Skip to main content

Περιλήψεις Εἰσηγήσεων: Τὸ ἔργο καὶ ἡ διδασκαλία τοῦ π. Ἰωάννου Ρωμανίδη

Ο π. Γεώργιος Μεταλληνός στήν εισήγησή του παρουσίασε τόν π. Ιωάννη Ρωμανίδη ως "σημείον αντιλεγόμενον", διότι η παρουσία του στήν Ελλάδα καί στό ακαδημαϊκό περιβάλλον συνδέθηκε απ' αρχής μέ φανερή ή συγκεκαλυμμένη αντίδραση εναντίον του, διότι γιά κάποια πρόσωπα ή ομάδες ο π. Ιωάννης αποτελούσε πρόκληση ισχυρή. Καί αυτό, διότι εισήγαγε στόν εκκλησιαστικό μας βίο καί στήν ακαδημαϊκή οικογένεια έναν νέο τρόπο διδασκαλίας τής θεολογικοδογματικής παραδόσεώς μας, συνδέοντας τήν ακαδημαϊκή μας θεολόγηση μέ τήν εμπειρική Πατερική ασκητικονηπτική πράξη. Μέ αυτόν όμως τόν τρόπο εκλόνιζε τήν ηγεμονία τής σχολαστικής μεταφυσικής (παπικής καί προτεσταντικής), ενώ αυτόματα περιθωριοποιούσε κατεστημένες καί πολυθαυμαζόμενες αυθεντίες. Επίσης, προκάλεσε αντιθέσεις καί στόν χώρο τής ιστορίας, διότι, γνωρίζοντας τήν διαχρονική διαλεκτική Ρωμαιοσύνης καί Φραγκοσύνης, μπόρεσε νά προσδιορίση τήν διαμετρική διαφορά στίς προϋποθέσεις καί πραγματώσεις φραγκικού καί ρωμαίϊκου (ελληνορθόδοξου) πολιτισμού καί τίς πραγματικές προϋποθέσεις τής διαφοροποιήσεως καί τελικά αποσχίσεως τής Δυτικής Χριστιανοσύνης. Προσέφερε, έτσι, αυθεντικά ρωμαίϊκα κλειδιά γιά τήν κατανόηση καί ερμηνεία τού πολιτισμού μας.

 Περιλήψεις Εισηγήσεων: Τό έργο καί η διδασκαλία τού π. Ιωάννου ΡωμανίδηΠαρουσίασε διάφορες όψεις τής εναντίον του πολεμικής, όχι μόνον στόν επιστημονικό-ακαδημαϊκό χώρο, αλλά καί σέ διαπροσωπικό επίπεδο, πού άγγιζε τά όρια τής συκοφαντίας καί μιάς αληθινής συνωμοσίας. Τό βεληνεκές αυτής τής στάσης έφθανε μέχρι τούς θεολογικούς Διαλόγους, στούς οποίους μετείχε καί ο π. Ιωάννης, κατηγορούμενος από τούς Έλληνες συναδέλφους του ακόμη καί γιά αιρέσεις, πού φυσικά δέν είχε. Ο φθόνος αποτελούσε, κατά τήν εκτίμηση τού εισηγητού, κίνητρο ισχυρό, ώστε νά επιχειρήται η ηθική εξόντωση καί εκμηδένισή του, όχι μόνον από "εχθρούς", αλλά ενίοτε καί από προσποιούμενους τόν φίλο του, πού διέσπειραν κατηγορίες, τίς οποίες αναπαρήγαν εκείνοι, πού επεδίωκαν τήν μείωση καί αποδυνάμωσή του. Αντίθετα, τήν επιστημοσύνη καί θεολογική προσφορά τού π. Ιωάννη ήσαν σέ θέση νά κατανοήσουν διακεκριμένοι Δυτικοί, πού συχνά εξέφραζαν τόν θαυμασμό τους καί τήν εκτίμησή τους στό πρόσωπο καί τό έργο του.

Τέλος ο εισηγητής τόνισε τήν σημασία τής Ημερίδας πού διοργάνωσε η Ιερά Μητρόπολη Ναυπάκτου καί μέ τήν οποία φανερώνεται γιά άλλη μιά φορά η αγάπη καί ο σεβασμός τού Μητροπολίτου κ. Ιεροθέου πρός «τόν αείμνηστο διδάσκαλό μας καί επιστήθιο φίλο του».

Η κ. Δέσπω Λιάλιου, μαθήτρια τού π. Ιωάννου καί μεταφράστρια κειμένων του από τά αγγλικά, κατέθεσε γραπτώς τήν δική της μαρτυρία πρώτα γιά τήν δυνατή παρουσία καί τήν μεγάλη επίδραση τού π. Ιωάννου στόν χώρο τής ακαδημαϊκής θεολογίας στήν Θεσσαλονίκη καί έπειτα γιά τίς «θεολογικές προϋποθέσεις τής ερμηνευτικής στό έργο τού π. Ιωάννου Ρωμανίδη»

Οι προϋποθέσεις αυτές είναι, μεταξύ άλλων, οι εξής: Τά μεγάλα επιστημονικά, γνωστικά, κοινωνικά, διανοητικά καί θεολογικά εφόδια τού π. Ιωάννη, πού τόν βοήθησαν στήν έκφραση τής ορθόδοξης ερμηνείας τών θεολογικών προβλημάτων τό ότι είχε ως κέντρο τού θεολογικού του προβληματισμού τόν πεπτωκότα άνθρωπο καί τήν πορεία του μέσα στήν ιστορία η αποφυγή τής αντίθεσης Θεός-άνθρωπος στήν σωτηριολογία, σύμφωνα μέ τήν οποία αντίθεση άλλοτε η σωτηρία προέρχεται από τόν Θεό καί ο άνθρωπος τήν υπομένει κατά προορισμό, καί άλλοτε προέρχεται από τόν άνθρωπο κατά τήν νομοτέλεια τών καλών του έργων η ένωση τού λόγου γιά τήν δημιουργία μέ τόν λόγο γιά τά έσχατα καί τής διήγησης τής Γενέσεως μέ τόν λόγο γιά τήν θέωση καί τήν βασιλεία τού Θεού η στήριξη τής ερμηνείας στήν μαρτυρία τών απ' αιώνος αγίων η θεώρηση τής ενότητας τού εκκλησιαστικού βίου η σημασία τής ακτίστου Χάριτος τού Θεού πού αποκαλύπτεται εν δυνάμει καί δόξη τό ότι ο άνθρωπος βρίσκεται διαρκώς σέ μιά πορεία αποδοχής τής θείας Χάριτος στήν πορεία αυτή ο άνθρωπος αναμετράται μέ τίς αντίθεες δυνάμεις καί όχι μέ τόν Θεό.

Επίσης, ο π. Ιωάννης αποκλείει στόν θεολογικό λόγο τήν προσωπική αυθαιρεσία καί αυτοσχεδιασμό ή τό θρησκευτικό βίωμα μιάς ψυχολογικής ανάγκης ή παρέκκλισης. Αντίθετα τόν στηρίζει πάντα στόν βίο καί στήν διδασκαλία τών αγίων. Η τεκμηρίωση τών πατερικών κειμένων γίνεται μέ κριτήριο τόν έλεγχο τής συνοδικής πράξης τής Εκκλησίας, όπως «καρποφορεί στήν λατρεύουσα κοινότητα» στήν συγκεκριμένη εποχή καί τό συγκεκριμένο περιβάλλον. Η θεολογία είναι εφαρμοσμένη επιστήμη, αφού έχει άμεση εφαρμογή στήν μαρτυρία τής εκκλησιαστικής κοινότητας, τής θεωτικής εμπειρίας καί ομολογίας, στήν ζωή τής μετανοίας καί τήν παράκληση τού Αγίου Πνεύματος. Δέν αποδέχεται τήν χαώδη ερμηνεία εκτός τής ιστορίας. Χαρακτηριστικό είναι η κριτική εναντίον τών ερμηνευτών τής Αγίας Γραφής πού ξεχνώντας τήν ιστορία προσπαθούν νά κάνουν ιστορικά άλματα 20 αιώνων καί πραγματοποιούν μιά αποκεκομμένη από τήν ιστορική εκκλησιαστική συνέχεια ερμηνεία.

Ο κ. Αντώνιος Παπαδόπουλος εκθέτοντας τίς αναμνήσεις του από τόν π. Ιωάννη Ρωμανίδη μίλησε γιά τόν «καημό» τού π. Ρωμανίδη, πού ήταν η «εμπειρική δογματική», αυτός ο όρος πού χρησιμοποίησε γιά πρώτη φορά ο Μητροπολίτης Ναυπάκτου Ιερόθεος πού συστηματοποίησε τήν προφορική διδασκαλία τού π. Ιωάννη. Αυτήν τήν εμπειρική διάσταση τής δογματικής, καί τής θεολογίας εν γένει, τόνιζε πάντα ο π. Ιωάννης στούς φοιτητές του, μιλώντας γιά τήν γνώση τού Θεού, γιά τήν ησυχία, τήν άσκηση, τήν νήψη, τήν Αγία Γραφή, τόν Όντα, τόν ζωντανό Θεό τών ζωντανών Πατέρων. Όλος ο κόσμος, έλεγε ο π. Ρωμανίδης, έγινε γιά τήν ενανθρώπηση τού Χριστού, γιατί διά τού Χριστού γεφυρώνεται τό κτιστό μέ τό άκτιστο καί έτσι σώζεται. Οι εντολές τού Θεού δέν είναι απλές κουβέντες, αλλά λόγος-ενέργεια τού Θεού, καί όταν ένας θεόπτης εφαρμόζη τό θέλημα, τόν λόγο τού Θεού, ενδύεται τήν θεία ενέργεια καί έτσι γίνεται φορέας τού Αγίου Πνεύματος, όχι πηγή. Πηγή τής ακτίστου Χάριτος είναι η ανθρώπινη φύση τού Χριστού.

Ο π. Ρωμανίδης ανέλυε μέ τά κριτήρια αυτά τήν Μεταμόρφωση τού Χριστού καί γελοιοποιούσε ενώπιον τών φοιτητών τούς αντιησυχαστές. Τήν ησυχία καί τήν προσευχή τήν δίδαξε ο Κύριος στούς μαθητές Του. Έτσι ο ησυχασμός καί η νήψη παραδίδονται από τίς Διαθήκες, όπως υπογράμμιζε ο π. Ιωάννης. Ο Ησυχασμός είναι φαινόμενο μέ αναφορά όχι μόνον σέ κάποιο τμήμα τής Εκκλησίας (τούς Ιεράρχες-Μοναχούς), αλλά καί σ' όλα τά μέλη καί τά επίπεδα τού εκκλησιαστικού σώματος, αφού όλοι οφείλουμε νά είμαστε νηπτικοί. Η αρχή αυτή διέκρινε τόν π. Ιωάννη Ρωμανίδη σ' όλα τά θέματα πού ανέπτυσσε, δογματικά, διαλόγου, ιστορικά, αλλά καί σέ κάθε ευκαιρία μιλούσε γιά τήν νήψη εν ησυχία καί προσευχή. Έδιδε ιδιαίτερη προσοχή στόν Ορθόδοξο Μοναχισμό σέ Ανατολή καί Δύση. Υπεστήριζε ότι καί στήν Δύση υπήρχε πρό τών βαρβαρικών επιδρομών ο ησυχασμός. Γι' αυτό καί επέμενε νά μεταφυτευθή στήν Αμερική ο μοναχισμός, γιά νά συνεχισθή εκεί η παράδοση τής κάθαρσης, τού φωτισμού καί τής θεώσεως, καί, όπως είπε ο εισηγητής, «ο Θεός άκουσε τίς δεήσεις του» καί σήμερα πλησιάζουν τίς είκοσι οι ορθόδοξες Ιερές Μονές στίς Η.Π.Α.

Επίσης, ο κ. Παπαδόπουλος κατέθεσε τίς μαρτυρίες ότι ο αείμνηστος πατρολόγος Παναγιώτη Χρήστου τού είχε εκμυστηρευθή ότι ο π. Ρωμανίδης γνώριζε καλύτερα από τόν ίδιο τούς Πατέρας, μαρτυρία πολύ σημαντική άν αναλογισθή κανείς ότι ο Χρήστου έφερε τούς Πατέρες στήν νεώτερη επιστήμη τής θεολογίας. Επίσης μαρτύρησε ότι ο π. Ιωάννης λειτουργούσε ως Ιερέας, τό μάθημά του είχε μεγάλη απήχηση στούς φοιτητές καί ανέφερε διάφορα περιστατικά από τήν κατάθεση τής διατριβής του, τούς Διαλόγους, τίς παραδόσεις σέ φοιτητές.

Αναφέρθηκε καί στά προσωπικά του προβλήματα, εκφράζοντας τήν πεποίθησή του ότι ο π. Ιωάννης είχε οπωσδήποτε πνευματικές εμπειρίες στήν νεότητά του, δοκιμάσθηκε μέσα στό καμίνι τών περισπασμών τής καθηγητικής έδρας, γιά νά φθάση καί πάλι στό τέλος τής ζωής του στό δωμάτιο-κελλί του νά ζή μέ προσευχή καί αγρυπνίες.

Ο κ. Σταύρος Γιαγκάζογλου, αφού εξέφρασε τήν χαρά του γιατί ο π. Ιωάννης Ρωμανίδης ήταν ένας από τούς καθηγητές στούς οποίους μαθήτευσε, πού επηρέασε καί γονιμοποίησε θετικά τήν σκέψη του, ανέπτυξε τό θέμα «Η σημασία τού περί τού προπατορικού αμαρτήματος έργου τού π. Ιωάννου Ρωμανίδη γιά τήν Εκκλησία καί τήν θεολογία». Μίλησε εισαγωγικά γιά τό θεολογικο-ιστορικό πλαίσιο μέσα στό οποίο εμφανίσθηκε η διατριβή τού π. Ρωμανίδη, γιά τούς άξονες τής διατριβής, γιά κάποιες πτυχές τής διένεξής του μέ τόν Π. Τρεμπέλα καί τέλος γιά τήν σημασία τής διατριβής. Τό θεολογικό πλαίσιο περιέγραψε μέ τόν όρο τού π. Φλωρόφσκι «βαβυλώνεια αιχμαλωσία» τής θεολογίας, ανέλυσε εν συντομία τί σήμαινε η αιχμαλωσία αυτή, η οποία ευθύνεται καί γιά όλες τίς αντιδράσεις πού δέχθηκε ο π. Ρωμανίδης, ο «αμερικανοτραφής» θεολόγος πού «έφερε στίς αποσκευές του τούς Πατέρες» από τήν Αμερική στήν Ελλάδα. Σημείωσε ότι είναι πρός τιμήν τής Θεολογικής Σχολής Αθηνών ότι τελικά αποδέχθηκε τήν διατριβή τού π. Ρωμανίδη, παρά τίς αντιδράσεις.

Τά θέματα πού ασχολήθηκε η διατριβή ήταν πολλά καί σημαντικά, δογματικά, χριστολογικά, εκκλησιολογικά, αναστηλωτικά τών ορθοδόξων δογμάτων καί τής ορθοδόξου πίστεως, αντιρρητικά πρός τόν δυτικό, παπικό καί προτεσταντικό σχολαστικισμό καί τήν νοησιαρχία. Μίλησε γιά τήν πτώση, τήν αμαρτία, τήν ασθένεια ψυχής καί σώματος, τήν σωτηρία, τόν ορθόδοξο προορισμό τού ανθρώπου, τήν θέωση, τά Μυστήρια κλπ. Υπογράμμισε ο εισηγητής τά πάμπολλα καινοτομικά στοιχεία τής διατριβής, όπως τήν ορθή αφομοίωση τών πατερικών κειμένων, τά ορθά κριτήρια ανάγνωσης τών Πατέρων, τήν επικέντρωση-εστίαση στήν ουσία τών προβλημάτων, τόν εμπειρικό χαρακτήρα τής θεολογίας, τήν παρουσίαση γιά πρώτη φορά τής αλήθειας ότι τό δικανικό πνεύμα είναι μιά παρερμηνεία τού Ευαγγελίου κλπ.

Επίσης αναφέρθηκε στούς δογματικούς άξονες τού έργου: τήν διασάφιση τών δογμάτων ως πρός τήν Τριαδολογία, τήν διδασκαλία γιά τό Σώμα τού Χριστού ως πηγή τής ακτίστου Χάριτος, τήν σύνδεση Πνευματολογίας καί Χριστολογίας, τήν διδασκαλία ότι η Εκκλησία είναι τό Σώμα τού Χριστού, τήν εναργή ανάλυση τής εκ τού μή όντος δημιουργίας τού κόσμου, τόν τονισμό τής ελευθερίας ως πρός τήν ανθρωπολογία, τήν διάκριση ουσίας καί ενεργείας, τό μεθεκτό καί αμέθεκτο τού Θεού κ.ά. Γενικά, ο π. Ρωμανίδης μέ άξονα τό προπατορικό αμάρτημα συνόψισε όλη τήν εκκλησιαστική δογματική.

Όσον αφορά τίς θεολογικές διενέξεις πού δημιουργήθηκαν μέ άλλους καθηγητές, τελικά, όπως τόνισε ο εισηγητής, ο π. Ρωμανίδης κέρδισε, αφού καί οι αντίπαλοί του υιοθέτησαν έστω καί σιωπηρώς τίς θέσεις του, όπως π.χ. γιά τήν δικαίωση στήν Παλαιά Διαθήκη, τίς θεοφάνειες τού Ασάρκου Λόγου κλπ. Ως πρός τήν δημοσίευση τής αλληλογραφίας Ρωμανίδη-Τρεμπέλα ο εισηγητής υποστήριξε ότι διαφωτίζει ακόμη περισσότερο τά περί τής συγγραφής τής εξέχουσας αυτής διατριβής.

Ανακεφαλαιώνοντας, τόνισε τήν συμβολή τής διατριβής τού π. Ρωμανίδη στήν αναγέννηση τών πατερικών σπουδών, στήν μελέτη τών κειμένων τού αγίου Γρηγορίου τού Παλαμά, τήν διακήρυξη τού εμπειρικού χαρακτήρος τής θεολογίας, τήν στροφή στούς διακριτικούς καί εμπειρικούς Γέροντες, καί υποστήριξε ότι τώρα ανοίγει η κληρονομιά πού άφησε ο π. Ρωμανίδης στήν θεολογία.

Ο κ. Λάμπρος Σιάσος μέ λόγο πού τόν χαρακτήριζε ποιητική περιεκτικότητα μίλησε γιά «Ρωμανιδικά αλεξίπυρα καί ακαδημαϊκές φλογώσεις». Πιό συγκεκριμένα αναφέρθηκε σέ πειρασμούς τού π. Ιωάννη Ρωμανίδη: κατά τήν έγκριση τής διατριβής του, στήν καθηγητική του ζωή, σ’ ένα στιγμιαίο πειρασμό από μιά κομματική εμπλοκή του, σ’ έναν οξύτερο στό Άαρχους τής Δανίας, κατά τόν διάλογο μέ τούς Αντιχαλκηδονίους καί υπαινικτικά σ’ έναν μέγα καί σ’ έναν τελευταίο πειρασμό του. Οι πειρασμοί τού π. Ρωμανίδη είναι πειρασμοί –φλογώσεις– τών θεολόγων στήν ακαδημαϊκή καί εκκλησιαστική διακονία τους.

Τό ερώτημα πού έθεσε είναι, τό τί κάνουμε εμείς απέναντι στά πεπυρωμένα βέλη τού πονηρού τά δολίως τοξευόμενα στό πεδίο τής δογματικής θεολογίας, τών εκκλησιαστικών αναγκών καί τής ιερής Λατρείας, καθώς ο διάβολος κανοναρχεί διαλόγους, αναγεννήσεις λειτουργικές καί βιβλικές ερμηνείες.

Μέ παραπομπές κυρίως στόν άγιο Διάδοχο Φωτικής παρουσίασε αφ' ενός μέν τούς κινδύνους αλλοίωσης τού εκκλησιαστικού λόγου, αφ' ετέρου δέ τόν ορθό τρόπο τής εκκλησιαστικής –αποστολικής καί πατερικής– θεολογήσεως. Μέ λόγο πού προκαλούσε τόν ακροατή νά σκεφτή καί νά συμπληρώση τά συσκιαζόμενα περιέγραψε τά «αλεξίπυρα» γιά τίς «ακαδημαϊκές φλογώσεις» μέσα από τό παράδειγμα τού π. Ιωάννη Ρωμανίδη.

Τέλος ο π. Γεώργιος Δράγας αναπτύσσοντας τό θέμα «η Πατερική θεολογία ως βάση τής συγχρόνου ορθοδόξου ερμηνευτικής», μίλησε γιά τίς διδασκαλίες, τά μηνύματα καί τήν «νεοπατερική σύνθεση» τού π. Γεωργίου Φλωρόφσκι, κοινού διδασκάλου τού π. Ιωάννου καί τού ιδίου, πρός τούς μαθητές του, τά οποία καί εφήρμοσε καί συστηματοποίησε ο π. Ιωάννης Ρωμανίδης. Ο Φλωρόφσκι «δέν ζήτησε νέους συγχρόνους Πατέρας», δηλαδή μιά μεταπατερική ή νεωτερική σύνθεση, αλλά επισήμανε τήν αποκάθαρση τής ορθόδοξης αγιοπατερικής θεολογίας από τά ετερόδοξα στοιχεία πού τήν επισκίασαν.

Μίλησε γιά τήν «ψευδομορφωμένη θεολογία», τόσο στήν Ρωσία από τόν Μ. Πέτρο καί μετά, όσο καί στήν Ελλάδα, μετά τήν Άλωση, τήν οποία επιζητά νά διορθώση η «νεοπατερική σύνθεση» τού π. Φλωρόφσκι γιά τήν ερμηνεία τής Βίβλου από τά τέκνα τής Εκκλησίας πού είναι θεόπτες καί έχουν τήν ίδια εμπειρία τής θεώσεως μέ αυτήν τών Προφητών, Αποστόλων, Ευαγγελιστών καί Πατέρων γιά τήν θεολογική προτεραιότητα πού έχει τό Ευαγγέλιο τού Ιωάννου ως πρός τά άλλα Ευαγγέλια τά οποία συμπληρώνει καί ολοκληρώνει γιά τήν σωτηρία καί τελείωση τού κόσμου μέσω τών ακτίστων ενεργειών τού Θεού γιά τήν τριαδολογική ερμηνεία τής Παλαιάς Διαθήκης, τήν οποία αρνούνται οι μεταπατερικοί θεολόγοι.

Ο π. Γεώργιος Δράγας τόνισε ότι η ερμηνεία τής Βίβλου καί η θεολογία μέ τά ορθόδοξα κριτήρια είναι ερμηνεία καί θεολογία τής Εκκλησίας, τής Παραδόσεώς της, τού Ευαγγελίου, τού Φωτός. Απέρριψε δέ κάθε «ψευδομορφωμένη νεοπατερική» ή «μεταπατερική» προσπάθεια ερμηνείας ως αντιεκκλησιαστική, αντιπαραδοσιακή καί, βεβαίως, αδιέξοδη καί αναποτελεσματική.

  • Προβολές: 2655