Γράφτηκε στις .

Η ποιμαντική των αθλητών

Σεβ. Μητροπολίτου Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου Ιεροθέου

(Απόσπασμα από την Εισήγηση του Σεβασμιωτάτου στην Ιεραρχία του Οκτωβρίου 2006)

Ούτως η άλλως πολλοί νέοι συμμετέχουν στους αθλητικούς Συλλόγους, ασκούνται στον πρωταθλητισμό και αυτό δεν πρέπει να είναι έξω από τα ενδιαφέροντα της ποιμαντικής της Εκκλησίας, με την αιτιολογία ότι υπάρχουν πολλά προβλήματα στο αθλητικό κίνημα από απόψεως ιδεολογίας, κοινωνιολογίας και πρακτικής. Η Εκκλησία πρέπει να ασχολήται με όλες τις ασθένειες του ανθρώπου και του κοινωνικού του βίου, ακόμη και με την λεγομένη ποιμαντική του «περιθωρίου», πολύ δε περισσότερο με την ποιμαντική των αθλητών που είναι μια ιδιαίτερη κοινωνία νέων και ασκεί μια σημαντική επίδραση στους νέους ανθρώπους.

Ο αθλητής που βρίσκεται μέσα στις συνθήκες που αναφέραμε προηγουμένως δεν παύει να είναι ένας άνθρωπος ευαίσθητος με οράματα και επιδιώξεις, και από πλευράς της Εκκλησίας είναι μέλος της, για το οποίο πρέπει να ενδιαφερόμαστε. Είναι φυσικό, ευρισκόμενος ο αθλητής μέσα σε αυτήν την κοινωνία-οικογένεια και έχοντας φιλοδοξία να αναδειχθή, να δέχεται επιρροές και η ψυχολογική του κατάσταση να έχη διάφορες αυξομοιώσεις.

Για να διαπιστωθή η κατάσταση, ψυχολογική και κοινωνική, στην οποία ζουν οι πρωταθλητές, θα παραθέσω ένα κείμενο που μου έδωσε μια πρώην πρωταθλήτρια και νυν γυμνάστρια, που παρουσιάζει την όλη ατμόσφαιρα μέσα στην οποία βρισκόταν η ίδια, όταν ησκείτο στον πρωταθλητισμό, τότε που δεν ήταν διαδεδομένο τον ντόπιγκ, και εκφράζει την όλη ατμόσφαιρα που συναντούν και όσοι καταγίνονται με τον πρωταθλητισμό. Γράφει:

«Αγωνία, άγχος, ύπνος με ανησυχία. Αγωνία, μήπως πάνε οι κόποι χαμένοι, μήπως διαψεύσω τον προπονητή μου, μήπως τον απογοητεύσω, μήπως δεν καταφέρω την επίτευξη του στόχου μου. Γιατί εκτός από το ρεκόρ είναι ίσως και κάποιος άλλος στόχος.

Στους αρχαρίους αθλητές πρέπει να ξεκαθαρισθούν οι στόχοι, και να συνειδητοποιηθή γιατί ασχολούνται με τον αθλητισμό. Το κάνουν επειδή έχουν επιλεγή από κάποια τέστ η βρέθηκαν στο γήπεδο από κάποια παρέα, από φίλους η συμμαθητές, χωρίς να γνωρίζουν τι ακριβώς θέλουν να καταφέρουν;

Στην εφηβική ηλικία οι περισσότεροι έχουν κάποιους στόχους: Μια πανελλήνια νίκη που θα τους πριμοδοτή την είσοδό τους στο Πανεπιστήμιο, την επιλογή τους στην Εθνική ομάδα. Στις κατηγορίες των ανδρών και γυναικών οι περισσότεροι ενδιαφέρονται για την δόξα και το χρήμα.

Γενικά, η αθλητική κοινωνία έχει έναν ιδιαίτερο τρόπο ζωής. Φυσικά δημιουργούνται παρέες και εκεί, σκοπεύοντας ίσως σε κάποια αισθήματα, αλλά κυρίως είναι άνθρωποι που μετά το σχολείο η την δουλειά τους βρίσκονται στο γήπεδο, αγωνιζόμενοι για το καλύτερο ρεκόρ, με σκληρή προπόνηση και με την αγωνία αν το καταφέρουν. Αφιερώνοντας τον ελεύθερο χρόνο τους εκεί, στερούνται άλλου είδους ψυχαγωγία, αλλά και την πνευματική τους καλλιέργεια.

Αυτό που χρειάζονται οι αθλητές είναι να έχουν κάποιον που θα τους καθησυχάση, θα τους ηρεμήση, θα τους διαβεβαιώση ότι όλα θα πάνε καλά, αλλά κυρίως θα τους διδάξη ποιός είναι ο πραγματικός στόχος του ανθρώπου. Δείχνοντας αυτόν τον μεγάλο στόχο οι άλλοι στόχοι γίνονται υποδεέστεροι και έτσι φεύγει η αγωνία η τουλάχιστον μετριάζεται.

Παράλληλα, όταν διδαχθούν την λεγομένη «νοερά προπόνηση», που έχει η Εκκλησία μαθαίνουν να συγκεντρώνονται ευκολότερα και με την «εσωτερική βουτιά» θα χαλαρώνουν και θα ηρεμούν ευκολότερα. Έτσι φθάνουν ευκολώτερα στην μέγιστη προσπάθεια - μέγιστη χαλαρότητα (το floating που λένε οι Αμερικανοί).

Το τελευταίο λειτουργεί και αμφίδρομα. Οι αθλητές μαθαίνουν, ενώ βρίσκονται σ’ ένα στάδιο με πολύ θόρυβο, με κίνηση γύρω τους από άλλους αθλητές, από οδηγίες προπονητών κλπ., να μη ακούν και να μη βλέπουν τίποτε, αλλά να συγκεντρώνονται στο αγώνισμά τους, και μάλιστα πολλοί εύκολα μαθαίνουν και την προσευχή, δηλαδή μαθαίνουν και πως να κάνουν προσευχή με συγκεντρωμένο νου. Αυτά μπορεί να τους τα διδάξη ένας πολύ καλός πνευματικός».

Από τα λόγια αυτά της πρωταθλήτριας φαίνεται ότι ο αθλητικός κόσμος (οι προπονητές, οι αθλητές και οι οικογένειές τους) είναι ένας κόσμος που χρειάζεται την ποιμαντική φροντίδα της Εκκλησίας. Οι αθλητές, όπως και κάθε άνθρωπος που καταγίνεται με ένταση στην πραγματοποίηση κάποιου στόχου, ζουν με αγωνίες, απογοητεύσεις, εκδηλώσεις λατρείας εκ μέρους του κόσμου, έμμεσους εκβιασμούς, αλλά και αποτυχίες σε πολλούς τομείς. Πολλοί από αυτούς είναι θύματα των υψηλών επιδιώξεών τους, του συστήματος και της ιδεολογίας του αθλητικού κινήματος, δέχονται ακόμη μεγάλες ψυχολογικές πιέσεις από τον κόσμο, αλλά και από διαφόρους αθλητικούς παράγοντας, από την ομάδα τους, από τους ποικίλους χρηματοδότες, από Εταιρείες. Όταν δε πέσουν τα φώτα της δημοσιότητος, όπως συμβαίνει και σε κάθε άλλη περίπτωση, βιώνουν την μοναξιά και την απογοήτευση. Όλοι οι πρωταθλητές ζουν σε μεγάλο βαθμό την μοναξιά, με την καθημερινή σκληρή προπόνηση και πολλές φορές δεν μπορούν να χαρούν μερικές μικροχαρές της ζωής, όπως την ηρεμία των διακοπών κλπ. Πρέπει να μπουν σε ένα πρόγραμμα, ακόμη και διατροφικό, με τα διάφορα ενισχυτικά είδη διατροφής, που οι περισσότεροι δεν γνωρίζουν ακριβώς τι είναι, οπότε μπορεί να πέσουν σε παγίδα των διαφόρων παραγόντων.

Έτσι, ένας καλός Ιερεύς μπορεί να βοηθήση τον αθλητή, που για διαφόρους λόγους βρέθηκε σε αυτήν την ιδιαίτερη κοινωνία, να νοηματοδοτήση σωστά τον βίο του, να θέτη τις ορθότερες προτεραιότητες στην ζωή του η και να διορθώνη τους λαθεμένους στόχους που ο ίδιος έχει βάλει, να εξασκήται στην αυτοσυγκέντρωση, να αποβάλλη το άγχος, να διορθώνη τα λάθη που έχει κάνει ως προς τις επιλογές στην ζωή του. Επίσης, θα τον βοηθήση γενικά στην προσωπική του ζωή, αφού κάθε αθλητής είναι άνθρωπος και όχι μια μηχανή, και ιδίως θα τον βοηθήση στις δύσκολες φάσεις η όταν αποτύχη στην πορεία του στον αθλητικό τομέα, η ακόμη και όταν σταματήση τον αθλητισμό και σβήνουν τα φώτα της δημοσιότητας.

Η πείρα των Ιερέων που ασχολήθηκαν με την λατρεία και την ποιμαντική των αθλητών στο θρησκευτικό κέντρο του Ολυμπιακού Χωριού, κατά την διάρκεια των Ολυμπιακών Αγώνων της Αθήνας, υπήρξε σημαντική ως προς το θέμα αυτό. Από το ημερολόγιο των ιερών ακολουθιών και της όλης ποιμαντικής δραστηριότητας που ασκήθηκε στο παρεκκλήσι του Ολυμπιακού Χωριού, το οποίο απεστάλη και στην Ιερά Σύνοδο μετά το πέρας των Ολυμπιακών Αγώνων φαίνεται ότι στον ειδικό χώρο καθημερινώς γίνονταν ιερές Ακολουθίες, στις οποίες προσήρχονταν οι αθλητές, ομαδικά η μεμονωμένα, και άλλοι αθλητικοί παράγοντες. Επίσης, γίνονταν θείες Λειτουργίες, στις οποίες οι αθλητές κοινωνούσαν, μάλιστα μερικοί από αυτούς εξομολογούντο προηγουμένως στους Ιερείς, οι οποίοι ασκούσαν αυτήν την ποιμαντική διακονία. Άλλοι αθλητές προσήρχονταν στο Παρεκκλήσι και ζητούσαν από τους Ιερείς να διαβάσουν διάφορες ευχές, η να συζητήσουν κάποια προβλήματά τους, η να ζητήσουν προσευχές για άλλους φίλους τους που αγωνίζονταν. Επίσης, ζητούσαν να γίνουν ειδικές δεήσεις, «τρισάγιο» για αποβιώσαντες αθλητές.

Από το ημερολόγιο αυτό φαίνεται το όλο ποιμαντικό έργο που έγινε τις ημέρες των Ολυμπιακών Αγώνων από τους Κληρικούς μας, οι οποίοι προηγουμένως είχαν ενημερωθή πάνω στα προβλήματα αυτά και είχαν, κατά κάποιο τρόπο, εκπαιδευθή για τον σκοπό αυτό. Υπήρχαν δε περιπτώσεις που αθλητές μαζί με τους προπονητές τους πήγαιναν στο Παρεκκλήσι για να συζητήσουν διάφορα προβλήματα που είχαν ανακύψει.

Αυτό είναι φυσικό, από την άποψη ότι οι αθλητές περισσότερο από κάθε άλλον γνωρίζουν τις συνθήκες που επικρατούν στην αθλητική οικογένεια. Αυτοί βιώνουν το άγχος να επιτύχουν τον στόχο τους και τον στόχο του προπονητού τους• αυτοί θα υποστούν όλο αυτό το φάσμα των «διατροφικών συμπληρωμάτων»• αυτοί πρέπει να αντιμετωπίσουν τις συνέπειες της αποτυχίας τους για τον εαυτό τους, την κοινωνία και την ομάδα, ύστερα μάλιστα από την εξοντωτική προετοιμασία και προπόνηση• αυτοί φοβούνται τους τραυματισμούς και όλα τα ενδεχόμενα «ανάποδα» που θα παρουσιασθούν κλπ.

Έτσι εξηγείται ότι οι περισσότεροι αθλητές αναπτύσσουν μια θρησκευτικότητα, πολλές φορές απροσδιόριστη, αισθάνονται την ανάγκη του Θεού και τις προσευχές των αγαπητών τους ανθρώπων. Και κανείς δεν έχει το δικαίωμα να τους στερήση αυτήν την ανάγκη, πολύ περισσότερο η Εκκλησία, που παραλαμβάνει τον άνθρωπο στην κατάσταση που βρίσκεται και στις λαθεμένες επιλογές του, αλλά και τις πτώσεις του.

Εδώ θα πρέπη να σημειωθή ότι μεγάλη θα είναι η προσφορά της Συνοδικής αυτής Επιτροπής στα «άτομα με ειδικές ανάγκες» που ασχολούνται με τον αθλητισμό και συμμετέχουν στους «παραολυμπιακούς αγώνες». Στις περιπτώσεις αυτές γίνεται μεγάλη προσπάθεια από τους συγκεκριμένους ανθρώπους για να επιβιώνουν και να χαίρωνται την ζωή. Η Ιερά Σύνοδος δεν πρέπει να αρνήται σε αυτούς την ουσιαστική προσφορά της.

Βεβαίως γνωρίζω ότι διατυπώνονται διάφορες απόψεις, ότι, δηλαδή, εφ ?σον ο αθλητισμός, ιδίως ο πρωταθλητισμός, έχει ξεφύγει από τον σκοπό του και έχει ενταχθή μέσα σε μια εμπορική νοοτροπία, με όλες τις συνέπειες, που είδαμε προηγουμένως, η Εκκλησία δεν πρέπει να συνεργάζεται με αυτό το σύστημα. Αλλά το θέμα είναι ότι τους Ποιμένας της Εκκλησίας, πέρα από οποιοδήποτε σύστημα, πρέπει να τους ενδιαφέρη ο άνθρωπος, που ενδεχομένως έχει πέσει σε αυτήν την παγίδα και είναι θύμα η θεωρείται ως «εμπόρευμα». Και ο αθλητής δεν παύει να είναι άνθρωπος με ψυχικές ευαισθησίες, και όχι μηχανή η υλικό. Οπότε, η Εκκλησία, δια των ποιμένων της, δεν πρέπει να κωφεύη σε αυτήν την κατάσταση, στην αναζήτηση εκ μέρους του ανθρώπου μιας αυθεντικής ζωής, στην μετάνοια και ενδεχομένως στον τρόπο αποδεσμεύσεως από αυτήν την κατάσταση.

Άλλωστε, όλη η κοινωνία βρίσκεται σε αυτήν την ιδεολογία της παγκοσμιοποίησης. Το «πνεύμα του Καπιταλισμού», όπως έχει αποδείξει ο Max Weber, γεννήθηκε από την προτεσταντική ηθική και επηρεάζει όλον τον τρόπο ζωής της συγχρόνου κοινωνίας, γιατί αυτό το λεγόμενο «πνεύμα του Καπιταλισμού» είναι στην πραγματικότητα η λογικοποίηση των πάντων, ο άκρατος ορθολογισμός. Αυτό δεν σημαίνει ότι θα παύσουμε να ασχολούμαστε με τον άνθρωπο που είναι θύμα της. Ούτε είναι επιτρεπτό να αδιαφορούμε για τα θύματα ενός πολέμου, επειδή ο πόλεμος είναι κακός και οι συγκρούσεις δημιουργούν τους πολέμους. Βεβαίως, πρέπει να καταγγέλλουμε τις μεθόδους και την νοοτροπία του πεπτωκότος κόσμου, αλλά δεν θα παύσουμε να ασχολούμαστε ποιμαντικά με τον άνθρωπο που έχει πέσει στην παγίδα του και είναι εγκλωβισμένος σε αυτήν.

Θα ήθελα να εξομολογηθώ κάτι. Από πολλά χρόνια, ακόμη και σήμερα, ασχολούμαι με θεολογικά και νηπτικά - ησυχαστικά θέματα, που δείχνουν τον τρόπο με τον οποίον επιτυγχάνεται η κοινωνία του ανθρώπου με τον Θεό και την υπαρξιακή γνώση του Θεού που αποκτά. Αλλά αυτό δεν με οδηγεί στο να αρνούμαι την ενασχόληση με τον σύγχρονο άνθρωπο, και τα προβλήματά του. Ο ώριμος ποιμένας πρέπει να γνωρίζη και τον τρόπο, την μέθοδο που οδηγεί στην θέωση, αλλά και να εισέρχεται με αγάπη μέσα στην τραγωδία του ανθρώπου. Θα πρέπη να συμβαίνη και εδώ ο,τι με τους ιατρούς, οι οποίοι πρέπει να κάνουν έρευνα και να γνωρίζουν την θεωρία για ιατρικά ζητήματα, να κάνουν ομιλίες και διαλέξεις, αλλά παράλληλα πρέπει να ασχολούνται και με την πληγή του αρρώστου ανθρώπου και να βάζουν το χέρι τους σε ο,τι είναι ακάθαρτο, που συνδέεται με ένα τραύμα και γενικά με το ανθρώπινο σώμα.

Αυτό το βλέπουμε στην παράδοση της Εκκλησίας μας, όπως εκφράζεται από τους αγίους.