Γράφτηκε στις .

Ἀρχιερεῖς καὶ Καθηγητὲς γιὰ τὰ Μ.Μ.Ε

Τήν Πέμπτη 19 Ἰουνίου πραγματοποιήθηκε στήν Ἱερὰ Μονή Πεντέλης ἡμερίδα μέ θέμα σχετικό μέ τόν τρόπο χρήσης τῶν Μ.Μ.Ε. ἀπό τήν Ἐκκλησία. Τήν ἡμερίδα ὀργάνωσε ἡ Ἱερὰ Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, καί συμμετεῖχαν οἱ Ἀρχιερεῖς καί οἱ Καθηγητές τῶν Θεολογικῶν Σχολῶν. Οἱ δύο κύριοι Εἰσηγητές ἦταν ὁ Μητροπολίτης Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου κ. Ἰερόθεος καί ὁ Καθηγητής τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Ἀριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, στόν τομέα Ἠθικῆς καί Κοινωνιολογίας, κ. Βασίλειος Γιούλτσης.

Ἡ εἰσήγηση τοῦ Μητροπολίτου Ναυπάκτου εἶχε θέμα: “Οἱ στόχοι τῆς Ἐκκλησίας στήν χρήση τῶν Μ.Μ.Ε.”. Ὁ Σεβασμιώτατος, κατ’ ἀρχάς καθόρισε τήν ἔννοια τῶν Μ.Μ.Ε. καί ὑπογράμμισε ὅτι οἱ στόχοι τῆς Ἐκκλησίας δέν διαφοροποιοῦνται διά μέσου των αἰώνων καί ἀναφέρονται στήν σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου καί τόν ἁγιασμό τῆς κτίσεως. Ἔπειτα διάρθρωσε τόν λόγο του σέ 6 ἐπιμέρους σημεῖα:

  1. Παρουσίασε τόν βαθύτερο σκοπό τῆς Ἐκκλησίας, δηλαδή τήν ἀπόρριψη τῆς ἀτομικότητος καί τήν ἀνάπτυξη τῆς ὑποστατικῆς ἀρχῆς τοῦ ἀνθρώπου, τήν ὑπέρβαση τῆς φθορᾶς καί τοῦ θανάτου, ἐν τέλει τήν σωτηρία.
  2. Ἡ σωτηρία πραγματοποιεῖται μέσα στόν χῶρο τῆς Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία ἔχει τούς Ποιμένες της. Δέν εἶναι δυνατόν νά δημιουργοῦνται μέσα στήν Ἐκκλησία ἄλλα κέντρα ἐξουσίας. Ὑπογράμμισε δέ τήν ἀλήθεια ὅτι ἡ Ἐκκλησία παράγει πολιτισμό, ἀλλά δέν εἶναι πολιτισμός• εἶναι τό εὐλογημένο Σῶμα τοῦ Χριστοῦ.
  3. Ἡ Ποιμαντική της Ἐκκλησίας εἶναι ὑποστατική, ἐξατομικευμένη καί ὁδηγεῖ τούς ἀνθρώπους στήν μετάνοια. Μποροῦμε νά χρησιμοποιήσουμε τά Μ.Μ.Ε., “αλλά μέ ἕναν τέτοιον τρόπο πού νά ὁδηγοῦμε τούς ἀνθρώπους στήν ἐκκλησιαστική ποιμαντική, δηλαδή νά μή δημιουργοῦμε τήν ψευδαίσθηση τῆς πληρότητας καί νά μή τούς ἀποκόπτουμε ἀπό τόν δρόμο πρός τήν προσωπική ἀναζήτηση τῆς γνώσεως τοῦ Θεού”.
  4. Ἀναφέρθηκε σέ πέντε λόγους πού ἐπικαλοῦνται οἱ Κληρικοί πού χρησιμοποιοῦν τά Μ.Μ.Ε.: α) κατήχηση, β) ἀπολογητική, γ) ποιμαντική, δ) ἐνημέρωση, ε) ὁμολογία. Ἀφοῦ, ἔθεσε τίς ὀρθόδοξες προϋποθέσεις τῶν παραπάνω ἐνεργειῶν, θεώρησε ὅτι ἀπό τούς πέντε αὐτούς λόγους γιά τούς ὁποίους μπορεῖ κανείς νά χρησιμοποιῆ τά Μ.Μ.Ε. “καλυτέροι καί προσαρμοσμένοι στά μέσα αὐτά εἶναι ἡ ἐνημέρωση καί ἡ ὁμολογία, ὅταν ὅμως γίνονται μέ τόν πρέποντα τρόπο, δηλαδή μέ ἐξυπνάδα καί παρρησία, μέ ἐπιχειρήματα καί εὐγένεια.”. Δέν ἀπέκλεισε καί τό ἐνδεχόμενο “νά περάσουν καί μερικά στοιχεῖα κατηχητικῆς, ἀπολογητικῆς, ποιμαντικῆς, ἀλλά καί αὐτά μέσα ἀπό τά πλαίσια τῆς ἐνημέρωσης καί τοῦ ὁμολογιακοῦ τρόπου ὁμιλίας...”.
  5. Τόνισε ὅτι “τό μεγαλύτερο ἔργο τῆς Ἐκκλησίας στό σημερινό ταραγμένο καί ἐκκοσμικευμένο κόσμο εἶναι ἡ προσφορά τοῦ ὀρθοδόξου θεολογικοῦ λόγου, καθώς ἐπίσης ἡ ἀντιμετώπιση τῶν διαφόρων κοινωνικῶν προβλημάτων μέσα ἀπό τό πρίσμα τῆς Ὀρθοδόξου θεολογίας”, νοουμένης ὡς ὀρθοῦ προσανατολισμοῦ πρός τήν διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας, καί ὄχι ὡς συνόλου δυσνόητων νοητικῶν σχήματων. Αὐτή τήν θεολογία πρέπει νά περνᾶ ὁ Κληρικός ἀπό τά Μ.Μ.Ε.
  6. Τέλος, ὑποστήριξε ὅτι ἡ ὅλη παρουσία τῶν Κληρικῶν στά σύγχρονα μέσα ἐνημέρωσης πρέπει νά εἶναι καί αὐτή θεολογική: “Ἡ θεολογία εἶναι ... μιά ὁλόκληρη μεταμορφωμένη ζωή. Τό ὕφος καί ἦθος πρέπει νά εἶναι γεμάτο παράκληση καί παρηγοριά, ἠρεμία καί ψυχραιμία, νηφαλιότητα καί παρρησία.”. Κατέθεσε τήν προσωπική του πείρα ὅτι “τόσο ὁ θεολογικός λόγος ὅσο καί ὁ θεολογικός τρόπος δέν μποροῦν νά εὐδοκιμήσουν εὔκολα στούς νέους τρόπους ἐπικοινωνίας, γιατί ἐκεῖ ἀναζητᾶται ἕνας δημοσιογραφικός καί κοινωνικός λόγος”. Γι’ αὐτό καί χρειάζεται ἰδιαίτερες ἱκανότητες γιά νά προσφερθῆ οὐσιαστικός λόγος μέσα ἀπό τά Μ.Μ.Ε..

Ὁ Σεβασμιώτατος στήν εἰσήγησή του δέν ἀρνήθηκε τήν “νέα προσφορά”, ἀλλά ὑπογράμμισε τήν ἀνάγκη “νά τήν χρησιμοποιοῦμε μέσα στήν ὀρθή ἐκκλησιολογία καί στό πνεῦμα τοῦ ὀρθοδόξου φρονήματος” καί ἐπεσήμανε τόν κίνδυνο τῆς ἐκκοσμικεύσεως τῆς Ἐκκλησίας.
Γιά νά καταλήξη: “Μέσα ἀπό αὐτήν τήν προοπτική χρησιμοποιεῖ κανείς τά Μ.Μ.Ε ... Οἱ Κληρικοί δέν πράττουν τό τραγικό λάθος νά συγχέουν τήν ἐκκλησιολογία μέ τήν κοινωνιολογία.

...Τήν ἱεραποστολή καί τήν μεταμόρφωση τοῦ κόσμου τήν κάνουν οἱ Ἀπόστολοι καί οἱ Πατέρες. Καί ἄν κανείς δέν ἔχει τό ἀποστολικό καί πατερικό φρόνημα, τότε τό κάνει μέ ὑπακοή στήν Ἐκκλησία, ἔχοντας ἐκκλησιαστικό φρόνημα καί ὀρθόδοξη διδασκαλία, ἀκολουθώντας τήν ζωή καί τήν διδασκαλία τῶν Πατέρων...”.

Ὁ κ. Βασίλειος Γιούλτσης, ὁ “ἄνθρωπος τῆς πληροφορικής” στήν Θεολογική Σχολή τῆς Θεσσαλονίκης, εἶναι αὐτός πού μηχανοργάνωσε τήν Σχολή, σύνδεσε τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο στό Παγκόσμιο Ἠλεκτρονικό Διαδίκτυο (Internet), ἐργάστηκε γιά τήν ἵδρυση τοῦ Τηλεοπτικοῦ Σταθμοῦ τῆς Ι. Μητροπόλεως Θεσσαλονίκης, καί, γενικά, διατηρεῖ μιά ἐνεργό παρουσία στόν ἐκκλησιαστικό χῶρο τῶν Μ.Μ.Ε. καί τῆς πληροφορικῆς.

Ἡ εἰσήγησή του, σχετικά μέ τήν παθολογία τῶν Μ.Μ.Ε., ἦταν ἐμπεριστατωμένη καί ἄκρως κατατοπιστική γιά τίς δυνατότητες χρήσης καί τά προβλήματα παράχρησης τῶν Μ.Μ.Ε. ἀπό ἐκκλησιαστικούς παράγοντες. Τό γενικό συμπέρασμα τῆς εἰσηγήσεώς του ἦταν ὅτι μποροῦμε καί πρέπει νά χρησιμοποιήσουμε τά Μ.Μ.Ε. (ραδιόφωνα, ἠλεκτρονικά διαδίκτυα κ.λπ), ἀλλά πρέπει νά εἴμαστε, ἀπό θεματικῆς, ἀλλά καί οἰκονομικοτεχνικής πλευρᾶς, διστακτικοί μέχρι ἀρνητικοί στήν χρήση τῆς τηλεοράσεως, καί μάλιστα στήν ἵδρυση ἐκκλησιαστικῶν τηλεοπτικῶν καναλιῶν.

Ἐκτός ἀπό τούς δύο Εἰσηγητές, τόν λόγο πῆραν καί πολλοί Ἐπίσκοποι καί Καθηγητές, γιά νά διευκρίσουν ὁρισμένα σημεῖα τῶν εἰσηγήσεων ἤ νά πάρουν θέση ἐπί τοῦ σοβαροῦ αὐτοῦ θέματος.

Ν.Γ.