Γράφτηκε στις .

Πέτρου Πιτσιάκκα: «Κύπριοι κληρικοί στην επανάσταση του ’21»

του Πέτρου Πιτσιάκκα, Φιλολόγου 1ου Λυκείου Ναυπάκτου

Η ελληνική επανάσταση του 1821 είναι σταθμός στην ιστορία του νεώτερου ελληνισμού γιατί, προπάντων, πετυχαίνει την ίδρυση του ελληνικού κράτους και την παρουσία της Ελλάδας στον πολιτικό χάρτη του κόσμου. Απ’ αυτήν την προσπάθεια δεν είναι δυνατόν να απουσιάζη η Κύπρος.

«Κύπριοι κληρικοί στην επανάσταση του ’21» Από την πρώτη στιγμή της δραστηριοποίησης της Φιλικής Εταιρείας πολλοί διαπρεπείς Κύπριοι μυούνται στα επαναστατικά σχέδια. Την αποστολή μύησης των ιεραρχών και των προκρίτων της Κύπρου αναλαμβάνει ο Δημήτριος Ίπατρος. Το πέρασμά του από το νησί είναι καρποφόρο, αφού όπως αναφέρει «…ο Αρχιεπίσκοπος Κύπρου Κυπριανός υπεσχέθη να συνεισφέρη χρήματα η τροφάς, όσας δυνηθή ….».

Στο συνέδριο των Φιλικών, τον Οκτώβριο του 1820 στο Ισμαήλιο της Βεσαραβίας, υπό την προεδρία του Αλ. Υψηλάντη, αποφασίζεται η συνεισφορά της Κύπρου στην επανάσταση να περιοριστή σε υλική βοήθεια, λόγω της γεωγραφικής θέσης του νησιού, της έλλειψης οπλισμού και πολεμικής πείρας των κατοίκων. Σε εφαρμογή των προνοιών του Σχεδίου, μετά τη σύσκεψη των Φιλικών στο Ισμαήλι, θα σταλή στην Κύπρο ο Γορτύνιος Φιλικός Αντώνιος Πελοπίδας μεταφέροντας επιστολή του Αλέξανδρου Υψηλάντη προς τον Αρχιεπίσκοπο Κύπρου Κυπριανό με την οποία, μεταξύ των άλλων τον ευχαριστεί για όσα «…υπεσχέθη (μέσω του Ιπάτρου) δια το Σχολείον της Πελοποννήσου…», τον ειδοποιεί «…ότι η έναρξις του Σχολείου εγγίζει…» και τον καλεί να «…ταχύνη να εμβάση τόσον της υμετέρας Μακαριότητος τας συνεισφοράς, όσον και των λοιπών αυτού ομογενών, είτε χρηματικάς, είτε είναι ζωοτροφίας…»

Ο Αρχιεπίσκοπος Κυπριανός, σύμφωνα και με τις οδηγίες της Φιλικής Εταιρείας, κάνει συνετούς χειρισμούς για να μη γίνη το νησί βορά των λύκων της Καραμανίας.Εκδίδει εγκύκλιο (16 Μαΐου 1821) με την οποία συμβουλεύει και καλεί τους Έλληνες του νησιού να παραμείνουν ήρεμοι και αδρανείς. Ταυτόχρονα δίνει και διαβεβαιώσεις στον Τούρκο Κυβερνήτη της Κύπρου για τη νομιμοφροσύνη των Ελλήνων Κυπρίων.

Ωστόσο, οι συνωμοτικές και επαναστατικές διαδικασίες στο νησί έχουν τραγική κατάληξη. Οι βεβιασμένες και ενθουσιώδεις ενέργειες κάποιων Κυπρίων Φιλικών, όπως η κυκλοφορία επαναστατικών προκηρύξεων και η αποθήκευση πυρίτιδας στην εκκλησία της Φανερωμένης στη Λευκωσία, επιτρέπουν στον Κυβερνήτη του νησιού να αφοπλίση τους κατοίκους (μαχαίρια, αξίνες και άλλα αιχμηρά εργαλεία) και να ζητήση ενισχύσεις από το σουλτάνο, υποβάλλοντάς του ταυτόχρονα και έναν κατάλογο 486 προσώπων, που τα θεωρεί ύποπτα. Στο συνοδευτικό έγγραφο τονίζει ότι ο αφοπλισμός δεν ωφελεί «…εν όσω μένουν εν ζωή οι εν τω καταλόγω αναφερόμενοι…», λόγω των επαφών που έχουν με ευρωπαϊκές χώρες και με τα ναυτικά νησιά από τα οποία «…θα μπορούσαν να προμηθευτούν όπλα…».

Ο σουλτάνος, ικανοποιώντας το αίτημα για ενισχύσεις, στέλνει τέσσερεις χιλιάδες (4.000) στρατιώτες, ενώ, αρχικά, αρνείται την εξόντωση των προγραφέντων. Στη συνέχεια όμως, μετά τις μεγάλες επιτυχίες των Ελλήνων στην κυρίως Ελλάδα, διατάζει την σφαγή τους, η οποία αρχίζει στις 9 Ιουλίου 1821. Πρώτοι εκτελούνται ο Προκαθήμενος της Εκκλησίας της Κύπρου Αρχιεπίσκοπος Κυπριανός και οι Μητροπολίτες Πάφου Χρύσανθος, Κιτίου Μελέτιος και Κυρηνείας Λαυρέντιος.

Ανάμεσα στους Κύπριους κληρικούς εθνομάρτυρες της επανάστασης είναι ακόμη δυό διαπρεπείς ιεράρχες. Ο Δημητσάνης Φιλόθεος Χατζής και ο Νικομηδείας Αθανάσιος Καρύδης. Ο Φιλόθεος είναι για 25 χρόνια Επίσκοπος Δημητσάνης. Ενισχύει συστηματικά τα εκπαιδευτικά της περιοχής του, τις περίφημες σχολές της Δημητσάνης, της Στεμνίτσας και της Βυτίνας. Μυείται από νωρίς στη Φιλική Εταιρεία και στη συνέχεια ο ίδιος μυεί μαζικά ολόκληρο τον πληθυσμό της Δημητσάνας. Φυλακίζεται στην Τρίπολη, λίγο πριν την έναρξη της Επανάστασης. Πεθαίνει στις 10 Σεπτεμβρίου 1821, λίγο πριν ο Κολοκοτρώνης μπει στην πόλη. Για τον Δημητσάνης Φιλόθεο γράφει ο Φωτάκος: «Κατήγετο από την Κύπρο. Ο Επίσκοπος ούτος ήταν εκ των ησυχοτέρων αρχιερέων και πολύ εκκλησιαστικός, σεβόμενος από όλην την επαρχίαν της Καρυταίνης. Εφυλακίσθη δε και αυτός μετά των άλλων προυχόντων και αρχιερέων και τυραννούμενος απέθανεν εντός των φυλακών της Τριπολιτσάς».

Ο Νικομηδείας Αθανάσιος Καρύδης (1755), συνοδικός, βρίσκεται στο Πατριαρχείο και συλλαμβάνεται μαζί με τον Πατριάρχη Γρηγόριο Ε καί τους μητροπολίτες Εφέσου Διονύσιο και Αγχιάλου Ευγένιο. Γέροντα και άρρωστο τον σέρνουν στο Πάρμα της Καπουσού, για να τον κρεμάσουν. Ο ιστορικός της επανάστασης Ιωάννης Φιλήμονας γράφει για τον Νικομηδείας: «Ο πρεσβύτερος και λίαν αδύνατος και ισχνός τω σώματι άμα εξελθών της φυλακής, απεβίωσεν. Οι δε δήμιοι φορτώσαντες τον νεκρόν επί αχθοφόρου, απήγαγον εις τον τόπον της καταδίκης και απηγχόνισαν τούτον προς το εκπληρωθήναι την απόφασιν». Οι δήμιοι δε σέβονται το νεκρό και κρεμούν το άψυχο σώμα στην αγχόνη.

Στον κατάλογο των Κυπρίων κληρικών της επανάστασης είναι και ο Αρχιμανδρίτης Θεόφιλος Θησέας, συγγενής του Αρχιεπισκόπου Κυπριανού, με πολύπλευρη δράση, μέσα και έξω από την επαναστατημένη Ελλάδα. Ο Αρχιμανδρίτης Θεόφιλος Θησέας, με τον ενθουσιασμό που τον διακρίνει, μοιράζει στο νησί προκηρύξεις της Φιλικής Εταιρείας και δίνει το πρόσχημα στον Τούρκο Κυβερνήτη της Κύπρου για τις σφαγές, των Αρχιερέων και των προκρίτων. Διαφεύγει στην Ελλάδα και λαμβάνει μέρος σε πολλές μάχες. Όπως αναφέρει στα απομνημονεύματά του ο Φωτάκος, συλλαμβάνει το παράτολμο σχέδιο για τη δολοφονία του Ιμπραήμ, το οποίο απορρίπτεται από τον Κολοκοτρώνη ως εξωφρενικό. Η ανάδειξή του στο βαθμό του αντιστρατήγου υπογραμμίζει τη σπουδαιότητα των υπηρεσιών του.

Σε μια εποχή κατά την οποία οι σειρήνες της παγκοσμιοποίησης πολιορκούν την εθνική συνείδηση και ο κίνδυνος της εθνικής αλλοτρίωσης είναι υπαρκτός, πρέπει να προβάλλονται εκείνα τα πρότυπα, που διασώζουν την αξιοπρέπεια του Έλληνα και αντιμετωπίζουν το θάνατο ως μια προσφορά προς το έθνος. Τέτοια πρότυπα αποτελούν οι Κύπριοι κληρικοί που συμμετέχουν και θυσιάζονται στην επανάσταση του 1821 και οι οποίοι παρουσιάζουν ανάγλυφα την εικόνα του νεώτερου ορθόδοξου Έλληνα, όπως αυτή διαμορφώνεται μέσα στην ιστορική του πορεία. Μέσα από τη θυσία τους αποκαλύπτεται «η ελληνορθόδοξη ψυχή της Κύπρου και συμπυκνώνεται το υπεριστορικό πνεύμα του ελληνισμού στον αγώνα του για την πατρίδα και την ελευθερία».–