Γράφτηκε στις .

Γεγονός καὶ Σχόλιο: «Ο Φλωράκης στο Άγιον Όρος»

Με αυτόν τον τίτλο στο Περιοδικό «Ρεσάλτο» (Ιανουάριος 2007) δημοσιεύθηκε ένα κειμενο που παρουσιάζει μια επίσκεψη του Χαριλάου Φλωράκη, πρώην Γενικού Γραμματέα του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδος, στο Άγιον Όρος. Το άρθρο αυτό στηρίζεται σε προσωπικές μαρτυρίες αγιορειτών Πατέρων που συνάντησαν τον Φλωράκη και τον ξενάγησαν σε διάφορα σημαντικά μνημεία της Αθωνικής Πολιτείας.

Σύμφωνα με τον συντάκτη του άρθρου αυτού Γιώργο Σπηλιώτη, ο Χαρίλαος Φλωράκης με τον συμμαθητή και φίλο του, ηθοποιό Τίτο Βανδή και με έναν άλλον δημοσιογράφο, το έτος 1995, επισκέφθηκαν το Άγιον Όρος και ξεναγήθηκαν σε διάφορα σεβάσμια μέρη του, μεταξύ των οποίων στις Καρυές και την Σιμωνόπετρα.

Ο ίδιος παρεκάλεσε τους ανθρώπους της προσωπικής του φρουράς να αφήσουν τα όπλα τους στην Ουρανούπολη. Στις Καρυές φιλοξενήθηκε σε κελλί και ξεναγήθηκε στα μνημεία που υπάρχουν εκεί, χωρίς να κάνη τον σταυρό του, αλλά όμως σεβάστηκε την νηστεία, έφαγε τα νηστήσιμα φαγητά που του παρέθεσαν, τα βρήκε πολύ νόστιμα και μίλησε με σεβασμό για το άβατο του Αγίου Όρους και τους νόμους του.

Χωρίς να γνωρίζη κανείς άλλος, μαζί με τον οδηγό του, εξαφανίσθηκε σε άγνωστη κατεύθυνση και πιθανόν συναντήθηκε με έναν Ρουμάνο μοναχό. Επί πλέον επισκέφθηκε την Ιερά Μονή Σιμωνόπετρας όπου έγραψε με σεβασμό στο βιβλίο του προσκυνητή.

Όταν βγήκε από το Όρος, στην Ουρανούπολη έκανε τις ακόλουθες δηλώσεις: «Βρε παιδιά, περίμενα να βρω μέσα στο Όρος γέρους μοναχούς και απεναντίας είδα νέα παιδιά, σπουδαγμένα». Πράγματι, όπως γράφει ο αρθρογράφος «συνάντησε συναγωνιστές να είναι τώρα μοναχοί που μαζί του θυμήθηκαν τα παλιά!».

Σε διαφόρους που τον ρωτούσαν «και εσύ, Χαρίλαε, στο Όρος;», εκείνος απαντούσε: «Μακάρι να ‘χα πάει νωρίτερα, και ‘γω θα ‘μουν καλύτερα και ο τόπος!!!».

Η περίπτωση αυτή, όπως και πολλές άλλες παρόμοιες, δείχνει ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία είναι ανοικτή στον κάθε άνθρωπο, και τον αποδέχεται σε όλες τις φάσεις της ζωής του, και με όλες τις περιπέτειές του, χωρίς να του ζητά πιστοποιητικά κοινωνικών φρονημάτων, χωρίς να τον αποκλείη από την ζωή της. Μερικές δε φορές οι μεγαλύτεροι αρνητές και άθεοι γίνονται οι μεγαλύτεροι Απόστολοι της Εκκλησίας, ενώ αντίθετα όσοι παραμένουν στην Εκκλησία τυπικά είναι δυνατόν να μη αισθάνωνται την αναγεννητική δύναμη και πνοή της.

Ένα άλλο ενδιαφέρον σημείο είναι ότι στην Ορθόδοξη Εκκλησία, όπως διασώζεται στα γνήσια και Ορθόδοξα Μοναστήρια και ιδιαίτερα στο Άγιον Όρος, βιώνεται το κοινοβιακό «πνεύμα», με την ακτημοσύνη, την κοινοκτημοσύνη και την κοινοχρησία, και είναι μια διαρκής επανάσταση εναντίον κάθε κατεστημένου. Έτσι, εκεί βιώνεται η πραγματική αναρχία, ως αγάπη και υπέρβαση του θανάτου, αλλά και ο αληθινός κομμουνισμός, με το κοινοβιακό και κοινωτικό «πνεύμα». Στα κοινόβια Μοναστήρια διασώζεται ακόμη ο κοινοτικός χαρακτήρας της πρώτης Εκκλησίας στα Ιεροσόλυμα, που στηρίζεται όχι σε κοινωνιολογικές θεωρίες και αιματηρές επαναστάσεις, αλλά στην βίωση του Αγίου Πνεύματος και την αναγέννηση του προσώπου.

Τελικά, η Ορθόδοξη Εκκλησία με την θεολογία και την ζωή της, ανταποκρίνεται σε κάθε οδυνηρή αναζήτηση και αναπαύει και τον πιο δύσκολο αναζητητή. Συγχρόνως είναι ακατανόητη και άγνωστη σ’ αυτούς που ζουν μηχανικά και τυπικά μέσα σ’ αυτήν. Το φως που διαθέτει φωτίζει και καθοδηγεί, αλλά γίνεται και γνόφος για όσους δεν έχουν τους κατάλληλους πνευματικούς οφθαλμούς να το αντικρύσουν.

Ν.Ι.

ΓΕΓΟΝΟΣ ΚΑΙ ΣΧΟΛΙΟ