Skip to main content

Προς τους Κληρικούς της καθ' ημάς Ιεράς Μητροπόλεως

Αγαπητοί Πατέρες,

Σας ενημερώνω ότι πρόσφατα η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος κατά την Συνεδρίαση της 8ης Οκτωβρίου ε.έ. συνεζήτησε για μια ακόμη φορά το πρόβλημα που έχει ανακύψει από πολλών χρόνων με την Ιερά Μονή Μεταμορφώσεως της Ιεράς Μητροπόλεώς μας, η οποία Μονή δεν υπακούει στις Αποφάσεις Της, και απεφάσισε:

1. Να καταργήση την αναστολή του επιτιμίου της ακοινωνησίας που είχε χορηγηθή για λόγους επιεικείας σε τρεις Ιερομονάχους της Ιεράς Μονής, π. Ειρηναίο Κουτσογιάννη, π. Συμεών Τσιρώνη και π. Ρωμανό Κατραούρα, προκειμένου να επιλυθούν τα χρονίζοντα κανονικά, διοικητικά και διαχειριστικά προβλήματα στην Ιερά Μονή, οπότε όλη πλέον η Αδελφότητα της Ιεράς Μονής θα τελή υπό το πνευματικό επιτίμιο της ακοινωνησίας, συμφώνως με τις Συνοδικές Αποφάσεις του Αυγούστου 2011, που ισχύουν κατά πάντα.

2. Να παραγγείλη στον Μητροπολίτη Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου, να διορίση Τριμελή Διοικητική και Διαχειριστική Επιτροπή για να διοική και διαχειρίζεται την Ιερά Μονή, επειδή κανείς αδελφός της Ιεράς Μονής δεν μπορεί να συμμετάσχη στην διοίκηση και διαχείρισή της, λόγω του επιτιμίου της ακοινωνησίας.

3. Να διαγράψη από το Μοναχολόγιο της Ιεράς Μονής τον Ιερομόναχο Ιγνάτιο Σταυρόπουλο και τον Ιεροδιάκονο Χρυσόστομο Τρομπούκη, για λόγους πνευματικούς, με την δυνατότητα απερχόμενοι από την Ιερά Μονή Μεταμορφώσεως να εγγραφούν σε άλλη Ιερά Μονή της Ιεράς Μητροπόλεως.

Ήδη οι αποφάσεις αυτές της Ιεράς Συνόδου έχουν κοινοποιηθή στην Ιερά Μονή.

Η εξέλιξη αυτή είναι αποτέλεσμα πολυχρονίου ανυπακοής των αδελφών της Ιεράς Μονής σε πάνω από εξήντα (60) αποφάσεις της Ιεράς Συνόδου και αυτό δείχνει παντελή απουσία υπακοής στην ανωτάτη Εκκλησιαστική Αρχή, ήτοι την Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας μας.

Η έννοια της πνευματικής ποινής της ακοινωνησίας, η οποία στηρίζεται στους ιερούς Κανόνας της Εκκλησίας, έχει προσδιορισθή από την Ιερά Σύνοδο το έτος 2007, όταν επέβαλε την ποινή της ακοινωνησίας στους πρώτους τέσσερεις αδελφούς της Μονής. Σύμφωνα με αυτήν την απόφαση δεν μπορούν να τελούν την θεία Λειτουργία και οποιαδήποτε ιεροπραξία και τελετή και δεν μπορούν να μετέχουν στο Μυστήριο της θείας Ευχαριστίας.

Το Συμβούλιο της Επικρατείας, στο οποίο προσέφυγαν οι ίδιοι οι μοναχοί κατά του επιτιμίου της ακοινωνησίας, έχει αποφανθή ότι:

«Όπως έχει κριθεί, το επιτίμιο της ακοινωνησίας, που επιβάλλεται από την Εκκλησία στους λειτουργούς της, δεν προβλέπεται από πολιτειακό νόμο. Ανάγεται στην εσωτερική μυστηριακή σχέση κοινωνίας της Ορθόδοξης Εκκλησίας με τους λειτουργούς της, στή σχέση δε αυτή οι τελευταίοι αυτοπροαιρέτως προσχωρούν δια της ιερωσύνης. Το επιτίμιο αυτό επιβάλλεται από την Εκκλησία ως πνευματικό οργανισμό και προβλέπεται από ιερούς κανόνες πνευματικής φύσεως. [Κανών 5 Α' Οικουμενικής Συνόδου, Κανών 8 Δ' Οικουμενικής Συνόδου, Κανόνες 2 και 17 Συνόδου Αντιοχείας, Κανόνες 29 (37) και 79 (87) Συνόδου Καρθαγένης κ.ά.]. Η επιβολή δε του επιτιμίου της ακοινωνησίας, ως πράξη πνευματικού περιεχομένου μη προβλεπομένη από πολιτειακό νόμο και συνεπαγομένη την στέρηση της μεταλήψεως της θείας κοινωνίας, την αδυναμία μεταδόσεως της θείας κοινωνίας στους πιστούς, καθώς και την απαγόρευση τελέσεως της θείας λειτουργίας και των άλλων ιεροπραξιών, δεν είναι εκτελεστή διοικητική πράξη... και δεν υπόκειται στον ακυρωτικό έλεγχο του Συμβουλίου της Επικρατείας» (Σ.τ.Ε. 685/2011).

Μάλιστα το Σ.τ.Ε. στην παρεμφερή απόφασή του στην αίτηση της Μονής για ακύρωση της αποφάσεως του Συνοδικού Δικαστηρίου περί εκπτώσεως του πρώην Ηγουμένου εκ της θέσεώς του, αποφαίνεται ότι η κανονική εκκλησιολογική σχέση του πιστού-Κληρικού με την Εκκλησία του παύει να υφίσταται εφ' όσον ισχύει το επιτίμιο της ακοινωνησίας, και γι' αυτό δεν αναγνωρίζει στον ακοινώνητο κάν το έννομο συμφέρον:

«Η κτήση και η διατήρηση της θέσεως του ηγουμένου, για την άσκηση του διττού αυτού καθήκοντος, προϋποθέτει την εκκλησιολογική ικανότητά του να ασκεί τα πνευματικά του καθήκοντα, η οποία όμως παύει να υφίσταται σε περίπτωση κατά την οποία αυτός καθίσταται ακοινώνητος λόγω επιβολής του επιτιμίου της ακοινωνησίας σε βάρος του, που έχει ως συνέπεια την αδυναμία του να τελεί θεία λειτουργία και κάθε άλλη ιεροπραξία και να μετέχει του μυστηρίου της θείας ευχαριστίας (πρβλ. ΣτΕ 2979/1996 Ολομ.). Εν προκειμένω, το άμεσο και προσωπικό έννομο συμφέρον του πρώτου αιτούντος... δεν υφίσταται και κατά το χρόνο της συζητήσεως της υποθέσεως στο ακροατήριο του Δικαστηρίου, κατά τον οποίο ο ίδιος στερείται εκκλησιολογικής ικανότητας ασκήσεως πνευματικών καθηκόντων ηγουμένου Ιεράς Μονής λόγω διατηρήσεως, σύμφωνα με τα εκτεθέντα, του επιτιμίου της ακοινωνησίας...» (Σ.τ.Ε. 686/2011).

Κατόπιν όλων αυτών, θα πρέπει να γνωρίζετε ότι η Τριμελής Διοικητική Επιτροπή που θα διοική και θα δαχειρίζεται το Νομικό Πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου της Ιεράς Μονής ύστερα από σχετικό διορισμό, θα αποτελήται από τους Κληρικούς της Ιεράς Μητροπόλεώς μας Πρωτοπρ. π. Αθανάσιο Λαουρδέκη, Πρωτοπρ. π. Θεμιστοκλή Τσιτσιρίκη και Πρεσβ. π. Ανδρέα Χασαπογιάννη, και το οποιοδήποτε έγγραφο που προέρχεται από την παλαιά διοίκηση της ως άνω Ιεράς Μονής ή την Αδελφότητά της είναι κανονικώς και νομικώς άκυρο.

Επίσης, δεν θα έρχεσθε σε εκκλησιαστική κοινωνία με τους Ιερομονάχους και μοναχούς της Ιεράς αυτής Μονής είτε στην Ιερά Μονή είτε στην Ενορία σας, συγχρόνως δε θα ενημερώσετε και τους Ενορίτες σας ότι οποιαδήποτε εκκλησιαστική κοινωνία με τους ακοινωνήτους Κληρικούς και μοναχούς της Ιεράς Μονής θα έχη συνέπειες και γι' αυτούς, κατά το «ο κοινωνών ακοινωνήτω ακοινώνητος έσται».

Είναι λυπηρό που τα πράγματα με την Ιερά Μονή Μεταμορφώσεως του Σωτήρος έφθασαν στο σημείο αυτό, ύστερα από μακροχρόνια απείθεια των αδελφών της και προς την Ιερά Μητρόπολη, αλλά και προς την Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας της Ελλάδος, όπως προαναφέρθηκε και το γνωρίζετε καλώς. Αλλά η ευθύνη βαρύνει εξ ολοκλήρου τους εγκαταβιούντες και μέχρι πρότινος υπευθύνους στην Ιερά Μονή, διότι δόθηκαν πολλές ευκαιρίες για να επανέλθουν στην κανονική οδό και τις απέρριψαν.

Ο Απόστολος Παύλος παραγγέλλει στους Χριστιανούς: «Πείθεσθε τοίς ηγουμένοις υμών και υπείκετε αυτοί γάρ αγρυπνούσιν υπέρ των ψυχών υμών ως λόγον αποδώσοντες ίνα μετά χαράς τούτο ποιώσι και μη στενάζοντες αλυσιτελές γάρ τούτο» (Εβρ. ιγ', 17). Στην Εκκλησία όλα πρέπει να γίνωνται «ευσχημόνως και κατά τάξιν» (Α' Κορ. ιδ', 40), δεν ευνοοούνται αποσχιστικές καταστάσεις, αναρχικές ενέργειες, προτεσταντικές νοοτροπίες και αδιαφανείς διαχειριστικές πράξεις.

Ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος γράφει: «Τάξις ούν το πάν συνεστήσατο. Τάξις συνέχει και τα επουράνια και τα επίγεια τάξις εν νοητοίς, τάξις εν αισθητοίς... Τάξις των όντων εστι μήτηρ και ασφάλεια».

Μέ θερμές ευχές

Ο Μητροπολιτης

+ Ο Ναυπακτου και Αγιου Βλασιου ΙΕΡΟΘΕΟΣ

ΜΟΝΗ ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΕΩΣ - ΕΓΚΥΚΛΙΟΙ