Γράφτηκε στις .

Κύριο ἄρθρο: Ἡ θεολογία καί ἡ «πιθανολογία» - Ἐγκύκλιος Πρωτοχρονιᾶς 2017

Τήν 1η Ἰανουαρίου, ἑορτή τῆς Περιτομῆς τοῦ Χριστοῦ καί ἑορτή τοῦ Μεγάλου Βασιλείου ἑορτάζεται καί ἡ πολιτική Πρωτοχρονιά, ἡ ἀρχή τοῦ νέου ἔτους. Ἔτσι, ἡ σημερινή ἡμέρα μᾶς διδάσκει ὅτι ὁ χρόνος τῆς ζωῆς μας παρέρχεται καί πρέπει νά τόν ἐκμεταλλευόμαστε γιά τήν δόξα τοῦ Θεοῦ καί τήν ἀγάπη πρός τούς συνανθρώπους μας.

Μέ τήν εὐκαιρία αὐτή, πρέπει νά δοῦμε ἕνα χωρίο τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, ἀπό τήν περικοπή πού ἡ Ἐκκλησία καθώρισε νά διαβάζεται σήμερα. Προέρχεται ἀπό τήν πρός Κολοσσαεῖς ἐπιστολή του καί διά τοῦ χωρίου αὐτοῦ μᾶς προτρέπει ὁ Ἀπόστολος νά φροντίζουμε νά μή μᾶς ἐξαπατᾶ ἡ νοοτροπία τοῦ κόσμου, ἀλλά νά ζοῦμε κατά τό θέλημα τοῦ Χριστοῦ. Γράφει: «Βλέπετε μή τις ὑμᾶς ἔσται ὁ συλαγωγῶν διὰ τῆς φιλοσοφίας καὶ κενῆς ἀπάτης, κατὰ τὴν παράδοσιν τῶν ἀνθρώπων, κατὰ τὰ στοιχεῖα τοῦ κόσμου καὶ οὐ κατὰ Χριστόν» (Κολ. β΄, 8).

Στό χωρίο αὐτό τονίζονται δύο σημαντικά σημεῖα:
Πρῶτον, οἱ Χριστιανοί πρέπει νά προσέχουν νά μή ἐξαπατῶνται ἀπό «τά στοιχεῖα τοῦ κόσμου». Προσδιορίζοντας ὁ Ἀπόστολος Παῦλος σέ τί συνίστανται αὐτά τά στοιχεῖα τοῦ κόσμου, κάνει λόγο γιά τήν «φιλοσοφία», τήν «κενήν ἀπάτην», πού στηρίζεται στήν «παράδοσιν τῶν ἀνθρώπων».

Ὡς φιλοσοφία, στήν ὁποία ἀναφέρεται ἐδῶ ὁ Ἀπόστολος Παῦλος, ἐννοεῖται ἡ «πιθανολογία», ὅπως τήν εἶχε ὀνομάσει προηγουμένως, λέγοντας: «μή τις ἡμᾶς παραλογίζηται ἐν πιθανολογία;» (Κολ. β΄, 4). Ἡ φιλοσοφία χρησιμοποιεῖ τούς πιθανούς καί ψευδεῖς συλλογισμούς γιά νά καταλήξη σέ κάποιο συμπέρασμα γιά τόν Θεό. Οἱ συλλογισμοί ὅταν ἀναφέρωνται σέ ἀνθρώπινα θέματα ἔχουν κάποια ἀξία, ἀλλά ὅταν αὐτοί οἱ πιθανοί συλλογισμοί τῆς φιλοσοφίας, χρησιμοποιοῦνται καί γιά τόν Θεό, τότε παράγεται ψευδής θεολογία, ἡ ὁποία εἶναι «κενή ἀπάτη», ὅπως τήν χαρακτηρίζει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος.

Ὁ Ἀδάμ καί ἡ Εὔα στόν παράδεισο μέ μιά τέτοια «πιθανολογία», μέ ἕναν τέτοιο ψευδῆ συλλογισμό, τόν ὁποῖον χρησιμοποίησε ὁ διάβολος, ἐξαπατήθηκαν καί ἀπομακρύνθηκαν ἀπό τόν ζῶντα Θεό, ἔχασαν τήν μετοχή τοῦ Φωτός καί σκοτίσθηκε τό νοερό τῆς ψυχῆς τους. Τέτοια πνευματικά λάθη δέν πρέπει νά γίνωνται πάλι ἀπό τούς Χριστιανούς. Αὐτό τό λέγει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος καί σέ ἄλλη ἐπιστολή: «φοβοῦμαι δὲ μήπως, ὡς ὁ ὄφις Εὔαν ἐξηπάτησεν ἐν τῇ πανουργίᾳ αὐτοῦ, οὕτω φθαρῇ τὰ νοήματα ὑμῶν ἀπό τῆς ἁπλότητος τῆς εἰς τόν Χριστόν» (Β΄Κορ. ια΄, 3).

Δεύτερον, οἱ Χριστιανοί ὄχι μόνον δέν πρέπει νά ἐξαπατῶνται ἀπό «τά στοιχεῖα τοῦ κόσμου», ἀλλά συγχρόνως πρέπει νά στηρίζωνται στήν διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ. Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ἐννοεῖ τήν διδασκαλία πού ἀπεκάλυψε ὁ Χριστός καί μέ αὐτήν ἀπελευθέρωσε τούς ἀνθρώπους ἀπό τήν διδασκαλία τοῦ κόσμου, τήν στοιχειώδη θρησκευτική διδασκαλία, πού ἐπικρατοῦσε τήν ἐποχή ἐκείνη, ὅπως καί σέ κάθε ἐποχή. Δέν μπορεῖ νά συγκριθῆ ἡ διδασκαλία τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ μέ τήν φιλοσοφία-πιθανολογία, τήν «κενήν ἀπάτην», «κατά τήν παράδοσιν τῶν ἀνθρώπων», «κατά τά στοιχεῖα τοῦ κόσμου».

Ὁ Χριστός δέν εἶναι ὁ ἀρχηγός μιᾶς νέας θρησκείας, ἀλλά ὁ ἀληθινός Θεός, πού δίδαξε τούς ἀνθρώπους τήν μόνην ἀλήθεια, ἡ ὁποία ἀναφέρεται στόν Θεό, τήν Ἐκκλησία, τόν ἄνθρωπο, τόν κόσμο, καί στήν πραγματικότητα κατήργησε κάθε ἄλλη θρησκεία. Ἐπίσης, ὁ Χριστός σταυρώθηκε, ἀναστήθηκε, ἀναλήφθηκε στούς οὐρανούς καί ἔστειλε τό Ἅγιον Πνεῦμα, τό ὁποῖο ἀναγεννᾶ τούς ἀνθρώπους μέσα στήν Ἐκκλησία, τό Σῶμα Του. Μέ αὐτόν τόν τρόπο κατήργησε κάθε ψεύτικη καί κενή φιλοσοφία, κάθε θρησκεία πού εἶναι τελικά «κενή ἀπάτη».

Στήν ἐποχή μας, κατά τήν ὁποία ἐρχόμαστε σέ ἐπικοινωνία μέ πολλούς λαούς, μπορεῖ νά ἔχουμε θεωρητικές γνώσεις γιά τόν πολιτισμό τους καί τίς θρησκεῖες τους, ἀλλά ὡς Χριστιανοί πρέπει νά στηριζόμαστε μόνον στόν Χριστό, τήν διδασκαλία πού Αὐτός μᾶς φανέρωσε καί τήν ζωή πού μᾶς παρέδωσε καί ὅλα αὐτά φυλάσσονται στήν Ἐκκλησία πού εἶναι τό Σῶμα Του. Ἔχοντας αὐτόν τόν θησαυρό δέν μποροῦμε νά ἐξαπατώμαστε ἀπό τήν φιλοσοφία τῆς «πιθανολογίας» καί τήν «κενή ἀπάτη», πού στηρίζονται στήν παράδοση τῶν ἀνθρώπων καί τά στοιχεῖα τοῦ κόσμου. Δέν μποροῦμε νά συγκρίνουμε τόν Χριστό μέ κάποιον ἄλλον διδάσκαλο, καί δέν μποροῦμε νά συγχέουμε τήν Ἐκκλησία Του μέ τίς θρησκεῖες, οἱ ὁποῖες ἔχουν τά γνωρίσματα πού περιέγραψε ὁ Ἀπόστολος Παῦλος. Οἱ θρησκειολογικές γνώσεις καί οἱ φιλοσοφικές θεωρίες δέν εἶναι δυνατόν νά ἐξαπατοῦν τόν νοῦ τῶν Χριστιανῶν καί νά τόν ἀπομακρύνουν ἀπό τόν Χριστό.

Οἱ Χριστιανοί στίς Κολοσσές εἶχαν, δυστυχῶς, ἐπηρεασθῆ ἀπό διάφορες ψευδοδιδασκαλίες, γι’ αὐτό ὁ Ἀπόστολος Παῦλος εἶναι πολύ αὐστηρός στήν ἐπιστολή αὐτή καί τούς παραγγέλλει νά μή ἐξαπατῶνται ἀπό τέτοιες ψευδεῖς γνώσεις καί νά μήν ἀπομακρύνωνται ἀπό τήν διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ. Τόν ἴδιο κίνδυνο διατρέχουν καί οἱ Χριστιανοί τῆς ἐποχῆς μας, οἱ ὁποῖοι ἐν ὀνόματι τῶν νέων φιλοσοφικῶν καί θρησκειακῶν γνώσεων καί ρευμάτων ἀπομακρύνονται ἀπό τήν διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ, ὅπως τήν διαφυλάσσει ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία.

Εἴμαστε Ὀρθόδοξοι Χριστιανοί καί πρέπει νά μένουμε σταθεροί στήν διδασκαλία τοῦ Χριστοῦ καί τῆς Ἐκκλησίας, διότι αὐτή ἡ διδασκαλία καί ζωή ὑπερβαίνει κάθε ἄλλη φιλοσοφία καί θρησκευτική γνώση. Νά προσέχουμε νά μή μᾶς παραπλανᾶ κάθε θρησκευτικός συγκρητισμός. Καί δέν πρέπει νά θέττουμε τόν Χριστό μαζί μέ τούς ἄλλους ἀρχηγούς τῶν θρησκειῶν, γιατί αὐτό εἶναι προδοσία τῆς πίστεως.

Ζώντας σέ μιά ἐποχή, κατά τήν ὁποία παρατηρεῖται ἕνας περίεργος θρησκευτικός συγκρητισμός, πρέπει νά μένουμε σταθεροί στήν πίστη καί τήν ζωή τοῦ Χριστοῦ, ὅπως διδάσκει ἡ Ἐκκλησία, γιατί, κατά τόν λόγο τοῦ Ἀποστόλου Πέτρου, «οὐκ ἔστιν ἐν ἄλλῳ οὐδενὶ ἡ σωτηρία∙ οὐδὲ γὰρ ὄνομά ἐστιν ἕτερον ὑπό τόν οὐρανόν τό δεδομένον ἐν ἀνθρώποις ἐν ᾧ δεῖ σωθῆναι ἡμᾶς» (Πράξ. δ΄, 12).

Εὔχομαι ὁ νέος Χρόνος νά εἶναι εὐλογημένος καί κατ’ ἐξοχήν Χριστιανικός, χωρίς ἐκπτώσεις στήν πίστη, στήν ὀρθόδοξη θεολογία, στήν ἐκκλησιαστική ζωή.

Μέ θερμές εὐχές

ὁ Μητροπολίτης

+ Ναυπάκτου καί Ἁγίου Βλασίου

ΙΕΡΟΘΕΟΣ

ΚΥΡΙΟ ΑΡΘΡΟ