Skip to main content

ΙΣΤ΄ Ἱερατικό συνέδριο τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεώς μας

ΙΣΤ Ἱερατικό Συνέδριο Μητροπόλεως Ναυπάκτου καί Ἁγίου ΒλασσίουΤήν 30ή Σεπτεμβρίου ἐ.ἔ. στό Πνευματικό Κέντρο τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως στήν Ναύπακτο πραγματοποιήθηκε τό ΙΣΤ΄ Ἱερατικό Συνέδριο τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεώς μας, μέ γενικό θέμα «Μυστήρια καί Ἐκκλησία». Μετά τόν ἁγιασμό γιά τήν ἔναρξη τοῦ Συνεδρίου, ὁ Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης κ. Ἱερόθεος ἔκανε τήν εἰσαγωγική ὁμιλία καί ἔπειτα παρουσίασε τόν κύριο ὁμιλητή, πού ἦταν ὁ Ἀρχιμ. π. Δοσίθεος Κανέλλος, Ἡγούμενος Ἱ.Μονῆς Τατάρνης, μέ θέμα «Ἐφημεριακός Κλῆρος στήν Κωνσταντινούπολη».

Ὁ π. Δοσίθεος ἐξέφρασε τήν συγκίνησή του γιά τήν παρουσία του στήν Ναύπακτο, πόλη γνωστή ἀπό τά νειάτα του, μέ τήν ὁποία τόν συνδέουν πολλά γεγονότα καί πρόσωπα, ὅπως οἱ ἀείμνηστοι Μητροπολίτες Χριστοφόρος καί Δαμασκηνός, Ἱερεῖς π. Χρῆστος Καραγιάννης, π. Δημήτριος Θεοδοσόπουλος, π. Ἀρσένιος Κομπούγιας, π. Ἱερόθεος καί π. Κοσμᾶς Κατσάνοι, ὁ Ἱεροκήρυκας π. Ἀθηναγόρας Καραμαντζάνης πού ζῆ σήμερα στήν Ἱερά Μονή Ὁσίου Διονυσίου τοῦ ἐν Ὀλύμπῳ κ.ἄ. Ἀποσπάσματα τῆς ὁμιλίας του δημοσιεύουμε κατωτέρω.

Μετά τόν π. Δοσίθεο μίλησαν οἱ Ἀρχιμανδρίτες Ἱεροκήρυκες τῆς Μητροπόλεώς μας π. Εἰρηναῖος Κουτσογιάννης, μέ θέμα «Βάπτισμα καί Χρίσμα», καί π. Καλλίνικος Γεωργᾶτος, μέ θέμα «Ἐξομολόγηση».

Μετά τό πέρας τῶν εἰσηγήσεων ἔγινε συζήτηση γιά θέματα πού ἀντιμετωπίζουν οἱ Ἱερεῖς στήν καθημερινή τους ποιμαντική διακονία.

* * *

Ὁ Ἐφημεριακός Κλῆρος στήν Κωνσταντινούπολη
τοῦ Ἀρχιμ. π. Δοσιθέου Κανέλλου, Καθηγουμένου Ἱερᾶς Μονῆς Παναγίας Τατάρνης

Ἀποσπάσματα ἀπό τήν ὁμιλία τοῦ π. Δοσιθέου στό Ἱερατικό Συνέδριο τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεώς μας.
*

«...Ὁ νοῦς μου πετᾶ πρός τήν Κωνσταντινούπολι τήν ἀγαπημένη. Ἐκεῖ θέλω νά μεταφέρω καί τήν ἀγάπη σας. Δέν θά σᾶς μιλήσω γιά τούς ναούς της, οὔτε γιά τ’ ἁγιάσματά της, οὔτε γιά τά κάστρα της. Δέν θά σᾶς μιλήσω οὔτε γιά τόν Πατριάρχη καί τήν Πατριαρχική αὐλή. Γι’ αὐτά μιλοῦν πολλοί καί ἔχουν γράψει πολλά καί γράφουν εἰσέτι.

Θά σᾶς ἀπασχολήσω μέ κάτι πού κανείς μέχρι τώρα δέν καταπιάστηκε. Θά σᾶς μιλήσω γιά συναδέλφους. Γιά τούς δικούς σας ἀνθρώπους. Γιά τούς παπάδες τῆς Πόλης. Γι’ αὐτούς τούς ἥρωες γιά τούς ὁποίους κανείς δέν ὁμιλεῖ, κανείς δέν γράφει. Θά σᾶς μιλήσω γιά ὅσα ἔχω ἀκούσει, γιά ὅσα ἔχω δῆ, γιά ὅσα οἱ ἴδιοι μοῦ ἔχουν διηγηθῆ. Ἱερεῖς μέ οἰκογένειες, σέ μακρυνές ξεχασμένες ἐνορίες, χωρίς ἐνορίτες, σ’ ἕνα περιβάλλον ἐχθρικό. Ἱστορίες ἄγνωστες, ἄλλες συγκινητικές, ἄλλες ἡρωικές, ἀλλά ὅλες ἐνδιαφέρουσες. Φυσικά θά ἀναφερθῶ ἐνδεικτικά, σέ πολύ λίγα, διότι δέν θά ἧτο δυνατόν νά ἀναφέρω στήν ἀγάπη σας ὅλα ὅσα γνωρίζω.

Γιά νά κάνουμε καί μιά σύγκρισι μεταξύ αὐτῶν καί ἡμῶν. Διότι παραπονούμεθα πολλάκις ἀλλά χωρίς λόγο καί αἰτία.
Ζοῦν οἱ ταπεινοί λευίτες τῆς Κωνσταντινουπόλεως σέ ἕνα ἐχθρικό περιβάλλον. Δέν γνωρίζουν ἀπό ποῦ καί ἀπό ποιόν θά ἔρθη ἡ βρισιά, ἡ πέτρα, τό φτύσιμο. Λίγο νά διαταραχθοῦν οἱ σχέσεις μεταξύ Ἑλλάδος καί Τουρκίας, αὐτοί πληρώνουν τά σπασμένα.

Ἐπίσης γνωρίζουν ὅτι ἐκεῖ εἶναι μόνιμοι. Κάθε φυγή πρός τά ἐδῶ ἢ τό ἐξωτερικό σημαίνει καθαίρεσις. Καί ὅμως μένουν ἐκεῖ ἀπό τοῦ χρέους μή κινοῦντες. ...
Ἐμεῖς πολλές φορές ἔχουμε σάν ὄνειρο τήν συνταξιοδότησι. Νά πάρουμε σύνταξι νά γλυτώσουμε ἀπό τριμηνίες, προϋπολογισμούς καί ἀπολογισμούς. Γνώρισα τόν πατέρα Φιλόθεο στήν ἡλικία τῶν 92 ἐτῶν. ... Τόν ἐρώτησα:
-Εἶσθε συνταξιοῦχος; Μοῦ ἀπήντησε:
Ἐμεῖς ἐδῶ δέν γνωρίζουμε τί ἔστι σύνταξις· πεθαίνουμε στό Θυσιαστήριο!
Μετά τρία ἔτη ἔμαθα ὅτι ἐκοιμήθη. Ὅμως ἐκοιμήθη ὡς λειτουργός. Στό Θυσιαστήριο, ἀπό τοῦ χρέους μή κινῶν.
...

Ἐκεῖνο, ἀδελφοί μου, πού εἶναι πολλές φορές ἀνυπόφορο γιά τούς ἱερεῖς τῆς Πόλεως εἶναι ἡ μοναξιά. Χωρίς οἰκογένεια, χωρίς ἐνορίτες.
Περιμένω μιά φορά στόν διάδρομο ἔξω ἀπό τό Πατριαρχικό Γραφεῖο νά μέ δεχθῆ ὁ Πατριάρχης. Δίπλα μου κάθεται ἕνας ἡλικιωμένος ἱερεύς. Περιμένει νά δῆ κι αὐτός τόν Πατριάρχη. Πιάνουμε κουβέντα. «Εἶμαι Ἴμβριος καί ἐφημερεύω στόν Ἅγιο Φωκᾶ στό Ὀρτάκιοϊ (Μεσοχώρι). Ἔχω 15 ἐνορίτες, ἀπ’ τούς ὁποίους οἱ μισοί εἶναι κατάκοιτοι. Δυό θυγατέρες ἔχω, ἀλλά στήν Ἀθήνα μένουν. Ἐδῶ πιά μόνος μένω. Ἔχασα τήν παπαδιά μου ἐδῶ καί δέκα ἑπτά χρόνια. Μόλις πέθανε ἡ παπαδιά μου σκέφθηκα νά φύγω. Πῶς νά ἔμενα πιά μόνος μου, μέ προβλήματα ὑγείας… Τήν ὥρα πού τῆς ἔριχνα λίγο χῶμα στόν τάφο της, πάτερ μου, σάν νά ἄκουσα τήν φωνή της: -Παπᾶ μου, τόσα χρόνια σέ ὑπηρετοῦσα πιστά, καί τώρα φεύγεις καί μέ ἀφήνεις μόνη; Ποιός θά μοῦ ἀνάβη τό καντήλι στόν τάφο; Κι ἔτσι, πάτερ, ἀποφάσισα κι ἔμεινα μόνος μου δέκα ἑπτά χρόνια, σ’ ἕνα κελλάκι τοῦ ναοῦ, στό ὁποῖο γυναίκα δέν πάτησε, μόνος μου τακτοποιοῦμαι καί συντηροῦμαι. Ὅμως ἔχει πολλά σκαλιά καί δέν μπορῶ πιά ν’ ἀνεβοκατεβαίνω. Δέν μέ βαστοῦν τά πόδια μου. Ἔχω καί πολλές ἀρρώστιες… Γι’ αὐτό ἦλθα στόν Πατριάρχη νά μέ ἀφήση νά φύγω, νά πάω στίς κόρες μου»…

Μπαίνει πρῶτος στόν Πατριάρχη. Ἐγώ δεύτερος. Μοῦ λέγει ὁ Πατριάρχης: «Τόν λυποῦμαι, ἔχει πολλές ἀρρώστιες, εἶναι ἠλικιωμένος, ἀλλά ἐάν φύγει θά κλείση ὁ Ἅγιος Φωκᾶς». Ἀπαντῶ: «Παναγιώτατε, ὅλοι ἔχουμε ἀρρώστιες. Ἄλλος λίγες, ἄλλος πολλές. Ἀλλά ὁ πατήρ ἔχει μιά ἀρρώστια ἀνίατη, τήν μοναξιά!»…

Μετά ἀπό δυό χρόνια ἐκοιμήθη. Ἕνας νέος κληρικός εὔελπις τόν διεδέχθη καί λειτουργεῖ τώρα στόν Ἅγιο Φωκᾶ στό Μεσοχώρι.
...

Στά Σεπτεμβριανά ὅλες οἱ ἐκκλησίες τῆς Πόλεως καί τῶν ὁμόρων Μητροπόλεων ὑπέστησαν δηώσεις, καταστροφές καί ἱεροσυλίες ἀφάνταστες. Μιά, ὅμως, ἐγλύτωσε. Ποιά; Οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι στό Φερίκιοϊ.
Τό τί θά συνέβαινε ἐκείνη τήν φοβερή ἀποφράδα νύχτα, στούς λεγάμενους (στούς Τούρκους δηλαδή) ἦταν γνωστό ἀπό ἡμερῶν πολλῶν. Ἔγινε θέμα συζητήσεως στούς θαμῶνες τοῦ ἀπέναντι τοῦ ἱεροῦ ναοῦ καφενείου. Ψιλοκουβεντιάζουν οἱ Τοῦρκοι μεταξύ τους. Ἄλλοι ὑπέρ, ἄλλοι κατά. Κάποιος ἐπεμβαίνει.
—Πρέπει νά προστατέψουμε τήν ρωμαίϊκη ἐκκλησία, διότι σ’ αὐτήν, τό ξέρετε ὅλοι, εἶναι ἕνας παπᾶς πού μᾶς βοηθάει στίς ἀνάγκες μας, στίς ἀρρώστιές μας, στήν ἀνέχειά μας.
—Πάψε, ρέ! Παραμύθια! λένε οἱ φωνασκοῦντες ἀντιτιθέμενοι.
—Θά σᾶς τό ἀποδείξω! Ἀμέσως κιόλας. Δέν ἔχω οὔτε μιά λίρα πάνω μου, ψάξτε με! Θά πάω στό σπίτι τοῦ παπᾶ καί θά σᾶς φέρω 500 λίρες!
Πάει, λοιπόν, καί χτυπάει τήν πόρτα. Ζητάει τά χρήματα παρακαλώντας, λέγοντας πώς ἔχει μεγάλη ἀνάγκη, ἄρρωστη γυναίκα καί ἄλλα τέτοια. Ὁ παπᾶς ἀπαντᾶ:
—Βρέ παιδί μου, δέν ἔχω τόσα χρήματα πάνω μου, καί μάλιστα τέτοια ὥρα. Θά ζητήσω καί ἀπό τίς ἀδελφές μου, ὅμως. Περίμενε!
Συγκεντρώνει το ποσόν καί τοῦ τό δίδει. Τότε ὁ Τοῦρκος τρέχει στό καφενεῖο καί κρατώντας τά χρήματα στά χέρια του ψηλά καί δείχνοντάς τα φωνάζει στούς ὁμοφύλους του:
—Βλέπετε, ὅλοι; Αὐτός εἶναι ὁ παπάς!

Ἔτσι, λοιπόν, ἐκεῖνο τό φρικτό βράδυ τοῦ 1955, ὅλοι οἱ Τοῦρκοι γείτονες περικύκλωσαν τήν ἐκκλησία τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων καί ὅταν ἄρχισαν νά ἔρχονται οἱ παρακρατικοί τραμποῦκοι καί ὁ μαινόμενος ὄχλος μέ ρόπαλα καί μαχαίρια, βρῆκαν τούς ὁμοθρήσκους τους νά προασπίζονται ἀποφασισμένοι τόν ἱερό ναό• «θά περάσετε πάνω ἀπ’ τά πτώματά μας καί ὕστερα θά πειράξετε τόν ναό καί τόν παπά»!

Τό ὄνομα τοῦ ἐφημερίου; Δημήτριος Παπαδόπουλος. «Ἄνους» κατά τόν Πατριάρχη Ἀθηναγόρα. Ταπεινός καί ἀπέριττος, εὐλαβής καί ἀφανής. Ποιός Δημήτριος; Ὁ κατόπιν Οἰκουμενικός Πατριάρχης Δημήτριος! Ἀπό τούς καλυτέρους Πατριάρχας τοῦ 20οῦ αἰῶνος!

Ἂς εἶναι αὐτά τά ὀλίγα, ταπεινό μνημόσυνο γι’ αὐτόν τόν ὑπέροχο Πατριάρχη!
Ὑπάρχουν, ἀδελφοί συλλειτουργοί, καί ἄλλα πολλά. Ἐνθυμοῦμαι ὅμως τόν ἅγιο Γρηγόριο τόν Θεολόγο πού λέγει ὅτι ὁ λόγος δέν πρέπει νά γίνεται «ἀηδής διά τόν κόρον» διό καί τελειώνω ἐδῶ.

Αὐτοί οἱ πρεσβύτεροι ἀξίζουν τόν θαυμασμό μας. Χωρίς ποίμνιο, χωρίς «τυχερά», χωρίς κρατική ἐνίσχυσι, χωρίς καμμιά ἐξουσία (σημειωτέον πώς ἡ κρατική ἐξουσία ἐκεῖ δέν ἀναγνωρίζει καθόλου τούς κληρικούς παρά μόνον τούς ἐφοροεπιτρόπους τῶν βακουφιῶν, οἱ ἱερεῖς καί οἱ ἐπίσκοποι εἶναι ὡς μή ὑπάρχοντες), γαντζωμένοι σάν τά στρείδια στόν βράχο τῆς Μεγάλης τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας, χτυποῦν καμπάνα καί μ’ αὐτήν διαλαλοῦν ὅτι ὑπάρχουν, ὅτι ἡ Ρωμηοσύνη ζῆ καί θά ζῆ ἕως ὅτου ἔλθη ὁ Εὐλογημένος. Ἀμήν.–

  • Προβολές: 3457