Γράφτηκε στις .

Εκκλησία-δικτατορία-δημοκρατία

Σεβ. Μητροπολίτου Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου Ιεροθέου

(Δημοσιεύθηκε στήν Εφημερίδα «Παρασκευή καί 13», 26-11-2010)

Η εξέγερση τών φοιτητών στήν Νομική καί στό Πολυτεχνείο (1973) είναι ένα γεγονός πού αναλύεται καί θά αναλυθή στό μέλλον ακόμη περισσότερο. Έχουν γραφή πολλά καί θά γραφούν ακόμη περισσότερα. Συνήθως η ιστορία καταλήγει μετά από πολλά χρόνια σέ ασφαλή συμπεράσματα. Μερικές σκέψεις θά διατυπώσω γιά τήν στάση τής Εκκλησίας κατά τήν περίοδο εκείνη.

1. Στήν ερώτηση τί έκανε η Εκκλησία κατά τήν Δικτατορία καί τό Πολυτεχνείο υπάρχουν πολλές απαντήσεις. Η κύρια θεολογική απάντηση αναφέρεται στό τί είναι Εκκλησία. Συνηθίζεται νά ταυτίζεται η Εκκλησία μέ τούς Ιερείς, τούς Επισκόπους, τήν Ιερά Σύνοδο. Τήν βλέπουν, δηλαδή, ως έναν κατεστημένο θεσμό. Όμως αυτή είναι μιά βατικανοποιημένη αντίληψη γιά τήν Εκκλησία. Μέλη τής Εκκλησίας κατ' αρχήν είναι όσοι βαπτίσθηκαν καί χρίσθηκαν καί στήν συνέχεια όσοι ενεργοποίησαν τήν Χάρη τών Μυστηρίων αυτών καί ζούν μέσα στόν «χώρο» τής Εκκλησίας. Οπότε, στήν Ορθόδοξη Εκκλησία δέν πιστεύουμε ούτε στήν κληρικοκρατία (Βατικανό) ούτε στήν λαϊκοκρατία (Προτεσταντισμός), αλλά στήν ενότητα κληρικών καί λαϊκών πού αποτελούν τόν λαό τού Θεού.

Έτσι, κατά τήν διάρκεια τής δικτατορίας καί τού Πολυτεχνείου ένα τμήμα τής Εκκλησίας αδράνησε, ενώ ένα άλλο τμήμα τής Εκκλησίας δραστηριοποιήθηκε υπέρ τών ελευθεριών τού λαού, αφού μέλη τής Εκκλησίας φυλακίσθηκαν, εξορίσθηκαν, κακοποιήθηκαν. Η αίσθηση τής Ρωμηοσύνης υπάρχει έντονα στήν Ορθόδοξη Εκκλησία καί πολλά μέλη της διαπνέονται από αυτήν.

2. Πρέπει νά κατανοηθή ότι κατά τήν στρατιωτική δικτατορία μιά ομάδα αξιωματικών (Χούντα) υπονόμευσαν ή παρέκαμψαν τήν επίσημη στρατιωτική τους ιεραρχία καί κινήθηκαν γιά τήν κατάληψη τής εξουσίας καί κατά τού Συντάγματος, πράγμα πού επέτυχαν. Κάτι παρόμοιο είχαμε καί μέσα στήν Ιεραρχία τής Εκκλησίας. Οι αναλογίες δέν είναι οι ίδιες, αλλά υπάρχει μιά ομοιότητα. Μιά ομάδα Ιεραρχών, πού κινήθηκε από διάφορα αίτια, υπονόμευσαν τήν κανονική δομή τής Εκκλησίας, παρέκαμψαν τόν Καταστατικό Χάρτη, τόν Συνοδικό καί Πατριαρχικό Τόμο, τίς Πατριαρχικές Πράξεις, οπότε μιά Αριστίνδην Σύνοδος διοικούσε τήν Εκκλησία. Έτσι, ενώ η Ιερά Σύνοδος συγκροτείτο μέχρι τότε από δώδεκα μέλη, κατά τά πρεσβεία τής Αρχιερωσύνης, καί τόν Αρχιεπίσκοπο, τότε αποτελέσθηκε μιά οκταμελής Αριστίνδην Σύνοδος κατ' επιλογήν, συμπεριλαμβανομένου καί τού Αρχιεπισκόπου, ο οποίος είχε εκλεγή κατά αντικανονικό τρόπο από επτά μόνον Αρχιερείς. Πήρε πολύ χρόνο γιά νά συγκληθή η Ιεραρχία. Η επάνοδος στήν εκκλησιαστική τάξη έγινε κατόπιν αγώνων, αντιδράσεων διαφόρων Ιεραρχών, οι οποίες αντιδράσεις προηγήθηκαν τού Πολυτεχνείου, όπως διαβάζουμε στίς Εφημερίδες τής εποχής, κυρίως από τό 1972 καί μετά.

Όποιος εξετάζει τήν στάση τής Ιεραρχίας κατά τήν διάρκεια τής στρατιωτικής δικτατορίας, πρέπει νά βλέπη καί αυτήν τήν παράμετρο.

3. Ασφαλώς η Εκκλησία είναι μιά μεγάλη οικογένεια-κοινότητα, στήν οποία ανήκουν όλοι όσοι έχουν βαπτισθή καί είναι μέλη της δυνάμει ή ενεργεία. Η Εκκλησία δέχεται τούς πάντας, ανήκει σέ όλους, δέν είναι «μικρομάγαζο» κανενός. Όπως σέ μιά οικογένεια είναι δυνατόν τά μέλη της νά ανήκουν σέ διάφορες δημοκρατικές παρατάξεις, χωρίς αυτό νά απειλή τήν ενότητά της, τό ίδιο συμβαίνει καί στήν Εκκλησία, η οποία δέν κομματίζεται, δέν ταυτίζεται μέ κανέναν κομματικό σχηματισμό, αλλά ενώνει τήν κοινωνία.

Άν θέλουμε νά είμαστε ειλικρινείς μέ τήν θεολογία τής Εκκλησίας, πρέπει νά διαπνεόμαστε από σεβασμό στήν ελευθερία, στίς δημοκρατικές αρχές καί νά μήν ταυτιζόμαστε μέ απολυταρχικά καθεστώτα πού καταδυναστεύουν τόν λαό. Οι Κληρικοί δέν πρέπει νά ζούν μέ ευδαιμονία καί πλούτο ούτε νά ταυτίζονται μέ τήν πλουτοκρατία καί τήν εκάστοτε εξουσία καί νά παραβλέπουν τήν κοινωνική αδικία. Όσοι, χάριν προσωπικού συμφέροντος, παραβλέπουν τίς ελευθερίες τού λαού καί τίς κοινωνικές αδικίες, προδίδουν τήν πίστη τών Αποστόλων καί τών Πατέρων.

Επίσης, οι Κληρικοί δέν πρέπει νά ασχολούνται μέ τήν πολιτική. Βέβαια, η λέξη πολιτική άλλοτε εκλαμβάνεται ως επίθετο (ζωή τής πόλης) καί άλλοτε ως ουσιαστικό (κομματοκρατία). Οι Κληρικοί πρέπει νά ασχολούνται αφ' ενός μέν μέ τίς πνευματικές αναζητήσεις τών ανθρώπων, αφ' ετέρου δέ μέ τίς οικονομικές τους ανάγκες, επειδή ο άνθρωπος αποτελείται από ψυχή καί σώμα. Τά πολιτικά θέματα πρέπει νά τά αφήνουν σέ άλλους, οι οποίοι, άλλωστε, εκθέτουν τόν εαυτό τους, κατά τακτά χρονικά διαστήματα, στόν λαό καί ζητούν τήν ψήφο του.

Δέν πρέπει δέ νά ασχολούμαστε μέ τήν πολιτική, διότι πολλές φορές κάτω από επιφανειακά «καλές» προσπάθειες κρύβονται διεθνείς σκοπιμότητες, τίς οποίες συνήθως αγνοούμε, καί είναι ενδεχόμενο νά πέσουμε θύματα. Δέν αρκούν οι αγνές διαθέσεις, χρειάζεται γνώση τών διαφόρων σκοπιμοτήτων καί τών πονηρών παγιδεύσεων.