Skip to main content

Ἀπὸ τὸ Ἁγιολόγιο τοῦ Μηνός: Οσιος Νικήτας ο ηγούμενος της μονής Μηδικίου, 3 Απριλίου

Πρωτ. π. Γεωργίου Παπαβαρνάβα

ΟΣΙΟΣ ΝΙΚΗΤΑΣ Ο ΗΓΟΥΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΜΟΝΗΣ ΜΗΔΙΚΙΟΥΟ όσιος Νικήτας καταγόταν από την Καισάρεια της Βιθυνίας και έζησε μεταξύ 8ου και 9ου αιώνα μ.Χ. Έμεινε ορφανός από μητέρα, από την βρεφική του ηλικία, και τον μεγάλωσε η γιαγιά του, η οποία ήταν ευλαβέστατη και τον βοήθησε να ανδρωθή σωματικά και πνευματικά. Ο πατέρας του φρόντισε να αρχίση ο νεαρός Νικήτας από νωρίς την εκπαίδευσή του και πραγματικά προόδευσε στα γράμματα, αλλά και στην πνευματική ζωή. Έγινε μοναχός στην ιερά Μονή Μηδικίου, στην οποία αργότερα εξελέγη ηγούμενος.

Υπήρξε ομολογητής της Ορθοδόξου πίστεως. Αγωνίσθηκε με όλες του τις δυνάμεις εναντίον της αιρέσεως της εικονομαχίας με αποτέλεσμα να υποστή πολλές φυλακίσεις και εξορίες. Τα τελευταία χρόνια της ζωής του τα πέρασε σε κάποιο Μετόχι, βόρεια της Κωνσταντινουπόλεως. Το τέλος του ήταν οσιακό, όπως οσιακή υπήρξε και όλη η επί γης ζωή του. Άλλωστε ο τρόπος με τον οποίο φεύγει κανείς από τον κόσμον αυτό, φανερώνει τον τρόπο του βίου και της πολιτείας του.

Στην Ορθόδοξη εικονογραφία, ο όσιος Νικήτας εικονίζεται κρατώντας ένα από τα κείμενά του υπέρ των ιερών εικόνων καθώς και την εικόνα της Παναγίας, την οποία, όπως όλοι οι άγιοι, αγαπούσε πάρα πολύ και την είχε προστάτη και βοηθό στους αγώνες του υπέρ της Ορθοδόξου πίστεως, και γενικότερα στην ζωή του.

Ο βίος και η πολιτεία του οσίου Νικήτα μας δίνουν την αφορμή να τονίσουμε τα ακόλουθα:

Η Ορθόδοξη εικονογραφία η αγιογραφία αποτυπώνει τα πρόσωπα του Χριστού, της Θεοτόκου και των Αγίων, καθώς και τα γεγονότα που σχετίζονται με την ζωή τους, στα τέμπλα, τα προσκυνητάρια και τους τοίχους των ιερών Ναών, επειδή η παρουσία τους διδάσκει και δημιουργεί έμπνευση, αλλά και διάθεση για προσευχή, ανάλογα, βέβαια, με την πνευματική κατάσταση του καθενός.

Η όψη του Χριστού, της Παναγίας και των Αγίων, στις Ορθόδοξες εικόνες, είναι φωτεινή, επειδή ο Χριστός είναι το «φως το αληθινόν, το φωτίζον πάντα άνθρωπον ερχόμενον εις τον κόσμον», η δε Θεοτόκος και όλοι οι Άγιοι μετέχουν αυτού του φωτός. Ο Χριστός είναι Θεός και φως κατά φύσιν, ενώ η Θεοτόκος και οι άγιοι είναι «θεοί» και φώτα κατά χάριν και εκπέμπουν αυτό το φως. Το φως αυτό, το οποίο είναι άκτιστο, δεν δημιουργεί σκιές, επειδή εκπορεύεται από μέσα προς τα έξω. Οι εικόνες, οι οποίες είναι φτιαγμένες σύμφωνα με την ορθόδοξη τεχνοτροπία, την λεγόμενη βυζαντινή, αποκαλύπτουν και φανερώνουν όχι τόσο τα εξωτερικά χαρακτηριστικά, όσο την εσωτερική ζωή των αγίων, ούτως ώστε να εμπνέουν τους πιστούς και να τους παροτρύνουν στην προσευχή, την μυστηριακή ζωή και την άσκηση, ήτοι στην βίωση της κατά Χριστόν ζωής, που οδηγεί στην Θεοκοινωνία.

Οι ιερές εικόνες στους ορθόδοξους ιερούς Ναούς πρέπει να κατασκευάζονται σύμφωνα με τις βασικές προδιαγραφές της ορθοδόξου Παραδόσεως. Οπωσδήποτε, σημαντικό ρόλο στην ιστόρηση των ιερών εικόνων διαδραματίζει η όλη προσωπικότητα του αγιογράφου, οι ικανότητές του, η έμπνευση την οποία έχει, η πνευματική του κατάσταση κ.λ.π. και γι’ αυτό η επιλογή του αγιογράφου θα πρέπη να γίνεται με πνευματικά κυρίως κριτήρια, χωρίς, φυσικά, να παραθεωρούνται η ικανότητα και η εμπειρία του. Ο μακαριστός Φώτης Κόντογλου, τονίζει ότι ο αγιογράφος πρέπει να διαθέτη, εκτός από τέχνη και μεράκι, ευλάβεια και φόβο Θεού και να αρχίζη το υπεύθυνο και θεάρεστο αυτό έργο μετά από νηστεία και προσευχή και να το συνεχίζη, επίσης, με προσευχή και μεγάλη προσοχή.

Η τιμή των ιερών εικόνων, κατά τον Μ. Βασίλειο, ανάγεται στο πρωτότυπο. Δηλαδή, όταν ασπάζεται κανείς την εικόνα προσεύχεται μπροστά σε αυτήν, δεν σημαίνει ότι τιμά τα υλικά από τα οποία αυτή αποτελείται, ήτοι τα χρώματα και το χαρτί η το ξύλο η ότι ομιλεί σε αυτά, αλλά τιμά και συνομιλεί με το εικονιζόμενο πρόσωπο. Όπως ακριβώς συμβαίνει με εκείνον, ο οποίος ασπάζεται την φωτογραφία ενός αγαπημένου του προσώπου που λείπει μακριά και ο οποίος, αφαλώς, δεν αισθάνεται ότι ασπάζεται τα χρώματα και το χαρτί η ότι ομιλεί στο χαρτί, αλλά ασπάζεται και ομιλεί στο πρόσωπο που αγαπά, παρ’ όλο που εκείνη την στιγμή δεν τον ακούει, ενώ ο Χριστός, η Θεοτόκος και οι Άγιοι μας ακούνε πάντοτε.

Όταν τελείται κάποιο θαύμα, μετά από προσευχή μπροστά στην εικόνα της Παναγίας η κάποιου Αγίου, αυτό δεν σημαίνει ότι το θαύμα το τέλεσε η εικόνα, με την έννοια ότι η εικόνα έχει θαυματουργικές δυνάμεις από μόνη της, από τον εαυτό της, αλλά σημαίνει ότι το θαύμα το τέλεσε ο Άγιος Τριαδικός Θεός, δια πρεσβειών της Θεοτόκου η του εικονιζομένου Αγίου.

Όταν ιστορείται κάποιο περιστατικό από την ζωή του Χριστού, της Θεομήτορος και των Αγίων είναι φυσικό στην εικόνα να εμφανίζονται και άλλα πρόσωπα, τα οποία ήσαν παρόντα και είχαν σχέση με το συγκεκριμένο γεγονός, αλλά στην κεντρική σκηνή θα πρέπη, οπωσδήποτε, να είναι ο Χριστός, η Θεοτόκος η ο συγκεκριμένος Άγιος, ούτως ώστε η προσοχή να επικεντρώνεται σε αυτούς, που είναι τα τιμώμενα πρόσωπα.

Η αγιογραφία, όπως και η μουσική, στους ορθόδοξους ιερούς Ναούς θα πρέπη να αποδίδονται με τέτοιον τρόπο από τους αγιογράφους και τους ιεροψάλτας, ούτως ώστε να δημιουργούν κλίμα κατάνυξης και διάθεση για προσευχή. Οποιαδήποτε παρέκκλιση από την Ορθόδοξη Παράδοση δημιουργεί προβλήματα στο σώμα της Εκκλησίας.

Ο άνθρωπος είναι πλασμένος κατ’ εικόνα Θεού και είναι έμψυχη εικόνα του Χριστού. «Εικόνα του Θεού είναι ο Χριστός, ενώ ο άνθρωπος είναι εικόνα του Χριστού, δηλαδή εικόνα της εικόνας» (Μ. Βασίλειος). Γι’ αυτό και ο σεβασμός, η φροντίδα και η αγάπη μας θα πρέπη να επεκτείνονται και στις έμψυχες εικόνες και ιδιαίτερα σε αυτές.–

ΑΓΙΟΛΟΓΙΟ

  • Προβολές: 3126