιώθη ἐν Πνεύματι, ὤφθη ἀγγέλοις, ἐκηρύχθη ἐν ἔθνεσιν, ἐπιστεύθη ἐν κόσμῳ, ἀνελήφθη ἐν δόξῃ». Αὐτὸ εἶναι τὸ κήρυγμα τῆς ἀληθινῆς ζωῆς.

Ἡ Χάρη τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ καὶ τὸ ἄπειρο ἔλεὸς Τοῦ νὰ εἶναι μαζί σας.

Μὲ ἑόρτιες εὐχές

Ὁ Μητροπολίτης

Ὁ Ναυπάκτου καὶ Ἁγίου Βλασίου ΙΕΡΟΘΕΟΣ

ΕΓΚΥΚΛΙΟΙ