Γράφτηκε στις .

Πρόσωπα ἢ προσωπεῖα;

Μητροπολίτου Ναυπάκτου & Ἁγίου Βλασίου Ἱεροθέου

(δημοσιεύθηκε στὴν Ἐλευθεροτυπία, 6-3-2005)

Ἡ Ἱεραρχία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ποὺ συγκλήθηκε πρόσφατα γιὰ τὴν ἀντιμετώπιση τῆς ἐκκλησιαστικῆς κρίσεως ἔλαβε, κατὰ πλειονοψηφία, μερικὲς ἀποφάσεις, οἱ ὁποῖες χαρακτηρίστηκαν ποικιλοτρόπως, ἤτοι γενναῖες, ἀντιρεαλιστικές, λαϊκιστικές, ἀνεπαρκεῖς, κλπ. Καθένας εἶδε τὶς ἀποφάσεις τῆς Ἱεραρχίας μέσα ἀπὸ τὴν δική του ὀπτικὴ γωνία καὶ σὲ συνάρτηση μὲ τὸ τί ἀνέμενε ἀπὸ αὐτήν.

Τὸ γεγονὸς εἶναι ὅτι τὰ μέτρα αὐτὰ κινοῦνται σὲ μιὰ καλὴ προοπτικὴ γιὰ τὴν θεραπεία μερικῶν νοσογόνων καταστάσεων ποὺ ὑπάρχουν μέσα στὴν διοίκηση καὶ τὴν ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας. Ἀναφέρονται στὴν διόρθωση τῶν κακῶς κειμένων μεταξὺ τοῦ Κλήρου, στὴν περαιτέρω ἀξιοποίηση Κληρικῶν καὶ λαϊκῶν στὴν διοίκηση τῆς Ἐκκλησίας, καθὼς ἐπίσης καὶ στὸν ἔλεγχο καὶ τὴν διαφάνεια στὰ οἰκονομικὰ Ἐπισκόπων, Μητροπόλεων, Ναῶν καὶ Μοναστηριῶν. Μπορεῖ ὅμως νὰ λειτουργήσουν ὡς προσωπεῖα καὶ νὰ ἀγνοηθοῦν τὰ πρόσωπα.

Θὰ ἤθελα, ὅμως, νὰ ὑπογραμμίσω τρία σημεῖα τὰ ὁποῖα θεωρῶ σημαντικά.

Τὸ πρῶτο εἶναι ὅτι συνήθως ὅταν λαμβάνωνται μέτρα, ὑποδηλώνεται τὸ πρόβλημα καὶ ἡ ἀσθένεια τοῦ χώρου ἐκείνου γιὰ τὸν ὁποῖο λαμβάνεται ἡ εἰδικὴ αὐτὴ μέριμνα. Εἶναι γνωστὸν ὅτι στὴν ἀρχαία Ἐκκλησία δὲν ὑπῆρχε ἀνάγκη θεσπίσεως πολλῶν ἱερῶν Κανόνων γύρω ἀπὸ τὸ ἦθος, ἀλλὰ καὶ τὴν διοίκηση τῆς Ἐκκλησίας, ἀκριβῶς ἐπειδὴ οἱ Χριστιανοὶ ζοῦσαν ἀληθινὰ μέσα στὴν Ἐκκλησία. Οἱ Κανόνες ἄρχισαν νὰ θεσπίζονται, ὅταν τὰ μέλη τῆς Ἐκκλησίας ἐκκοσμικεύθηκαν, ἰδίως ὅταν ἡ Ἐκκλησία ἔγινε ἐπίσημη θρησκεία τοῦ Κράτους, ὁπότε ἔπρεπε νὰ ληφθοῦν μερικὰ μέτρα γιὰ τὸν καθορισμὸ τῶν ὁρίων μεταξὺ τῆς ἀλήθειας καὶ τῆς πλάνης, μεταξὺ τῆς ὑγείας καὶ τῆς ἀσθενείας. Τὸ ἴδιο συμβαίνει καὶ σὲ μιὰ συντεταγμένη πολιτεία. Ἡ πολυνομία δείχνει ἀφ' ἑνὸς μὲν τὴν ὕπαρξη μεγάλου προβλήματος, ἀφ' ἑτέρου δὲ τὴν προσπάθεια νὰ παρεβαίνεται ὁ νόμος. Ἔτσι λοιπὸν καὶ τὰ πολλὰ μέτρα τὰ ὁποῖα ἔλαβε ἡ Ἱεραρχία τῆς Ἐκκλησίας δείχνει τὸ πρόβλημα ποὺ ὑπάρχει στὰ μέλη τῆς Ἐκκλησίας.

Τὸ δεύτερο σημεῖο εἶναι ὅτι ἐκεῖνοι ποὺ θεώρησαν ὅτι τὰ μέτρα ποὺ ἔλαβε ἡ Ἱεραρχία τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ἡμίμετρα, τὸ ἔκαναν διότι ἔχουν διαπιστώσει ὅτι ἡ ἀσθένεια εἶναι βαθύτερη καὶ δὲν θεραπεύεται μὲ ἐξωτερικὲς διαδικασίες. Καὶ γιὰ νὰ εἶμαι συγκεκριμένος θεωρῶ ὅτι τὸ βαθύτερο πρόβλημα ποὺ ὑπάρχει καὶ ποὺ εἶναι ἡ πηγὴ τῶν ἄλλων προβλημάτων, εἶναι τὰ πρόσωπα ποὺ ἐκλέγονται γιὰ νὰ γίνουν Ἐπίσκοποι τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλὰ καὶ ὁ τρόπος τῆς ἐκλογῆς τους.

Ἡ Παράδοση τῆς Ἐκκλησίας προϋποθέτει οἱ Ἐπίσκοποι νὰ ἔχουν ἐμπειρικὴ γνώση τοῦ Θεοῦ καὶ τῶν θείων, νὰ θεολογοῦν ἀπλανῶς στὴν Ἐκκλησία καὶ ἔτσι νὰ ὀρθοτομοὺν τὴν ἀλήθεια. Προκειμένου, ὅμως, νὰ γίνη κανεὶς ἐμπειρικὸς θεολόγος, χρειάζεται νὰ περάση μέσα ἀπὸ τὴν εἰδικὴ ἀσκητικὴ μέθοδο τῆς Ἐκκλησίας, ποὺ συνίσταται στὴν βίωση τῆς ὑπακοῆς, τῆς παρθενίας καὶ τῆς ἀκτημοσύνης. Διὰ τῆς ὑπακοῆς ἀποβάλλεται ὁ ἐγωϊσμός, διὰ τῆς παρθενίας μετατρέπεται ἡ ἰδιοτελὴς ἀγάπη σὲ ἀνιδιοτελῆ καὶ διὰ τῆς ἀκτημοσύνης ἀπαλλάσσεται κανεὶς ἀπὸ τὴν ἐξάρτηση σὲ ὑλικὰ ἀντικείμενα. Μὲ αὐτὲς τὶς προϋποθέσεις ὁ Ἐπίσκοπος μπορεῖ νὰ γίνη πρότυπο καὶ διδάσκαλος τῶν πιστῶν. Τέτοια πρόσωπα πρέπει νὰ ἐπιλέγονται γιὰ τὸν ὕψιστο βαθμὸ τῆς Ἀρχιερωσύνης.

Ἀλλὰ καὶ ὁ τρόπος τῆς ἐπιλογῆς πρέπει νὰ συντονίζεται στὴν παράδοση τῆς Ἐκκλησίας. Βεβαίως ὑπάρχουν πολλοὶ τρόποι μὲ τοὺς ὁποίους ἐκλέγονται οἱ Ἐπίσκοποι, ἀλλὰ τὸ σίγουρο εἶναι ὅτι μὲ ὅλους αὐτοὺς τοὺς τρόπους πρέπει νὰ εὑρίσκεται ὁ κατάλληλος ἄνθρωπος γιὰ τὸ ἀξίωμα τῆς Ἀρχιερωσύνης, ποὺ νὰ ἔχη τὰ στοιχεῖα ποὺ προαναφέραμε καὶ νὰ εἶναι ἐλεύθερος ἀπὸ ἐξαρτήσεις καὶ ὑποδουλώσεις στοὺς ἐκλέκτορες. Οἱ Ἱερὲς Μητροπόλεις δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ θεωρηθοῦν ὡς "φέουδα", τὰ ὁποῖα δίδονται ἀπὸ κάποιον "φεουδάρχη" σὲ αὐτοὺς ποὺ θὰ δώσουν ὑποσχέσεις πλήρους ὑποταγῆς, κατὰ τὸν τύπο τῆς περιγραφῆς τοῦ φεουδαλιστικοῦ συστήματος τῆς Δύσεως, τὴν ὁποία κάνει ὁ Mark Bloch.

Τὸ τρίτο σημεῖο εἶναι ὅτι ὅταν προσεχθῇ ὁ τρόπος ἐκλογῆς τῶν Ἐπισκόπων, τότε θεραπεύονται αὐτομάτως πάρα πολλὲς ἀσθένειες καὶ ἐνδεχομένως δὲν χρειάζονται νὰ λαμβάνωνται πολλαπλᾶ μέτρα, διότι κατὰ τὸν λόγο τοῦ Ἀποστόλου Παύλου "δικαίῳ νόμος οὐ κεῖται" (Α' Τίμ. α΄, 9). Καὶ γιὰ νὰ εἶμαι συγκεκριμένος.

Ἕνας Ἐπίσκοπος ποὺ εἶναι τὸ κριτῆρο τῆς ἀληθείας, θὰ ἐπιλέγη τοὺς καταλλήλους Χριστιανοὺς γιὰ νὰ τοὺς χειροτονήση Κληρικοὺς καὶ θὰ ἔχη τιμίους καὶ εὐσυνείδητους συνεργάτας στὸ ἔργο του. Στὴν περίπτωση αὐτὴ ὅσοι ἐπιλέγουν τὸν δρόμο τῆς ἀγαμίας θὰ γνωρίζουν τὸ νόημα αὐτοῦ τοῦ τρόπου ζωῆς καὶ δὲν θὰ ἀναμένουν νὰ ἀποκτήσουν ἐξουσία ὡς ἀντάλλαγμα στὴν στέρηση. Ἐπίσης ἕνας τέτοιος Ἐπίσκοπος θὰ γνωρίζη τὰ πλαίσια στὰ ὁποῖα θὰ κινῆται ἡ ποιμαντικὴ ποὺ θὰ ἐξασκῆ, δὲν θὰ ἐμπλέκη τὴν ποιμαντικὴ μὲ τὴν πολιτική, δὲν θὰ χωρίζη τοὺς ἀνθρώπους ἀνάλογα μὲ τὶς πολιτικές τους πεποιθήσεις, δὲν θὰ πολιτικολογῇ στὸ κήρυγμα, δὲν θὰ ἐκμεταλλεύεται τὰ θρησκευτικὰ αἰσθήματα τῶν ἀνθρώπων, δὲν θὰ "ἀσεβῆ" στὸ Σῶμα τῆς Ἐκκλησίας. Συγχρόνως θὰ σέβεται κάθε ἄνθρωπο ὡς εἰκόνα Θεοῦ, θὰ εἰσέρχεται στὴν διηρημένη κοινωνία γιὰ νὰ τὴν καλὴ σὲ ἑνότητα, θὰ θεωρῇ τὶς ὑλικὲς προσφορὲς τῶν πιστῶν ὡς ἱερὰ ἀναθήματα στὸν Θεὸ καὶ τὴν Ἐκκλησία καὶ δὲν θὰ τολμᾶ νὰ τὰ ἐκμεταλλεύεται, θὰ ζῇ ὡς ὁ πτωχότερος τῶν πτωχῶν. Μέσα στὰ πλαίσια αὐτὰ δὲν θὰ ἔχη νόημα τὸ "πόθεν ἔσχες", διότι θὰ ἰσχύη γι' αὐτὸν τὸ "μὴ ἔχειν" περιουσίες καὶ κτήματα. Τὸ "πόθεν" προϋποθέτει τὸ "ἔχειν", καὶ τὸ "ἔχειν" ὑλικὰ ἀγαθὰ γιὰ τὸν Ἐπίσκοπο συνιστᾶ ἀπώλεια τῆς αὐτοσυνειδησίας του, τὴν στιγμὴ ποὺ ὑπάρχει στὸ ποίμνιό του ἀνέχεια, ἀνεργία, φτώχεια, καὶ δυστυχία.

Σ' ἕναν τέτοιο Ἱεράρχη δὲν θὰ ἰσχύουν τὰ μέτρα τὰ ὁποῖα ἔλαβε ἡ Ἱεραρχία, γιατί θὰ ζῇ εὐαγγελικά, ἤτοι φιλόθεα καὶ φιλάνθρωπα καὶ ὄχι φίλαυτα.

Στὶς ἀποφάσεις τῆς Ἱεραρχίας γίνεται λόγος γιὰ τὰ ἄμφια τῶν Ἀρχιερέων. Τὸ πρόβλημα, ὅμως, δὲν εἶναι αὐτὰ καθ' ἑαυτὰ τὰ ἄμφια, ἀλλὰ τὸ πρόσωπο τὸ ὁποῖο ἐνδύεται αὐτά. Παρατηρῶ ὅτι τὰ λαμπρὰ ἄμφια, τὰ ὁποῖα φοροῦν οἱ ἁγιορεῖτες Πατέρες δὲν προκαλοῦν, ἀκριβῶς γιατί κάτω ἀπὸ αὐτὰ βρίσκεται ἕνας ἀπελεύθερος ἄνθρωπος, ἕνας ἐξαγιασμένος Κληρικός, ἕνας ἀσκητὴς Ἱερεὺς καὶ Ἐπίσκοπος καὶ οὐσιαστικὰ τότε τὰ λαμπρὰ ἄμφια ἐκμηδενίζονται κάτω ἀπὸ τὴν ἀξία τοῦ προσώπου. Ἀντίθετα, τὰ ἁπλὰ ἄμφια τὰ ὁποῖα φορᾶ κάποιος ὑπερφίαλος καὶ ἐγωϊστὴς Κληρικός, προκαλοῦν καὶ ἐξοργίζουν. Ὁπότε, τὸ πρόσωπο εἶναι ἐκεῖνο ποὺ ἀπωθεῖ ἢ ἑλκύει καὶ ὄχι τα ἐπιθέματά του. Γι' αὐτὸ πρέπει νὰ δοθῇ προτεραιότητα στὸ "εἶναι" καὶ ὄχι στὸ "ἔχειν" ἢ στὰ ἐπιθέματα τοῦ ὄντος.

Γενικῶς νομίζω ὅτι τὰ διάφορα μέτρα εἶναι ἡμίμετρα γιὰ τοὺς ἀρρώστους, οἱ ὁποῖοι θὰ βροῦν τρόπους νὰ τὰ ξεπεράσουν, ἀλλὰ εἶναι ἀνεπαρκῆ καὶ ἐντελῶς ἄχρηστα γι' αὐτοὺς ποὺ γνωρίζουν τὸ νόημα καὶ τὸν σκοπὸ τῆς Ἱερωσύνης καὶ ζοῦν ἀσκητικά, δηλαδὴ εὐαγγελικά. Ὁπότε σήμερα χρειαζόμαστε Κληρικοὺς καὶ Ἐπισκόπους μὲ χριστοειδῆ ἀγάπη, μὲ ἀσκητικὴ διάθεση, μὲ νηφάλια μέθη, μὲ ὑπέρβαση τῆς ἡδονῆς καὶ τῆς ὀδύνης, δηλαδὴ Ἐπισκόπους ὡσὰν τοὺς Πατέρας τῆς Ἐκκλησίας ποὺ θὰ θεολογοῦν καὶ δὲν θὰ ἠθικολογοῦν ἢ πολιτικολογοῦν, ποὺ θὰ ζοῦν ὡς ὑπηρέτες τοῦ λαοῦ καὶ ὄχι ὡς φεουδάρχες, ποὺ θὰ βιώνουν τὴν ἐξουσία ὡς κένωση καὶ προσφορὰ καὶ ὄχι ὡς ἐξουσιολαγνεία, ἤτοι ὡς κάλυψη τῆς ἐσωτερικῆς γυμνότητος καὶ ψυχοσωματικῶν ἀναστολῶν. Σήμερα ὁ κόσμος χρειάζεται πρόσωπα καὶ ὄχι προσωπεῖα Κληρικῶν.