Skip to main content

Παρασκευής Τριβήλου: «Η σοβαρότητα και η εχεμύθεια της πρεσβυτέρας»

της Πρεσβυτέρας Παρασκευής Τριβήλου

Δημοσιεύουμε εν συνεχεία αποσπάσματα της εισήγησης της Πρεσβυτέρας Παρασκευής Τριβήλου στην ετήσια Σύναξη Πρεσβυτερών της Ιεράς Μητροπόλεως Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου (βλ. προηγούμενο τεύχος).

*

Σεβασμιώτατε,

Θέλουμε πρώτα να σας ευχαριστήσουμε από τα βάθη της καρδιάς μας για την φροντίδα που δείχνετε για τον πνευματικό καταρτισμό μας και την τροφοδοσία της ψυχής μας και με άλλες εκδηλώσεις και ευκαιρίες, αλλά με την καθιερωμένη πλέον σύναξη των πρεσβυτερών στην αρχή της εκκλησιαστικής χρονιάς, έτσι ώστε οπλισμένες με δύναμη να προχωρήσουμε στον δύσκολο δρόμο της αποστολής μας. Και έπειτα να σας παρακαλέσουμε να εύχεσθε ο σπόρος που κάθε φορά σπέρνετε στις καρδιές μας, να πέφτη σε γη αγαθή και γόνιμη για να αποδίδη καρπούς.

Αγαπητές συμπρεσβυτέρες,

Με τις ευχές του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου μας το ειδικό θέμα που θα συζητηθή στη σύναξή μας, στα πλαίσια του ΙΑ Ιερατικού Συνεδρίου μέσα σε μια ευρύτερη θεματική ενότητα που είναι «Η Ποιμαντική της Εκκλησίας στο σύγχρονο κόσμο», όπως είδατε στην πρόσκληση είναι: «Η σοβαρότητα και η εχεμύθεια της πρεσβυτέρας». Πάνω σ’ αυτό το θέμα θα ειπωθούν μερικές σκέψεις για να δοθή το έναυσμα της συζήτησης και να εκτεθή η εμπειρία όλων, περισσότερο των παλαιοτέρων, γιατί είναι θέμα που απαιτεί πείρα και αγώνα πολύ, που δεν μπορεί να διαθέτουν οι νεώτερες.

Η πρόταση αποτελείται από τρεις λέξεις με τα άρθρα τους. Η σοβαρότητα και η εχεμύθεια, -οι δύο σε ονομαστική- ως χαρακτηριστικά γνωρίσματα της πρεσβυτέρας. Είναι σαν να μας λέη ότι κάθε άνθρωπος, κάθε γυναίκα χρειάζεται να έχη την σοβαρότητα και την εχεμύθεια, αλλά πολύ περισσότερο η πρεσβυτέρα.

Για να το καταλάβουμε αυτό, πριν προχωρήσουμε στην ανάλυση των δύο λέξεων «σοβαρότητα» και «εχεμύθεια», θα ασχοληθούμε λίγο με την ιδιαίτερη θέση που έχει η κάθε μια από μας μέσα στην οικογένειά της, μέσα στην Εκκλησία, αλλά και μέσα στη σύγχρονη κοινωνία.

Αυτή λοιπόν, είναι η θέση μας, η πρέπει να είναι, στους τρεις τομείς. Γι’ αυτό ανάμεσα σε άλλα χαρακτηριστικά, μας είναι απαραίτητα «η σοβαρότητα» και «η εχεμύθεια». Δεν γνωρίζω αν είναι αυθύπαρκτες αρετές η συνέπεια και αποτέλεσμα άλλων αρετών, που μπορεί να έχουμε είτε εκ φύσεως είτε μετά από αγώνα.

Κάθε άνθρωπος είναι μία ξεχωριστή προσωπικότητα με ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που κληρονομούνται η καλλιεργούνται από το περιβάλλον του. Αυτά, όταν αναγεννηθή και δεχθή την χάρη του Αγίου Πνεύματος, άρα και τους καρπούς του που είναι: αγάπη, χαρά, ειρήνη, μακροθυμία, χρηστότης, αγαθωσύνη, πίστις, πραότης, εγκράτεια, τον κάνουν ενάρετο και τον οδηγούν στην τελειότητα, που είναι και η εντολή όχι μόνο για τους κληρικούς και τις πρεσβυτέρες, αλλά και όλους τους Χριστιανούς…

Θα αναλύσουμε στη συνέχεια τις δύο λέξεις και μετά θα αναφερθούμε στα μέσα που θα μας βοηθήσουν να αποκτήσουμε τη σοβαρότητα και την εχεμύθεια στη ζωή μας.

Αρχικά θα ασχοληθούμε με τη λέξη «σοβαρότητα». Είναι ουσιαστικό και παράγεται από το επίθετο σοβαρός, από το οποίο παράγεται και το ρήμα σοβαρεύομαι, που σημαίνει φέρομαι μετά σοβαρότητος η περιφέρομαι με αγέρωχο ύφος, αλαζονεύομαι, και το σοβαρός παράγεται από το σοβέω, που σημαίνει εκπέμπω το συριστικό σύμπλεγμα σου-σου (ηχοποίητη λέξη), εκφοβίζω ιδίως πτηνά, διώχνω η κάνω κάτι να σταματήση δια της βίας «αποσοβώ».

Ο Ισοκράτης στην προς Δημόνικον επιστολή του διαχωρίζει την απλή και ευπρεπή σοβαρότητα από την σοβαροφάνεια και ιδία την κατήφεια, η οποία αποτελεί πρόκληση και περιφρόνηση προς το περιβάλλον. «Έθιζε σεαυτόν είναι μη σκυθρωπόν αλλά σύννουν, δι’ εκείνο μεν αυθάδης δια δε τούτο φρόνιμος είναι δόξεις». Να συνηθίζης δηλαδή, να μην είσαι σκυθρωπός, κατσουφιασμένος, σκοτεινός, άγριος, αλλά σκεπτικός, σοβαρός, διότι δια μεν το πρώτο κινδυνεύεις να θεωρηθής αυθάδης, ενώ δια της σοβαρότητος θα φανής φρόνιμος, λογικός, μετρημένος.

Υπάρχει επομένως, η απλή και ευπρεπής σοβαρότητα και η σοβαροφάνεια, η οποία αποσκοπεί στη δημιουργία εντυπώσεων, στην αύξηση του γοήτρου μας, γι’ αυτό ο σοβαροφανής φέρεται διαφορετικά κατά περίπτωση. Αν βρεθή σε περιβάλλον σοβαρό παριστάνει τον σοβαρό, αν βρεθή σε περιβάλλον ευτράπελο ξεπερνάει τους ευτράπελους. Ο Μέγας Ναπολέων την αλήθεια αυτή την απαθανάτισε με την φράση: «Όλοι οι διάσημοι άνδρες χάνουν από πλησίον». Και ο Κολοκοτρώνης είπε σχετικά κάποτε: «Καλύτερα να μας ακούνε παρά να μας βλέπουνε».

Η πρεσβυτέρα επομένως πρέπει να διαθέτη την πρώτη, την απλή και ευπρεπή σοβαρότητα, γιατί είναι αληθινή με τον εαυτό της, γιατί δεν χρειάζεται το γόητρο, την επιρροή. Πλησιάζει τον συνάνθρωπο με απλότητα χωρίς περιέργεια. Εργάζεται, δεν περιεργάζεται. Ο Απόστολος Παύλος στην Β πρός Θεσσαλονικείς επιστολή του λέει: «ακούομεν γαρ τινας περιπατούντας εν υμίν ατάκτως μηδέν εργαζομένους αλλά περιεργαζομένους». Περιεργάζομαι σημαίνει κουτσομπολεύω, ξομπλιάζω, κόβω και ράβω, διαδίδω ψευδείς πληροφορίες για τη ζωή των άλλων.

Αν η πρεσβυτέρα ξομπλιάζη, αν είναι ξομπλιάστρα, φυσικό και εύλογο είναι να προκαλή την απέχθεια των άλλων. Δεν μπορούμε να φερόμαστε με επιπολαιότητα. Τα επίπλαστα και επιφανειακά τα αντιλαμβάνονται οι άλλοι, όσο και να προσπαθούμε να κρυφτούμε. Ο σοφός Χίλων ο Λακεδαιμόνιος έλεγε: «Τον τα αλλότρια περιεργαζόμενον μίσει». Και ο Δημόκριτος: «Αισχρόν τα οθνεία πολυπραγμονέοντα, αγνοείν τα οικήϊα», δηλαδή, είναι ντροπή για κείνον, που ενώ ασχολείται με τα ξένα πράγματα αγνοεί τα κατ’ αυτόν, τα δικά του. Ο δε Πλούταρχος λέει: «Τους τα οικεία σεμνύνοντας ουκ ενοχλήσει τα των πλησίων», αυτοί που αποδίδουν την δέουσα αξία στα δικά τους πράγματα δεν θα ενοχληθούν από τα ξένα.

Γνωρίζει η πρεσβυτέρα ότι «έκαστος άνθρωπος δύο πήρας φέρει, την μεν έμπροσθεν την δε όπισθεν• γέμει δε κακών εκατέρα αλλ’ η έμπροσθεν αλλοτρίων γέμει η δε όπισθεν των αυτού του φέροντος. Και δια τούτο οι άνθρωποι τα μεν εαυτών κακά ουχ ορώσι τα δε αλλότρια πάνυ ακριβώς θεώνται». Πήρα είναι ο σάκκος. Δεν υπάρχει, μας λέει ο Αίσωπος, άνθρωπος χωρίς ελαττώματα και πάθη, μόνο που ο καθένας δεν βλέπει τα δικά του, γιατί είναι στο σάκκο που βρίσκεται στην πλάτη, βλέπουμε όμως των άλλων, γιατί είναι στο σάκκο που βρίσκεται μπροστά μας.

Πως θα εμπιστευθούν οι ενορίτες την πρεσβυτέρα, αν γνωρίζουν ότι ενδιαφέρεται για τα προβλήματά τους, τα ελαττώματά τους, τα οικογενειακά τους, μόνο από περιέργεια για να διασκεδάση η ίδια τα δικά της η να εξουθενώση την προσωπικότητά τους; Ούτε και τον ιερέα εμπιστεύονται σ’ αυτή την περίπτωση, γιατί φοβούνται ότι ο ιερέας θα τα συζητήση με την πρεσβυτέρα.

Αντίθετα, αν γνωρίζουν ότι αυτά θα γίνουν αντικείμενο προσευχής, ότι θα ακούσουν λόγο παραμυθητικό, παρηγοριάς λόγο, τότε όχι μόνο θα την πλησιάζουν, αλλά και θα αποζητάνε την παρουσία της, την συναναστροφή της, κι έτσι θα βρίσκη πάντα τρόπο να προσφέρη απλά, χωρίς πολλά λόγια, το λόγο του Θεού για καταρτισμό πνευματικό.

Η σοβαρότητα επομένως συνεπάγεται και συνοδεύεται από την φρονιμάδα, την μετριοφροσύνη, την σύνεση, την διακριτικότητα, την σωφροσύνη παντού όπου βρισκόμαστε να είμαστε «πόλις επάνω όρους κειμένη» και λυχνία που φωτίζει.

Εξίσου όμως σημαντικό και συνταιριασμένο με την σοβαρότητα είναι και το επόμενο χαρακτηριστικό γνώρισμα: η εχεμύθεια, που σημαίνει σιωπή, σιγή και παράγεται από το ρήμα εχεμυθέω, έχω και μύθος, που σημαίνει λόγος, δηλαδή κρατώ εν εμαυτώ τον λόγον. Εχέμυθος, λοιπόν, είναι αυτός που δεν μεταδίδει το μυστικό που σ’ αυτόν και μόνον εμπιστεύθηκε κάποιος. Στη Σοφία Σειράχ μας παραδίδεται: «Ακήκοας λόγον, συναποθανέτω σοι». Άκουσες λόγο, να πεθάνη μαζί σου. Κι ο σοφός Περίανδρος λέει: «Λόγων απορρήτων εκφοράν μη ποιού», να μη μεταφέρης λόγια απόρρητα. Κι ο Ισοκράτης στην προς Δημόνικον επιστολή του πάλι συμβουλεύει: «Μάλλον τήρει τας των λόγων η τας των χρημάτων παρακαταθήκας. Δει γαρ τους αγαθούς άνδρας τρόπον όρκου πιστότερον φαίνεσθαι παρεχομένους», δηλαδή να φυλάσσης με περισσότερη προσοχή το μυστικό μάλλον παρά τα χρήματα που σου έχουν εμπιστευθή, διότι πρέπει ο διακεκριμένος άνθρωπος να εμπνέη εμπιστοσύνη δια των πράξεών του και της εν γένει συμπεριφοράς του και διαγωγής, παρά δια του όρκου. Όμως ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος στον κατά Ιουδαίων λόγον του μας λέγει ακριβώς ποιά μυστικά πρέπει να κρατάμε. «Δια τούτο παραινώ τας φήμας αύξειν εκείνας αι τα ημέτερα αίρουσι πράγματα και μεγάλα ποιούσι φαίνεσθαι», να διαδίδουμε και να μεγαλοποιούμε τις φήμες που αφορούν σε μας, να έχουμε δηλαδή αυτομεμψία. «Αλλά μη εκείνας αι του κοινού των αδελφών καταχέουσι όνειδος» κι όχι εκείνες που διασύρουν και είναι ντροπή για τα αδέλφια μας. «Και αν μεν ακούσωμέν τι χρηστόν εις πάντας εκφέρωμεν», αν ακούσουμε κάτι καλό να το μεταφέρουμε σε όλους.

Εδώ θα θυμηθούμε λίγο την εντολή που έδινε ο Κύριός μας μετά από κάποια θαύματα που έκανε «Μηδενί μηδέν είπητε η μηδενί είπητε το γεγονός». Ήταν δυνατόν όμως να μείνη ποτέ κρυφό το θαύμα;

Κι ο ιερός Χρυσόστομος συνεχίζει: «Αν δε τι φαύλον και πονηρόν παρ’ εαυτοίς κατακρύψωμεν και όπως ανέλωμεν αυτό πάντα ποιήσωμεν». Αν, δηλαδή, ακούσουμε κάτι φαύλο και πονηρό να το κρύψουμε βαθειά μας και να κάνουμε τα πάντα για να το εξαλείψουμε. Στη συνέχεια μας υποδεικνύει και τον τρόπο με τον οποίο θα το πετύχουμε. «Και νυν τοίνυν περιέλθωμεν, πολυπραγμονήσωμεν, ίδωμεν τους πεσόντας καν εις οικίαν δέη εισελθείν μη κατοκνήσωμεν». Και τώρα ας περιέλθουμε, ας ασχοληθούμε διεξοδικά να δούμε τους πεσόντας-τους αμαρτήσαντες-ακόμα κι αν χρειαστή να μπούμε και στο σπίτι τους να μη διστάσουμε. «Ει δε άγνωστος είη και μηδαμόθεν σοι προσήκων ο πεπτωκώς, περιέργασαι και πολυπραγμόνησον τίνα έχει φίλον η επιτήδειον και τίνι μάλιστα πείθεται κακείνον λαβών είσελθε εις την οικίαν, μη αισχυνθής μηδέ ερυθριάσης». Κι αν σου είναι άγνωστος ο πεπτωκώς και δεν μπορείς να τον πλησιάσης να περιεργασθής και να ασχοληθής να μάθης ποιόν έχει φίλο και κάνει παρέα και σε ποιόν πείθεται, και αφού πάρης αυτόν να μπης στο σπίτι του και να μη ντραπής, ούτε να κοκκινίσης. «Ει μεν γαρ χρήματα εισήεις αιτήσων η χάριν τινά ληψόμενος παρ’ αυτού εικός ην αισχύνεσθαι, ει δε υπέρ της εκείνου σωτηρίας τρέχεις, η της εισόδου πρόφασις απάντων απαλλάττει σε των εγκλημάτων». Γιατί, αν μπης στο σπίτι του για να του ζητήσης χρήματα η κάποια χάρη φυσικό είναι να ντρέπεσαι, αν όμως τρέχης για τη σωτηρία του, τότε η πρόφαση της εισόδου στο σπίτι του σε απαλλάσσει από όλα τα αμαρτήματα.

Έχουμε εδώ, λοιπόν, τον χρυσό κανόνα συμπεριφοράς. Ο,τι ενδιαφέρει περισσότερο είναι η σωτηρία η δική μας και των άλλων. Αν αυτό έχουμε ως σκοπό και στόχο της ζωής μας, τότε η καρδιά μας θα μας πληροφορή ποιά μυστικά πρέπει να κρατάμε, για να μη διασύρουμε τον αδελφό μας.

Ο Αββάς Αντώνιος είπε: «Εκ του πλησίον εστίν η ζωή και ο θάνατος. Εάν γαρ κερδήσωμεν τον αδελφόν, τον Θεόν κερδαίνομεν, εάν δε σκανδαλίσωμεν τον αδελφόν εις Χριστόν αμαρτάνομεν».

Ο Αββάς Απολλώ είπε: «Είδες τον αδελφόν σου είδες Κύριον τον Θεόν σου»

Άριστο παράδειγμα εχεμύθειας είναι ο Άγιος Διονύσιος... Η σοβαρότητα και η εχεμύθεια είναι στάση ζωής.

Πως θα αποκτήσουμε και θα καλλιεργήσουμε την σοβαρότητα και την εχεμύθεια;

Αν δεν έχουμε ασκηθή και δεν έχουμε λάβει την κατάλληλη αγωγή από την μικρή μας ηλικία είναι δύσκολο, γιατί όπως λέγει ο Ν. Καβάσιλας «Οι αρετές είναι κατάπαυση του νου και της βουλήσεως και κοινωνία θείας ζωής». Χρειάζεται επομένως μεγαλύτερος και σκληρότερος αγώνας να εκπέμπουμε το συριστικό σου-σου η σουτ, για να εκφοβίζουμε και να αποδιώχνουμε τα άγρια πτηνά των λογισμών, να αποφεύγουμε το κουτσομπολιό και στη θέση των υπονοιών και κακών λογισμών να βάζουμε καλούς λογισμούς.

Ο Αββάς Δωρόθεος μας δίνει ένα πρακτικό, απλό αλλά χαρακτηριστικό τρόπο με ένα παράδειγμα: «Συμβαίνει να στέκεται κανείς κάπου τη νύχτα και περνάνε από μπροστά του τρεις άνθρωποι. Ο ένας βάζει στο νου του ότι στέκεται εκεί και περιμένει κάποιον για να πάη να πορνεύση. Ο άλλος τον θεωρεί κλέφτη και το τρίτος σκέπτεται ότι έχει φωνάξει έναν φίλο του από το διπλανό σπίτι και τον περιμένει να κατεβή για να πάνε να προσευχηθούν. Να λοιπόν και οι τρεις είδαν τον ίδιο άνθρωπο στον ίδιο τόπο, αλλά δεν έκαναν την ίδια σκέψη. Εάν εμείς αγωνιζόμαστε να ανήκουμε στην τρίτη κατηγορία σημαίνει ότι αγαπάμε τους συνανθρώπους μας γιατί «η αγάπη ου λογίζεται το κακόν, πάντα στέγει, πάντα ελπίζει, πάντα υπομένει».

Είπαμε παραπάνω ότι η πρεσβυτέρα εργάζεται δεν περιεργάζεται. Εργάζεται πνευματικά για τον εαυτό της, την οικογένειά της, την ενορία, την κοινωνία. Που θα βρη επομένως χρόνο να ασχοληθή με τα ελαττώματα, τα παραπτώματα, τις ελλείψεις των άλλων, να τα διακινήση και να τα κοινοποιήση;

Το ταπεινό φρόνημα και η αυτομεμψία θα μας βοηθήσουν να βλέπουμε τους άλλους ως συνετούς, χαριτωμένους, ενώ τους εαυτούς μας χειρότερους από όλους. Κι αν έχουμε κάτι καλό αυτό δεν είναι δικό μας, είναι χάρισμα του Θεού.

Η Χριστοκεντρικότητα επίσης θα μας βοηθήση πολύ… Τα μυστήρια και η άσκηση υποβοηθούν, νοηματίζουν και οδηγούν ευχαριστιακά στο Χριστό, «το τέλος των πάντων».

Κάθε προσπάθεια για απόκτηση αρετής που αποσυσχετίζεται από τον Χριστό δεν μπορεί παρά να αποβή στατικό, εξωτερικό, άκαρπο, εφήμερο και ανόητο πόνημα. «Ανόητον ει μη δια Χριστόν δικαιοσύνην εργάζεσθαι και δι’ Αυτού», λέει ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος.

«Όλα λοιπόν για τη δόξα του Χριστού

νάτο το μεγάλο σύνθημά μας

όλα για τη δόξα του Χριστού

απ’ τα πρώτα χρόνια ως τα στερνά μας».–

  • Προβολές: 2557