Skip to main content

Κύριο ἄρθρο: Ειρηνική επίσκεψη και συμβίωση

Μητροπολίτου Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου Ιεροθέου

Η πρώτη επίσκεψη του νέου Αρχιεπισκόπου Αθηνών και Πάσης Ελλάδος κ. Ιερωνύμου στο κέντρο του Οικουμενικού Πατριαρχείου, η οποία χαρακτηρίζεται ως ειρηνική, δικαίωσε και τον χαρακτηρισμό και τις προσδοκίες των μελών της Εκκλησίας και των πολιτών της χώρας μας, που θέλουν να υπάρξη ειρήνη μεταξύ των δύο Εκκλησιών. Η επικοινωνία μεταξύ των Εκκλησιών είναι απαραίτητη και αναγκαία, ιδίως στις ημέρες μας.

Η αλήθεια είναι ότι το λυκαυγές της καταλλαγής και της ειρήνευσης εμφανίσθηκε από τον Μάϊο του 2004 (28-5-2004), όταν η Ιεραρχία της Εκκλησίας της Ελλάδος με ανακούφιση αποδέχθηκε την πρόταση του μακαριστού Αρχιεπισκόπου Αθηνών και Πάσης Ελλάδος κυρού Χριστοδούλου να γίνουν αποδεκτά τα δύο Καταστατικά κείμενα, ήτοι ο Πατριαρχικός Τόμος του 1850 και η Πατριαρχική Πράξη του 1928 στο σύνολό τους.

Είχε προηγηθή μια μεγάλη κρίση που απεκάλυψε τους «εκ πολλών καρδιών διαλογισμούς». Εμένα τουλάχιστον μου έδωσε την δυνατότητα, ύστερα από επιθέσεις που δέχθηκα εντός της Ιεραρχίας, επειδή αγωνίσθηκα για να μην επέλθη η ρήξη μεταξύ των δύο Εκκλησιών, να μελετήσω το θέμα και να γράψω δύο βιβλία, τρεις πολυσέλιδες απαντήσεις σε Μητροπολίτη και πολλά άρθρα στις Εφημερίδες, εν μέσω της κρίσεως, που ανέρχονται σε πάνω από χίλιες (1.000) σελίδες. Ευτυχώς μερικοί, μεταξύ των οποίων και ο Πατριάρχης, αναγνωρίζουν την προσφορά μου.

Είναι αδιανόητο στην Εκκλησία της Ελλάδος –στην οποία υπάρχει ένα ιδιότυπο, αλλά προνομιακό εκκλησιαστικό καθεστώς– να χωρίζωνται οι Μητροπολίτες σε φιλοπατριαρχικούς και μη. Οπότε, χαίρομαι που τώρα όλοι αναγνωρίζουν την αξία και την προσφορά του Οικουμενικού Πατριαρχείου, έστω και αν μερικοί το κάνουν όψιμα, όπως διακρίνεται στα Πρακτικά των Συνεδριάσεων της Ιεράς Συνόδου που γνωρίζω. Ελπίζω δε ότι αυτό το όψιμο θα είναι σταθερό και μη μεταβλητό από οπορτουνιστικές επιδιώξεις.

Οι πρόσφατες συζητήσεις και αποφάσεις στην Κωνσταντινούπολη κινούνται μέσα στο αυτονόητο για τους εκκλησιαστικούς άνδρες. Το Οικουμενικό Πατριαρχείο διακονεί θυσιαστικά την ενότητα των Ορθοδόξων Εκκλησιών και η Εκκλησία της Ελλάδος ως θυγατέρα, αδελφή, σύνοικος και συγκληρονόμος μεγάλου και άφθιτου θησαυρού πρέπει να χαίρεται για την τιμητική της σχέση με Αυτό. Οι επιμέρους λεπτομερειακές ρυθμίσεις πρέπει να γίνουν με διάκριση, σοφία, αγάπη και μεγαθυμία στην προοπτική της ενότητος των Ορθοδόξων Εκκλησιών.

Άλλωστε, η συνοδικότητα της Εκκλησίας συμπορεύεται με την ιεραρχικότητα του εκκλησιαστικού πολιτεύματος και ο συνδυασμός αυτός –συνοδικότητας και ιεραρχικότητας– πρέπει να λειτουργή σε όλα τα επίπεδα, ακόμη και στο επίπεδο των διορθοδόξων σχέσεων. Είναι γνωστόν δε ότι η λεγόμενη «αυτοκεφαλία» δεν μπορεί να λειτουργή, όπως γράφει ο Olivier Clement, ως «αυτοκεφαλαρχία», γιατί οι σχέσεις μεταξύ των Εκκλησιών δεν νοείται να λειτουργούν στην προοπτική της ανεξαρτησίας, αλλά στα πλαίσια της αλληλεξάρτησης.

Νομίζω ότι επ' ουδενί λόγω πρέπει να επαναληφθούν οι αρνήσεις, οι αμφισβητήσεις και οι διενέξεις μεταξύ των δύο Εκκλησιών, προς ζημίαν όλων. Αντίθετα, μάλιστα, όπως επισημαίνει ο άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας «κάθε τι που μας αφορά, όταν συμβαίνη σωστά σύμφωνα με την τάξη των κανόνων, δεν μας προκαλεί καμμιά ταραχή, αλλά μας απαλλάσσει κιόλας από τις κακολογίες κάποιων η καλύτερα προκαλεί για χάρη μας και τους επαίνους των συνετών».

Τελικά, ούτε εν ονόματι της ελευθερίας πρέπει να καταργήται η ενότητα του συνόλου, ούτε εν ονόματι της ενότητας να καταργήται η ελευθερία. Γι' αυτό πρέπει όλοι μας να μάθουμε «πως δει εν οίκω Θεού αναστρέφεσθαι» (Α Τιμ. γ , 15).–

ΚΥΡΙΟ ΑΡΘΡΟ

  • Προβολές: 3438