Γράφτηκε στις .

Γεωργίας Καραγεώργου: Οὐρανία Σπανοῦ, Ἕνα λουλούδι στή Ναύπακτο

τῆς Γεωργίας Καραγεώργου, φιλολόγου

Ἔτσι εἶχε χαρακτηρίσει ὁ πνευματικός της, μακαριστός π. Χαραλάμπης Δέδες, τή μακαριστή Οὐρανία Σπανοῦ. Καί ἦταν πράγματι ἕνα λουλούδι πού ἡ εὐωδία του διήρκεσε σέ ὅλη της τή ζωή, ἀλλά μένει ὡς ἀνάμνηση καί μετά τήν κοίμησή της.

Γεωργίας Καραγεώργου: Οὐρανία Σπανοῦ, Ἕνα λουλούδι στή ΝαύπακτοἩ σεβαστή καί πολύ ἀγαπητή μας Οὐρανία Σπανοῦ, πού πρίν λίγες μέρες ἔφυγε γιά τόν οὐρανό, δέν ἔχει ἀνάγκη λόγων ἐπαινετικῶν, γιατί ὅλοι γνωρίζουν τή βιοτή της στή Ναύπακτο. Αἰσθάνομαι ὅμως βαθιά τήν ἀνάγκη μέ λίγα ἁπλά λόγια νά ἀναφερθῶ μόνο στή διακονία της στό ἔργο τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως, ἐκφράζοντας καί ὅλες ἐκεῖνες πού περάσαμε ἀπό τό οἰκοτροφεῖο τῆς Ἱ. Μητροπόλεως, ἀφενός γιά νά ἐκφράσω τήν εὐγνωμοσύνη μας γιά τήν προσφορά της σέ μᾶς καί ἀφετέρου γιατί σκέφτομαι ὅτι καί κεκοιμημένη μπορεῖ νά μᾶς βοηθήσεη μέ τό παράδειγμα πού ἄφησε.

Μέ γλυκιά νοσταλγία θυμόμαστε ὅσα μᾶς προσέφερε τότε ἡ Ἱερά Μητρόπολη τῆς Ναυπάκτου, πού ἐμεῖς τά ἀπολαμβάναμε ἀπό τρία σεβαστά καί ἀγαπημένα πρόσωπα, τόν μακαριστό π. Ἱερόθεο Κατσάνο, τήν μακαριστή Θεοδώρα Κοτίνη καί τή μακαριστή Οὐρανία Σπανοῦ. Καί οἱ τρεῖς ἦταν ψυχές ἀφιερωμένες στό Θεό καί στήν ἀγάπη τοῦ πλησίον• ἀσφαλεῖς ὁδοδεῖκτες στήν πορεία τῆς ζωῆς μας πού μέ δάκρυα τούς φέρνουμε στό νοῦ μας. Θά ἀναφερθῶ ὅμως σήμερα στήν τελευταία.

Ἡ μακαριστή Οὐρανία Σπανοῦ ἦταν ἄνθρωπος ἀγάπης, πίστης, προσευχῆς, χαρᾶς καί ὁλοκληρωτικῆς ἀφοσίωσης στό Θεό.

Εἶχε ἀγάπη πολλή, ἀνυπόκριτη, ἀπροϋπόθετη, θυσιαστική, μητρική. Μέ συγκίνηση θυμόμαστε ὅτι σχεδόν καθημερινά γυρίζοντας ἀπό τό σχολεῖο της, πρῶτα περνοῦσε ἀπό τό οἰκοτροφεῖο νά μιλήση μέ τήν καθεμιά μας  ξεχωριστά καί κατόπιν πήγαινε στό σπίτι της. Ἂν δέ ἐκείνη προηγεῖτο στό οἰκοτροφεῖο, μᾶς περίμενε ὅλες νά ἐπιστρέψουμε ὡς δεύτερη μητέρα μας. Καί τό βράδυ ἐπανερχόταν γιά τό δεῖπνο καί γιά νά ἐπικοινωνήση ξανά μέ τήν καθεμιά  μας. Καί ἀνάλογα μέ τά θέματα πού ἔπρεπε νά ἐπιλύση, ἔφευγε πολλές φορές μετά τήν δωδεκάτη νυχτερινή. Καί διέσχιζε τίς παγωμένες χειμωνιάτικες νύχτες τή μισή Ναύπακτο γιά νά ἐπιστρέψη στό σπίτι της, κάποιες φορές συνοδευόμενη ἀπό τήν κόρη τοῦ μακαριστοῦ παπα-Δημήτρη Θεοδοσόπουλου, ἀλλά τίς περισσότερες μόνη της.

Κι ὅταν φεύγαμε ἀπό τό οἰκοτροφεῖο γιά σπουδές ἢ γιά ἐργασία τότε γινόταν ἡ καταδιώκουσα ἀγάπη.  Ἤθελε νά ἐπικοινωνῆ μαζί μας τηλεφωνικά ἢ μέ τίς ἐπιστολές της, πού ἀκόμη κρατᾶμε, νά γνωρίζη τά κάθε εἴδους προβλήματά μας, ἀκόμη καί τά οἰκονομικά, ὥστε σέ συνεργασία μέ τήν Ἱερά Μητρόπολη νά τά ἐπιλύη.

Ἦταν ἄνθρωπος θερμῆς προσευχῆς καί πίστης δυνατῆς• ἦταν ἡ «ζῶσα πίστις». Σέ κάθε εὔκολο ἢ δύσκολο πρόβλημα ἡ συνηθισμένη φράση της ἦταν: «Δυό λόγια προσευχῆς ὅπου καί ἂν βρίσκεσθε ὅ,τι καί ἂν ἀντιμετωπίζετε• μήν ξεχνᾶτε ποτέ τό «ἀδιαλείπτως προσεύχεσθε». Καί ἔκανε τό κάθε πρόβλημά μας θέμα προσευχῆς της. Ἡ προσευχή της ἦταν ἔμπονη γιαυτό καί ἀποτελεσματική. Ἡ πίστη της ἀκράδαντη. «Γιά τό Χριστιανό δέν ὑπάρχουν ἄλυτα προβλήματα, ἔλεγε, «πάντα ἰσχύω ἐν τῷ ἐνδυναμοῦντι με Χριστῷ».  Ἢ πιστεύουμε στό Θεό ἢ δέν πιστεύουμε». Ἔτσι ἐξηγεῖται πῶς ἀντιμετώπισε μέ τόση δύναμη ὅλες τίς θλίψεις τῆς ζωῆς της, ὅπως τό θάνατο προσφιλεστάτων της προσώπων, καί στάθηκε βράχος καί γιά τήν οἰκογένειά της καί γιά μᾶς.

Ἦταν χαρούμενος καί ἐνθουσιώδης ἄνθρωπος ἡ μακαριστή Οὐρανία Σπανοῦ. Ἐξέφραζε πλούσια τά ἐνθουσιώδη συναισθήματά της στό ἐντευκτήριο, στό οἰκοτροφεῖο,  στίς συγκεντρώσεις τῶν ὁμάδων, στήν κατασκήνωση πού μαζί μέ τίς συνεργάτιδές της ὀργάνωνε μέ τήν εὐλογία καί τήν καθοδήγηση τοῦ ἑκάστοτε Μητροπολίτη. Ἀκόμη καί στά ὀγδόντα της χρόνια εἶχε τέτοιο ἐνθουσιασμό καί τέτοια ζωντάνια πού θά τή ζήλευαν εἰκοσάχρονες. Δέν ἤθελε νά βλέπη πρόσωπα σκυθρωπά. Καί παρά τήν αὐστηρότητά της πού ἦταν ἐπιβεβλημένη γιά τούς ἐκπαιδευτικούς τῆς ἐποχῆς ἐκείνης εἶχε ἕνα μοναδικό παιδαγωγικό τρόπο νά μᾶς κάνη νά ξεκλειδώνουμε τίς καρδιές μας, ν' ἀποθέτουμε τό βάρος καί τήν καταχνιά τῆς ψυχῆς μας σέ κείνη καί νά σταλάζη μέσα μας μιά θεία παρηγοριά, μιά βαθιά γαλήνη πού ἀπέρρεε ἀπό τή βαθιά ἐμπιστοσύνη της στό Θεό. Γιατί ὅποιον τήν πλησίαζε, στό Χριστό ἤθελε νά τόν ὁδηγήση. Ἡ ζωή της ἦταν Χριστοκεντρική. Ὅλα γιά τό Χριστό καί γιά τούς ἄλλους. Γιά τόν ἑαυτό της κρατοῦσε μόνο τίς στενοχώριες πού τῆς προσφέραμε καί πού πολλές φορές τήν ἔκαναν νά ἀρρωσταίνη μέ ἰσχυρούς ἰλίγγους.

Τέλος, ἦταν ἄνθρωπος ἀπόλυτης ἀφοσίωσης στό Θεό. Καί αὐτό δέν ἦταν ἀπόφαση στιγμῆς. Ὅταν συνταξιοδοτήθηκε μετά ἀπό 35 χρόνια ὑπηρεσίας ἔλεγε: «Εἶμαι ἕτοιμη νά ξαναρχίσω ἀπ' τήν ἀρχή. Καί ἂν ἦταν τώρα νά ἐπιλέξω θά ἐπέλεγα ξανά νά γίνω δασκάλα καί νά ἀφιερωθῶ στό Θεό». Τό ἀγαπημένο της τραγούδι πού ἀκόμα ἠχεῖ στ' αὐτιά μας, πού τό τραγουδοῦσε καί παλλόταν ὁλόκληρη ἦταν τό:

...

Ναί Χριστέ μου ἐσένα λατρεύω

ἡ ψυχή μου ἐσένα ζητάει

ἡ καρδιά μου γιά σένα σκιρτάει

ἡ πνοή μου ἐσένα ὑμνεῖ.

Νά πετάξει ψηλά στά οὐράνια

νά σέ δεῖ νά σέ νοιώσει σιμά της

καί νά εἶναι ἡ μόνη χαρά της

νά δοξάζει τό μέγα Θεό.

Αὐτό ποθοῦσε, αὐτό ἐξέπεμπε, αὐτό μας ἐνέπνεε καί τώρα τό ζῆ στήν οὐράνια πραγματικότητα.

Ἀλλά ὅ,τι κι ἂν ποῦμε εἶναι πολύ λίγο γιά νά περιγράψη τό θεάρεστο ἔργο της καί πολύ φτωχό γιά νά ἐκφράση τήν εὐγνωμοσύνη μας γιά ὅσα μᾶς προσέφερε ἡ σεβαστή καί πολύ ἀγαπητή μας μακαριστή Οὐρανία, ἀπό τήν πρώτη νιότη μας μέχρι τώρα πού βγήκαμε στήν σύνταξη. Νοερά τώρα πλέον ἀσπαζόμαστε τ' ἁγιασμένα χέρια της, πού μέχρι πρίν τήν ἀσθένειά της, κάθε φορά πού συναντιόμασταν τά ἄνοιγε σέ μιά πολύ πλατιά ἀγκαλιά καί μας ἔκλεινε μέσα μέ ὅλη της τήν ἀγάπη. Αὐτά τά χέρια τά προσφέρει τώρα πλήρη ἔργων ἀγαθῶν, ὡς ἐλαία κατάκαρπος, στόν Ἀγαπημένο της Ἰησοῦ• καί μέ τήν ἀκράδαντη πίστη της καί τήν ἀπέραντη ἀγάπη της σ' Ἐκεῖνον καί στά παιδιά Του, Τοῦ δίνει τό δικαίωμα νά τῆς πῆ: εἴσελθε, δούλη ἀγαθή, εἰς τήν χαράν τοῦ Κυρίου σου.

Πιστεύουμε ἀκράδαντα ὅτι ἔχουμε τήν εὐχή της καί τίς προσευχές της.