Skip to main content

Ομιλία κατά την λιτανεία του αγίου Χριστοφόρου ενώπιον του Προέδρου της Δημοκρατίας κ. Καρόλου Παπούλια

Σεβ. Μητροπολίτου Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου Ιεροθέου

Ομιλία κατά την λιτανεία του αγίου Χριστοφόρου ενώπιον του Προέδρου της Δημοκρατίας κ. Καρόλου ΠαπούλιαΤην Παρασκευή 9 Μαΐου εόρτασε με λαμπρότητα η πόλη του Αγρινίου τον πολιούχο της άγιο Χριστοφόρο. Λειτούργησαν οι Σεβ. Μητροπολίτες Δρυϊνουπόλεως, Πωγωνιανής και Κονίτσης κ. Ανδρέας, ο οποίος εκήρυξε τον θείο λόγο κατά την διάρκεια της θείας Λειτουργίας, ο Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου κ. Ιερόθεος, ο οποίος μίλησε κατά την διάρκεια της λιτανείας στην πλατεία του Αγρινίου ενώπιον και του Προέδρου της Δημοκρατίας κ. Καρόλου Παπούλια, ο Σισανίου και Σιατίστης κ. Παύλος, ο οποίος κήρυξε τον θείο λόγο την παραμονή της εορτής στον Εσπερινό, και ο οικείος Ποιμενάρχης κ. Κοσμάς. Όπως προαναφέραμε, εφέτος τις εορταστικές εκδηλώσεις του Αγρινίου τίμησε με την παρουσία του ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας κ. Κάρολος Παπούλιας, στον οποίον απενεμήθηκε από τον Δήμο Αγρινίου ο τίτλος του Επιτίμου Δημότη της πόλεως. Στην συνέχεια δημοσιεύεται η ομιλία του Σεβασμιωτάτου.

Εξοχώτατε κ. Πρόεδρε της Ελληνικής Δημοκρατίας,

Σεβασμιώτατοι Αρχιερείς,

Εντιμώτατοι Άρχοντες,

Περιούσιε Λαέ του Κυρίου

Η μνήμη του αγίου μεγαλομάρτυρος Χριστοφόρου τελείται με μεγαλοπρέπεια στην πόλη του Αγρινίου, της οποίας είναι προστάτης. Εφέτος η παρουσία του Εξοχωτάτου Προέδρου της Ελληνικής Δημοκρατίας κ. Καρόλου Παπούλια προσδίδει ιδιαίτερη λαμπρότητα στην σημερινή εορτή.

Ο άγιος Χριστοφόρος εικονίζεται με διαφόρους τύπους. Αυτό οφείλεται στο παράδοξο του βίου του, όπως διασώζεται στα Συναξάρια. Ένας διαδεδομένος τύπος, από τον 12ο αιώνα και μετά, είναι εκείνος που τον εικονίζει να διέρχεται έναν ποταμό κρατώντας μιαν βλαστήσασα ράβδον και να φέρη επί των ώμων του τον Χριστό ως μικρό παιδί.

Κατά μίαν ερμηνεία ο τύπος αυτός εικονογραφεί το όνομά του, αφού λεγόταν Χριστοφόρος, επειδή έφερε μέσα του τον Χριστό. Κατά τα δυτικά Συναξάρια, όμως, αυτό συνδέεται με μια θαυμαστή ιστορία, σύμφωνα με την οποία ο άγιος υπακούοντας σε έναν μοναχό παρέμεινε σε έναν ποταμό και βοηθούσε τους ταξιδιώτες να τον διέλθουν. Σε μια τέτοια διαδικασία την ώρα που μετέφερε ένα μικρό παιδί, το αισθάνθηκε πολύ βαρύ και τελικά κατάλαβε ότι ήταν ο Χριστός, που τον ευλόγησε. Έκτοτε θεωρείται προστάτης των οδηγών των τροχοφόρων οχημάτων. Αυτό φανερώνει και κάτι βαθύτερο, που συνιστά μια σημαντική εκκλησιαστική αρχή.

Κάθε άνθρωπος είναι κατ' εικόνα του Θεού δημιουργημένος και στο πρόσωπό του πρέπει να βλέπουμε τον Χριστό. Ιδίως αυτό συμβαίνει με τα μικρά παιδιά, που είναι το χαμόγελο του ουρανού. Και πόσο διαστροφικοί άνθρωποι είναι εκείνοι που δολοφονούν ψυχικώς τα παιδιά και ασελγούν στις απαλές ψυχές τους!

Και ακόμη αυτή η εικονογραφική παράσταση του αγίου Χριστοφόρου φανερώνει ότι η σωτηρία καθενός διέρχεται δια του αδελφού. Δεν είναι δυνατόν να αγαπά κανείς τον Θεό και να αδιαφορή για την δυστυχία των άλλων. Αυτό δεν συνιστά εκκλησιαστικό ήθος.

Αυτό εκφραζόταν και από τον αρχαίο σοφό Ηράκλειτο, που έλεγε ότι η αλήθεια συνδέεται με την κοινωνία. «Ο,τι αν της μνήμης αυτού (του θείου Λόγου) κοινωνήσομεν αληθεύομεν, α δε αν ιδιάσωμεν ψευδόμεθα». Η ενασχόληση με τα κοινά είναι αλήθεια, ενώ το ιδιωτικό είναι ψεύδος.

Πολύ περισσότερο αυτό εφαρμόζεται στον Χριστιανισμό. Ένας αρχαίος ειδωλολάτρης είπε σε έναν Χριστιανό: «Δείξον μοι τον Θεόν σου». Και εκείνος απήντησε: «Δείξον μοι τον άνθρωπόν σου, καγώ σοι δείξω τον Θεόν μου». Δηλαδή, ο Θεός ανευρίσκεται δια του ανθρώπου.

Ένας άλλος ασκητής είπε: «Είδες τον αδελφόν σου; Είδες τον Θεόν σου». Φοβερός ο λόγος αυτός. Ο Θεός είναι πρόσωπο, όχι ιδέα και φαντασία και ο άνθρωπος είναι πρόσωπο, κατ' εικόνα Θεού δημιουργημένος.

Είναι χαρακτηριστική η αποκάλυψη που δόθηκε στον άγιο Μακάριο τον Αιγύπτιο, για το τι είναι η κόλαση: «Και ουκ έστι πρόσωπον προς πρόσωπον θεάσασθαι τινα, αλλά το πρόσωπον εκάστου προς τον έτερον νώτον κεκόλληται». Δηλαδή, κόλαση είναι το να μη μπορή κανείς να δη τον άλλον κατά πρόσωπον, «κατάματα», αλλά το πρόσωπό του να είναι κολλημένο στην πλάτη του άλλου. Αντίθετα, το να βλέπη κανείς το πρόσωπον του αδελφού του, χωρίς τύψεις και ενοχές, «αύτη εστιν η παραμυθία». Η απουσία του αδελφού είναι πόνος, κόλαση, γι' αυτό και εμείς όταν έχουμε πολύ καιρό να δούμε κάποιον που αγαπούμε, αντί να πούμε «μου λείπεις», η «σε αγαπώ», λέμε «σε πόνεσα πολύ». Η αγάπη εκφράζεται ως πόνος.

Αυτό δεν είναι απλώς θεωρία, αλλά μια βιούμενη πραγματικότητα. Εδώ στην πόλη του Αγρινίου έχουμε απτό παράδειγμα. Οι παλαιοί Αγρινιώτες, και αυτό μεταδίδεται από γενιά σε γενιά, συνδέουν τον άγιο Χριστοφόρο και τον Ναό του με μια γλυκειά μορφή, τον παπα-Αποστόλη Φαφούτη, που τον θεωρούν άγιο. Σε αυτόν οφείλεται και η αγάπη των Αγρινιωτών στον άγιο Χριστοφόρο, η ανέγερση του επωνύμου του Ιερού Ναού και η καθιερωθείσα εορτή του. Και αυτός σαν τον άγιο Χριστοφόρο κουβαλούσε τον κάθε άνθρωπο, τον πόνο του και τους στεναγμούς του. Ο παπα-Αποστόλης είχε δύο γνωρίσματα.

Το πρώτο που είχε ήταν το μεγαλείο της απλότητας και η απλότητα της μεγαλωσύνης. Ζούσε μέσα στην αγία εκούσια πτωχεία. Σε αυτόν ίσχυε ο λόγος του Παπαδιαμάντη, που έγραψε για τον παπα-Νικόλα Πλανά: «Μεταξύ των υπαρχόντων ιερέων υπάρχουσιν ακόμη πολλοί ενάρετοι και αγαπητοί εις τας πόλεις και τα χωρία. Είναι τύποι λαϊκοί, ωφέλιμοι και σεβάσμιοι. Ας μην εκφωνούσι λόγους. Ηξεύρουσιν αυτοί άλλον τρόπον πως να διδάσκωσι το ποίμνιον. Γνωρίζω έναν ιερέα εις τας Αθήνας. Είναι ο ταπεινότερος των ιερέων και ο απλοϊκότερος των ανθρώπων. Δεν βαριέται ποτέ». Τέτοιος ήταν και ο παπα-Αποστόλης. Είχε πνευματικό φιλότιμο.

Δεύτερον, ο παπα-Αποστόλης είχε απέραντη αγάπη για όλους. Ποίμαινε τον λαό του Αγρινίου σε δύσκολους καιρούς, στον εμφύλιο σπαραγμό. Όμως, δεν πολιτικοποίησε την εκκλησιαστική ζωή, δεν χώρισε τους ανθρώπους σε δεξιούς και αριστερούς, αλλά διέθετε μια πνευματική λιακάδα και μια αρχοντική αγάπη προς όλους. Γι' αυτό και όλοι τον αγάπησαν και τον θεωρούν δικό τους άνθρωπο.

Ο παπα-Αποστόλης εξέφραζε το ήθος της Εκκλησίας, που είναι μια μεγάλη μητρική αγκαλιά, μια πνευματική μήτρα, μέσα στην οποία ζεσταίνονται και μεγαλώνουν όλων των ειδών οι αποχρώσεις. Η Εκκλησία δεν εισέρχεται στην διαίρεση της κοινωνίας, για να την διατηρή σε διασπάσεις, αλλά εισέρχεται φιλάνθρωπα και αγαπητικά στην ποικιλοτρόπως διηρημένη κοινωνία για να την οδηγή στην ενότητα. Προσφέρει μια θεολογία αγάπης και τρυφερότητας, που θεραπεύει πληγές. Η Εκκλησία δεν θεωρεί τον άνθρωπο ως εχθρό της, όπως και μια μάνα δεν μπορεί να θεωρή εχθρό της ένα παιδί της που αντιδρά, αλλά ως αναζητητή της αληθινής αγάπης, ειρήνης και δικαιοσύνης, ως κάποιον που διψά και πεινά για την αυθεντική ζωή, που δεν την συναντά στο περιβάλλον του. Η Εκκλησία, κατά τον ποιητή, που το αποδίδει στο Άγιον Όρος, ομοιάζει με καράβι, που «στα αμπάρια κουβαλάει νάμα, μέλι, κερί και λιβάνι, για τους πεινασμένους του νάρθηκα, για τους λαβωμένους των στασιδιών». Είμαστε πεινασμένοι και λαβωμένοι και αναζητούμε το νάμα, το μέλι, το κερί, το λιβάνι για να μαλακώσουν οι πληγές μας.

Αυτή είναι η Ορθόδοξη Εκκλησία, και οι άγιοί της, όπως ο άγιος Χριστοφόρος, ο οποίος και σήμερα αναλαμβάνει να μεταφέρη τον καθένα μας στους στιβαρούς ώμους του και να τον περάση από το ποτάμι της θλίψης και της κόλασής του, και όπως ο παπα-Αποστόλης που ξέρει και σήμερα να χαϊδεύη και να παρηγορή όλους μας. Η Εκκλησία είναι και πρέπει να είναι μια γλυκοφιλούσα τρυφερή μάνα.

Ο υπαρξιστής Σάρτρ έλεγε: «Οι άλλοι είναι η κόλασή μου». Ο άγιος Σεραφείμ του Σαρώφ απηύθυνε σε κάθε άνθρωπο που συναντούσε τον χαιρετισμό: «Χριστός ανέστη, χαρά μου». Ο άλλος δεν είναι η απειλή της ύπαρξής μας, αλλά η χαρά μας. Ο κάθε ξένος, ο κάθε πρόσφυγας, ο κάθε πονεμένος αλλοεθνής είναι αδελφός, η εικόνα του Θεού, ο Θεός.

Φεύγοντας, Εξοχώτατε κύριε Πρόεδρε, σήμερα από το Αγρίνιο και γενικά από την Αιτωλοακαρνανία, θα μπορούσατε να πάρετε μαζί σας, στις αποσκευές σας, την αγάπη μας και τον σεβασμό στο πρόσωπό σας και στον θεσμό που άξια εκπροσωπείτε, και συγχρόνως να ξέρετε ότι όλη η πόλη αυτή, ο Επίσκοπός της, Μητροπολίτης Αιτωλίας και Ακαρνανίας κ. Κοσμάς, οι Ιερείς της, οι άρχοντές της, ξέρουν, αλλά και αγωνίζονται να ξεπερνούν διαιρέσεις, φονταμενταλισμούς, μικρότητες. Έχοντας Προστάτην τους τον άγιο Χριστοφόρο και έχοντας πρότυπο τον παπα-Αποστόλη, κουβαλούν τον πόνο κάθε θλιμμένου, ξέρουν να μετατρέπουν την κόλαση του κάθε ανθρώπου σε παράδεισο, ξέρουν να βλέπουν τον άλλον «πρόσωπο προς πρόσωπο» και να του λένε: «Χριστός ανέστη, χαρά μου».–

  • Προβολές: 2965