Γράφτηκε στις .

Ἀπὸ τὸ Ἁγιολόγιο τοῦ μηνὸς: Προφήτης Ζαχαρίας, 8 Φεβρουαρίου

Ἀπὸ τὸ Ἁγιολόγιο τοῦ μηνὸς: Προφήτης Ζαχαρίας, 8 Φεβρουαρίου

Ὁ Προφήτης Ζαχαρίας, τοῦ ὁποίου τοῦ ὄνομα σημαίνει «μνήμη Θεοῦ», εἶναι ἕνας ἀπό τούς δώδεκα λεγόμενους μικρούς Προφῆτες, ὁ ἑνδέκατος στήν σειρά. Ἦταν γιός τοῦ Βαραχίου καί ἐγγονός τοῦ Ἀδδώ καί ἔζησε τόν 6ο π.Χ. αἰώνα. Καταγόταν ἀπό ἱερατικό γένος. Τήν περίοδο ἐκείνη τῆς ἐπιστροφῆς τῶν Ἰουδαίων ἀπό τήν Βαβυλώνεια αἰχμαλωσία στήν πατρίδα τους, ἦταν πραγματική εὐλογία γι’ αὐτούς ἡ παρουσία τοῦ Προφήτη Ζαχαρία. Τόν ἀπέστειλε ὁ Θεός γιά νά τούς βοηθήση, ἤτοι νά τούς δώση θάρρος, νά τούς στηρίξη, νά τούς παρηγορήση καί νά τούς κρατήση σταθερούς στήν πίστη τῶν πατέρων τους. Τόν ἀπεκάλεσαν κήρυκα τῆς ἐλπίδας. Μαζί μέ τόν σύγχρονό του Προφήτη Ἀγγαῖο ἦταν μέλη τῆς Μεγάλης Συναγωγῆς, ἡ ὁποία ὅρισε τόν Κανόνα τῶν βιβλίων τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης.

Ὁ Προφήτης Ζαχαρίας, μέ τήν ὀξυδέρκεια πού τόν διέκρινε, κατάλαβε ὅτι αὐτό πού θά προφυλάξη τόν λαό τοῦ Θεοῦ ἀπό τήν ἀλλοτρίωσή του ἀπό τά πέριξ ἀλλόφυλα καί ἀλλόθρησκα ἔθνη καί θά τόν κρατήση σταθερό καί ἀκλόνητο στήν πίστη τῶν πατέρων του, ἦταν ἡ ἀνοικοδόμηση τοῦ Ναοῦ. Γι’ αὐτό καί τούς ἐνθάρρυνε στό ἔργο αὐτό, καί παρά τά πενιχρά οἰκονομικά μέσα τά ὁποῖα διέθεταν ὁ Ναός, μέ τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ καί τόν προσωπικό τους ζῆλο, κτίσθηκε. Ὁλοκληρώθηκε, βέβαια, μετά τήν κοίμησή του, ὅμως αὐτό πού ἔχει σημασία εἶναι ὅτι τό ἔργο αὐτό ξεκίνησε μέ τήν ἔμπνευση, τήν παρότρυνση καί τήν καθοδήγησή του.

Τό βιβλίο τοῦ Προφήτη Ζαχαρία ἀποτελεῖται ἀπό 14 κεφάλαια καί διαιρεῖται σέ δύο τμήματα. Τό πρῶτο τμῆμα περιλαμβάνει τά κεφάλαια α΄, 1 ἕως η΄, 23, καί τό δεύτερο τμῆμα περιλαμβάνει τά κεφάλαια θ΄, 1 ἕως ιδ΄, 21. Εἶναι ἀπό τά δυσκολότερα βιβλία τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης λόγῳ τῶν συμβολισμῶν καί τῶν ὁραμάτων. Περιέχει ὁράσεις καί προφητεῖες πού ἀναφέρονται στήν ἀνοικοδόμηση τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ, καθώς καί ἐσχατολογικές προφητεῖες. Δύο ἀπό τίς προφητεῖες του ἀναφέρονται σέ γεγονότα τῆς ζωῆς τοῦ Χριστοῦ, τά ὁποῖα πραγματοποίηθηκαν καί μνημονεύονται στήν Καινή Διαθήκη. Ἡ πρώτη προφητεία ἀναφέρεται στήν θραμβευτική εἴσοδο τοῦ Χριστοῦ στά Ἱεροσόλυμα, μετά τήν ἀνάσταση τοῦ Λαζάρου. Λέγει: «Χαῖρε σφόδρα, θύγατερ Σιών· κήρυσσε, θύγατερ Ἱερουσαλήμ· ἰδού ὁ βασιλεύς σου ἔρχεταί σοι, δίκαιος καί σῴζων αὐτός, πραΰς καί ἐπιβεβηκώς ἐπί ὑποζύγιον καί πῶλον νέον» (Ζαχ. θ΄, 9)∙ καί ἡ δεύτερη κάνει λόγο γιά τά τριάκοντα ἀργύρια, τά ὁποῖα ἦταν τό τίμημα τῆς προδοσίας τοῦ Χριστοῦ ἀπό τόν Ἰούδα. «Καί ἔστησαν τόν μισθόν μου τριάκοντα ἀργυροῦς» (Ζαχ. ια΄, 12).

Ἐτελειώθη ἐν εἰρήνῃ σέ βαθύ γήρας καί ἐνταφιάσθηκε δίπλα στόν τάφο τοῦ Προφήτη Ἀγγαίου.

Ὁ βίος καί ἡ πολιτεία του μᾶς δίνουν τήν ἀφορμή νά τονίσουμε τά ἀκόλουθα:

Γιά νά ἀνοικοδομηθῆ ἕνα ἱερό κτίσμα, ὅπως εἶναι ἕνας Ἱερός Ναός ἤ μία Ἱερά Μονή, σίγουρα χρειάζεται νά ὑπάρχουν καί τά ὑλικά μέσα, ἀλλά πάνω ἀπό ὅλα εἶναι ἀπαραίτητη ἡ εὐλογία τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία χορηγεῖται διά τῆς Ἐκκλησίας. Ἐπειδή ὅ,τι γίνεται μέ εὐλογία γρήγορα τελειώνει, ἀλλά καί στεριώνει. Ἀντίθετα, χωρίς εὐλογία δέν ὑπάρχει προκοπή, ἔστω καί ἄν ὑπάρχουν τά ὑλικά μέσα. Ἔπειτα, χρειάζεται οἱ οἰκοδομοῦντες νά ἔχουν δυνατή πίστη, ἀληθινή εὐλάβεια, κατ’ ἐπίγνωση ζῆλο καί μεγάλη ὑπομονή. Ὅταν ὑπάρχουν τά παραπάνω, τότε καί ἄν ἀκόμη δέν ἐπαρκοῦν τά ὑλικά μέσα, στό τέλος θά εὑρεθοῦν καί θά περισσεύσουν. Διαφορετικά, ὅσο καί νά προσπαθῆ κανείς δέν πρόκειται νά κατορθώση κάτι τό σημαντικό, ἐπειδή ὅπως λέγει ὁ ἱερός Ψαλμωδός: «Ἐάν μή Κύριος οἰκοδομήσῃ οἶκον, εἰς μάτην ἐκοπίασαν οἱ οἰκοδομοῦντες· ἐάν μή Κύριος φυλάξῃ πόλιν, εἰς μάτην ἠγρύπνησεν ὁ φυλάσσων» (Ψαλμ. 126, 1).

 

 

Τόν ἀπέστειλε ὁ Θεός γιά νά τούς βοηθήση, ἤτοι νά τούς δώση θάρρος, νά τούς στηρίξη, νά τούς παρηγορήση καί νά τούς κρατήση σταθερούς στήν πίστη τῶν πατέρων τους. Τόν ἀπεκάλεσαν κήρυκα τῆς ἐλπίδας.

 

 


Τά πάντα μέσα στήν Ἐκκλησία πρέπει νά γίνονται «εὐσχημόνως καί κατά τάξιν», μέ φόβον Θεοῦ καί μέ σεβασμό στήν Ἐκκλησία καί τούς ἐκκλησιαστικούς θεσμούς. Δέν μπορεῖ ὁ καθένας νά κάνη ὅ,τι θέλει, δέν μπορεῖ νά ἀσχημονῆ μέσα στόν Οἶκο τοῦ Θεοῦ. Ὅπου ὑπάρχει ταπείνωση, σεβασμός καί ὑπακοή στούς ἐκκλησιαστικούς θεσμούς, ἐκεῖ ὑπάρχει ἡ εὐλογία τοῦ Θεοῦ καί ἔτσι καί τά πιό δύσκολα μποροῦν νά γίνουν εὔκολα, ἤτοι νά πραγματοποιηθοῦν μέ τόν πιό ἁπλό καί τέλειο τρόπο.

Κάποτε, πρίν ἀπό ἀρκετά χρόνια, σέ μιά ἀπό τίς ἐπισκέψεις μου στό Ἅγιον Ὄρος συναντήθηκα ἔξω ἀπό μία Ἱερά Μονή, στήν ὁποία πήγαινα νά προσκυνήσω, μέ ἕναν ἐρημίτη μοναχό, ὁποῖος ἐξήρχετο ἀπό τήν Ἱερά Μονή. Ἀφοῦ χαιρετηθήκαμε, τόν ἐρώτησα γιά τό πῶς ἔγιναν στό Ἅγιον Ὄρος ὅλα αὐτά τά τεράστια οἰκοδομήματα καί πῶς εὐπρεπίσθηκαν οἱ Ἱεροί Ναοί μέ τόσο ὄμορφες ἁγιογραφίες, δεδομένου ὅτι τότε πού ἔγιναν ὅλα αὐτά δέν ὑπῆρχαν οἱ οἰκονομικές δυνατότητες πού ὑπάρχουν σήμερα, ἀλλά οὔτε καί τά σημερινά τεχνικά μέσα. Καί ἐκεῖνος μοῦ ἀπάντησε:

«Οἱ παλαιοί πατέρες εἶχαν πίστη, ἀληθινή πίστη, μιά πίστη πού μποροῦσε νά  μετακινήση ὄρη, καί ὅλα αὐτά πού βλέπεις εἶναι ἔργα πίστεως. Καί ὅπου ὑπάρχει πίστη, ταπείνωση καί εὐλάβεια, ἐκεῖ ὑπάρχει ὁ Θεός. Καί "ὅπου ἐπιδημήσῃ ὁ ὑπέρ φύσιν Θεός, τά ὑπέρ φύσιν κατά φύσιν περαίνεται". Ἐμεῖς οἱ νεώτεροι δέν ἔχουμε αὐτήν τήν πίστη πού εἶχαν οἱ παλαιότεροι πατέρες, γι’ αὐτό καί δέν μποροῦμε νά κάνουμε πολλά πράγματα, παρά τά περισσότερα ὑλικά μέσα πού ἔχουμε, καί παρά τό ὅτι ἡ σύγχρονη τεχνολογία μᾶς παρέχει μεγαλύτερες δυνατότητες».

Βέβαια, στό θέμα αὐτό διατυπώνεται ἀπό πολλούς καί ἡ ἄποψη ὅτι παλαιότερα βοηθοῦσαν στήν ἀνοικοδόμηση καί συντήρηση τῶν Ἱερῶν Μονῶν τοῦ Ἁγίου Ὄρους καί οἱ Αὐτοκράτορες τῆς Χριστιανικῆς Ρωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας, τοῦ λεγομένου Βυζαντίου, οἱ ὁποῖοι ἔδωσαν γιά τόν σκοπό αὐτόν σημαντικά ποσά. Αὐτό, ἀσφαλῶς, δέν τό ἀρνεῖται κανείς, ἀφοῦ ἀποτελεῖ ἱστορική πραγματικότητα, καί τό μαρτυροῦν τά γραπτά κείμενά τους, καθώς καί οἱ ἐπιγραφές πού ὑπάρχουν στά πολύτιμα ἀφιερώματά τους. Τό ἕνα, ὅμως, δέν ἀναιρεῖ τό ἄλλο. Οἱ Αὐτοκράτορες ἐκεῖνοι, ἐπειδή ἦταν εὐλαβεῖς καί δεκτικοί τοῦ Θείου φωτισμοῦ, δέχονταν τόν φωτισμό καί τήν Χάρη τοῦ Θεοῦ καί γι’ αὐτό γίνονταν ἀρωγοί καί συμπαραστάτες τῶν μοναχῶν ἐκείνων στό θεάρεστο ἔργο τους. Ἔτσι, τό ἕνα συμπληρώνει τό ἄλλο. Δηλαδή, μέ τόν ἕνα ἤ τόν ἄλλο τρόπο τά ἔργα αὐτά εἶναι καρπός πίστης, ἀγάπης, εὐλάβειας καί Θείου φωτισμοῦ.

Ἑπομένως, ὅπου ὑπάρχει πίστη, εὐλάβεια, ταπείνωση καί κατ’ ἐπίγνωση ζῆλος ἐκεῖ ἐπιδημεῖ ὁ Θεός. Καί «ὅπου ἐπιδημήσῃ ὁ ὑπέρ φύσιν Θεός, τά ὑπέρ φύσιν κατά φύσιν περαίνεται».

ΑΓΙΟΛΟΓΙΟ