Γράφτηκε στις .

Πρωτοπρεσβυτέρου π. Ἀνδρέου Ἀγαθοκλέους: Μικρὸ ὁδοιπορικὸ στὴν Βασιλεύουσα

Πρωτοπρεσβυτέρου . π. Ἀνδρέου Ἀγαθοκλέους

Καθηγητοῦ – Λάρνακα Κύπρου

Ὅταν ἀποφασίζη κανεὶς νὰ ταξιδέψη σὲ μιὰ ἄλλη χώρα γιὰ διακοπές, συνήθως ἔχει μέσα του τὴν αἴσθηση πῶς ἡ ἐνέργειά του αὐτὴ θὰ εἶναι μιὰ ἔξοδος ἀπὸ τὴν ρουτίνα καὶ μιὰ δυνατότητα νὰ ξεφύγη γιὰ λίγο ἀπὸ τὰ καθημερινὰ δικά του, τὰ "οἰκεῖα".

Ἁνάστασις, Μονὴ τῆς Χώρας, ΚωνσταντινοὐποληἘμεῖς ξεκινήσαμε γιὰ τὴν Κωνσταντινούπολη μὲ κάποια ἐπιφύλαξη γιὰ τὸ τί θὰ συναντούσαμε, μιὰ καὶ ἦταν ἡ πρώτη ὁμάδα ἀπὸ τὴν Κύπρο ποὺ ὀργανωμένα ἐπιχειροῦσε αὐτὸ τὸ ταξίδι. Εἶναι καὶ οἱ κρίσιμες καταστάσεις ποὺ περνᾶ ὁ τόπος μας, ποὺ ἔκανε τὴν ἀγωνία τοῦ ἄγνωστου νὰ αὐξάνη. Εἴμασταν καμιὰ πενηνταριὰ πρόσωπα ποὺ ταξιδεύαμε γιὰ τὴν Τουρκία μέσῳ Ἀθηνῶν τὴν διακαινήσιμη ἑβδομάδα.

Πηγαίναμε στὴν πατρίδα μας! Ψηλαφούσαμε τὴν ἱστορία τοῦ γένους μας.

Κωνσταντινούπολη! Δὲν εἶναι ἁπλὰ μιὰ ὡραία πόλη. Οὔτε κἂν τουριστικὸς προορισμός. Εἶναι ὁ τόπος μας! Ὅλα σιωπηλὰ δίδουν ὑποβλητικὰ τὴν παρουσία τῶν χιλιάδων Ρωμιῶν ποὺ ἔζησαν ἐκεῖ, μεγαλούργησαν, δοξάστηκαν, ταπεινώθηκαν.

Ἐκεῖ σμίγει τὸ παρελθὸν μὲ τὸ παρὸν καὶ συντρίβεται ἡ καρδιὰ κάτω ἀπὸ τὸ βάρος τοῦ μεγαλείου τῆς φυλῆς καὶ τῆς ταπείνωσης. Τὸ γιατί δὲν μπορεῖ νὰ λεχθεῖ στὸ μεγάλο πόνο. Δὲν βγαίνει, δὲν ἀπαντᾶται. Σιωπᾶς καὶ ἐκστατικὰ ἀτενίζεις μέσα στοὺς αἰῶνες το πρὶν καὶ τὸ τώρα.

Κωνσταντινούπολη! Τὸ ὄνειρο ἀνιχνεύεται στοὺς δρόμους της, στὰ κτίρια της, στοὺς ἀνθρώπους της. Μὰ κυρίως στὴν Μεγάλη τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησία, τὴν Ἁγία Σοφία ὅπου δὲν μπορεῖς νὰ εἰσέλθης χωρὶς νὰ σκουπίσης τὸ δάκρυ σου. Καταδύεσαι στὸ βάθος τῆς ἱστορίας καὶ βλέπεις τὴν πορεία της μέσα στὸν χρόνο. Τὸ κτίσιμό της, τὰ ἐγκαίνια, τὴν εἴσοδο τοῦ Ἰουστινιανοῦ μὲ τὸ "Νενίκηκα σὲ Σολομῶν", τὴν στέψη τῶν αὐτοκρατόρων, τὴν λειτουργία τοῦ Πατριάρχη. Καὶ φθάνεις στὴν βεβήλωση τῶν σταυροφόρων τὸ 1204, 13 Ἀπριλίου, ἡμέρα Τρίτη. Ὀκτακόσια χρόνια μετά, τὴν ἴδια μέρα βρισκόμασταν ἐκεῖ γιὰ νὰ ἐπιβεβαιώσουμε τὴν ἀπουσία τῆς ἱερότητος τοῦ χώρου. Γιατί, οἱ μὲν Φράγκοι ἔκαμαν τὸ ναὸ τοῦ Θεοῦ τὸν ἅγιο, σταῦλο, οἱ δὲ Μουσουλμᾶνοι τζαμὶ ἀφοῦ βεβήλωσαν τὸν χῶρο μὲ σφαγὲς καὶ ἀκατονόμαστες πράξεις. Ὁ ξεναγός μας ἔδειξε τὴν κολώνα πάνω στὴν ὁποία ὁ Πορθητὴς ἀκούμπησε τὴν γεμάτη ἀπὸ αἷμα παλάμη του, ὅταν εἰσῆλθε στὴν Ἀγιά- Σοφιὰ πατῶντας πάνω στὰ πτώματα τῶν Χριστιανῶν. Κι ἔφθασε τὸ χέρι του ψηλά, πολὺ ψηλά... Τώρα λειτουργεῖ ὡς μουσεῖο. Κόσμος πολύς, μικροί, μεγάλοι, ντόπιοι καὶ ξένοι, παρακολουθοῦν "τὴν ζωὴ ἐν τάφῳ", στολισμένη καὶ περιποιημένη, ἀναμένοντας τὸν μαρμαρωμένο βασιλιᾶ νὰ βγῇ ἀπὸ τὸν κρυψώνα του καὶ νὰ τὴν ἀναστήση.

Μοῦ θύμισαν τὶς λεηλατημένες ταπεινὲς ἐκκλησίες τοῦ Βορρᾶ τῆς Κύπρου μας. Οἱ ἴδιοι ἄνθρωποι νὰ κατακτοῦν, νὰ βεβηλώνουν, νὰ βιάζουν τὸ χῶρο καὶ τὴν ἱστορία του. Οἱ πρόγονοι καὶ οἱ ἀπόγονοι τὸ ἴδιο.

Βέβαια, οἱ Τοῦρκοι τῆς Πόλης εἶναι ἄνθρωποι ἁπλοί, ἐγκάρδιοι, χωρὶς τὴ ψυχρὴ τυπικότητα τοῦ Εὐρωπαίου. Ἀνατολίτες στὸ ἦθος καὶ στὴ συμπεριφορά. Ἄνθρωποι συνηθισμένοι. Κανένα πρόβλημα δὲν εἴχαμε μαζί τους, ἀκόμα κι ὅταν τοὺς λέγαμε ὅτι εἴμαστε Κύπριοι. Ἔτσι οἱ ὅποιες φοβίες μας ἐξέλειπαν σύντομα. Ὅμως ὁ πόνος τῆς καρδίας, ποὺ ψηλαφᾶ τὰ γεγονότα, τὸ πρὶν καὶ τὸ τώρα τῆς φυλῆς, εἶναι βαρύς. Ποιά συμπεριφορὰ ἀνθρώπινη, καλή, εὐγενική, μπορεῖ νὰ διαγράψει τὸ γεγονός; Ἄλλωστε τὸ βλέπαμε στὰ πρόσωπα τῶν Κωνσταντινοπολιτῶν καὶ τὸ ἀκούγαμε στὴ σιωπή τους.

Ὑπόφεραν καὶ ὑποφέρουν οἱ ἄνθρωποι. Μπορεῖ τώρα νὰ μὴν τοὺς σκοτώνουν, νὰ μὴν τοὺς κακοποιοῦν, νὰ μὴν ἁρπάζουν τὶς περιουσίες τους, ὅπως ἔγινε τὸ 1955, τὸ 1963, τὶς μέρες τῆς εἰσβολῆς τοῦ 1974. Ἀλλὰ κάποιοι νόμοι ποὺ ψηφίζονται, ἐμποδίζουν τὴν ἀνάπτυξη, πνίγουν τὴν ἀξιοπρέπεια, καταπατοῦν τὰ ἀνθρώπινα δικαιώματα.

Τί κάνεις γιαγιά; Ρωτήσαμε τὴν 90 χρονη Ρωμιὰ στὸ Γηροκομεῖο τοῦ Μπαλουκλή.

—"Φυλάω τὴν Πόλη".

Μοῦ θύμισε τὸν ἀσκητὴ στὸ Γεροντικὸ ποὺ ἔδωσε τὴν ἴδια ἀπάντηση, "φυλάττω τὸ χῶρο".

Ἐκεῖ στὴν Βασιλεύουσα, οἱ Ρωμιοὶ μὲ τὴν ἀρχοντιὰ τῆς καρδιᾶς ποὺ πόνεσε, ἔχουν γίνει παρηγοριὰ γιὰ ὅλο τὸν κόσμο καὶ κυρίως γιὰ ὅσους σταυρώνονται καθημερινά. Ὅταν μιλοῦν γιὰ σταυροαναστάσιμη πορεία, ξέρουν τὴ λένε.

Ἂν ἡ καρδιὰ τοῦ γένους κτυπᾶ στὴν Πόλη, ἡ καρδιὰ τῆς Πόλης εἶναι τὸ Πατριαρχεῖο καὶ ὁ Πατριάρχης. Ὄντως Πατριάρχης! Μὲ τὴν ἀγάπη, τὴν ἁπλότητα, τὴν εἰλικρίνεια, τὴν ἐγκαρδιότητα τοῦ πατέρα, μᾶς δέκτηκε στὴ μεγάλη αἴθουσα τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου. Νιώθαμε πῶς συναντούσαμε τὴν Ὀρθοδοξία ὁλόκληρη. Μὲ τὸ Σταυρὸ καὶ τὴν Ἀνάσταση, τὴ χαρμολύπη.Μας μίλησε ἐγκάρδια, ἀληθινά, χωρὶς τυπικότητες. Πρόσφερε ἕνα σταυρὸ καὶ δυὸ αὐγὰ στὸν καθένα μας. Σύμβολο δύναμης καὶ ζωῆς. "Χριστὸς Ἀνέστη"! Τὸ μήνυμα τῶν ἡμερῶν. Τὸ μήνυμα ποὺ τὸ Φανάρι ὀλόχρονα ἐκπέμπει "εἰς πᾶσαν την γῆν". "Δεῦτε λάβετε Φῶς..." ὅλοι. Ὀρθόδοξοι καὶ αἱρετικοί, Μουσουλμᾶνοι καὶ ἀλλόθρησκοι, "πιστεύοντες καὶ μὴ πιστεύοντες." Ἐδῶ χωροῦν ὅλοι . "Εἰς πᾶσαν την γῆν ἐξῆλθε ὁ φθόγγος αὐτοῦ..." Ἡ καρδιὰ τοῦ Πατριάρχη φαίνεται πῶς διευρύνεται συνεχῶς. Εἶναι Οἰκουμενικός! Δὲν μπορεῖ νὰ περιορίζεται στοὺς 1500 Ἕλληνες ποὺ ἀπέμειναν στὴν Πόλη, ὡς μάρτυρες τῆς Ἱστορίας της κι ὡς ἀληθινοὶ ὁμολογητές. Γιὰ ὅλους εἶναι ὁ Πατριάρχης. "Ὁ κατάλληλος ἄνθρωπος γιὰ τὴν ἐποχή μας", μᾶς εἶπε ὁ μοναδικὸς μόνιμος μοναχὸς στὴ Σχολὴ τῆς Χάλκης.

Τί νὰ πεῖ, κανεὶς γι' αὐτὴ τὴ Σχολὴ ποὺ γαλούχησε τόσους μαθητὲς καὶ τόσους Θεολόγους; Κλειστὴ ἀπὸ τὸ 1972, ἀναμένει ἀπὸ χρόνο σὲ χρόνο τὴν ἐπαναλειτουργία της. Ὅλα εἶναι ἕτοιμα, ὅλα καθαρά, γιὰ νὰ δεκτεὶ ξανὰ μαθητὲς καὶ φοιτητές. Ὁ Π. Δωρόθεος, μὲ τὴ ζωντάνια τοῦ λόγου του, μᾶς ξενάγησε στοὺς χώρους της. Ἡ παρουσία μας τοῦ ἔδωσε πολλὴ χαρά. Εἶπε αὐτὰ ποὺ ζεῖ καθημερινὰ στὴν καρδιά του, μέσα στὸ σιωπηλὸ χῶρο τῆς Σχολῆς ποὺ βοᾶ γιὰ τὸ λαμπρό της παρελθὸν κι ἐλπίζει στὸ μέλλον.

Οἱ ὀμορφιὲς τῆς φύσης, ἡ ἡσυχία τοῦ χώρου, ἡ τοποθεσία τοῦ κτιρίου, συνδυάζουν ἁρμονικὰ αὐτὸ ποὺ εἶναι φτιαγμένη: Μονὴ καὶ Σχολή. "Τώρα ἡ Σχολὴ εἶναι κλειστή. Ἡ Μονὴ ὅμως λειτουργεῖ. Καθημερινὰ γίνονται ὅλες οἱ ἀκολουθίες", παρατήρησε ὁ μοναχός. Ἀναχωρούσαμε μὲ λύπη κι ἐλπίδα, προσδοκῶντας τὴν ὥρα ποὺ οἱ προσπάθειες τοῦ Πατριάρχη θὰ εἶχαν ἀποτέλεσμα καὶ ἡ Σχολὴ θὰ λειτουργήσει κανονικὰ γιὰ τὶς ἀνάγκες τοῦ Πατριαρχείου καὶ τῆς Ἐκκλησίας ὅλης.

Βρεθήκαμε στὴ Θεία Λειτουργία στὴ Μονὴ τῆς Ζωοδόχου Πηγῆς τὴν ἡμέρα ποὺ γιόρταζε, Παρασκευή της Διακαινησίμου. Γεμάτη ἡ Ἐκκλησία προσκυνητές. Ἀπὸ τὴν Κωνσταντινούπολη, τὴν Ἑλλάδα καὶ τὴν Κύπρο – γιὰ πρώτη φορά. Λειτουργία μὲ τρεῖς Μητροπολῖτες, ἱερεῖς πολλοὺς καὶ διακόνους. Ἀτμόσφαιρα ἀναστάσιμη. Μίλησε ὁ προεξάρχων Μητροπολίτης γιὰ τὴν Παναγία. Κήρυγμα ἁπλό, βαθιὰ θεολογικὸ καὶ πρακτικό, χωρὶς ἠθικολογίες καὶ καθηκοντολογίες. Τὰ περιττὰ λόγια ἀφαιροῦν τὴν οὐσία, γι' αὐτὸ καὶ ἀποδοκιμάζονται. Ἐκεῖ ἀκούσαμε λόγο σωτήριο, οὐσιαστικό. Στὸ τέλος κεραστήκαμε στὸ συνοδικό. Μίλησε ὁ ἄλλος Μητροπολίτης. Σχολίασε τὸ γεγονὸς τῆς ἡμέρας, τὴν παρουσία τόσων ἀνθρώπων, τὴ δική μας παρουσία καὶ εὐχήθηκε νὰ εὐοδωθοῦν οἱ προσπάθειες γιὰ λύση τοῦ προβλήματός μας.

Στη Μονὴ τῆς Χώρας, εἴδαμε τὸ ρυθμὸ τοῦ ναοῦ μὲ τὰ ὑπέροχα ψηφιδωτά. Παραστάσεις ἀπὸ τὴ ζωὴ τῆς Παναγίας, τὴ ζωὴ τῶν ἁγίων, περιστατικὰ ἀπὸ τὸ Εὐαγγέλιο. Ἐκεῖ ὅμως ποὺ πραγματοποιεῖται τὸ "σιγησάτω πᾶσα σὰρξ βροτεία καὶ στήτω μετὰ φόβου καὶ τρόμου" εἶναι ὅταν βρίσκεσαι κάτω ἀπὸ τὴν κόγχη μὲ τὴν παράσταση τοῦ ἀναστάντος Χριστοῦ. Νομίζεις πῶς θὰ τὸν δεῖς νὰ ζωντανεύει καὶ νὰ ἁρπάζει "τὸν Ἀδὰμ παγγενῆ ἐκ τοῦ τάφου". Μέσα στὴ σιωπὴ τῶν Ἐκκλησιῶν, τῶν τάφων, τῶν ἀνθρώπων, κυοφορεῖται ἡ ὥρα τῆς Ἀνάστασης, ὅπου "τὰ πάντα ριζηδὸν παρελεύσονται" μὲ τὴ δύναμη τῆς ταπείνωσης, τῆς ὑπομονῆς, τῆς ὑπακοῆς στὸ Ἐκείνου θέλημα. Μπροστὰ στὸ ψηφιδωτὸ τῆς Ἀνάστασης μένεις ἐκστατικὸς γιὰ τὴ νίκη τοῦ Χριστοῦ κατὰ τοῦ θανάτου. Μιὰ νίκη ποὺ δὲν ἀφορᾶ μόνο τὸν ἴδιο ἀλλὰ ὅλο τὸν κόσμο, ἄρα μιὰ νίκη ἀγάπης. Δὲν συντρίβεσαι μπροστὰ στὴ νίκη του ἀλλὰ χαίρεσαι. Εἶναι καὶ δική σου. "Χριστὸς ἐγερθεῖς ἐκ νεκρῶν, ἀπαρχὴ τῶν κεκοιμημένων ἐγένετο". Σιωπηλά, ἀθόρυβα, διενεργεῖται τὸ μυστήριο τῆς ζωῆς, τῆς νίκης. Τὴν ὥρα μάλιστα ποὺ ὅλα δείχνουν πῶς δὲν ὑπάρχει ἐλπίδα. Στὸ Ἀμὴν τῆς Ἱστορίας τοῦ Ἰησοῦ ἀρχίζει ἡ Ἱστορία Τοῦ. Οἱ ἄνθρωποι τῆς Πόλης βιώνουν τὸ θάνατο καὶ τὴν Ἀνάσταση τοῦ Ἰησοῦ ὡς καθημερινὸ γεγονός.

Κάποιος ἀπὸ τὴν ὁμάδα μας εἶπε αὐθόρμητα "Φύγετε κι ἀφῆστε μέ. Θέλω νὰ ζήσω ἐδῶ. Νιώθω νὰ εἶναι τὸ σπίτι μου". Ἀναχωρούσαμε ἀφήνοντας ἕνα κομμάτι τῆς καρδιᾶς μας στὴν Πόλη. Ἀνάμικτα τὰ συναισθήματα, γιὰ ὅ,τι χάσαμε καὶ γιὰ ὅ,τι ἔχουμε. Ἡ Πόλη δὲν χάθηκε. Ζεῖ, τώρα ζεῖ! Μέσα στὴ συντριβή, τὴ σιωπή, τὸν πόνο καὶ τὸν κόπο νὰ ἐπιβιώση, βιώνει τὴν ὄντως ζωή, τὴ σταυροαναστάσιμη. Γιὰ νὰ τὴν διακρίνης θὰ πρέπει νὰ πᾶς μὲ τὶς ἴδιες προϋποθέσεις ποὺ ζοῦν οἱ Χριστιανοὶ ἐκεῖ. Ἡ ἔπαρση, ἡ κρίση καὶ κατάκριση, ἡ σύγκριση καὶ ἡ τουριστικὴ νοοτροπία, μπαίνουν ὡς τεῖχος ποὺ ἐμποδίζει νὰ διακρίνης τὰ γενόμενα, τὴν κυοφορία τῆς ζωῆς, τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ ποὺ ζωογονεῖ καὶ σώζει.

Στὴν Κωνσταντινούπολη ὑπάρχουν δυὸ κόσμοι, αὐτὸς ποὺ φαίνεται κι αὐτὸς ποὺ λανθάνει. Θυμίζει τὴν ἀκολουθία τοῦ Μεγάλου Σαββάτου ὅπου ἡ ἀνάσταση κρύβεται καὶ φαίνεται ἡ θλιμμένη ἀτμόσφαιρα ποὺ πάλι δὲν εἶναι θλιμμένη...

Πηγαίνοντας "εἰς τὴν Πόλιν" (=Instaboul) πηγαίναμε μὲ κάποια ἀγωνία. Φεύγοντας νιώθαμε χαρὰ γιὰ τὸ θησαυρὸ ποὺ μᾶς ἀποκαλύφθηκε ὡς εὐλογία. Δὲν μπορεῖ νὰ ξεχαστῇ, γιατί εἶναι ζωή. Δὲν μπορεῖ νὰ ξεχαστῇ, γιατί μᾶς χρειάζεται νὰ ζήσουμε. Ὡς Κύπρος, μὲ τὰ λάθη καὶ τὶς ἐπιπολαιότητές μας, δώσαμε στοὺς ἀδελφούς μας τῆς Πόλης πόνο καὶ θάνατο. Προσέλαβαν τὸν πόνο καὶ τὸ θάνατο ταπεινὰ καὶ ἀθόρυβα, καὶ τὸν μεταποίησαν σὲ ἀνεκλάλητη χαρὰ καὶ αἰώνια ζωή.Μας πρόσφεραν αὐτὴ τὴν χαρὰ καὶ αὐτὴ τὴν ζωὴ ὡς Μάνα πρὸς τέκνα. Ταπεινὰ κλείνουμε γόνυ καρδίας στὴν Μητέρα Ἐκκλησία, τὸ πρωτόθρονο Πατριαρχεῖο τῆς Κωνσταντινούπολης, καὶ ζητοῦμε τὴν εὐλογία, τὴν συγχώρεση, τὴν ζωὴ τὴν οὐράνια.-