Ἡ Ἱερὰ Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος γιὰ τὴν Ἱερὰ Μονὴ Μεταμορφώσεως Σκάλας Ναυπάκτου
Ὅπως ἀναφέραμε ἡ Ἱερὰ Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ἀπέστειλε αὐστηρὴ ἐπιστολὴ στὸν Ἡγούμενο τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Μεταμορφώσεως, μετὰ ἀπὸ ἔγγραφη πρόκληση τῆς ἴδιας τῆς Μονῆς.
Ἡ ἐπιστολὴ ἔχει ὡς ἑξῆς:
Ἡ Ἱερὰ Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος γιὰ τὴν Ἱερὰ Μονὴ Μεταμορφώσεως Σκάλας Ναυπάκτου
Πρὸς τὸν Πανοσιολογιώτατον Ἀρχιμανδρίτην κ. Σπυρίδωνα Λογοθέτην, Καθηγούμενον τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτῆρος Ναυπάκτου.
Διὰ τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Ναυπάκτου καὶ Ἁγίου Βλασίου
Ἡ Ἱερὰ Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ἐν τῇ Συνεδρίᾳ Αὐτῆς της 26ης παρελθόντος μηνὸς Αὐγούστου ἔ.έ., συνεζήτησεν ἐπισταμένως καὶ διεξοδικῶς την ὑπ' ἀριθμ. πρώτ. 87/23.7.2004 ἀναφορὰν τῆς Ἱερᾶς ὑμῶν Μονῆς πρὸς τὴν Ἱερὰν Σύνοδον ὡς καὶ τὴν ὑπ' ἀριθμ. πρώτ. 86/22.7.2004 διαμαρτυρίαν τοῦ Ἠγουμενοσυμβουλίου τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτῆρος Ναυπάκτου πρὸς τὸν Σεβασμιώτατον Μητροπολίτην Ναυπάκτου καὶ Ἁγίου Βλασίου κ. Ἰερόθεον, ἅτινα διεβιβάσθησαν ὑπό του ὡς εἴρηται Ἀρχιερέως πρὸς τὴν Ἱερὰν Σύνοδον διά του ὑπ' ἀριθμ. πρώτ. 428/27.7.2004 ἐγγράφου αὐτοῦ.
Γενομένης εὐρυτάτης συζητήσεως ἐπὶ τοῦ παρατεταμένου εἰσέτι, ὡς μὴ ὤφελε, προβλήματος τῶν σχέσεων ὑμῶν μετὰ τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Ναυπάκτου καὶ Ἁγίου Βλασίου, παρὰ τὴν Ἀπόφασιν τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος κατὰ τὴν Τακτικὴν Συνεδρίαν Αὐτῆς τοῦ Ὀκτωβρίου 2001 καὶ τὴν ἐκ ταύτης προελθοῦσαν Ἀπόφασιν τῆς Διαρκοῦς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς 13ης Δεκεμβρίου 2001, αἱ ὁποῖαι Ἀποφάσεις δὲν ἐφηρμόσθησαν εἰσέτι, εὐθύνη ὑμῶν, ἀπεφάσισεν ὅπως:
1. Ἐκφράση τὴν βαθυτάτην θλῖψιν καὶ τὴν ἔντονον ἀνησυχίαν Αὐτῆς διὰ τὴν ἀχαρακτήριστον καὶ ἀντιεκκλησιατικὴν δικομανίαν καὶ φιλοδικίαν ὑμῶν, τὴν ἐκφρασθεῖσαν διὰ τῶν ἐπανειλημμένων προσφυγῶν ἐνώπιον τῆς κοσμικῆς δικαιοσύνης καὶ τοῦ Εἰσαγγελέως, τόσον τῆς Ἱερᾶς ὑμῶν Μονῆς, ὅσον καὶ μεμονωμένων ἀδελφῶν αὐτῆς (αἵτινες προσφυγαὶ ἀνέρχονται περίπου, κατὰ τὸν Σεβασμιώτατον Μητροπολίτην Ναυπάκτου καὶ Ἁγίου Βλασίου κ. Ἰερόθεον, εἰς τὸν ἀριθμὸν τριάκοντα -30-) κατὰ τῆς Ἱερᾶς Συνόδου, τῆς ΕΚΥΟ., τῆς Οἰκονομικῆς Ἐπιθεωρήσεως, τῆς Ναοδομίας καὶ τῆς ὡς ἄνω Ἱερᾶς Μητροπόλεως.
2. Ἤδη κατ' ἐξακολούθησιν περιφρονεῖτε καὶ καταπατεῖτε ἐν τῇ πράξει τοὺς Ἱεροὺς Κανόνας τῆς Ἐκκλησίας καὶ τὰς Ἀποφάσεις τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, μάλιστα δὲ τὰ διαλαμβανόμενα ἐν τῇ ὑπ' ἀριθμ. 2300/9.10.1981 Ἐγκυκλίω Αὐτῆς, διὰ τῆς ὁποίας ἐντέλλονται οἱ Κληρικοὶ ὅπως μὴ προσφεύγωσιν εἰς τὴν κοσμικὴν Δικαιοσύνην ἐναντίον τῶν ἀποφάσεων τῆς Ἐκκλησίας, ἰδία ὅταν πρόκειται περὶ πνευματικῶν ζητημάτων, ὅπως συμβαίνει μὲ πολλὰς ἀπὸ τὰς προσφυγὰς τῆς Ἱερᾶς ὑμῶν Μονῆς.
3. Ἡ ὡς ἄνω Ἐγκύκλιος τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, μεταξὺ τῶν ἄλλων χαρακτηρίζει τὰς τοιαύτας ἀντικανονικὰς καὶ ἀπαραδέκτους ἐνεργείας τῶν Κληρικῶν ὡς ἑξῆς:
"Τὸ πνεῦμα τοῦ κόσμου αὐτοῦ, ἀλλοιώνοντας ἐνίοτε ἐπικίνδυνα τὴν λειτουργίαν τῆς ἱερατικῆς μας σκέψεως, ὁδηγεῖ ὡρισμένους Κληρικοὺς εἰς τὴν παραδοχὴν ἐνεργειῶν, ποὺ εἶναι μὲν δυνατὸν νὰ ἐπιδοκιμάζωνται ἀπὸ τὰς κυριαρχούσας σήμερον ἀντιλήψεις τῶν πολλῶν, ὅμως θέτουν εἰς κίνδυνον τὴν ἰδιαιτερότητα τοῦ Θείου Ὀργανισμοῦ τῆς Ἐκκλησίας, ποὺ ὅπως γνωρίζετε, διέπεται ἀπὸ ξεχωριστὸν Δίκαιον καὶ μᾶς ἐπιβάλλει ἰδιαιτέρως δεσμεύσεις, ποὺ πρόθυμα μὲ τὴν χειροτονίαν μας ἀναδεχθήκαμε. Ἀνάμεσα εἰς τὰς ἐνεργείας αὐτὰς ποὺ ἀποβαίνουν ἐπὶ ζημίᾳ της Ἐκκλησίας συγκαταλέγεται καὶ ἡ εὐκολία, μὲ τὴν ὁποίαν Κληρικοὶ οἱουδήποτε βαθμοῦ καὶ Μοναχοὶ προσφεύγουν εἰς τὰ Πολιτικά, Ποινικὰ καὶ Διοικητικὰ Δικαστήρια τῆς Χώρας πρὸς διεκδίκησιν τοῦ δικαίου των. Τελευταίως μάλιστα παρατηρεῖται μία ἀνησυχητικὴ ἔξαρσις τοῦ φαινομένου αὐτοῦ, ἰδιαίτερα εἰς ὅ,τι ἀφορᾶ εἰς τὰς προσφυγὰς ἐνώπιον τοῦ Συμβουλίου τῆς Ἐπικρατείας, πρᾶγμα διὰ τὸ ὁποῖον δὲν ἠμποροῦμε παρὰ νὰ προβληματισθοῦμε. Καὶ τοῦτο διότι ἡ πικρὰ πεῖρα, ποὺ ἔχομεν ἐν τῷ μεταξὺ συναγάγει, διδάσκει ὅτι, ἀνεξάρτητα ἀπὸ τὸ ἀποτέλεσμα, αἱ δικαστικαὶ αὐταὶ διενέξεις, εἰς τὰς ὁποίας πρωταγωνιστοῦν Κληρικοὶ στρεφόμενοι εἴτε κατὰ συναδέλφων των, εἴτε κατὰ τῆς προϊσταμένης τῶν Ἀρχῆς, ἀποβαίνουν τελικὰ εἰς βάρος τῆς Ἁγίας μας Ἐκκλησίας, ἐκθέτουν τοὺς Κληρικοὺς αὐτοὺς ὡς φιλοδίκους καὶ ἀσεβεῖς ἀπέναντι τῶν Ἱερῶν Κανόνων καὶ μαρτυροῦν σοβαρὰν Ἐκκλησιολογικὴν ἀπόκλισιν, ἐφ' ὅσον, μὲ τὰς ἐνεργείας αὐτάς, ἡ Ἐκκλησία ἐκλαμβάνεται ὡς ἕνας κοινὸς Δημοσίου Δικαίου Ὀργανισμὸς καὶ ὄχι ὡς "Σῶμα Χριστοῦ" καὶ πνευματικὴ κοινωνία πίστεως καὶ ἀγάπης".
Μετὰ δὲ ταῦτα ἡ ὡς ἄνω Ἐγκύκλιος τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος συνιστᾶ:
"Νὰ ἀποφεύγετε πάσῃ θυσίᾳ νὰ καταφεύγετε εἰς τὰ πολιτικὰ ἢ ποινικὰ Δικαστήρια διὰ νὰ ἐπιλύετε δικαστικὰς διαφορᾶς ποὺ ἔχετε τυχὸν μὲ λαϊκούς, ἐκτὸς πολὺ ἐξαιρετικῶν περιπτώσεων ἀναποφεύκτου ἀνάγκης πρὸς ὑπεράσπισιν τῆς ἱερατικῆς σας τιμῆς ἢ τῆς περιουσίας σας καὶ πάλιν ἀφοῦ ἐνημερώσετε τὴν προϊσταμένην σας Ἀρχὴ καὶ συμβουλευθῆτε αὐτὴν ἐπί του προκειμένου.
Νὰ ἀπέχετε διακριτικὰ ἀπὸ τῆς ὑποβολῆς στὸ Σ.τ.Ε. προσφυγῶν πρὸς ἀκύρωσιν Ἐκκλησιαστικῶν διοικητικῶν πράξεων ποὺ ἀπορρέουν ἀπὸ τὴν ἄσκησιν τῆς κανονικῆς Ἐπισκοπικῆς δικαιοδοσίας, ἐπιδεικνύοντες ἔτσι τὴν ἀγάπην σας πρὸς τὴν Μητέρα Ἐκκλησία μας καὶ τοὺς Ἁγίους θεσμούς της. Ἐὰν δὲ ἔχετε τυχὸν καταθέσει τέτοιες προσφυγὲς ποὺ ἤδη ἐκκρεμοῦν, νὰ τὶς ἀποσύρετε ἀμέσως.
Ὁπωσδήποτε παύσετε κάθε τέτοια προσφυγὴ εἰς τὸ Σ.τ.Ε. πρὸς ἀκύρωσιν πράξεων ποὺ ἔχουν μυστηριακὸν ἢ τελετουργικὸν χαρακτῆρα, διότι κάτι τέτοιο θὰ ἐπρόδιδεν ἀνευλάβειαν πρὸς τὴν δογματικὴν διδασκαλίαν τῆς Ἐκκλησίας μας, προσβολὴν τῆς Θείας Χάριτος καὶ βλασφημίαν ἐναντίον τοῦ Παναγίου καὶ Τελεταρχικοῦ Πνεύματος!".
Τούτων οὕτως ἐχόντων, καθίσταται σαφὲς ὅτι ἡ ἀποτελοῦσα ἀπόρροιαν καὶ ἀποτέλεσμα τῆς πλήρους ἐκκοσμικεύσεως τῆς Ἱερᾶς ὑμῶν Μονῆς καὶ τοῦ ἀσυγκρατήτου κοσμικοῦ πνεύματος, ἀθεράπευτος νοοτροπία ὑμῶν ὅπως προσφεύγητε συνεχῶς εἰς τὰ κοσμικὰ Δικαστήρια ἐναντίον τῆς Ἐκκλησίας, παρὰ τὰς ἐπανειλημμένας Ἀποφάσεις τῆς Ἱεραρχίας καὶ τῆς Διαρκοῦς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, εἶναι πάντη κατακριτέα καὶ συνιστᾶ ἐκκοσμίκευσιν τοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ πολιτεύματος, ἔλλειψιν Ἐκκλησιαστικοῦ φρονήματος, ἐκτροπὴν ἐκ τῆς κανονικῆς τάξεως, πτῶσιν ἐκ τοῦ Ὀρθοδόξου μοναχικοῦ βίου καὶ πολιτεύματος, καί, συνελόντι εἰπεῖν, νοοτροπίαν ἀπάδουσαν πρὸς Κληρικοὺς καὶ Μοναχοὺς ἐπαγγελλομένους τὴν εὐσέβειαν, ἀγωνιζομένους διὰ τὴν σωτηρίαν αὐτῶν καὶ διακονοῦντας τὴν σωτηρίαν ἑτέρων Χριστιανῶν.
4. Γνωρίση ὑμῖν ὅτι ἡ ἐπιβολὴ τῆς κανονικῆς τάξεως εἰς μίαν Ἐπαρχίαν ἐντὸς τῶν πλαισίων τῶν Ἱερῶν Κανόνων καὶ τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Νομοθεσίας, εἶναι ἀποκλειστικὴ ἁρμοδιότης, οὐ μὴν ἀλλὰ καὶ ὑποχρέωσις, τοῦ Μητροπολίτου τῆς Ἐπαρχίας ταύτης καὶ ἐπ' οὐδενὶ λόγῳ μία τοιαύτη ἐνέργεια συνιστᾶ κατάχρησιν ἐξουσίας, ὡς κακῶς ὑποστηρίζετε. Ἐὰν ὁ Μητροπολίτης μιᾶς Ἐπαρχίας, ὡς συμβαίνει εἰς τὴν περίπτωσιν ὑμῶν, διαπιστώνη ἀνταρσίαν Κληρικῶν ἢ Μοναχῶν κατὰ τῆς Κανονικῆς τάξεως καὶ τοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ πολιτεύματος, εἶναι ὑποχρεωμένος νὰ ἐπεμβαίνη πρὸς διαφύλαξιν τῆς ἑνότητος τῆς τοπικῆς Ἐκκλησίας, ἄλλως καθίσταται ὑπόλογος ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ. Ἡ παρουσία τοῦ Ἐπισκόπου εἰς μίαν Ἐπαρχίαν δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ ἐκληφθῇ ὡς μία ἁπλὴ διακοσμητικὴ παρουσία εἰς τὰς διαφόρους Ἐκκλησιαστικὰς Τελετάς, ἀλλὰ εἶναι τὸ μυστήριον τῆς αἰσθητὴς παρουσίας τοῦ Κυρίου. Ἡ θέσις τοῦ Ἐπισκόπου, ὡς ὁρίζεται καὶ καταγράφεται τόσον εἰς τοὺς κανόνας τῶν Οἰκουμενικῶν καὶ Τοπικῶν Συνόδων, ὅσον καὶ εἰς τὰ συγγράμματα τῆς Πατερικῆς διδασκαλίας, ἀποτελεῖ τρανοτάτην ἀπόδειξιν τῶν ἀπαραβάτων κανονικῶν δικαίων τοῦ οἰκείου ὑμῶν Ποιμενάρχου, ἵνα διαφυλάσσηται ἡ ἑνότης τῆς Ἐκκλησίας, ἐπιτυγχάνηται ἡ θεραπεία τῶν ἀσθενούντων μελῶν καὶ περιορίζηται ἡ ἀνίατος ἀσθένεια πρὸς μὴ ἐπέκτασιν εἰς ἕτερα μέλη τῆς Ἐκκλησίας.
5. Ἀνακοινώση ὑμῖν ὅτι ἤδη ἀνέθεσεν εἰς τὸν Σεβασμιώτατον Μητροπολίτην Καισαριανής, Βύρωνος καὶ Ὑμηττοῦ κ. Δανιήλ, ἵνα ἐξετάση τὴν δυνατότητα διαγραφῆς ὑμῶν ἐκ τοῦ Καταλόγου ἐκλογίμων πρὸς Ἀρχιερατείαν, κατὰ τὰς διατάξεις των παρ. 1 καὶ 2 τοῦ ἄρθρου 22 τοῦ Νόμου 590/1977 "Περὶ τοῦ Καταστατικοῦ Χάρτου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος", διότι εἶναι πάντη ἀνεπίτρεπτον ὁ Ἡγούμενος καὶ Πνευματικὸς πατὴρ Ἱερᾶς Μονῆς νὰ ὁδηγῇ ἅπασαν τὴν Μονὴν εἰς ἀνταρσίαν πρὸς τὸν Ἐπίσκοπον καὶ τὴν Ἐκκλησίαν καὶ νὰ τυγχάνη ὑποψήφιος πρὸς Ἀρχιερατείαν.
6. Ὑπογραμμίση ὅτι ἐν ἢ περιπτώσει παραταθῇ περαιτέρω τόσον ἡ ἀνεπίτρεπτος αὕτη διαγωγὴ ὑμῶν, δηλονότι αἱ συνεχεῖς προσφυγαὶ εἰς τὴν κοσμικὴν Δικαιοσύνην, διὰ τῶν ὁποίων προστίθενται πληγαὶ εἰς τὸ Σῶμα τῆς Ἐκκλησίας, ὅσον καὶ ἡ ἀπειθαρχία ὑμῶν εἰς τὰς Ἀποφάσεις τῆς Ἱεραρχίας καὶ τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας, ἡ Ἱερὰ Σύνοδος θὰ προβῆ εἰς ἐπιβολὴν ἑτέρων μέτρων, καθ' ὅτι δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ διατηρῆται πολυχρονίως ἡ ἀντικανονικὴ αὕτη κατάστασις καὶ ἀντιεκκλησιαστικὴ νοοτροπία, ἐπὶ βλάβη καὶ ζημία τόσον ὑμῶν προσωπικῶς καὶ τῆς καθ' ὑμᾶς ἀδελφότητος, ὅσον καὶ τοῦ εὐσεβοῦς πληρώματος τῆς Ἐκκλησίας ἡμῶν.
Ταῦτα γνωρίζουσα εἰς ὑμᾶς ἡ Ἱερὰ Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, ἔχει δι' ἐλπίδος ὅτι τελικῶς θὰ ἀνανήψητε καὶ θὰ ἐπιδιώξητε μακρὰν ἐγωϊσμὼν καὶ διεκδικήσεων, ἀλλὰ μὲ ταπείνωσιν, τὴν συνεννόησιν μετὰ τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου καὶ Ποιμενάρχου ὑμῶν πρὸς ὄφελος τῆς Ἁγίας ἡμῶν Ἐκκλησίας.
Ἐντολὴ τῆς Ἱερᾶς Συνόδου
Ὁ Ἀρχιγραμματεύς, Ἀρχιμ. Χρυσόστομος Σκλήφας
ΜΟΝΗ ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΕΩΣ, ΜΟΝΗ ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΕΩΣ - ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ
- Προβολές: 3008