Skip to main content

Από τήν συζήτηση μέ τούς Φοιτητές τής Θεολογικής Ακαδημίας Μόσχας: Γιά τήν απλανή προσευχή

τού Σεβ. Μητροπολίτου Ναυπάκτου καί Αγίου Βλασίου Ιεροθέου

Δημοσιεύουμε σέ συνέχειες τήν πολύ ενδιαφέρουσα συζήτηση τού Σεβασμιωτάτου μέ τούς Φοιτητές τής Θεολογικής Ακαδημίας Μόσχας, στήν Λαύρα τού Αγίου Σεργίου (βλ. τεύχος 158). Στό παρόν τεύχος δημοσιεύουμε τήν τέταρτη ερώτηση-απάντηση.

*

Ερώτηση: Εάν η εμπειρία τής προσευχής μας οδηγή σέ απλανή θεολογία, πώς θά εξηγήσουμε τό παράδειγμα τού Ευαγρίου τού Ποντικού, τά συγγράμματα τού οποίου βρίσκονται στήν Φιλοκαλία; Τόν κατέκρινε η Εκκλησία, αλλά αυτός διδάσκει εμάς στήν Φιλοκαλία πώς νά προσεύχομαστε;

Απάντηση: Πράγματι, η νοερά προσευχή οδηγεί στήν θέα τού Θεού καί αυτή η θεοπτία δίνει τήν απλανή θεολογία. Όταν μιλάμε γιά νοερά προσευχή, δέν εννοούμε απλώς τήν λογική προσευχή, αλλά τήν προσευχή πού γίνεται μέ τόν νού, όταν ο νούς κατεβή στήν καρδιά, μετά τήν κάθαρση τής καρδιάς από τά πάθη. Η νοερά προσευχή μερικές φορές, όταν ο Θεός τό επιτρέψη, οδηγεί στήν θέα τού ακτίστου Φωτός καί τότε ο άνθρωπος γίνεται απλανής θεολόγος.

Αυτό πού ρωτάτε σχετικά μέ τόν Ευάγριο τόν Ποντικό, γιατί παρά τό ότι τά ασκητικά έργα του συμπεριλήφθηκαν στήν Φιλοκαλία καί όμως η Εκκλησία καταδίκασε τά συγγράμματά του, είναι ένα θέμα τό οποίο χρειάζεται εξήγηση.

Είναι γνωστόν ότι ο Ευάγριος ο Ποντικός, όπως λέγει ο π. Γεώργιος Φλωρόφσκυ, είχε δεχθή επιδράσεις από τόν Ωριγένη, από τούς Καππαδόκες Πατέρες καί από τήν μοναχική παράδοση τής ερήμου τής εποχής του. Πράγματι, στό Χριστολογικό καί εσχατολογικό θέμα έχει πέσει έξω, αλλά στά μοναχικά ζητήματα, όπως γιά τά πάθη καί τούς λογισμούς, εκφράζει τήν ασκητική παράδοση τών ερημιτών Πατέρων.

Η εποχή εκείνη ήταν δύσκολη, δέν είχαν ακόμη καθορισθή πλήρως συνοδικά τά θέματα αυτά, αλλά δέν ξέρω καί σέ ποιό βαθμό προσευχής έφθασε. Μήπως κατέγραψε τήν εμπειρία πού συνάντησε στούς μοναχούς, χωρίς νά έχη προσωπική εμπειρία τής θέας τού ακτίστου Φωτός; Δέν καθιστά τόν άνθρωπο απλανή σέ δογματικά θέματα η προσευχή, αλλά η θεοπτία. Ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης τόν αποκαλεί «σοφόν καί ελλόγιμον άνδρα». Πάντως, είναι γνωστόν ότι τά ασκητικά του συγγράμματα, τουλάχιστον ως καταγραφή, έχουν επηρεάσει τόν άγιο Μάξιμο τόν Ομολογητή, τόν άγιο Ιωάννη τής Κλίμακος κλπ. καί έχουν γίνει αποδεκτά από τήν Εκκλησία. Υπάρχει δέ συσχέτιση τών έργων του μέ τά κείμενα τού οσίου Νείλου.

Λαμβάνω όμως αφορμή από τό θέμα αυτό, γιά νά τονίσω ότι η προσευχή δέν είναι τό μόνο θέμα στό οποίο πρέπει νά δώσουμε βαρύνουσα σημασία. Μπορεί κάποιος νά εξασκήται στήν προσευχή, αλλά νά μή συμμετέχη στήν ζωή τής Εκκλησίας, καί κυρίως στό Μυστήριο τής θείας Ευχαριστίας. Η θεία Ευχαριστία είναι τό κέντρο τής εκκλησιαστικής ζωής καί η προσευχή συνδέεται μέ αυτή.

Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς έκανε έναν παράλληλο αγώνα, τόσο εναντίον τών Μασσαλιανών, πού υπερτόνιζαν τήν προσευχή σέ βάρος τών Μυστηρίων τής Εκκλησίας, όσο καί εναντίον τού Βαρλαάμ, πού υπερτόνιζε τά Μυστήρια σέ βάρος τής ησυχαστικής παραδόσεως. Οπότε, πρέπει νά συνδυάζωνται στενά η θεία Ευχαριστία μέ τήν νοερά προσευχή. Ούτε ο ησυχασμός λειτουργεί σέ βάρος τής μυστηριακής ζωής, ούτε η μυστηριακή ζωή σέ βάρος τού ησυχασμού.

Υπάρχουν μερικοί στήν Δύση, πού μετέφρασαν μερικά κείμενα από τήν «Φιλοκαλία» γιά τήν νοερά προσευχή, χωρίς νά κάνουν αναφορά στήν Εκκλησία καί στό Μυστήριο τής θείας Ευχαριστίας, οπότε παρουσιάζεται μέ τόν τρόπο αυτό η νοερά προσευχή σάν ένας υπερβατικός διαλογισμός. Η «Φιλοκαλία» προϋποθέτει τήν όλη εκκλησιαστική ζωή καί βέβαια δέν αρνείται τήν θεία Ευχαριστία. Άλλωστε, η θεία Λειτουργία είναι η βάση τής πνευματικής ζωής καί αυτή τρέφει τήν προσευχή, καθώς επίσης η προσευχή καθαρίζει τό νού τού ανθρώπου γιά νά μπορεί νά εισδύση στό πνεύμα τής θείας Λειτουργίας.

Η νοερά προσευχή είναι καρπός τής Ευχαριστιακής εμπειρίας καί οδηγεί σέ αυτή. Τά έργα τής «Φιλοκαλίας» δείχνουν τόν τρόπο καί τήν μέθοδο τής προσευχής, αλλά η «Φιλοκαλία» δέν μπορεί νά χωρισθή από τήν όλη θεολογία τής Εκκλησίας καί από τήν θεία Λειτουργία.

Γνώρισα στό Άγιον Όρος ασκητές πού όλη τήν ημέρα έκαναν ευχή, χωρίς, όμως, νά έχουν τήν αίσθηση τής εκκλησιαστικής ζωής, είναι απομονωμένοι από τήν Ορθόδοξη Εκκλησία καί τούς αδελφούς καί αυτό μπορεί νά τούς οδηγή στήν υπερηφάνεια. Μπορεί πολλές φορές νά φανή ο διάβολος στόν άνθρωπο ως άγγελος φωτός.

Υπάρχουν μερικοί ασκητές πού ασκούνται πάρα πολύ στήν προσευχή καί μπορούν νά φτάσουν σέ πλάνη. Δέν είναι θέμα μόνο νά κάνουν τήν νοερά προσευχή. Εκείνο πού προσπάθησα νά πώ, προηγουμένως, είναι ότι καί η νοερά προσευχή πρέπει νά γίνη ως χάρισμα πού θά λειτουργή μέσα στήν Εκκλησία. Ξέρουμε ότι στίς «Περιπέτειες ενός προσκυνητού» φαίνεται ότι ο προσκυνητής έκανε τήν νοερά προσευχή, αλλά βρήκε καί τόν Πνευματικό Πατέρα καί εξομολογήθηκε καί, συγχρόνως, κοινωνούσε τών Αχράντων Μυστηρίων. Ο σκοπός τής πνευματικής ζωής δέν είναι απλώς νά κάνουμε νοερά προσευχή, αλλά νά ζούμε στήν Εκκλησία καί νά αποκτούμε εκκλησιαστικό φρόνημα. Τό κέντρο τής εκκλησιαστικής ζωής είναι η θεία Λειτουργία. Είναι ο Χριστός πού μάς προσφέρεται γιά νά μάς σώση.

Κάποιος νέος φοιτητής μού είπε: «Λέω κάθε μέρα τρείς χιλιάδες φορές τό "Κύριε, Ιησού Χριστέ, ελέησον μέ"». Τού είπα: «Μπράβο, καλό είναι αυτό τό έργο. Αλλά πηγαίνεις στήν Εκκλησία;». Μού απάντησε: «Δέν πηγαίνω». Τόν ρώτησα ξανά: «Εξομολογείσαι;». Απάντησε: «Δέν εξομολογούμαι». Τόν ρώτησα πάλι: «Κοινωνάς τών Αχράντων Μυστηρίων;». Απάντησε: «Δέν κοινωνώ τακτικά». Τελικά τού είπα: «Τότε δέν θά βοηθάη πολύ η προσευχή».

Επομένως, πρέπει νά δώσουμε μεγάλη σημασία στό ότι σκοπός τής πνευματικής ζωής είναι νά ενωθούμε μέ τόν Χριστό μέσα στήν Εκκλησία, νά κοινωνούμε τό Σώμα καί τό Αίμα τού Χριστού, νά συνδεώμαστε μέ τό Μυστήριο τής θείας Ευχαριστίας καί νά ασκούμαστε πνευματικά. Όλα τά Μυστήρια πρέπει νά συνδέωνται μέ τήν θεία Ευχαριστία. Άλλωστε, νοερά προσευχή, ακόμη καί θεωρία τού Θεού υπήρχε καί στήν Παλαιά Διαθήκη, αλλά τότε δέν είχε ακόμη σαρκωθή ο Λόγος τού Θεού καί, επομένως, δέν υπήρχε θεία Λειτουργία, δέν κοινωνούσαν τό Σώμα καί τό Αίμα τού Χριστού.

  • Προβολές: 2573