Γράφτηκε στις .

Νεοκλῆ Σαρρῆ: Γιὰ τὴν ἀπελευθέρωση τῆς Ναυπάκτου (Γ)

του Νεοκλή Σαρρή

(απομαγνητοφωνημένη ομιλία)

(συνέχεια από το προηγούμενο)

Για να έρθουμε λοιπόν στην περίπτωση του Επάχτου και να κλείσω εδώ, η παράδοση του Επάχτου δεν έγινε αμαχητί, αλλά δεν έγινε και με μάχη, μια περιλάλητη μάχη. Ήταν σε μία περίπτωση πιέσεων που εδέχοντο οι Τούρκοι και ήθελαν να εξασφαλιστούν και η ζωή τους και τα χαρέμια τους, οι γυναίκες τους, τα κινητά τους, τα ζώα τους, δηλαδή να φύγουν αμαχητί από την πόλη. Η αποχώρηση των Οθωμανών αξιωματούχων και στρατιωτικών αλλά και δημοσίων, κρατικών υπαλλήλων, θυμίζει την αποχώρηση των Γερμανών κατά την Κατοχή.

Και τι βγαίνει συμπέρασμα από αυτήν όλη την εξιστόρηση: ότι ήταν ξένο σώμα, δηλαδή μία δύναμη κατοχής και η οποία δεν είχε ενσωματωθή με την ζώσα τοπική κοινωνία. Αυτό το συμπέρασμα βγαίνει. Ένα συμπέρασμα άνευ ενστάσεως, την οποίαν οποιοσδήποτε μπορεί να προβάλη.

Κοιτάξτε όμως πέραν αυτού του γεγονότος υπήρξαν ελάχιστες περιπτώσεις μουσουλμάνων, οι οποίοι έμειναν και οι οποίοι εκχριστιανίσθηκαν. Εάν ανατρέξη κανείς όμως στη γενεολογία των ίδιων ατόμων, είναι άτομα των οποίων οι οικογένειες κατά διαστήματα είχαν βιασθή να εξισλαμισθούν και είναι μία περίεργη περίπτωση κρυπτοχριστιανών στους δικούς μας εδώ τους τόπους. Διότι όταν μιλούσαμε για κρυπτοχριστιανούς στην Μ. Ασία, είχαμε λησμονήσει τους κρυπτοχριστιανούς, οι οποίοι υπήρχαν και στην Πελοπόννησο, αλλά και στην Ρούμελη. Τουλάχιστο ως προς τα οικεία, είναι ένα κεφάλαιο το οποίο ο ιστορικός δεν το έχει μελετήσει.

Αλλά και εδώ είναι επίσης πολύ ενδιαφέρουσα μία πληροφορία που θα ήθελα να σας καταστήσω γνωστή. Ότι, επειδή προσήρχοντο να βαπτισθούν, αντίδραση ήρθε από τους αγωνιστές του ’21. Με ποιά αιτιολογία. Εμείς αγωνιστήκαμε για να διοριστούμε κρατικοί υπάλληλοι. Εάν τυχόν βαπτισθούν αυτοί, αυτοί θα πάρουν τις θέσεις κι εμείς θα μείνουμε όπως πριν. Αποφάσισε λοιπόν η Εκκλησία τότε, γιατί δεν μπορούσε να αρνηθή, να τους βαπτίση μεν αλλά για δύο γενεές να μη μπορούν να διοριστούν δημόσιοι υπάλληλοι. Δηλαδή να διορίσουμε εμείς τα δικά μας παιδιά και τα δικά μας εγγόνια! Βλέπει λοιπόν κανείς σ’ αυτές τις ιστορίες ένα δράμα και μία κωμωδία, η οποία συνεχίζεται μέχρι το τέλος.

Ο καμβάς των γεγονότων που σας έχω αναπτύξει, ο προβληματισμός που σας έχω αναπτύξει, βοηθούν να δούμε οι δύο βάσεις της ιστορικής θεώρησης, τότε από έξω ερχόμενες και σήμερα από έξω ερχόμενες, πως συγκλίνουν και πως εξυπηρετούν συγκεκριμένες ιδιοτέλειες των μεγάλων δυνάμεων.

Κλείνοντας, θα ήθελα να σας πω ότι η Νεοελληνική ιστορία, είτε το θέλουμε είτε δεν το θέλουμε, προσλαμβάνει μία κατεύθυνση αναλόγως των σχέσεων που αναπτύσσονται μεταξύ της Ρωσίας και της Δύσεως. Όταν έγινε η Ελληνική Επανάσταση, αναμφίβολα οι επαναστάτες ήταν αντίθετοι προς την πολιτική των Μεγάλων Δυνάμεων. Διότι οι Μεγάλες δυνάμεις είχαν συνασπισθή στην Ιερά Συμμαχία, η οποία αντιμετώπισε τον Ναπολέοντα, είχε βεβαίως ατονίσει η Ιερά Συμμαχία, η πολιτική της όμως συνεχιζόταν. Και ποιά ήταν η πολιτική αυτή. Η καταστολή των εθνικών κινημάτων, των λαϊκών κινημάτων. Ωστόσο, εκείνο το οποίο έχει βαθειά σημασία, είναι η σχέση από αυτές τις Μεγάλες δυνάμεις της Ρωσίας με τις υπόλοιπες. Δηλαδή παρατηρείται μέχρι σήμερα, όταν η Ρωσία διατηρή καλές σχέσεις με τη Δύση, τότε η στρατηγική σημασία της Οθωμανικής αυτοκρατορίας κάποτε και της Τουρκίας σήμερα, μειώνεται, και η Ελλάδα, οι Έλληνες, μπορούν και κάνουν μερικά ανοίγματα, όχι πολύ μεγάλα. Όχι πολύ μεγάλα, γιατί πρέπει να είναι πάντοτε εξαρτώμενη χώρα, στην εξυπηρέτηση των εθνικών τους επιδιώξεων. Αντίθετα, όταν η Δύση είναι αντίθετη προς την Ρωσία, τότε η στρατηγική σημασία της Τουρκίας διογκούται και μεγαλώνει (της Οθωμανικής αυτοκρατορίας) και η Ελλάδα, η οποία είναι παιδί της Δύσης οδηγείται να παίξη το ρόλο του βοηθού, του επίκουρου της Τουρκίας κάτω από το ιδεολόγημα της ελληνοτουρκικής φιλίας. Μια τέτοια ελληνοτουρκική φιλία δεν είναι πηγαία, των λαών όπως λέμε, είναι ένα ιδεολόγημα προς στήριξη των συμφερόντων των δυτικών χωρών.

Και αυτό συνεχίζεται μέχρι τις μέρες μας. Αυτή την εικόνα την βλέπουμε σταθερά μέχρι τις μέρες μας. Τότε είχαμε την ευτυχία οι τρεις αυτές δυνάμεις να αλληλοϋποβλέπονται μεν, αλλά να λειτουργούν ομοειδώς εναντίον της οθωμανικής αυτοκρατορίας. Βέβαια, μέσα στην δημιουργία του αρχικού πυρήνα του ελληνικού κράτους, μπορεί κανείς να διαπιστώση όλες τις εγγενείς δυσχέρειες, οι οποίες συνόδευσαν από την ίδρυση του Ελληνικού κράτους μέχρι σήμερα το Έθνος μας.

Η ιστορία, βέβαια, ελέχθη πολύ προσφυώς, ότι διδάσκει ο,τι δεν διδάσκει! Η Ιστορία όμως κάτι διδάσκει. Ότι τηρουμένων (όχι ότι η ιστορία έχει προκαταλήψεις), αλλά τηρουμένων των συνθηκών και των παραγόντων ιδίων η αναλόγων έχουμε τις ανάλογες εξελίξεις, δηλαδή έχουμε μια πιθανότητα οι εξελίξεις να παρουσιάζουν μια ομοιομορφία.

Την πρώτη φορά που γνώρισα τη Ναύπακτο, μπορώ να σας πω ότι μαγεύτηκα. Και δεν το λέω για να κολακέψω το ακροατήριό μου, αλλά είναι γεγονός. Επειδή από μικρό παιδί, θυμάμαι σήμερα, όταν ήμουν στην Δ Δημοτικού (τουρκικά εγώ δεν ήξερα, τα έμαθα στο σχολείο, σε ελληνικό σχολείο πήγαινα αλλά έμαθα τουρκικά εκεί, γιατί ήταν μειονοτικό) μου έδινε κάθε μήνα μία λίρα η μάνα μου η σχωρεμένη και πήγαινα στο περίπτερο και αγόραζα μια επιθεώρηση ιστορίας, την οποία δεν καταλάβαινα βέβαια, τουρκικής ιστορίας, αλλά μια επιθεώρηση. Και μάλιστα σήμερα, όταν γράφω κάποια άρθρα, χρησιμοποιώ από την βιβλιοθήκη μου άρθρα από το περιοδικό αυτό, από την επιθεώρηση, που ήταν από το 1950. Και δε θα ξεχάσω (βέβαια ήμουν φοιτητής όταν ήρθα εδώ) ότι μελετώντας την ιστοριογραφία την τουρκική, ήταν πολύ πρόσφατες οι μελέτες του καθηγητή Semarieitze για τη Ναύπακτο και για τα μνημεία της Τουρκοκρατίας που είχε εδώ και είχα διαβάσει τότε. Δηλαδή ήταν πολύ πρόσφατα.

Και ήταν μια μεγάλη συγκίνηση, γιατί πραγματικά ο Έπαχτος είναι ένα κέντρο, ένα κεντρομόλο σημείο σε όλη την περίοδο της λεγόμενης Τουρκoκρατίας. Και είναι κεντρομόλο σημείο, διότι μην ξεχνάτε ότι η σημαντικότερη χρονιά στην ιστορία της οθωμανικής αυτοκρατορίας είναι το 1571. Το 1571 κρίθηκε η τύχη όλης της Ευρώπης και κρίθηκε εδώ. Πραγματικά κρίθηκε εδώ, δεν είναι σχήμα λόγου. Φαίνεται από το 1571 χρειάστηκαν 350 χρόνια για να μπορέση να λυτρωθή εν μέρει το άγος που είχε σωρεύσει το οθωμανικό καθεστώς.

Δεν μπορούμε σήμερα, και έτσι θα κλείσω, να κατανοήσουμε ποιό είναι, τι υπήρξε το οθωμανικό καθεστώς. Σε μια απ’ αυτές τις τηλεοπτικές συζητήσεις, οι οποίες έλαβαν χώρα πριν από 2-3 βδομάδες, ήμουν υπερασπιστής της άποψης ότι το βιβλίο της Ιστορίας της ΣΤ Δημοτικο? έχει σφάλματα και θα πρέπη να ανασκευασθή. Μία από τους διαπρύσιους κήρυκες της ορθότητας του κειμένου αυτού, συνάδελφος, έδωσε την εξής απάντηση, όταν είπα το ακόλουθο απόσπασμα: «Το οθωμανικό καθεστώς έχει απασχολήσει πάρα πολλούς κορυφαίους στοχαστές και ερευνητές που ασχολούνται με την πολιτική επιστήμη και με την κοινωνία. Δηλαδή έχει απασχολήσει τον πατέρα της πολιτικής επιστήμης που είναι ο Μακιαβέλι. Στον «Ηγεμόνα» αναφέρεται το οθωμανικό καθεστώς. Έχει απασχολήσει τον Μαρξ, έχει απασχολήσει έναν από τους πατέρες της κοινωνιολογίας που είναι ο Μαξ Βέμπερ, που μιλάει για ειδικό τρόπο, ειδικό μόρφωμα πολιτειακό και κοινωνικό. Ο Β. Άντερσον αναφέρεται σε δεσποτικό καθεστώς, δηλαδή σε ένα καθεστώς υπέρτερης αυταρχικότητας από το μοναρχικό καθεστώς και την απολυταρχία τη Δυτική». Ποιά είναι η λεπτομέρεια; Πετιέται η συνάδελφος και λέει: «Ακριβώς όπως ήταν επί του Λουδοβίκου ΙΔ ». Βεβαίως, αυτή η κυρία η οποία είναι πρωτοβάθμιος καθηγήτρια θα μπορούσε να είχε απορριφθή αμέσως ως φοιτήτρια. Διότι αυτή είναι η διαφορά. Διότι το καθεστώς του Λουδοβίκου ΙΔ μπορε? να μετεξελιχθή και μέσω της Γαλλικής επανάστασης σε μια αστική δημοκρατία, ενώ το καθεστώς το δεσποτικό δε μπορεί να μετεξελιχθή απόδειξη είναι οι οδύνες τις οποίες υφίσταται σήμερα η Τουρκία και κατ’ επέκτασιν και οι γείτονές της μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα! Και νομίζω ότι έχω γίνει αντιληπτός. Το να θέλης να εξαγνίσης ένα τέτοιο καθεστώς είναι σαν να θέλης, τηρουμένων των αναλογιών, να εξαγνίσης το ναζιστικό καθεστώς. Υπάρχουν παραλληλίες απόλυτες.

Θα ήθελα να σας ευχαριστήσω για την προσοχή που καταβάλατε. Μερικές φορές, μερικές απλές αλήθειες είναι πολύ δύσκολο όχι μόνο να τις πούμε αλλά να τις κατανοήσουμε....

Σήμερα προσπάθησα μέσα στο εόρτιο αυτό κλίμα, να μεταφέρω 2-3 σκέψεις αν θέλετε μεταμφιεσμένες ίσως, κρυμμένες ίσως, αλλά αυτές οι σκέψεις είναι εκείνες οι οποίες πρέπει να μας απασχολήσουν από τώρα και στο εξής. Γιατί, αν αυτές τις σκέψεις δεν τις έχουμε, είναι σαν να χάσουμε την ίδια την ψυχή μας. Οι εόρτιες εκδηλώσεις δεν είναι αιτία μιας στιγμιαίας έξαρσης τυπικής, αλλά είναι μια πρόκληση για μια συνεχή εγρήγορση της συνείδησής μας. Γιατί αν εννοούμε την λέξη ελευθερία, αν εννοούμε την λέξη Έθνος, αν εννοούμε την λέξη Έλληνας, είμαστε υποχρεωμένοι να σκύψουμε με σεβασμό και αγάπη στο παρελθόν και να το κάνουμε παρόν μέσα στην συνείδησή μας.

Σας ευχαριστώ πολύ.–