Γράφτηκε στις .

Ναυπάκτου Ἱερόθεος: Τὰ ἔρημα τοῦ Λιβάνου

Μητροπολίτου Ναυπάκτου & Ἁγίου Βλασίου Ἱεροθέου

Ἔχουμε ἀκούσει ἐπανειλημμένως τὴν λαϊκὴ φράση «ὁ φόβος φυλάει τὰ ἔρημα», στὴν ὁποία ἐννοεῖται ὅτι τὰ ἔρημα, τὰ ἐγκαταλελειμμένα, τὰ προστατεύει ὁ φόβος. Ὅταν οἱ ἄνθρωποι φοβοῦνται ἀπὸ διαφόρους παράγοντες, τότε αὐτοπροστατεύονται. Βεβαίως, καλὸ θὰ ἦταν τὰ «ἔρημα» νὰ προστατεύωνται ἀπὸ τὸν σεβασμὸ ποὺ ἐπιβάλλει καὶ αὐτὸς ὁ ἀνθρωπισμός, ἀφοῦ ὁ κάθε ἄλλος ἔχει τὰ ἴδια δικαιώματα μὲ μᾶς, ἀκόμη καὶ ἀπὸ τὴν ἀγάπη ποὺ εἶναι μιὰ ἀλτρουϊστικὴ ἀρετή. Ἀλλὰ ὅταν αὐτὰ ἀπουσιάζουν, τότε εἶναι καλὸς καὶ ὁ φόβος.

Ἡ λαϊκὴ αὐτὴ ρήση ἔχει ἀρχαία προέλευση. Ὁ Τάκης Νατσούλης ἀναφέρει τὸν Αἰσχύλο στὶς «Εὐμενίδες» ποὺ βάζει στὸ στόμα τοῦ χοροῦ ὅτι στὴν πόλη πρέπει νὰ ὑπάρχει ὁ φόβος τῆς τιμωρίας τῶν πολιτῶν γιὰ τὰ ἀδικήματα ποὺ ἔκαναν, γιατί ἂν ἐκλείψη αὐτὸς ὁ φόβος, τότε κανένας δὲν θὰ σέβεται τὸ δίκαιο. Ἡ Ἀθηνᾶ ἔλεγε ὅτι ὁ σεβασμὸς καὶ ὁ ἀδελφός του, ποὺ εἶναι ὁ φόβος, συγκρατοῦν μέρα καὶ νύκτα τοὺς πολῖτες ἀπὸ τὴν ἀδικία, καὶ ἀκόμη ἔλεγε ὅτι δὲν πρέπει νὰ ἐκλείψη ὁ φόβος ἀπὸ τὴν πόλη, γιατί τότε κανεὶς δὲν θὰ φοβᾶται καὶ κανεὶς δὲν θὰ εἶναι δίκαιος. Μέσα σὲ αὐτὴν τὴν προοπτικὴ μιλοῦν καὶ πολλοὶ ἄλλοι σοφοί, ὅπως ὁ Σοφοκλῆς, ὁ Κριτίας κλπ.

Στὶς ἡμέρες μας μὲ τὸν ὅρο «ἔρημα» μποροῦμε νὰ ἐννοήσουμε τοὺς κατοίκους τοῦ Λιβάνου, τὰ παιδιὰ καὶ τοὺς μεγάλους, ποὺ ζοῦν τὴν ὀδύνη καὶ τὴν τραγωδία τοῦ πολέμου. Κανένας δὲν μένει ἀσυγκίνητος ἀπὸ αὐτὰ ποὺ βλέπουμε νὰ γίνωνται, ἀλλὰ οἱ ἰσχυροὶ οὔτε σεβασμὸ δείχνουν οὔτε φοβοῦνται, ὁπότε κατὰ μία προέκταση τοῦ νοήματος τῆς φράσεως αὐτῆς, ἡ ἀφοβία καὶ ἡ ἀναλγησία τῶν ἰσχυρῶν ἀφήνει ἀφύλακτα τὰ «ἔρημα» τοῦ Λιβάνου.

Ἔζησα κατὰ διαστήματα στὸν Βόρειο Λίβανο πλησίον της Βηρυττοῦ τὴν τριετία 1988-1991, ὅταν ἡ περιοχὴ ἦταν ἀναστατωμένη ἀπὸ τὸν ἐμφύλιο σπαραγμὸ μεταξὺ τῶν Μουσουλμάνων καὶ τῶν Χριστιανῶν – Μαρωνιτῶν. Πρέπει νὰ σημειωθῇ ὅτι οἱ Χριστιανοὶ Μαρωνῖτες ἀνήκουν στὴν ἀρχαία αἵρεση τῶν μονοθελητών, ποὺ πίστευαν ὅτι στὸν Χριστὸ ὑπάρχει μόνο μιὰ θέληση, ἡ θεία, ἡ ὁποία ἀπορρόφησε τὴν ἀνθρώπινη θέληση. Αὐτὴ ἡ αἵρεση καταδικάσθηκε ἀπὸ τὴν ΣΤ Ὁ?κουμενική Σύνοδο, ἀλλὰ οἱ ὀπαδοί της ὑπάρχουν μέχρι σήμερα. Τώρα οἱ Μαρωνῖτες ἔχουν ἐνταχθῇ στὴν «Παπικὴ Ἐκκλησία». Συγχρόνως στὸν Λίβανο ζοῦν καὶ Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί, περίπου 400.000 ποὺ βρίσκονται κάτω ἀπὸ τὴν διοίκηση καὶ τὴν ποιμαντικὴ φροντίδα τοῦ Ὀρθοδόξου Πατριαρχείου Ἀντιοχείας, ἑνὸς παλαιφάτου Πατριαρχείου, ποὺ ἀνήκει στὸ σύστημα τῆς λεγομένης Πενταρχίας.

Τὸ Ὀρθόδοξο Πατριαρχεῖο τῆς Ἀντιοχείας, ἐργαζόμενο μεταξὺ Μουσουλμάνων καὶ Μαρωνιτῶν, ἐξασκεῖ στὸν Λίβανο μιὰ μεγάλη ἐκκλησιαστικὴ ποιμαντική. Ἔχει δημιουργήσει ἕνα ὁλόκληρο Πανεπιστήμιο, μὲ πολλὲς Πανεπιστημιακὲς Σχολές, μαζὶ μὲ τὴν Θεολογική, καθὼς ἐπίσης λειτουργεῖ Ἰατρικὴ Σχολὴ καὶ ἕνα ἀπὸ τὰ καλύτερα Νοσοκομεῖα της Βηρυττοῦ ἀνήκει στὴν Ἐκκλησία. Στὴν Μπελεμέντειο Θεολογικὴ Σχολὴ μιὰ ἀπὸ τὶς δύο κύριες βασικὲς γλῶσσες στὶς ὁποῖες διδάσκονται τὰ μαθήματα εἶναι ἡ ἑλληνική, καὶ σὲ ὅλους τοὺς Ἱεροὺς Ναοὺς ὁ ἕνας χορὸς ψάλλει σὲ κάθε Λειτουργία στὴν ἑλληνικὴ γλῶσσα. Οἱ Ὀρθόδοξοι Χριστιανοὶ τοῦ Λιβάνου θεωροῦν τοὺς ἑαυτούς τους ὡς Ρωμηούς, (Orthodox Rum) ἀπογόνους τῆς Ρωμαϊκῆς-Βυζαντινῆς Αὐτοκρατορίας. Ὁ Λίβανος εἶναι μιὰ ὡραία χώρα, μὲ ἀνοικτοὺς καλόκαρδους ἀνθρώπους, ἰδιαιτέρως οἱ Ὀρθόδοξοι ἀποτελοῦν τὴν κουλτούρα τῆς περιοχῆς. Οἱ ἀραβόφωνοι ὀρθόδοξοι Ρωμηοὶ ἔχουν πνευματικὰ ἐνδιαφέροντα καὶ μάλιστα μετέφρασαν μερικὰ ἀπὸ τὰ βιβλία μου στὰ ἀραβικά. Ἀγαποῦν τοὺς Ἕλληνες (γιουνάν-ροὺμ) ἐπισκέπτονται συχνὰ τὴν Ἑλλάδα καὶ τὸ Ἅγιον Ὅρος.

Βρέθηκα τότε στὴν δίνη τοῦ ἐμφυλίου πολέμου ποὺ γινόταν κυρίως μεταξὺ Μουσουλμάνων καὶ Μαρωνιτῶν καὶ δυστυχῶς οἱ Ὀρθόδοξοι –Ρωμηοὶ ἀντιμετώπιζαν τὶς φοβερὲς συνέπειες αὐτῶν τῶν συγκρούσεων. Ἔφευγαν οἱ φοιτητές μας ἀπὸ τὴν Θεολογικὴ Σχολὴ τὴν Παρασκευὴ γιὰ τὴν Βηρυττὸ καὶ δὲν γνωρίζαμε ἐὰν θὰ ἐπέστρεφαν τὴν Δευτέρα γιὰ νὰ συνεχίσουν τὰ μαθήματα. Δὲν μπορούσαμε νὰ ταξιδεύσουμε στὴν Ἑλλάδα διὰ μέσου της Βηρυττοῦ, καὶ τὸ κάναμε διὰ μέσου τῆς Δαμασκοῦ, ὅταν ὁ Βόρειος Λίβανος ἦταν ὑπὸ τὴν κατοχὴ τῶν Σύρων. Πρόκειται πραγματικὰ γιὰ ἕναν βασανισμένο καὶ ἐν πολλοῖς προδομένο λαό.

Ἀπὸ τότε τὰ πράγματα βελτιώθηκαν καὶ χάρηκα ὅταν πρὶν τρία χρόνια ἐπισκέφθηκα τὴν Μπελεμέντειο Θεολογικὴ Σχολή, διὰ μέσου τῆς Βηρυττοῦ, γιὰ νὰ διδάξω τὸ μάθημα τῆς Βιοηθικῆς. Διεπίστωσα ὅτι ἐπικρατοῦσε εἰρήνη στὴν περιοχή, εἶδα τὴν ἀναδιοργάνωση τοῦ Λιβάνου, τὴν ὀμορφιὰ τῆς Βηρυττοῦ, ποὺ τὴν ὀνομάζουν τὸ μικρὸ Παρίσι τῆς Ἀνατολῆς, τὴν κτιριακὴ καὶ ξενοδοχειακὴ ἀνασυγκρότηση τῆς περιοχῆς, τὴν δημιουργικότητα καὶ τὴν οἰκονομικὴ εὐμάρεια τῶν κατοίκων. Καὶ τώρα ποὺ βλέπω τὶς καταστροφὲς ἀπὸ τοὺς βομβαρδισμούς, τὸν θάνατο καὶ τὸν τραυματισμὸ ἀθώων παιδιῶν καὶ τὶς μετακινήσεις τῶν κατοίκων, αἰσθάνομαι βαθυτάτη λύπη. Ἡ λύπη μου πολλαπλασιάζεται ἀπὸ τὸ γεγονὸς ὅτι αἰσθάνομαι –καὶ μακάρι νὰ διαψευσθῶ– ὅτι δημιουργεῖται μιὰ νέα γενιὰ τρομοκρατῶν, ἀφοῦ, κατὰ ἀδήριτο κοινωνικὸ νόμο, ἡ βία γεννᾶ βία.

Πέρα ἀπὸ τὴν λύπη μου, βλέπω ὅτι δὲν ἰσχύει ἡ ρήση «ὁ φόβος φυλάει τὰ ἔρημα». Ποιός φόβος; Ἀπὸ τὴν κατάρρευση τοῦ Σοβιετικοῦ καθεστῶτος χάθηκε «ἡ ἰσορροπία τοῦ τρόμου» στὴν ἀνθρωπότητα καὶ φυγαδεύθηκε ὁ σεβασμὸς καὶ ὁ φόβος. Τὴν δεκαετία τοῦ '90, ὅταν κατέρρευσε τὸ Σοβιετικὸ Καθεστώς, γεννήθηκαν μέσα μου ἀγωνίες καὶ φόβοι γιὰ τὸ μέλλον. Ἔτσι, ὁ φόβος τοῦ ἰσχυροῦ γιὰ τὰ ἀδύνατα ὄντα («ὁ φόβος φυλάει τὰ ἔρημα») ἀντικαταστάθηκε ἀπὸ τὴν φράση ὁ φόβος διακατέχει τὰ «ἔρημα» ἀπὸ τὴν δύναμη τῶν ἰσχυρῶν. Εἶναι ἀβέβαιο τὸ μέλλον ἀπὸ τὰ καθημερινὰ σχέδια ποὺ καταρτίζονται, μὲ σκοπὸ κάποιο ἀπὸ αὐτὰ νὰ ἐπικρατήση. Δὲν ἐπικρατεῖ ἡ πάλη τῶν τάξεων, ἀλλὰ ἡ πάλη τῶν σχεδίων. Σκέπτομαι μήπως αὐτὴ ἡ ὀργὴ τῶν ἀδυνάτων σὰν ἕνα ὁρμητικὸ ποτάμι ὁδηγήσει στὴν δημιουργία μιᾶς ἄλλης δυνάμεως γιὰ νὰ ἐξισορροπήση τὸν τρόμο!

Τὸ καπιταλιστικὸ σύστημα πρὶν λίγο καιρὸ ἔκανε λόγο γιὰ «τὴν νέα τάξη» πραγμάτων, μέσα στὰ πλαίσια τῆς παγκοσμιοποίησης. Καὶ στὴν συνέχεια τὸ ἴδιο τὸ σύστημα ἔκανε λόγο γιὰ τὴν «θεωρία τῆς σύγκρουσης τῶν πολιτισμῶν». Καὶ τὸ ἐκπληκτικὸ εἶναι ὅτι ἐνῷ εἶναι ἀντίθετες μεταξύ τους αὐτὲς οἱ θεωρίες, ἐν τούτοις ἐκπορεύονται ἀπὸ τὰ ἴδια κέντρα.

Ἔτσι σήμερα δὲν ἰσχύει ὅτι «ὁ φόβος φυλάει τὰ ἔρημα», ἀλλὰ ἰσχύει ὅτι ἡ ἀφοβία, ἡ ὕβρις καὶ ἡ ἀλαζονεία (καὶ ἡ ὑποκρισία) τῶν ἰσχυρῶν καταστρέφουν καὶ ἀφήνουν ἀπροστάτευτα τὰ «ἔρημα».

Ὡς Ὀρθόδοξοι Χριστιανοὶ δὲν λυπούμαστε μόνον γι’ αὐτὰ ποὺ συμβαίνουν σήμερα στὸν Λίβανο, ἀλλὰ τὰ καταδικάζουμε, ὅπως καὶ καταδικάζουμε κάθε βία ἀπὸ ὁπουδήποτε καὶ ἂν προέρχεται. Ἄλλωστε αὐτὸ κάνουν καὶ οἱ γνήσιοι Μουσουλμᾶνοι καὶ οἱ γνήσιοι Ἑβραῖοι, ὅπως οἱ Χασιδίμ. Ἡ Ὀρθόδοξη νηπτικὴ παράδοση, ὁ μουσουλμανικὸς σουφισμὸς καὶ ὁ ἑβραϊκὸς χασιδισμὸς εἶναι γνήσιες φωνὲς ποὺ ἀντιτάσσονται σὲ κάθε ἐξωτερικὴ βία καὶ τρομοκρατία καὶ αὐτὲς πρέπει νὰ ἀκουσθοῦν καὶ νὰ ἐξουδετερώνουν τοὺς φονταμενταλισμοὺς ποὺ παρατηροῦμε σὲ ὅλους αὐτοὺς τοὺς «χώρους».

Τὰ «ἔρημα» τοῦ Λιβάνου δὲν θέλουν μόνον τὴν λύπησή μας, ἀλλὰ κυρίως τὴν δικαιοσύνη. Ζητοῦν ἀπὸ τοὺς ἰσχυροὺς τῆς γῆς νὰ διακρίνωνται ἀπὸ τὴν δικαιοσύνη, διότι μὲ τὴν ἀλαζονεία τους δικαιώνουν τὸ προφητικό: «οὐαὶ οἱ μεθύοντες ἄνευ οἴνου» (Ἠσ. κή , 1).