Skip to main content

Ἀπὸ τὸ Ἁγιολόγιο τοῦ μηνός: Νεομάρτυς Κυράννα, 28 Φεβρουαρίου

Ἁγία Νεομάρτυς ΚυράνναἩ ἁγία Νεομάρτυς Κυράννα ἔζησε τόν 18ο αἰώνα. Γεννήθηκε στό χωριό Ἀβυσσώκα ἤ Βυρσώκα -τήν σημερινή Ὄσσα τῆς Θεσσαλονίκης- ἀπό γονεῖς εὐλαβεῖς. Ἦταν ἐξαιρετικά ὄμορφη καί αὐτό, ἄλλωστε, ὑπῆρξε ἡ ἀφορμή τοῦ μαρτυρίου της. Τό νά ἦταν μιά κοπέλλα ὄμορφη στά χρόνια τῆς τουρκοκρατίας ἐθεωρεῖτο ἀπό τούς δικούς της ὡς κατάρα καί κακοτυχιά. Γιατί τίς πολύ ὄμορφες κοπέλλες τίς ἅρπαζαν οἱ Τοῦρκοι καί τίς πήγαιναν στό χαρέμι τους.

Τήν ἁγία Κυράννα τήν εἶδε ἑνας γενίτσαρος, πού ἦταν εἰσπράκτορας τῶν φόρων στό χωριό της, καί ἤθελε νά τήν ἐξισλαμίση καί νά τήν νυμφευθῆ. Ἐκείνη ἀρνήθηκε, ἔμεινε σταθερή καί ἀκλόνητη στήν πίστη της, μέ ἀποτέλεσμα νά ὑποστῆ φρικτά βασανιστήρια. Τέλος, ἀφοῦ τήν βασάνισαν καί μέσα στήν φυλακή, τήν κρέμασαν καί ἔτσι παρέδωσε τήν ψυχή της στά χέρια τοῦ Νυμφίου της Χριστοῦ, τόν ὁποῖο ἀγάπησε μέ ὅλη τήν ψυχή της. Τήν στιγμή πού ἡ ψυχή της «πέταξε» στά οὐράνια, τό σῶμα της, καθώς καί ὅλος ὁ χῶρος τῆς φυλακῆς, φωτίσθηκαν μέ ἕνα φῶς ὑπέρλαμπρο.

Τό φῶς αὐτό τό εἶδαν οἱ φυλακισμένοι Χριστιανοί καί σταυροκοπιόντουσαν δοξάζοντας τόν Θεό. Τό εἶδαν, ὅμως, καί κάποιοι μουσουλμάνοι καί τρόμαξαν, ἀφοῦ νόμισαν ὅτι ξέσπασε πυρκαγιά. Κατόπιν ὑποχώρησε τό φῶς, ἀλλά τήν θέση του ἔλαβε ἕνα λεπτό θεσπέσιο ἄρωμα. Τό σῶμα τῆς ἁγίας τό ἐνταφίασαν οἱ Χριστιανοί ἔξω ἀπό τήν Θεσσαλονίκη, στό Κοιμητήριο τῆς ἁγίας Παρασκευῆς. Ἡ μνήμη της ἑορτάζεται στήν Ὄσσα Θεσσαλονίκης, στόν περικαλλῆ Ἱερό Ναό πού ἀνηγέρθη πρός τιμή της τό ἔτος 1840, τήν 8η Ἰανουαρίου, ἀντί τήν 28 Φεβρουαρίου, ἡμέρα τῆς ἐξόδου της, προφανῶς γιά νά μή συμπίπτη μέ τήν Μεγάλη Σαρακοστή.

Ὁ βίος καί ἡ πολιτεία της μᾶς δίνουν τήν ἀφορμή νά τονίσουμε τά ἀκόλουθα:
Οἱ Νεομάρτυρες, μέ τόν θεάρεστο βίο τους καί κυρίως μέ τό μαρτύριό τους, τήν δύσκολη ἐκείνη περίοδο τῆς Τουρκοκρατίας, ἔδιναν θάρρος καί δύναμη στούς σκλαβωμένους Ἕλληνες, ἀναπτέρωναν τό ἠθικό τους καί φούντωναν τήν φλόγα τῆς ἐλευθερίας πού εἶχαν μέσα τους, ἡ ὁποία πολλές φορές, ἀπό τά πολλά βάσανα, κόντευε νά σβήση. Τούς μετοχέτευαν πίστη, ἀνδρεία, θάρρος καί ὑπομονή, γιά νά μποροῦν νά ἀντέξουν μέχρι τό τέλος. Ὁ Πρωτ. π. Γεώργιος Μεταλληνός, στό βιβλίο του «Τουρκοκρατία», γράφει μεταξύ τῶν ἄλλων καί τά ἑξῆς χαρακτηριστικά: «Οἱ Νεομάρτυρες ἦταν μόνιμο στήριγμα τῶν ὑποδούλων, κυρίως μετά τό μαρτύριό τους. Γιατί ἀναγνωρίζονταν ἀμέσως ὡς ἅγιοι καί πρίν ἀπό τήν ἐπίσημη ἀπό τό Πατριαρχεῖο ἀνακήρυξή τους». Καί συνεχίζει: «Οἱ βίοι τῶν Νεομαρτύρων κυκλοφοροῦσαν καί διαβάζονταν, εἴτε μεμονωμένα ἀπό τούς πιστούς, εἴτε στίς ἐκκλησίες ὡς συναξάρια. Ἡ συμβολή τους ἀποδείχθηκε τεράστια. Ἀναγνωρίστηκαν ὡς διακεκριμένοι "ἀγωνιστές τῆς πίστης καί τῆς ἐλευθερίας", πού μέ τή θυσία τους βεβαίωναν ὅτι ὁ ἀντίπαλος δέν ἦταν ἀκαταγώνιστος». Kαί στήν συνέχεια ἀναφέρεται καί στήν διαφορά μεταξύ Νεομαρτύρων καί ἐθνομαρτύρων, καί λέγει ὅτι «οἱ Νεομάρτυρες διακρίνονταν γιά τήν πνευματικότητα καί τήν ἁγιότητά τους, πού φαινόταν στά θαυμαστά σημεῖα, πού συνόδευαν τό μαρτύριό τους. Ἐπίσης, κίνητρο τῶν Νεομαρτύρων «δέν ἦταν τό μίσος ἐναντίον τῶν ἀντιπάλων, ἀλλά ἡ ἀγάπη γιά τό Χριστό καί τούς ἀνθρώπους. Τό μαρτύριό τους ἦταν ὁμολογία τῆς πίστης. Στό δίπτυχο "πίστη καί πατρίδα" οἱ ἐθνομάρτυρες ἔριχναν τό βάρος στήν πατρίδα. Οἱ Νεομάρτυρες ὅμως στήν πίστη».

Οἱ Νεομάρτυρες, ὅπως ἀναφέρει ὁ ὑμνητής τους Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης, ἀποτελοῦν «ἀνακαινισμόν ὅλης τῆς ὀρθοδόξου πίστεως». Στό βιβλίο του πού ἐπιγράφεται «Νέον Μαρτυρολόγιον», τονίζει ὅτι οἱ Νεομάρτυρες εἶναι οἱ Μάρτυρες ἐκεῖνοι οἱ ὁποῖοι ἔχυσαν τό αἷμα τους γιά τόν Χριστό κατά τήν περίοδο τῆς Τουρκοκρατίας. Γράφει χαρακτηριστικά, ὅτι «ὑπόφερναν ἀπό τούς Τούρκους, ἄλλοι διά νά ἐπιστρέψουν εἰς τόν "Μωαμετισμόν", ἀπ’ ὅπου μοναχοί τους ἔφυγαν, καί ἄλλοι διά νά μείνουν εἰς αὐτόν ὅπου ἐπῆγαν στανικῶς, Χριστιανοί ὄντες τό πρότερον». Ἀλλά δέν δείλιασαν οὔτε στιγμή μπροστά στίς ἀπειλές καί τά ἀπάνθρωπα βασανιστήρια, καί γι’ αὐτό ἀξιώθηκαν νά σφραγίσουν τήν μαρτυρία τους γιά τόν Χριστό μέ τό αἷμα τοῦ μαρτυρίου τους. Κάποιοι ἀπό αὐτούς ἦσαν λόγιοι καί ἄλλοι πάλι ἦσαν ἁπλοί ἄνθρωποι. Ὅλοι τους, ὅμως, κατεῖχαν τήν τέλεια πίστη, τήν ἀληθινή ἀνδρεία καί τήν αὐθεντική ἀγάπη.

Τά συναξάρια τῶν Μαρτύρων καί τῶν Νεομαρτύρων ἀποτελοῦν πνευματική τροφή καί πνευματικό ποτό, πού χορταίνει καί ξεδιψᾶ, ὅλους ἐκείνους οἱ ὁποῖοι πεινοῦν καί διψοῦν τήν δικαιοσύνην τοῦ Θεοῦ, δηλαδή τήν τέλεια ἀγάπη. Οἱ μελετητές τοῦ βίου καί τῆς πολιτείας τους, σίγουρα, ἀποκομίζουν μεγάλη ὠφέλεια ἀπό τό τρόπο ζωῆς τῶν ἁγίων αὐτῶν, ἀπό τό ἀγωνιστικό τους φρόνημα καί τόν κατ’ ἐπίγνωση ζῆλο τους, ἀπό τήν πνευματική τους ἀνδρεία, ἀλλά καί τήν φλογερή τους ἀγάπη, πού σάν πύρινη φλόγα πυρπολοῦσε ὅλη τήν ὕπαρξή τους καί γι’ αὐτό ὁρμοῦσαν στό μαρτύριο χωρίς τόν παραμικρό δισταγμό ἤ φόβο.

Ἡ ἐποχή μας, δυστυχῶς, χαρακτηρίζεται ἀπό τό πάγωμα τῆς ἀγάπης τῶν πολλῶν καί τήν χλιαρότητα στήν πίστη, ἀλλά καί ἀπό τήν ἀπροθυμία γιά τήν βίωση τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς, πού ὁδηγεῖ στήν μεταμόρφωση τῶν παθῶν καί τήν σωτηρία. Δηλαδή, πρόκειται οὐσιαστικά γιά τήν ἄρνηση συμπόρευσης μέ τόν Χριστό, τοῦ ὁποίου ἡ παρουσία καί ὁ λόγος ἀνάβουν φλόγα πού καίει τήν καρδιά καί τήν ὁδηγεῖ στήν γνώση τοῦ Θεοῦ. Στήν Ἀποκάλυψη τοῦ Ἰωάννου, ὁ Θεός ἐλέγχει τόν Ἐπίσκοπο τῆς ἐν Λαοδικείᾳ Ἐκκλησίας γιά τήν χλιαρότητά του, λέγοντάς του τούς παρακάτω συγκλονιστικούς καί ἀφυπνιστικούς λόγους: «Ξέρω τά ἔργα σου· οὔτε κρύος εἶσαι, οὔτε ζεστός. Θά ἤθελα νά εἶσαι εἴτε κρύος, εἴτε ζεστός. Ἀλλά ἐπειδή εἶσαι χλιαρός, καί οὔτε ζεστός, οὔτε κρύος, θά σέ ξεράσω ἀπό τό στόμα μου...». Καί στήν συνέχεια, ὑποδεικνύει καί σέ ἐκεῖνον καί σέ μᾶς τόν τρόπο ἀνανήψεως καί θεραπείας», λέγοντας:

«Ἐγώ ὅσους ἀγαπῶ, τούς ἐλέγχω καί τούς παιδαγωγῶ. Δεῖξε λοιπόν ζῆλον καί μετανόησε. Ἰδού, στέκομαι στήν πόρτα καί κτυπῶ. Ἐάν ἀκούση κανείς τήν φωνή μου καί ἀνοίξη τήν πόρτα, θά μπῶ καί θά δειπνήσω μαζί του καί αὐτός μαζί μου. Σέ ἐκεῖνον πού θά νικᾶ θά τοῦ ἐπιτρέψω νά καθήση μαζί μου στόν θρόνο μου, ὅπως καί ἐγώ ἐνίκησα καί ἐκάθησα μέ τόν Πατέρα μου στόν θρόνο του».

ΑΓΙΟΛΟΓΙΟ

  • Προβολές: 4854