Γράφτηκε στις .

Κύριο Θέμα: Δεκάλογος ἐκτροπῆς τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Μεταμορφώσεως ἀπὸ τὴν κανονικὴ καὶ νόμιμη τάξη

Ἰερα Μητρόπολις Ναυπάκτου καὶ Ἁγίου Βλασίου

Ἡ Ἱερὰ Μονὴ Μεταμορφώσεως διαφέρει ἀπὸ ὅλα τὰ Μοναστήρια, τόσο τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ὅσο καὶ τῶν ἄλλων Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν. Δὲν εἶναι μιὰ Μονὴ ποὺ πορεύεται σύμφωνα μὲ τὸ κανονικὸ καὶ ἐκκλησιαστικὸ δίκαιο, ἀλλὰ μιὰ Μονὴ ἡ ὁποία δὲν τηρεῖ στοιχειώδεις κανόνες καὶ νόμους γιὰ τὴν διοίκησή της καὶ λειτουργεῖ μὲ κοσμικὴ καὶ ἐμπορικὴ νοοτροπία.

Μὲ πολλὴ συντομία θὰ παρουσιασθοῦν δέκα (10) ἐνδεικτικὰ σημεῖα ποὺ δείχνουν τὴν ἐκτροπὴ τῆς Μονῆς ἀπὸ τὴν κανονικὴ καὶ νόμιμη τάξη, μιὰ ἐκτροπὴ ποὺ ἔχει ἐπισημανθῇ ἀπὸ τὴν Ἱερὰ Σύνοδο τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, ἤδη ἀπὸ τὸν Ἰανουάριο τοῦ 1999, πρὶν δεκατρία (13) χρόνια:

«Ἡ αὐτόθι κατάστασις ἔχει ὁπωσδήποτε ἐκτραπεῖ ἔκ τε τῆς εὐαγγελικῆς καὶ τῆς κανονικῆς ὁδοῦ» (263/19-1-1999 τῆς Ἱερᾶς Συνόδου).

Ἡ Συνοδικὴ αὐτὴ διαπίστωση εἶχε γίνει στὴν ἀρχὴ τῆς ἀρχιεπισκοπείας τοῦ μακαριστοῦ Χριστοδούλου πρὶν ἀκόμη ἀρχίσουν νὰ ἐκδίδωνται ἡ μία μετὰ τὴν ἄλλη οἱ Συνοδικὲς Ἀποφάσεις ποὺ κατεδίκαζαν τὴν Ἱερὰ Μονή, μετὰ ἀπὸ ἀναφορὲς καὶ καταγγελίες τῆς ἴδιας τῆς Μονῆς, καὶ οἱ ὁποῖες κατέληξαν τελικὰ στὶς πρόσφατες πρωτοφανεῖς γιὰ τὰ ἐκκλησιαστικὰ δεδομένα Συνοδικὲς Ἀποφάσεις (περὶ ἀκοινωνησίας, διαλύσεως τοῦ νομικοῦ προσώπου τῆς Μονῆς, διορισμὸ Διοικητικῆς καὶ Διαχειριστικῆς Ἐπιτροπῆς, διαγραφὴ μοναχῶν ἀπὸ τὸ μοναχολόγιο).

Εἶναι πρωτοφανὴς γιὰ τὰ μοναστικὰ δεδομένα ἡ συμπεριφορὰ καὶ ἡ νοοτροπία τῶν ἰθυνόντων στὴν Ἱερὰ Μονή, ἀλλὰ καὶ τῶν λοιπῶν ἐγκαταβιούντων σὲ αὐτήν, οἱ ὁποῖοι συμφωνοῦν ἐν παντὶ μὲ τοὺς πρώτους.

1. Παρεκκλησιαστικὴ ὀργάνωση προτεσταντικοῦ χαρακτῆρα

Ὁ τρόπος μὲ τὸν ὁποῖον λειτουργεῖ ἡ Ἱερὰ Μονὴ συνιστᾶ μιὰ παρεκκλησιαστικὴ ὀργάνωση προτεσταντικοῦ χαρακτῆρα ποὺ ἀντιπαρατάσσεται τόσο πρὸς τὴν Ἱερὰ Σύνοδο ὅσο καὶ πρὸς τὸν Μητροπολίτη της. Πάνω ἀπὸ τριάντα (30) χρόνια δὲν ὑπακούει οὔτε στὴν Ἱερὰ Σύνοδο οὔτε στοὺς κατὰ καιροὺς Μητροπολῖτες.

Μάλιστα δὲ ὑπάρχουν θλιβερὰ κείμενα, τὰ ὁποῖα δημοσίευσε ἡ ἴδια ἡ Ἱερὰ Μονὴ στὰ ὁποῖα φαίνεται ἡ ἀνταρσία καὶ ἡ ἐπιθετικότητα τῶν μοναχῶν τῆς Μονῆς ἔναντι τῶν Μητροπολιτῶν. Οἱ παλαιοὶ Ναυπάκτιοι γνωρίζουν τὸ πρόβλημα αὐτὸ καὶ πολλοὶ ὑπῆρξαν αὐτόπτες καὶ αὐτήκοοι μάρτυρες διαφόρων γεγονότων.

Ἡ Ἱερὰ Μητρόπολη δὲν ἔπρεπε νὰ ἀνεχθῇ αὐτὴν τὴν ἀλλοίωση τοῦ ὀρθοδόξου μοναχισμοῦ, τὴν διάσπαση καὶ διαρκὴ ταραχὴ τῆς κοινωνίας τῆς ἱστορικῆς πόλεως καὶ Μητροπόλεως Ναυπάκτου.

Ἡ Ἱερὰ Μονὴ Μεταμορφώσεως δημιούργησε μιὰ γενιὰ Χριστιανῶν μὲ ἔντονα ἀντιεκκλησιαστικὲς ἀρχές, μὲ πνεῦμα ἱεροκατηγορίας καὶ κυρίως μὲ πνεῦμα καταφρόνησης καὶ περιφρόνησης τῶν Μυστηρίων τῆς Πίστεώς μας: τῆς Ἀρχιερωσύνης, τῆς Μετανοίας, τῆς θείας Εὐχαριστίας. Ἡ περιφρόνησή τους πρὸς τὰ Μυστήρια φαίνεται στὴν ἀντιμετώπιση τῆς ἀκοινωνησίας τους. Μένουν ἄλλοι ἐπὶ μία πενταετία καὶ ἄλλοι γιὰ ἕνα καὶ πλέον ἔτος ἀκοινώνητοι, συνεχίζοντας νὰ κάνουν ὅλες τὶς ἄλλες δραστηριότητές τους, δίνοντας κάκιστο παράδειγμα στοὺς Χριστιανούς.

Ἔφθασαν στὸ σημεῖο νὰ προσφύγουν στὸ Σ.τ.Ε. γιὰ θέμα χειροτονίας τῶν μοναχῶν σὲ Διακόνους καὶ Πρεσβυτέρους, ὥστε ἡ Ἱερὰ Σύνοδος νὰ ἐκφράση τὸν ἀποτροπιασμό της:

«Ὀρθόδοξος Ἡγούμενος αἰτούμενος παρ' ἑνὸς κοσμικοῦ Δικαστηρίου τὴν λῆψιν ἀποφάσεως πρὸς ἐπιβολὴν τελέσεως τοῦ Μυστηρίου τῆς Ἱερωσύνης! Θλιβερὸν τὸ ὀλίσθημα!» (1634/9-5-2003 Ἱερᾶς Συνόδου).

Καὶ τὸ ἀποκορύφωμα τῆς ἀσέβειας εἶναι ἡ τέλεση «λειτουργίας» ἀπὸ τὸν ἀκοινώνητο καὶ πολλαπλῶς ἐπιτιμημένο Ἱερομόναχο μὲ τὴν ἐπιβράβευση τοῦ καθοδηγητοῦ του. Ἡ Ἱερὰ Μονὴ λειτουργεῖ ὡς μιὰ παρεκκλησιαστικὴ ὀργάνωση μὲ ἔντονο προτεσταντικὸ χαρακτῆρα, ἀφοῦ δὲν ὑπακούει στὴν Ἐκκλησία, τὴν Ἱερὰ Σύνοδο καὶ τὸν Ἐπίσκοπο. Ἡ Ἱερὰ Σύνοδος σὲ ἔγγραφό της ἀπεφάνθη:

«Ἀποτελεῖτε μοναδικὴν ἐξαίρεσιν ἀπειθαρχίας, ἀνυπακοῆς καὶ ἐλλείψεως σεβασμοῦ εἰς τὰ κανονικὰ μοναχικὰ θέσμια καὶ τὸν θεσμὸν τῆς Ἐκκλησίας» (3039/27-8-2009 Ἱερᾶς Συνόδου).

Καὶ σὲ ἄλλο ἔγγραφό της γράφει:

«Ἐκφράζομεν ὅμως οὐ μόνον τὴν ἀπορίαν ἀλλὰ καὶ τὴν βαθυτάτην θλῖψιν ἡμῶν ὅταν εἷς Ἡγούμενος καὶ ἐπὶ τριακονταπενταετίαν Ἱεροκῆρυξ ἐκφράζει μίαν τόσον ἀκραίαν καὶ ἀντορθόδοξον ἄποψιν, γέμουσαν ἐκκοσμικεύσεως καὶ πολιτειοκρατικὴς ἀντιλήψεως» (1634/9-5-2003 Ἱερᾶς Συνόδου).

Αὐτὴ ἡ πολιτειοκρατικὴ ἀντίληψη –ποὺ τελικὰ οὔτε στοὺς νόμους τῆς Πολιτείας ὑπακούει ἂν δὲν τὴν συμφέρουν– συνιστᾶ ἕναν ἐν τῇ πράξει Προτεσταντισμό.

Ἡ παρεκκλησιαστικότητα τῆς Ἱερᾶς Μονῆς θὰ φανῇ καὶ ἀπὸ τὰ ὅσα θὰ παρατεθοῦν πιὸ κάτω.

2. Ἀλλοίωση τοῦ μοναχικοῦ πολιτεύματος

Ἡ Ἱερὰ Μονὴ Μεταμορφώσεως εἶναι κατ' ὄνομα Μονή, στὴν πραγματικότητα ὅμως λειτουργεῖ ὡς μιὰ κοσμικὴ ὀργάνωση-σωματεῖο, ἡ ὁποία δημιουργήθηκε ἐντὸς τῆς πόλεως, οὐσιαστικὰ γιὰ νὰ κυριαρχήση στὴν πόλη καὶ νὰ καταλάβη τὴν Μητροπολιτικὴ ἕδρα.

Πρὸς τοῦτο ἱδρύθηκαν καὶ λειτουργοῦν Ἑταιρεῖες, Σωματεῖα καὶ Σύλλογοι, οἱ ὁποῖοι δορυφοροῦν τὴν Ἱερὰ Μονὴ καὶ παρατηρεῖται διοικητικὴ καὶ οἰκονομικὴ σύγχυση ὅλων αὐτῶν τῶν μορφωμάτων. Ὁ Ἡγούμενος καὶ οἱ μοναχοὶ ἀποτελοῦν μέλη καὶ τῆς Μονῆς καὶ τῶν διαφόρων Σωματείων καὶ Ἑταιρειῶν. Ὁπωσδήποτε ὅλος αὐτὸς ὁ τρόπος λειτουργίας τῆς Ἱερᾶς Μονῆς εἶναι ἀντικανονικὸς καὶ εἶναι ἀπὸ τοὺς λόγους γιὰ τοὺς ὁποίους τιμωρήθηκε ἀπὸ τὸ Συνοδικὸ Δικαστήριο ὁ τότε Ἡγούμενος π. Σπυρίδων Λογοθέτης μὲ τὴν ποινὴ τῆς ἐκπτώσεως ἐκ τῆς θέσεώς του, ἡ ὁποία ἀπόφαση δὲν τηρεῖται.

Ἡ Ἱερὰ Σύνοδος ἔχει ἀποφανθῇ:

«Ἡ ἄσκησις τῆς ἐμπορίας ἢ πάσης αὐτὴ συναφοῦς πράξεως τυγχάνη ἀπαράδεκτος δι’ ὃ καὶ ἀπηγορευμένη εἰς τοὺς Μοναχούς, εἰς τοὺς πάσης φύσεως Κληρικούς, ἀλλὰ καὶ κυρίως εἰς τοὺς ἐκ τῆς τάξεως τῶν Μοναχῶν προερχομένους Κληρικοὺς» (2005/15-6-2006 Ἱερᾶς Συνόδου).

Ὁ πρώην Ἡγούμενος τῆς Μονῆς καταδικάσθηκε ἀπὸ τὸ Δευτεροβάθμιο Συνοδικὸ Δικαστήριο γιὰ ἀλλοίωση «τοῦ ὀρθοδόξου μοναχισμοῦ, διὰ συμπήξεως Σωματείων καὶ ἐμπορικῶν Ἑταιρειῶν (Ε.Π.Ε.)» «μετὰ τῶν ὑπ' αὐτοῦ καθοδηγουμένων μελῶν τῆς μοναχικῆς τοῦ Ἀδελφότητος, οὕς καὶ παρέσυρεν ἐν τῇ εἰρημένῃ ἀποκλίσει ἀπὸ τοῦ ὀρθοδόξου μοναχικοῦ πολιτεύματος, εἰσάγων κοσμικὰς ἀντιλήψεις καὶ μεθοδεύσεις ἐν ταῖς καρδίαις αὐτῶν» (9/2006 Ἀπόφαση Δευτεροβαθμίου Συνοδικοῦ Δικαστηρίου).

3. Αὐθαιρεσίες - Παρανομίες

Ὅλα τὰ κτήρια, τὰ ὁποῖα ἔχουν ἀνοικοδομηθῇ στὴν Ἱερὰ Μονὴ εἶναι κατὰ διαφόρους βαθμοὺς αὐθαίρετα καὶ παράνομα. Αὐτὸ ἀποδεικνύεται ἀπὸ τὸ ὅτι δὲν προσκομίζονται τὰ ἐγκεκριμένα σχέδια ποὺ ἀπεικονίζουν τὰ κεντρικὰ κτήρια στὴν Ἱερὰ Μονή, προφανῶς γιατί δὲν ἀνταποκρίνονται μὲ τὴν ὑπάρχουσα κατάσταση, καὶ ἀπὸ αὐτοψίες ποὺ ἔγιναν ἀπὸ τὴν Ναοδομία καὶ τὴν Πολεοδομία.

«Ἐν περιπτώσει ἀπωλείας τῶν ἐγκεκριμένων διὰ τῆς ἀδείας ἀνοικοδομήσεως τῆς Ἱερᾶς Μονῆς ἀρχιτεκτονικῶν στοιχείων, ἤτοι ὑπάρχοντος μόνου τοῦ στελέχους τῆς ἐν λόγῳ ἀδείας δομήσεως δὲν δυνάμεθα νὰ ἀποφανθῶμεν περὶ τῆς νομιμότητος τῶν ὑπαρχόντων κτιρίων, καθὼς δὲν δύναται νὰ ἐλεγχθῇ πλέον ἐὰν πράγματι τηροῦνται ἢ ὄχι τὰ ἐγκεκριμένα σχέδια. Ἐλέγχεται βεβαίως κατὰ πόσον ἡ ἀπώλεια τῶν ἐγκριθέντων ἀρχιτεκτονικῶν σχεδίων εἶναι ἀληθὴς ἢ εἰκονική. Εἰς τοιαύτην ὅμως περίπτωσιν κωλύεται ἡ συνέχισις τῶν ἐργασιῶν ἀνεγέρσεως, ἡ δὲ ἐξακολούθησίς των εἶναι παράνομος, καθ' ὅσον δὲν εἶναι δυνατὸς ὁ ἔλεγχος τῆς κατασκευῆς καὶ ἡ θεώρησις τῆς ἀδείας» (4658/2-10-2008 ΕΚΥΟ).

Ὁ Ξενῶνας ποὺ ἀνεγέρθηκε στὴν Ἱερὰ Μονὴ εἶναι αὐθαίρετο κτίσμα καὶ σύμφωνα μὲ ἀπόφαση τῆς Πολεοδομίας πρέπει νὰ κατεδαφιστῇ. Ἡ ὑπόθεση ἐκκρεμεῖ στὰ πολιτικὰ Δικαστήρια στὰ ὁποῖα προσέφυγε ἡ Μονή. «Ἡ Ἱερὰ Μονὴ ἀνήγειρε Ξενῶνα ἄνευ ἀδείας τῆς Ναοδομίας, ἄνευ γνώσεως τοῦ Μητροπολίτου καὶ ἄνευ ἐγκρίσεως δημοπρασιῶν ὑπ' αὐτοῦ, ἐν συνεχείᾳ δὲ παρεπλάνησε τὴν Πολεοδομίαν Ναυπάκτου ἵνα μετατρέψη τὸν ἐν λόγῳ Ξενῶνα εἰς Κέντρον Ἐκπαιδευτικῆς Κατάρτισης (Κ.Ε.Κ.)» (1634/9-5-2003 Ἱερᾶς Συνόδου).

Γιὰ τὸ νέο Καθολικὸ τῆς Ἱερᾶς Μονῆς ἐξεδόθη ἄδεια ἀνεγέρσεως ἀπὸ τὴν Ναοδομία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, ἀλλὰ δὲν τηρήθηκαν οἱ προϋποθέσεις τῆς ἀνεγέρσεως, ἤτοι ἔγκριση δημοπρασιῶν, ἐγγραφὴ στοὺς ἀπολογισμοὺς καὶ προϋπολογισμοὺς κλπ. καὶ ἡ Ναοδομία ἀπεφάνθη ὅτι ὑπάρχει πρόβλημα. Ἔγραφε στὸν Μητροπολίτη:

«Θεωροῦμεν εὐσεβάστως ὅτι, ἐὰν δὲν ἔχουν τηρηθῇ αἱ ὡς ἄνω κείμεναι διατάξεις, ὀφείλετε νὰ δηλώσετε ὅτι δὲν ἐπευλογεῖτε τὰς οἰκοδομικὰς ἐργασίας, ὅτι δὲν πρόκειται νὰ τελέσητε τὰ θυρανοίξια τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ καὶ νὰ καλέσητε τὴν ἐν λόγῳ Ἱερὰν Μονὴν νὰ τηρήση τὰς νομίμους διαδικασίας διὰ τῆςἹερᾶς Μητροπόλεως, ἐὰν ἐπιθυμεῖ τὴν ὁλοκλήρωσιν τοῦ Ναοῦ, δηλῶν ὅτι ἄνευ τοιαύτης προβλεπομένης ὑπὸ τῶν νόμων καὶ τῶν κανονισμῶν διαδικασίας πᾶσα ἐργασία ἀνεγέρσεως τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ εἶναι παράνομος» (4658/2-10-2008 ΕΚΥΟ).

4. Ἀνέλεγκτη διαχείριση

Ἡ Ἱερὰ Μονὴ Μεταμορφώσεως δὲν δέχεται ἔλεγχο οὔτε ἀπὸ τὴν Μητρόπολη, οὔτε ἀπὸ τὴν Ἱερὰ Σύνοδο οὔτε ἀπὸ τοὺς ἐπιθεωρητὰς δημοσίων διαχειρίσεων.

Ἡ Ἱερὰ Μητρόπολη δὲν ἐνέκρινε τοὺς ἀπολογισμοὺς ποὺ κατατίθενται, ἐπειδὴ ἦταν πλασματικοί, δηλαδὴ δὲν ἐγγράφονταν ποσὰ ποὺ εἰσπράττονται ἀπὸ τὸ Κράτος. Ἤδη ἡ Μονὴ εἶναι ἀνέλεγκτη ἀπὸ τὰ ἔτη 1997-1998 μέχρι σήμερα.

Ἡ Ἱερὰ Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος διέταξε ἔλεγχο καὶ ἀπεστάλησαν ἐπιθεωρητὲς τῆς ΕΚΥΟ, ἀλλὰ ἡ Ἱερὰ Μονὴ δὲν δέχθηκε νὰ γίνη ἔλεγχος, προσέφυγε μάλιστα στὸ Σ.τ.Ε ἐναντίον τῆς ἀποφάσεως τῆς Ἐκκλησίας γιὰ νὰ μὴν γίνη ἔλεγχος ἀπὸ τὴν Ε.Κ.Υ.Ο.

Ἡ Ἱερὰ Σύνοδος διαπιστώνει γιὰ τὴν Ἱερὰ Μονὴ ὅτι «δὲν συνεμορφώθη ἕως σήμερον πρὸς τὰς ἐντολὰς τοῦ Μητροπολίτου Ναυπάκτου καὶ Ἁγίου Βλασίου κ. Ἱεροθέου περὶ διενεργείας διαχειριστικοῦ ἐλέγχου καὶ περὶ παραδόσεως βιβλίων καὶ στοιχείων εἰς τὴν Ἱερὰν Μητρόπολιν Ναυπάκτου καὶ Ἁγίου Βλασίου, ὥστε νὰ παραμένη παντάπασιν ἀνέλεγκτος ὑπὸ τῶν ἐκκλησιαστικῶν ἀρχῶν ἡ ἐν λόγῳ ἐκκλησιαστικὴ διαχείρισις» (4905/22-8-2011 Ι. Συνόδου).

Ἀκόμη δὲ καὶ ὁ ἔλεγχος ἀπὸ τοὺς ἐπιθεωρητὲς δημοσίων διαχειρίσεων δὲν ὁλοκληρώθηκε ἀπὸ τὸ ἔτος 2005, διότι δὲν προσκομίζονται στοὺς ἐπιθεωρητὲς τὰ αἰτηθέντα στοιχεῖα. Ἀποτελεῖ πρόκληση τὸ ὅτι διετάχθη ἔλεγχος ἀπὸ τὸ 2005 μὲ διϋπουργικὴ ἀπόφαση, ἤτοι τοῦ Ὑπουργοῦ Οἰκονομικῶν καὶ τοῦ Ὑπουργοῦ Ἐθνικῆς Παιδείας, ἀνακοινώθηκε στὴν Βουλὴ τῶν Ἑλλήνων καὶ δὲν ἔχει ὁλοκληρωθῆ γιὰ ἑπτὰ (7) ὁλόκληρα χρόνια.

Ὁ Ἐπιθεωρητὴς τῆς ΕΚΥΟ διεπίστωσε ὅτι: «Ἀπὸ ὅσα στοιχεῖα διαθέτουμε προκύπτει ὅτι ἡ διαχείριση τῆς Μονῆς λειτουργεῖ ὑπὸ ἕνα ἰδιότυπο μεθοδευμένο καθεστώς, τὸ ὁποῖο ἐν πολλοῖς καταστρατηγεῖ τὸν Νόμο» καὶ ὅτι «ἡ πεισματική, ἐκ μέρους τῆς Μονῆς, παρεμπόδισή μας νὰ προσεγγίσουμε τὰ διαχειριστικὰ στοιχεῖα θεμελιώνει ἀρκούντως τὸ τεκμήριο τῆς ἀδυναμίας ἀντοχῆς στὸν ἔλεγχο» (77/29-10-2001).

5. Ἀδιαφάνεια καὶ κατάχρηση ἐκκλησιαστικοῦ καὶ δημοσίου χρήματος

Τὸ προηγούμενο δείχνει ὅτι ὑπάρχει ἀδιαφάνεια στὰ οἰκονομικὰ τῆς Ἱερᾶς Μονῆς μὲ τὴν σύγχυσή της μὲ τὶς Ἑταιρεῖες καὶ τὰ Σωματεῖα καὶ τὴν μὴ ὁλοκλήρωση τοῦ ἐλέγχου. Εὔλογα, συνεπῶς, εἶναι τὰ ἐνδεχόμενα κατάχρησης δημοσίου καὶ ἐκκλησιαστικοῦ χρήματος.

Ἀπόδειξη αὐτοῦ τοῦ γεγονότος εἶναι ὅτι ἡ Ἱερὰ Μονὴ εἰσέπραξε παρανόμως ἀπὸ τὴν ΔΟΥ Ναυπάκτου ὑψηλὰ ποσὰ ΦΠΑ καὶ ὕστερα ἀπὸ ἔλεγχο ἐντέλλεται νὰ ἐπιστρέψη στὸ Κράτος περίπου 1,2 ἑκατομμύρια εὐρώ. Ἡ Ἱερὰ Μονὴ προσέφυγε στὰ Δικαστήρια ἐναντίον τῆς ἀποφάσεως τῆς Δ.Ο.Υ. Ναυπάκτου καὶ ἀπερρίφθησαν οἱ προσφυγές τους, ὁπότε ὀφείλει νὰ τὰ ἐπιστρέψη.

Ἐπίσης, στὴν Ἱερὰ Μονὴ ἔγινε ἐπένδυση ὕψους 650 ἑκατομμυρίων δραχμῶν καὶ ἀπὸ τὸν ἔλεγχο ποὺ ἔγινε ἀποδείχθηκε ὅτι ἡ ἐπένδυση εἶναι προβληματική, διότι δὲν προσκομίσθηκαν τὰ ἀπαραίτητα στοιχεῖα καὶ ἤδη διερευνᾶται το νὰ ἐκδοθῇ ἀπόφαση νὰ ἐπιστραφοῦν στὸ Κράτος τὰ εἰσπραχθέντα ἀπὸ τὴν Ἱερὰ Μονὴ ποσά.

Ἀπὸ τὰ γεγονότα αὐτὰ τεκμαίρεται ὄχι μόνον ἀδιαφάνεια, ἀλλὰ καὶ βάσιμο ἐνδεχόμενο κατάχρησης τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ καὶ δημοσίου χρήματος.

Ὁ Ἐπιθεωρητὴς τῆς ΕΚΥΟ διαπιστώνει:

«Ἡ ὅλη ἀρνητικὴ συμπεριφορὰ τῆς Μονῆς καὶ ἡ ἐκδηλωθεῖσα παρακώλυση τοῦ ἐλέγχου εἶναι παράνομη, προκλητικὴ καὶ ἀσφαλῶς περιφρονητικὴ ἔναντι τῆς ἐννόμου τάξεως, τῆς Ἱερᾶς Συνόδου καὶ τοῦ ἔχοντος τὴν ἐντολὴ ἐλέγχου Ἐπιθεωρητοῦ. Παρόμοιες τακτικὲς δὲν συμβάλλουν ἢ μᾶλλον ἔχουν ἀρνητικὲς ἐπιπτώσεις στὴν ἐμπέδωση τῆς νομιμότητος, τῆς εὐταξίας, τῆς διαφάνειεας καὶ τῆς χρηστῆς διαχειρίσεως στὸν ἐκκλησιαστικὸ χῶρο» (Ἀναφορά, 51/19-2-2001).

6. Ἀκυβερνησία τῆς Ἱερᾶς Μονῆς

Ὕστερα ἀπὸ ἀνακρίσεις ποὺ ἔγιναν ἀπὸ Γραμματέα τῆς Ἱερᾶς Συνόδου σχηματίσθηκε πόρισμα 400 περίπου σελίδων καὶ τὸ Δευτεροβάθμιο Συνοδικὸ Δικαστήριο ἐπέβαλε στὸν τότε ἡγούμενο Σπυρίδωνα Λογοθέτη τὸ 2006 τὴν ποινὴ τῆς ἐκπτώσεως ἐκ τῆς θέσεως τοῦ Ἡγουμένου. Ἡ ἀπόφαση ἐπικυρώθηκε ἀπὸ τὸ Σ.τ.Ε. μετὰ ἀπὸ προσφυγὴ τοῦ ἰδίου τοῦ πρώην Ἡγουμένου. Παρὰ ταῦτα στὴν Ἱερὰ Μονὴ γιὰ ἕξι (6) χρόνια δὲν ὑπάρχει νόμιμη διοίκηση Ἠγουμενοσυμβουλίου.

Ἤδη ὅλο αὐτὸ τὸ διάστημα ἀπὸ τὸ 2006 μέχρι σήμερα στὴν Ἱερὰ Μονὴ παρουσιάζονται τρεῖς Ἡγούμενοι. Ὁ τιμωρηθεὶς π. Σπυρίδων Λογοθέτης ποὺ ἐξακολουθεῖ νὰ φέρη τὰ διακριτικὰ γνωρίσματα τοῦ Ἡγουμένου ὁ ἐκλεγεὶς ἀπὸ τὴν Ἀδελφότητα π. Εἰρηναῖος Κουτσογιάννης, ὁ ὁποῖος παραιτήθηκε, ἀνεκάλεσε τὴν παραίτηση καὶ ποτὲ δὲν ἀνέλαβε τὴν ἠγουμενία καὶ ὁ π. Ἱερώνυμος Δελημάρης, ὁποῖος ἐξελέγη παρανόμως Ἡγούμενος, ἐνῷ εἶχε τὸ ἐπιτίμιο τῆς ἀκοινωνησίας. Δὲν ὑπάρχει προηγούμενο σὲ Ἱερὰ Μονή, ἡ ὁποία ἀποτελεῖ κατὰ νόμο Νομικὸ Πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου, ποὺ νὰ μὴν ὑφίσταται διοίκηση καὶ νὰ ἐξακολουθῆ νὰ φέρεται ὡς Ἡγούμενος ὁ καταδικασθεὶς ἀπὸ τὰ Συνοδικὰ Δικαστήρια, γιὰ τὸν ὁποῖον ρητῶς τὸ Σ.τ.Ε. ἀπεφάσισε νὰ ἀπομακρυνθῇ ἀπὸ τὴν διοίκηση τῆς Μονῆς, μὲ ἐντελῶς αὐστηρὴ διατύπωση, ἤτοι «γιὰ λόγους δημοσίου συμφέροντος».

Ἡ Ἱερὰ Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος διαπιστώνει ὅτι: «Συνιστᾶ δὲ ἀπείθεια ὁλοκλήρου τῆς Ἀδελφότητος ἡ μὴ εἰσέτι ἐκλογὴ νέου Ἡγουμένου» (3663/30-10-2009 Ἱερᾶς Συνόδου). Τὸ δὲ νέο Ἠγουμενοσυμβούλιο ποὺ ἐξελέγη μετὰ ἀπὸ τέσσερα ἔτη ἀπὸ τὴν ἔκπτωση τοῦ πρώην Ἡγουμένου «παρὰ τὴν ἀπόρριψιν τῶν κατὰ τῆς ἀνωτέρω ἀποφάσεως τοῦ Συνοδικοῦ Δικαστηρίου αἰτήσεων ἀναστολῆς (ΕπΑνΣτΕ 512/2007, 267/2009) καὶ αἰτήσεως ἀκυρώσεως (ΣτΕ 686/2011) μέχρι σήμερον δὲν ἔχει ἀναλάβει καθήκοντα» (4904/22-8-2011).

7. Ποινικὰ ἀδικήματα

Ἐναντίον τῆς Ἱερᾶς Μονῆς ἐκινήθη ἡ πολιτικὴ δικαιοσύνη. Ἤδη ἐξεδόθηκαν δύο ἀποφάσεις. Ἡ μία ἀπόφαση γιὰ ἀπείθεια ἐπειδὴ δὲν προσεκόμισαν στοὺς ἐπιθεωρητές τὰ αἰτηθέντα γιὰ νὰ γίνη ἔλεγχος καὶ ἐπεβλήθη στοὺς ὑπευθύνους τῆς Μονῆς 4 μῆνες φυλακὴ μὲ ἀναστολή. Ἡ δεύτερη ἀπόφαση γιὰ ἀντιποίηση ἀρχῆς καὶ ἐπεβλήθη ἡ ποινὴ 4 μηνῶν φυλάκισης μὲ ἀναστολή, διότι ἐνῷ δὲν ὑφίσταται κανονικὸ καὶ νόμιμο Ἠγουμενοσυμβούλιο, ἐν τούτοις ὑπέγραφαν διάφορα ἔγγραφα παρανόμως. Ὑπῆρξαν καὶ βαρειὲς καταδίκες γιὰ τὸν θάνατο τοῦ Γεωργίου Κουτσοσπύρου στὶς Κατασκηνώσεις τῆς Ἱερᾶς Μονῆς.

Ἡ Ἱερὰ Σύνοδος ἀπεφάνθη:

«Ἐπὶ πλέον δὲ ἡ ἐν λόγῳ Ἱερὰ Μονὴ διὰ τῶν ἐκνόμως ἐμφανιζομένων ὡς δῆθεν νομίμων ἐκπροσώπων της θέτει προσκόμματα εἰς τὸ ἐλεγκτικὸν ἔργον... ὡς συνάγεται τόσον ἐκ τῆς ἀπὸ 27.4.2011 ἐκθέσεως γεγονότων τῶν ἐν λόγῳ Ἐπιθεωρητῶν, ὅσον καὶ ἤδη ἐκ τῆς ἀπὸ 24.6.2011 καταδικαστικῆς ἀποφάσεως τοῦ Μονομελοῦς Πλημμελειοδικείου Ναυπάκτου περὶ ἐπιβολῆς ποινῆς φυλακίσεως τεσσάρων μηνῶν ἐπὶ τριετεῖ ἀναστολὴ δι' ἀπείθειαν κατ' ἐξακολούθησιν...» (4904/22-8-2011).

8. Καταφρόνηση ἀποφάσεων τῆς Ἱερᾶς Συνόδου

Ἡ Ἱερὰ Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, τὸ ἔτος 2007 ἐπέβαλε τὴν ποινὴ τῆς ἀκοινωνησίας στοὺς τέσσερεις ὑπευθύνους μοναχοὺς ἐπειδή, σὺν τοῖς ἄλλοις, δὲν ἐφαρμόζουν τις πάνω ἀπὸ 60 ἀποφάσεις της.

Ἐξαναγκάσθηκε δὲ ἡ Σύνοδος τὸ ἔτος 2011 νὰ ἐπεκτείνη τὸ ἐπιτίμιο τῆς ἀκοινωνησίας σὲ ὅλη τὴν Ἀδελφότητα καὶ νὰ προκαλέση τὴν ἔκδοση Προεδρικοῦ Διατάγματος γιὰ τὴν κατάργηση τοῦ Νομικοῦ Προσώπου τῆς Ἱερᾶς Μονῆς καὶ τὴν συγχώνευσή της μὲ τὴν Ἱερὰ Μονὴ Ἀμπελακιώτισσας.

Τελευταῖα δὲ ἐπειδὴ ἡ Ἱερὰ Μονὴ δὲν ἔδειξε πνεῦμα συνεργασίας γιὰ νὰ λυθοῦν τὰ κανονικὰ καὶ νομικὰ ζητήματα ἡ Ἱερὰ Σύνοδος ἐπέμεινε στὰ ἐπιτίμια τῆς ἀκοινωνησίας καὶ παρήγγειλε στὸν Μητροπολίτη νὰ διορίση τριμελῆ Ἐπιτροπὴ γιὰ τὴν διοίκηση καὶ διαχείριση τῆς Μονῆς, διέγραψε δὲ δύο μέλη της ἀπὸ τὸ μοναχολόγιο. Οἱ ἀποφάσεις αὐτὲς τῆς Ἱερᾶς Συνόδου εἶναι ἀποτέλεσμα τῆς πλήρους ἀνταρσίας τῆς Ἱερᾶς Μονῆς πρὸς τὴν Μητρόπολη καὶ κυρίως τὴν Ἱερὰ Σύνοδο τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος.

Σὲ Συνοδικὴ Ἀπόφαση γράφεται:

«Ἡ Ἱερὰ Σύνοδος ἐπισημαίνει καὶ ὑπογραμμίζει τὴν ἔντονον ἀποδοκιμασίαν Αὐτῆς διὰ τὴν ἐκδήλως ἀναδιδομένην καταφρόνησιν Αὐτῆς, τόσον ὡς πρὸς τὴν ἀποπνέουσαν ἐμπαιγμὸν καὶ ἀνεπίτρεπτον μεθοδείαν ἐνέργειαν ὅσον καὶ ὡς πρὸς τὸ προσβλητικὸν καὶ ὑβριστικὸν περιεχόμενον τοῦ κειμένου» (3663/30-10-2009).

Ἡ σημαντικὴ ἀπόφαση τῆς Ἱερᾶς Συνόδου κατόπιν ἐξουσιοδοτήσεως τῆς Ἱεραρχίας, ἀποφαίνεται πρὸς τὸν τότε Ἡγούμενο:

«Μὲ τὰς πράξεις ταύτας, διεπράξατε τὸ κανονικὸν παράπτωμα τῆς ἀπειθαρχίας, ἀνυπακοῆς καὶ ἀνταρσίας, οὐχὶ μόνον πρὸς τὸν κατὰ τοὺς Ἱεροὺς Κανόνας Ποιμενάρχην ὑμῶν, ἀλλὰ καὶ πρὸς τὴν Ἱερὰν Σύνοδον τῆς Ἐκκλησίας» (4388/19-12-2001).

9. Μὴ ἐφαρμογὴ ἀποφάσεων τοῦ Σ.τ.Ε.

Οἱ ὑπεύθυνοι τῆς Μονῆς προσέφυγαν ἐπανειλημμένως ἐναντίον τῆς Μητροπόλεως, τοῦ Μητροπολίτου καὶ τῆς Ἱερᾶς Συνόδου στὰ πολιτικὰ δικαστήρια. Ὁ ἀριθμὸς τῶν προσφυγῶν, μηνύσεων, ἀγωγῶν ἀνέρχεται στὸν ἀριθμὸ τῶν διακοσίων (200) !! Μέχρι τώρα ἔχουν ἀλλάξει δέκα (10) τοὐλάχιστον δικηγορικὰ γραφεῖα καὶ προκάλεσαν, μὲ ὑψηλὲς φυσικὰ ἀμοιβές, γνωμοδοτήσεις ἀπὸ καθηγητὲς Πανεπιστημίου, χωρὶς νὰ ἐπιτυγχάνουν τοῦ σκοποῦ τους.

Εἰδικότερα προσέφυγαν ἐπανειλημμένως στὸ Σ.τ.Ε. καὶ ἔχασαν ὅλες τὶς ὑποθέσεις –ἐκτὸς ἀπὸ μία γιὰ τυπικοὺς λόγους–, ἐκκρεμοῦν δὲ καὶ μερικὲς ἄλλες.

Χαρακτηριστικὲς περιπτώσεις μὴ ἐφαρμογῆς τῶν ἀποφάσεων τοῦ Σ.τ.Ε. εἶναι οἱ: περὶ ἐλέγχου ἀπὸ τὴν ΕΚΥΟ (23-3-2001, 777/2001 Ε.Αν., 1391/2001), περὶ προσκομίσεως στὴν Μητρόπολη τῶν πρωτοτύπων παραστατικῶν στοιχείων (770/2004 Ε.Αν. καὶ Πρακτικὰ Παραίτησης 1754/2004), περὶ τῆς ἀκοινωνησίας (685/2011) καὶ περὶ τῆς ποινῆς τῆς ἐκπτώσεως ἐκ τῆς θέσεως τοῦ Ἡγουμένου (686/2011). Ὅλες οἱ σχετικὲς προσφυγές τους ἀπορρίφθησαν καὶ ὅμως ἡ Μονὴ δὲν τὶς τήρησε.

Πλήρης ἀνταρσία καὶ ὡς πρὸς τὴν πολιτικὴ δικαιοσύνη.

Ἤδη προσέφυγαν στὰ Εὐρωπαϊκὰ Δικαστήρια ἐναντίον τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος.

10. Διχασμὸς καὶ ἐχθροπάθεια

Ὁ ἀντικανονικὸς τρόπος μὲ τὸν ὁποῖο εἶναι διοργανωμένη ἡ Ἱερὰ Μονὴ καὶ ἡ νοοτροπία ποὺ τὴν διέπει, εἶχε ὡς ἀποτέλεσμα νὰ σχηματισθῇ ἕνας κύκλος ὀπαδῶν, οἱ ὁποῖοι παραβλέπουν οἰκειοθελῶς ὅλες τὶς παρανομίες καὶ τὶς ἀντικανονικότητες τῆς Μονῆς, ἀγνοοῦν τὰ ποινικὰ ἀδικήματα ποὺ ὑφίστανται καὶ τὴν ἀδιαφάνεια στὴν διαχείριση ἐκκλησιαστικοῦ καὶ δημοσίου χρήματος, ἐπιδίδονται δὲ μὲ τὴν συμβουλὴ καὶ τὴν παρακίνηση τῶν ὑπευθύνων τῆς Μονῆς, σὲ μιὰ κατασυκοφάντηση τοῦ Μητροπολίτου καὶ τῆς Ἱερᾶς Συνόδου, οἱ ὁποῖοι θέλουν νὰ ἐπιβάλλουν τὴν κανονικὴ τάξη καὶ τὴν διαφάνεια. Ἔτσι ὑποπίπτουν σὲ πολλὲς ἀντικανονικότητες ποὺ ἀσφαλῶς ἔχουν ἐπιπτώσεις στὴν πνευματική τους ζωή.

Ἡ ἐχθροπάθεια τῶν μελῶν καὶ τῶν ὀπαδῶν τῆς Μονῆς ἐναντίον τῆς Ἀρχιερωσύνης εἶναι παροιμιώδης καὶ φθάνει μέχρι τὴν ἀσέβεια. Καὶ αὐτὸ ὀφείλεται στὴν νοοτροπία τοῦ καθοδηγητοῦ τους ποὺ θεωρεῖ τὴν κανονικὴ ἀναφορά του στὸν Μητροπολίτη ὡς «νομικὸν καθῆκον» (64/26-5-2003).

Ἡ Ἱερὰ Σύνοδος ἀπεφάνθη:

«Πρόκειται περὶ σπανίας μορφῆς ἐκκλησιαστικῆς ἀσθενείας καὶ κυοφορίας ἐκκλησιαστικοῦ σχίσματος καὶ παρασυναγωγῆς» (3663/30-10-2009).

Ὁ πρῶτος ἀπὸ τοὺς ὀκτὼ συγκεκριμένους ὅρους ποὺ ἔθετε ἡ Ἱερὰ Σύνοδος στὴν Ἱερὰ Μονὴ μὲ τὴν σημαντικὴ ἀπόφασή της κατόπιν ἐξουσιοδοτήσεως τῆς Ἱεραρχίας (Ὀκτώβριος 2001) ἦταν:

«Τὸ συντομώτερον δυνατόν, δέον ὅπως ἀποκαταστήσητε τὰς σχέσεις ὑμῶν μετὰ τοῦ κανονικοῦ Ποιμενάρχου ὑμῶν καὶ παύσητε τὴν ἀνταρσίαν καὶ τὴν ἀνυπακοήν, ἥτις ἐξελίσσεται εἰς ἐν δυνάμει σχῖσμα, ὥστε διὰ τοῦ τρόπου τούτου νὰ βαδίσητε τὸν δρόμον τῆς σωτηρίας καὶ τοῦ ἁγιασμοῦ εἰς ὃν ἐκλήθητε καὶ τοῦτο εἶναι ἀπαραίτητον, "μήπως ἄλλοις κηρύξαντες, αὐτοὶ ἀδόκιμοι γένησθε"» (4388/19-12-2001).

Τὸ Δευτεροβάθμιο Συνοδικὸ Δικαστήριο ἔκρινε ὅτι ὁ πρώην Ἡγούμενος «ὑπεκίνησεν κληρικοὺς καὶ λαϊκοὺς εἰς ἐχθροπάθειαν κατὰ τοῦ οἰκείου αὐτῶν Ποιμενάρχου, τοῦ Μητροπολίτου Ναυπάκτου καὶ Ἁγίου Βλασίου κ. Ἱεροθέου, διαδίδων συκοφαντικοὺς καὶ ἀναληθεῖς ἰσχυρισμοὺς εἰς βάρος Αὐτοῦ» (9/2006). Ὁ Εἰσηγητὴς στὴν Σύνοδο τῆς Ἱεραρχίας Μητροπολίτης Ἠλείας κ. Γερμανὸς εἶπε μεταξὺ ἄλλων: «Κατ' ἐξακολούθησιν καὶ μὲ συγκεκριμένες πράξεις δείχνουν τὴν ἀνυπακοὴν τους εἰς τὸν κυριάρχον Ἐπίσκοπόν τους, παραβαίνοντες τὰς προφορικὰς καὶ ἐγγράφους αὐτοῦ ἐντολάς, διαδίδουν κατ' αὐτοῦ ψευδεῖς εἰδήσεις καὶ συκοφαντίας, ποὺ φθάνουν στὰ ὅρια τῶν κανονικῶν παραπτωμάτων τῆς ἀνταρσίας, τῆς φατρίας καὶ τῆς τυρείας» (Ὀκτώβριος 2001).

Μὲ πολλὴ συντομία, αὐτὸς εἶναι ὁ συνοπτικός, ὁπωσδήποτε δὲ μερικός, δεκάλογος ἐκτροπῆς τῆς Ἱερᾶς Μονῆς ἀπὸ τὴν κανονική, ἐκκλησιαστικὴ καὶ νόμιμη τάξη. Ἡ Ἱερὰ Σύνοδος ἐπανειλημμένως ἔχει συστήσει Ἐπιτροπὲς ἀπὸ Ἱεράρχες καὶ Ἡγουμένους προκειμένου νὰ λυθοῦν τὰ θέματα, ἀλλὰ πάντοτε προσέκρουε στὴν ἀπείθεια τῶν ὑπευθύνων τῆς Μονῆς. Ὁ Μητροπολίτης πολλὲς φορὲς προσπάθησε νὰ λύση τὰ θέματα, ὅμως ἡ Ἱερὰ Μονὴ δὲν ἔκανε κάποιο βῆμα γιὰ τὴν ὁμαλοποίηση τῶν θεμάτων. Ἀντίθετα μάλιστα ἐπεδόθη σὲ μιὰ κατασυκοφάντηση, εἴτε διὰ τῶν ἀνακοινώσεων κατὰ τὶς ἑορταστικὲς ἐκδηλώσεις στὴν Ἱερὰ Μονὴ εἴτε μὲ ἀνώνυμα κείμενα, τὰ ὁποῖα ἐξεδόθησαν μὲ τὴν δική τους ἀσφαλῶς ὑποκίνηση καὶ ἀπὸ διάφορα πρόσωπα, τὰ ὁποῖα δὲν γνωρίζουμε σὲ τί ἀποβλέπουν.

Ἡ περίπτωση τῆς Ἱερᾶς Μονῆς δείχνει σαφέστατα ποιοί εἶναι ὀρθόδοξοι μοναχοὶ καὶ ποιοί ὄχι ποιά εἶναι μέλη πραγματικὰ τῆς Ἐκκλησίας καὶ ποιοί ἀνήκουν σὲ παρεκκλησιαστικὲς ὀργανώσεις ποιοί εἶναι μαθητὲς τοῦ Χριστοῦ καὶ ποιοί εἶναι ὀπαδοὶ αὐτονομημένων Κληρικῶν καὶ μοναχῶν ποὺ δὲν σέβονται τὴν ἐκκλησιαστικὴ τάξη καὶ τοὺς κανόνες τῆς Ἐκκλησίας. Καὶ ὅλοι οἱ «Χριστιανοὶ» αὐτοὶ λησμονοῦν τὸ «πάντα εὐσχημόνως καὶ κατὰ τάξιν γινέσθω» (Α' Κόρ. ἰδ', 40) καὶ ὅτι στὸ τέλος θὰ ἐπικρατήση ὁ πνευματικὸς νόμος.

Ἐκ τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως

ΚΥΡΙΟ ΘΕΜΑ, ΜΟΝΗ ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΕΩΣ - ΕΝΗΜΕΡΩΤΙΚΑ