Γράφτηκε στις .

Ἀπό τήν Πασχαλινή Ἐγκύκλιο: «Τό μυστήριο τῆς ἐπαφῆς»

τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου κ. ΙΕΡΟΘΕΟΥ

(Ἀπό τήν Πασχαλινή Ἐγκύκλιο γιά τήν Ἱερὰ Μητρόπολη Ναυπάκτου)

Ἡ ἑορτή τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ, τό Πάσχα, εἶναι κεντρική ἑορτή σέ ὅλο τό ἐκκλησιαστικό ἔτος καί εἶναι τό τέλος τοῦ Τριωδίου καί τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, ἀλλά καί ἀρχή μιᾶς ἄλλης περιόδου πού καταλήγει στήν μεγάλη ἑορτή τῆς Πεντηκοστῆς. Αὐτή τήν ἑορτή πανηγυρίζουμε σήμερα καί ὅλη τήν περίοδο τοῦ Πεντηκοσταρίου, ἀλλά καί κάθε Κυριακή, πού εἶναι ἀφιερωμένη στήν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ.

Πολλά γεγονότα ἔγιναν κατά τήν πρώτη ἡμέρα τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ, καθώς καί τίς ἑπόμενες ἡμέρες. Ὁ Χριστός ἐμφανιζόταν στούς Μαθητές Του, πού εἶχαν προετοιμασθῆ κατάλληλα γιά νά Τόν δοῦν Ἀναστάντα καί ἡ ἐμφάνιση αὐτή νά συντελέση στήν σωτηρία τους.

Τήν πρώτη ἡμέρα, ἀργά τό ἀπόγευμα, ὁ Ἀναστάς Χριστός ἐμφανίσθηκε στούς Μαθητές Του, ἐνῶ ἀπουσίαζε ὁ Θωμᾶς, καί τήν ἑπομένη Κυριακή ἐμφανίσθηκε πάλι στούς μαθητές Του, στό Ὑπερῶο, παρόντος τοῦ Θωμᾶ. Ὁ Ἀπόστολος Θωμᾶς ἐπιθυμοῦσε νά βάλη τόν δάκτυλόν του στόν τύπο τῶν ἥλων καί τήν χεῖρα του στήν πλευρά Του γιά νά βεβαιωθῆ γιά τήν Ἀνάστασή Του. Εἶναι γνωστόν ὅτι τά καρφιά τῆς σταυρώσεως δημιούργησαν πληγές στό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ καί ἡ λόγχη ἄνοιξε τήν πλευρά Του ἀπό τήν ὁποία ἔρρευσε αἷμα καί ὕδωρ. Τό νά δῆ ὁ Θωμᾶς τίς πληγές πού προξενήθηκαν ἀπό τόν Σταυρό καί νά τίς ψηλαφήση τό θεωροῦσε ὡς βεβαίωση τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ.

Ὁ Χριστός, μέ τήν ἐμφάνισή Του, μετά ἀπό ὀκτώ ἡμέρες προσκάλεσε τόν Ἀπόστολο Θωμᾶ νά ψηλαφήση τίς πληγές στό σῶμα Του καί στήν πλευρά Του. Αὐτή εἶναι ἡ ἄκρα ταπείνωση-κένωση τοῦ Χριστοῦ, τό νά δεχθῆ νά ψηλαφηθῆ, ἀλλά καί ἡ ἀγάπη Του πρός τόν ἄνθρωπο μέ τό νά τοῦ ἱκανοποιῆ ὅλους τούς ἱερούς πόθους του. Γι’ αὐτό σέ ἕνα τροπάριο τῆς Ἐκκλησίας γράφεται: «Χαίρεις ἐρευνώμενος», δηλαδή ὁ Χριστός χαίρεται ὅταν ἐρευνᾶται. Ὁ Ἀπόστολος Θωμᾶς μόλις εἶδε τόν Χριστό καί ἄκουσε τήν πρόσκλησή Του νά Τόν ψηλαφήση ἀνεφώνησε: «Ὁ Κύριός μου καί ὁ Θεός μου» (Ἰω. κ΄, 19-29). Πρόκειται γιά τήν ὁμολογία τῆς θεότητος τοῦ Χριστοῦ μέ τήν θέα τοῦ ἀναστημένου Σώματος τοῦ Χριστοῦ.
Στό Εὐαγγέλιο τοῦ Ἰωάννου δέν ἐπιβεβαιώνεται ὅτι ὁ Ἀπόστολος Θωμᾶς ψηλάφησε τό ἀναστημένο Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, ἀλλά μόνον καταγράφεται ἡ ὁμολογία του.

 

Ἡ ἐπιθυμία τοῦ Ἀποστόλου Θωμᾶ νά δῆ καί νά ψηλαφήση τίς πληγές στό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ δέν ἦταν ἀπιστία μέ τήν σημερινή ἔννοια τοῦ ὅρου, ἀλλά ἦταν ἐπιθυμία του νά περάση ἀπό τήν πίστη ἐξ ἀκοῆς στήν πίστη ἐκ θεωρίας.

 

Στά τροπάρια, ὅμως, τῆς Ἐκκλησίας γράφεται ὅτι ὁ Ἀπόστολος Θωμᾶς ὁμολόγησε τόν Χριστό, ἀφοῦ προηγουμένως ψηλάφησε τίς πληγές τοῦ Σώματος πού δημιουργήθηκαν ἀπό τόν Σταυρό. «Ὁ δέ ψηλαφήσας καί ἰδών ὡμολόγησέ σε εἶναι Θεόν οὐ γυμνόν καί ἄνθρωπον οὐ ψιλόν (ἁπλοῦν)». Σέ ἄλλο τροπάριο γράφεται ὅτι ὁ Ἀπόστολος Θωμᾶς «ψηλαφήσας τήν πλευράν ἐθεολόγει τόν σαρκωθέντα», ἐγνώρισε ὅτι ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ ἔπαθε στήν σάρκα καί ἐκήρυξε τόν ἀναστάντα Θεό. Ἔτσι, ἡ Ὀρθόδοξη θεολογία συνδέεται μέ τήν ὅραση καί τήν ψηλάφηση τοῦ Χριστοῦ. Σέ ἄλλο τροπάριο γράφεται ὅτι ὁ Ἰωάννης, πού ἀνέπεσε στό στῆθος τοῦ Χριστοῦ, ἀνέλκυσε ἀπό ἐκεῖ τόν βυθό τῆς θεολογίας, ἐνῶ ὁ Θωμᾶς ἀξιώθηκε τοῦ μυστηρίου τῆς θείας οἰκονομίας ἀπό τήν ψηλάφηση, δηλαδή γνώρισε τό μυστήριο τῆς σαρκώσεως τοῦ Χριστοῦ καί μᾶς μυσταγώγησε σέ αὐτό. Ἀκόμη, σέ ἄλλο τροπάριο γράφεται ὅτι ὁ Θωμᾶς τοποθετώντας τήν χεῖρα του στήν πύρινη πλευρά τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ δέν καταφλέχθηκε ἀπό τήν ψηλάφηση, ἀλλά μεταβλήθηκε ἡ δυσπιστία τῆς ψυχῆς του σέ εὐπιστία.

Ἡ ἐπιθυμία τοῦ Ἀποστόλου Θωμᾶ νά δῆ καί νά ψηλαφήση τίς πληγές στό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ δέν ἦταν ἀπιστία μέ τήν σημερινή ἔννοια τοῦ ὅρου, ἀλλά ἦταν ἐπιθυμία του νά περάση ἀπό τήν πίστη ἐξ ἀκοῆς στήν πίστη ἐκ θεωρίας. Δέν ἤθελε μόνον νά ἀκούη ἀπό τούς Μαθητές ὅτι ὁ Χριστός ἀναστήθηκε, ἀλλά ἤθελε νά Τόν δῆ καί νά διαπιστώση τήν Ἀνάσταση μέ τίς αἰσθήσεις του. Αὐτό δείχνει ὅτι ἡ ζωή μέσα στήν Ἐκκλησία εἶναι ἐμπειρία, σχέση πνευματική, ψηλάφηση τοῦ Χριστοῦ. Ἡ Ἐκκλησία δέν εἶναι ἕνα ἀφηρημένο σύστημα, ἀλλά ὁλόκληρη ζωή· ὁ Χριστός δέν εἶναι ἰδεατός, ἀλλά Θεάνθρωπος πού ἔχει ἀναστημένο Σῶμα, τό ὁποῖο λάμπει ἀπό τό Φῶς τῆς θεότητος καί ἔχουμε τήν δυνατότητα νά Τόν ψηλαφήσουμε. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι τό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, πού συνίσταται στά Μυστήρια, ἐκφράζεται ἀπό τά δόγματα καί τούς ἱερούς Κανόνες καί συγκροτεῖται σέ ἕνα συγκεκριμένο ἐκκλησιαστικό πολίτευμα. Ἡ θεολογία τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ἐμπειρική, εἶναι «τό μυστήριο τῆς ἐπαφῆς». Κοινωνοῦμε τό Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, ἐμεῖς δέ οἱ Κληρικοί ὅταν λειτουργοῦμε τό πιάνουμε στά χέρια μας, ἀσπαζόμαστε τόν Σταυρό, τά ἱερά λείψανα τῶν Ἁγίων, τίς ἱερές εἰκόνες. Καί ὅταν ὁ Χριστιανός προσεύχεται μέ δύναμη πνευματική, ἀγγίζει τήν αἰωνιότητα, συμμετέχει στήν δόξα τοῦ Θεοῦ.

Ἀγαπητοί μου ἀδελφοί,

Ὁ Ἀναστάς Χριστός δέν εἶναι ἕνας ἄνθρωπος πού ἔζησε κάποτε, ἀλλά εἶναι ὁ Θεάνθρωπος πού εἶναι πάντα μαζί μας. Ἡ ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ δέν εἶναι ἕνα γεγονός τοῦ παρελθόντος, ἀλλά βιώνεται μέσα στήν ἐκκλησιαστική ζωή. Ἐμεῖς δέν εἴμαστε κάποιοι ἄνθρωποι πού πιστεύουμε θεωρητικά στόν Θεό, ἀλλά εἴμαστε τά μέλη τοῦ ἀναστημένου Σώματός Του. Ὁ Χριστός μᾶς καλεῖ νά Τόν ψηλαφήσουμε καί ἐμεῖς πρέπει νά ἀνταποκρινόμαστε σέ αὐτήν τήν πρόσκληση. Αὐτό εἶναι «τό μυστήριο τῆς ἐπαφῆς», τό μυστήριο τῆς θείας ἐπικοινωνίας.
Εὔχομαι σέ ὅλους χρόνια πολλά καί ἀναφωνῶ: «Χριστός Ἀνέστη».

 

ΕΓΚΥΚΛΙΟΙ